Ποιοι βάζουν πλάτη στους φανατικούς της Τζιχάντ;

default image

Διαβάστε ένα άρθρο (συμμετοχή στις "Γνώμες" του News 247) για το αποκρουστικό πρόσωπο του ακραίου ισλαμικού φανατισμού

Μέσα στον παραλογισμό της υποστήριξης κάθε θέσης που εκφράζει αντίθεση προς την Δύση, κάποιοι στην Αριστερά εμφανίζονται να δικαιολογούν τις κινήσεις των ακραίων Τζιχαντιστών. Ακούγονται λογής απίστευτα επιχειρήματα που επιχειρούν να δικαιολογήσουν το αποκρουστικό πρόσωπο του ακραίου ισλαμικού φανατισμού. Από απόψεις που δικαιολογούν το μίσος προς την Δύση λόγω εκμετάλλευσης (από ποιους ακριβώς;) των πλουτοπαραγωγικών πηγών των χωρών αυτών, μέχρι τα συνακόλουθα της αποικιοκρατίας, της στήριξης προς το Ισραήλ και των προκλήσεων της αμερικανικής ισχύος και του καπιταλιστικού τρόπου ζωής.

Δυστυχώς, όλα αυτά βρίσκονται εγκατεστημένα αποκλειστικά σε Δυτικούς εγκεφάλους και ιδιαίτερα σε αυτούς της Αριστεράς. Οι ενδοφυλετικές, διαφατριακές  και θρησκευτικές συγκρούσεις στον Αραβικό αλλά και στον μουσουλμανικό γενικότερα κόσμο έχουν πολύ μακριά ιστορία. Ξεκινούν από τους Ασσασίνους της εποχής των Σταυροφοριών, εξελίσσονται στις εκκαθαρίσεις των Σιιτών από τα Χαλιφάτα της Δαμασκού και της Βαγδάτης αργότερα, στις συγκρούσεις των διαφόρων Σουνιτικών φατριών στην Αραβία – στη φάση διάλυσης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας – στις διαχρονικές αντιπαραθέσεις αντίπαλων ισλαμικών ομάδων στη Βόρεια Αφρική και στις γενικότερες βίαιες ανακατατάξεις στον Αραβικό κόσμο μετά το τέλος του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου.

Το αίμα ποτέ δεν έπαψε να ρέει. Ανεξάρτητα από την ανάμιξη η όχι της Δύσης στην περιοχή.  Σύμφωνα με τον Βορειο-αφρικανό Αραβα ιστορικό του 14ου αιώνα  Ιμπν Χαλντούν (στο μνημειώδες του έργο «Αλ- Μουκαντίμα») η πορεία της ιστορίας γίνεται κατανοητή σαν η βίαιη επικράτηση μιάς φυλής, έθνους η πολιτισμού πάνω στους άλλους μέχρις ότου κάποιος επόμενος, και πάλι με όπλο τη βία, θα επιβληθεί  στους προηγούμενους. Μιά αέναη σύγκρουση λοιπόν με στόχο την επικράτηση του ισχυρότερου («Δυνατού Αλόγου», κατά τον επιτυχή χαρακτηρισμό του συγγραφέα Lee Smith) χαρακτηρίζει τις αντιλήψεις αλλά και την συμπεριφορά των λαών της Μέσης Ανατολής κυρίως αλλά και πολλών άλλων μουσουλμανικών πληθυσμών, ώστε η ιστορία τους να πλημμυρίζει από συνεχείς συγκρούσεις, ανατροπές, εμφύλιες συρράξεις και σκληρές αιματοχυσίες.

Στα πιο πρόσφατα χρόνια γίναμε μάρτυρες μεγάλων  τέτοιων εθνο-φυλετικών και φατριο-θρησκευτικών αντιπαραθέσεων. Η εισβολή και κατάληψη του Λιβάνου από την Συρία (1990-2005),  οι εμφύλιες συρράξεις  στη Βόρεια Υεμένη (1962-1970) και στο Λίβανο (1975-1990),  τα ισλαμικά αντάρτικα στην Αλγερία (1991-2002), στην Αίγυπτο (1981-1997) και την Συρία (1979-1982), η εξέγερση των Παλαιστινίων κατά του Χασσεμιτικού Βασιλείου της Ιορδανίας (1968-1971), οι εθνοκαθάρσεις του Σαντάμ Χουσείν κατά των Κούρδων και των Σιιτών στο Ιράκ και του πατέρα Ασσάντ κατά τω Σουνιτών στην πόλη Χάμα της Συρίας  (1982),  οι επιθέσεις των αρχών του Σουδάν εναντίον Χριστιανών στο Νότο της χώρας  παλαιότερα και κατά των μη Αράβων μουσουλμάνων στο Νταρφούρ πρόσφατα καθώς και οι σφαγές και εκκαθαρίσεις Χριστιανών από τους ακραίους ισλαμιστές της Μπόκο Χαράμ στη Νιγηρία και από τους ισλαμιστές της Αλ-Σαμπαάμπ αλλόφυλων μουσουλμάνων στην Κεντρική και Νότια Σομαλία  έγιναν χωρίς ανάμιξη η και ενδιαφέρον των όποιων Δυτικών δυνάμεων.

Μέσα στο σύνολο του Αραβικού πληθυσμού σε Μαγκρέμπ και Μέση Ανατολή οι Σουνίτες  αποτελούν κάτι πάνω από το 70%. Ασκούσαν λοιπόν πάντα καταπιεστική εξουσία  στους υπόλοιπους, που αποτελούσαν μερικές δεκάδες εθνικές, φυλετικές και θρησκευτικές μειονότητες.  Συχνά με την βία επέβαλαν τις θελήσεις τους  ξεχωρίζοντας, ανάμεσα σε όλους τους άλλους, τους μουσουλμάνους Σιίτες σαν τους ουσιαστικότερους  και πλέον μισητούς τους εχθρούς.  

Οι παρανοϊκοί Τζιχαντιστές του νέου Χαλιφάτου της Συρίας, του Ιράκ και του Λεβάντε (ISIS), ξεπήδησαν ακριβώς από τη ανάγκη επαναφοράς της πολιτικής τάξης στην περιοχή.  Σαν συνέπεια των εξελίξεων και των στρατηγικά πετυχημένων κινήσεων ηγετών τω χωρών αυτών (λ.χ. του Αγιατολάχ Σιστανί στο Ιράκ και προσωπικοτήτων της  Χετζμπολάχ στο Λίβανο) οι Σιίτες είχαν τον έλεγχο η ασκούσαν σημαντική επιρροή πλέον σε σημαντικότατες κυβερνήσεις της Μέσης Ανατολής (Ιράν, Συρία, Ιράκ, Λίβανος).  Με προκάλυψη  την αντίσταση κατά του Ασσάντ στη Συρία και με σημαντική βοήθεια  ακόμα και από ισλαμιστές της Δύσης και του Καυκάσου, οι Τζιχαντιστές του ISIS βάλθηκαν να αλλάξουν και πάλι τον πολιτικό χάρτη αποκαθιστώντας τις δυνάμεις του Σουνιτισμού. Που δεν είχαν ποτέ πριν απολέσει την κυριαρχία τους από τα χρόνια των Οθωμανών ακόμη. Τα υπόλοιπα καθεστώτα της περιοχής, σαν Σουνίτες  (Σαουδική Αραβία, Εμιράτα, Αίγυπτος, Ιορδανία, Τουρκία) με βαθιά καχυποψία προς το Ιράν, υποχρεωτικά τους ανέχονται  η τουλάχιστον δεν μπορούν να τους αντιπαραταχθούν.  Κι έτσι επιβιώνουν, απλώνοντας και πλοκάμια προς τη Δύση.  

Στην αφέλεια που χαρακτηρίζει ορισμένους εγκεφάλους της Αριστεράς  ανακαλύπτονται στον έντονο αντιδυτικισμό των Τζιχαντιστών   στοιχεία υποτίθεται αντι-καπιταλιστικά η αντι-αποικιακά που τους κάνει σχετικά συμπαθείς και αποδεκτούς. Στην ουσία, οι άθεοι αριστεριστές-κομμουνιστές αποτελούν για τους  φανατικούς ισλαμιστές τον πλέον μισητό εχθρό,  ανάμεσα σε όλο τον Χριστιανικό κόσμο.  Ολοι ανήκουμε στον Οίκο του Πολέμου (Νταρ αλ Χάρμπ)  μια και σαν άπιστοι δε μπορούμε να μπούμε στον Οίκο του Θεού (Ντάρ αλ Ισλάμ).  Οι άθεοι όμως ανάμεσά μας συνιστούν ιδιαίτερη πρόκληση για τους Σαλαφιστές (οπαδούς του ορθόδοξου αρχεγονισμού στο Ισλάμ). Αν δεν αναγνωρίσουμε έγκαιρα το πρόβλημα σε λίγα χρόνια θα δυσκολευόμαστε να κινηθούμε στις πόλεις μας, εδώ στη Δύση,δίχως την άδεια της ισλαμικής πολιτοφυλακής. Που θα περιφρουρεί για την εφαρμογή της Σαρία (ιερός μουσουλμανικός νόμος)…

Σε γειτονιές πόλεων στη Βρετανία και την Γερμανία το φαινόμενο ήδη παρατηρείται!!!

*Ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος υπήρξε για πολλά χρόνια Βουλευτής, Υπουργός και Δήμαρχος Πειραιά. Από το 1994 έχει εγκαταλείψει την πολιτική κι απασχολείται στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, στην ενημέρωση και στον πανεπιστημιακό χώρο. Έχει διδάξει σε ΗΠΑ, Ρωσία και Ελλάδα ενώ υπήρξε visiting scholar του Κολλεγίου St. Edmund’s του Πανεπιστημίου του Cambridge και δύο φορές εταίρος δημόσιας πολιτικής του μεγάλου ερευνητικού κέντρου Woodrow Wilson Center της Ουάσινγκτον. Διετέλεσε σύμβουλος της Ρωσικής Κυβέρνησης για ζητήματα Ανταγωνισμού και Απελευθέρωσης των Αγορών. Τώρα διευθύνει το Ινστιτούτο Διπλωματίας του Αμερικανικού Κολλεγίου της Ελλάδας (Deree) και διδάσκει Επικοινωνία και Ανάλυση Ρίσκου στον Πανεπιστήμιο του Καλίνινγκραντ (πρ. Konigsberg) στη Ρωσία.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα