Η φορολογία γίνεται καθαρή κλοπή

Η φορολογία γίνεται καθαρή κλοπή

"Αν κάποιος βάλει το χέρι του στην τσέπη μου και μου αφαιρέσει το μισό μου εισόδημα, συλλαμβάνεται και κλείνεται στην φυλακή. Το κράτος όμως νομιμοποιείται να μου αφαιρεί όποιο ποσοστό του εισοδήματός μου ορέγεται"

Πάντα θεωρώ την φορολογία βάρβαρη κρατική παρέμβαση στην προσωπική ζωή. Παράλληλα, αποτελεί μοχλό οικονομικής στασιμότητας και κοινωνικής αποτελμάτωσης. Πουθενά η μεγάλη φορολογία δεν οδήγησε σε ανάπτυξη. Αντίθετα, αποτελεί συνώνυμο της ύφεσης και λεωφόρο προς την δυστυχία. Η συγκεκριμένη όμως κυβερνητική πρόθεση να συνθλίψει την κοινωνία κάτω από τις ερπύστριες του αδυσώπητου κράτους και των ιλιγγιωδών φορολογικών επιβαρύνσεων επιβεβαιώνει μια τραγική διαπίστωση. Η φορολογία αποτελεί συνειδητή πλέον κλοπή. Με αυτουργούς τους κυβερνώντες και ηθικούς υπεύθυνους τους θλιβερούς κρατιστές και τους πελαγωμένους ευρωπαίους ηγέτες. Αν κάποιος βάλει το χέρι του στην τσέπη μου και μου αφαιρέσει το μισό μου εισόδημα, συλλαμβάνεται και κλείνεται στην φυλακή. Το κράτος όμως νομιμοποιείται να μου αφαιρεί όποιο ποσοστό του εισοδήματός μου ορέγεται. Με την επίκληση απλά μιάς κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας. Μπορεί άραγε η πλειοψηφία να μου αφαιρέσει και την ζωή; Διότι η ιδιοκτησία και το προιόν της δουλειάς μου αποτελεί ατομικό δικαίωμα. Και τα δικαιώματα δεν υπάγονται σε καθεστώς πλειοψηφίας. Οσο για δημοσιονομική αποτελεσματικότητα, μιλάμε μάλλον για κωμωδία. Μειώνονται εισοδήματα και αυξάνονται επιβαρύνσεις (φόροι, τέλη, υπηρεσίες). Από που και πως θα πληρωθούν αυτά; Και με τι διαθέσιμο εισόδημα θα κινηθεί η αγορά; Πως δηλαδή «σωζόμαστε», με την ατομική μας χρεωκοπία; Μέσω της επιβίωσης ενός κράτους που αδιαφορεί και εξοντώνει τους πολίτες; Τα ισοδύναα που ζητά ο κ. Στουρνάρας υπάρχουν. Και είναι ξεκάθαρα. Κόψτε κράτος!!

Σκέφτομαι το 1833, τους χωριάτες στη Μεσσηνία, την Αρκαδία, τη Λακωνία και την Τήνο με τις τσάπες και τις τσουγκράνες να καταδιώκουν τους φοροεισπράκτορες. Τους βλέπουμε να το ξανακάνουν το 1834, με τη συμμετοχή αυτή τη φορά και των χωρικών της Λίμνης Ευβοίας. Φυσικά η μεγαλύτερη σύγκρουση γίνεται με τους Μανιάτες, το 1834, που καταλήγει σε θριαμβευτική -αν και πρόσκαιρη- νίκη των χωρικών  που επιτυγχάνουν να εξαιρεθεί η Μάνη από το φορολογικό καθεστώς που ίσχυε για τη χώρα και να γίνει για όλο τον 19ο αιώνα ένας φορολογικός παράδεισος των… off shore. Το επόμενο έτος ανάβουν ξανά οι αντιφορολογικές φωτιές στη Μεγαλόπολη, το Μεσολόγγι και την Μεθώνη, ενώ το επόμενο έτος, το 1836, η Αιτωλοακαρνανία περνάει τελείως στον έλεγχο των φοροφυγάδων. Αλλά και στην Ήλιδα και τη Μεσσηνία, το ίδιο έτος, το θρυλικό κίνημα των Χονδρογιανναίων ορθώνει περήφανα το ένοπλο ανάστημά του στις προσπάθειες του κράτους να κλέψει το βιός των χωρικών για να θρέψει τους δημοσίους υπαλλήλους. Το κίνημα της Χελωνοφωλιάς έχει μείνει ιστορικά στην ψυχή της ελληνικής επαρχίας. Να μην ξεχάσουμε και τις εξεγέρσεις το 1840 στο Νησί και τον Πύργο, μετά την απαίτηση της κυβέρνησης για πληρωμή φόρου επικαρπίας. Ποτέ οι εξεγέρσεις αυτές δεν κόπασαν. Αυτό που έγινε είναι πως η ελληνική κυβέρνηση έκλεισε το μάτι στους πολίτες, λέγοντας πως «εγώ θα βάζω φόρους, κι εσείς δεν θα τους πληρώνετε». Ετσι εμπεδώθηκε η αντίληψη της φοροαποφυγής.

Πόσο ακόμη θα υπομείνουμε τον ρόλο του πειθήνιου υποζυγίου; Ωστε αδίστακτα οι εκάστοτε κυβερνώντες να βάζουν βαθιά το χέρι στην τσέπη μας για να μοιράσουν το βιός μας σ’ αυτούς που κάθε φορά αποφασίζουν να ευνοήσουν; Αυτή η υποτέλεια του πολιτικού συστήματος που σκύβει το κεφάλι στους αγρότες ονοματίζοντας σαν δίκαια αιτήματα τα παράλογα και άδικα. Σύντομα θα κληθούμε όλοι εμείς οι υπόλοιποι φορολογούμενοι να πληρώσουμε την αναπλήρωση εισοδήματος των αγροτών που έπαιξαν καθαρά κερδοσκοπικά με την προοπτική μεγάλης αύξησης της τιμής εφέτος των δημητριακών και του σταριού και έχασαν. Γιατί δεν θα πρέπει να πληρώσουμε για την αναπλήρωση του εισοδήματος όσων έχασαν στο χρηματιστήριο, όσων ζημιώθηκαν από την κάμψη του τουριστικού ρεύματος κι αυτών που μένουν δίχως δουλειά απολυόμενοι από τις επιχειρήσεις στις οποίες δούλευαν και οι οποίες βάζουν λουκέτο.

Είναι επιτακτική ανάγκη πλέον να οργανωθούν οι φορολογούμενοι για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους. Δεν είναι δυνατόν οι πολιτικοί αυθαίρετα να επιβαρύνουν τον προσωπικό προυπολογισμό του κάθε πολίτη με βάση τις εκλογικές τους ανάγκες. Οι φόροι θα πρέπει να υπακούουν σε κάποια στοιχεία λογικής. Κανένας φόρος δεν θα πρέπει να επιβάλλεται δίχως ανταποδοτική κρατική δράση για την κάθε επιβάρυνση. Σε άλλες χώρες το ερώτημα δεν είναι “τι φόρους πληρώνεις;” αλλά ποιά είναι η “κοινωνική σου συνεισφορά” Καλό θα είναι αυτό να το συνειδητοποιήσουν οι πολιτικές μας ηγεσίες. Ο άμεσος φόρος είναι η κοινωνική προσφορά του καθενός. Δεν είναι δυνατόν αυτοί που συνεισφέρουν να μην ακούγονται. Και συχνά αυτοί που δεν συνεισφέρουν να ευνοούνται και να αποφασίζουν. Επειδή αυθαιρετούν, πιέζουν και καμιά φορά εκβιάζουν.

Μιά “κίνηση πολιτών λοιπόν ενάντια στην άδικη φορολογία” αποτελεί ουσιαστική κοινωνική ανάγκη. Ολοι οφείλουμε να συσπειρωθούμε γύρω της. Για να δώσουμε μάχες για μια καλύτερη και περισσότερο ευαίσθητη κοινωνία. Για να σταματήσουν οι αυθαιρεσίες. Και να εμπεδωθεί ένα κλίμα ευθύνης των δημοσίων ανδρών. Για να σωθεί τελικά ο τόπος. Η ανταπόκριση του κόσμου σ’ αυτό το κάλεσμα θα δείξει αν πραγματικά αξίζουμε για κάτι καλύτερο.

Στην περίοδο των παχέων αγελάδων του διεθνούς καπιταλισμού η μόνιμη επωδός των αριστερόφρονων σχολιαστών και δημοσίων προσώπων ήταν η καταδίκη του καταναλωτισμού και της «ασυδοσίας» των ανεξέλεγκτων αγορών. Μέσα στο κλίμα αυτό, η αλματώδης άνοδος των τιμών σε όφελος «κερδοσκόπων και αδίστακτων επιχειρηματιών» συνιστούσε τον ουσιώδη εχθρό των λαικών εισοδημάτων και ονείρων. Ο επάρατος νεοφιλελευθερισμός προκαλούσε δυστυχία, ανέχεια και κοινωνικά αδιέξοδα.

Ουδείς ποτέ σκέφθηκε να επισημάνει πως για να ανεβαίνουν οι τιμές και τα προιόντα να πωλούνται, προφανέστατα υπήρχαν χρήματα και πρόθυμοι πολίτες να τα ξοδέψουν. Άλλο ζήτημα βέβαια αποτελούσε το γεγονός πως τα περισσότερα από τα χρήματα αυτά ήσαν «μαύρα», αδήλωτα και, σαν συνέπεια, αφορολόγητα. Γι αυτό και η σχέση υψηλού κόστους ζωής και χαμηλότατων δηλουμένων εισοδημάτων έστελνε τον κόσμο στην κατανάλωση αντί για τα νεκροταφεία. Διότι συνιστά πραγματικό ιατρικό θαύμα η πλειοψηφία των πολιτών να δηλώνει ετήσια συνολικά εισοδήματα κοντά στα 6 – 7.000 ευρώ και να συνεχίζει με υγεία να επιβιώνει (!)

Μετά την πρόσφατη οικονομική κρίση ο καταναλωτισμός υποτίθεται πως συγκλονίζεται και οι τιμές καταρρέουν. Αντί όμως για πανηγυρισμούς οι ίδιοι παράγοντες εξακοντίζουν και πάλι ριπές έντονης κριτικής. Το πρόβλημα την φορά αυτή είναι η υπερβολική φτήνια. Που απειλεί την επιβίωση των επιχειρήσεων και την απασχόληση. Οι αγρότες ξεσηκώνονται γιατί είναι χαμηλές οι τιμές. Δεν υπάρχουν χρήματα. Ο κόσμος δεν αγοράζει ανεξέλεγκτα. Οι τιμές πέφτουν.

Η ακρίβεια λοιπόν ήταν σαφέστατα προιόν μαύρου χρήματος και άπληστου καταναλωτισμού. Οι επικριτές του καπιταλισμού θα έπρεπε τώρα να είναι ικανοποιημένοι. Γιατί διαμαρτύρονται;

Μόνο οι μικρές φορολογικές επιβαρύνσεις, το σταθερό κι αμετάβλητο φορολογικό σύστημα, η μείωση του κράτους μέσω κατάργησης δημοσίων φορέων και περικοπών δαπανών και η συνακόλουθη κατάργηση γραφειοκρατικών διαδικασιών θα μας οδηγήσει σε έξοδο από την κρίση και στην περιπόθητη ανάπτυξη. Δίχως η με ελάχιστο κράτος μπορεί αν υπάρξει προοπτική ανάπτυξης. Όπως αναφέρει και ένας γνωστός Ινδός σχολιαστής, η χώρα του – που σήμερα βρίσκεται στην κορυφή των υπό ανάπτυξη χωρών – «αναπτύσσεται στη διάρκεια της νύχτας, όταν η κυβέρνηση κοιμάται»…  

*Ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος υπήρξε για πολλά χρόνια Βουλευτής, Υπουργός και Δήμαρχος Πειραιά. Από το 1994 έχει εγκαταλείψει την πολιτική κι απασχολείται στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, στην ενημέρωση και στον πανεπιστημιακό χώρο.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα