Γιατί οι πολιτικοί πρέπει να ακολουθούν το υπέροχο παράδειγμα του Γιούργκεν Κλοπ

Ποδόσφαιρο και πολιτική. Πώς σχετίζονται, αν σχετίζονται, και πώς, σε κάθε περίπτωση, θα έπρεπε να διαπνέονται από συμπεριφορές σαν εκείνη του σπουδαίου, Γιούργκεν Κλοπ
- 16 Απριλίου 2015 13:40
Ο Γιούργκεν Κλοπ είναι Γερμανός. Οι Γερμανοί τελευταία έχουν μπει στο ελληνικό στόχαστρο, αρκετές φορές και εν μέσω γενικεύσεων, άλλες φορές λόγω δίκαιων πολιτικών ζητημάτων που σχετίζονται με τους μερκελικούς ευρωπαϊκούς χειρισμούς και εσχάτως και λόγω πολεμικών αποζημιώσεων.
Ο εν λόγω Γερμανός όπως και να’ χει, μας δίνει ένα μάθημα συμπεριφοράς, στάσης και αξιοπρέπειας που θα ήταν καλό να ακολουθηθεί και από τους εκπροσώπους των Aρχών. Τόσο στη χώρα μας, όσο και στην πατρίδα του Σόιμπλε. Συγγνώμη. Όσο και παντού.
Ο Κλοπ ανέλαβε τις τύχες μιας μεγάλης ομάδας, όχι όμως της μεγαλύτερης στην Μπουντεσλίγκα.
Θυμάμαι την Ντόρτμουντ στα μέσα της δεκαετίας του ’90, να παίζει κόντρα στην αγαπημένη μου Γιουβέντους και να τη θαυμάζω δακρύζοντας με φόντο το “τακουνάκι” του Ντελ Πιέρο. Σε αυτή την ομάδα βρέθηκε ο Γιούργκεν, αυτή την ομάδα καθιέρωσε σαν μια από τις μεγαλύτερες και θεαματικότερες των τελευταίων ετών και από αυτόν τον Σύλλογο φεύγει σαν κύριος τώρα με το κεφάλι ψηλά.
Με το κεφάλι ψηλά γιατί παραδέχθηκε την αποτυχία του, όπως ελάχιστοι ηγέτες, στον αθλητισμό, στην πολιτική, στην κοινωνία εν γένει, κάνουν.
Πολλοί θα πουν πως είναι λάθος να συγκρίνεις πολιτική και ποδόσφαιρο. Θα απαντήσω πως και τα δύο απευθύνονται στο ευρύ κοινό, το κάνουν να παθιαστεί και εμπνέουν.
Θα απαντήσω πως και στα δύο εκφράζονται κοινωνικές καταστάσεις, ιδεολογίες στην κερκίδα, μπολιάζεται το ομαδικό πνεύμα, η αλληλεγγύη και η συλλογικότητα, ή αποτυπώνεται η ρήξη, η σύγκρουση, η αποδόμηση, η διαφθορά, η παρακμή της εποχής.
Ο γεννημένος στην Στουτγάρδη τεχνικός, κατάφερε – για να επανέλθουμε στα του ιδίου – να γίνει το απόλυτο αφεντικό μιας ομάδας με τεράστια λαϊκή απήχηση και με πιστούς οπαδούς που δεν την αφήνουν ούτε στα δύσκολα. Και το κατάφερε εμπνέοντας σεβασμός, όχι τρίζοντας τα δόντια.
Μέσα σε επτά χρόνια έχτισε αργά και σταθερά ένα μικρό θαύμα. Οδήγησε το αγωνιστικό σύνολο της Βόρειας Ρηνανίας σε δύο συνεχόμενα πρωταθλήματα, ένα “double” το 2011-12, ενώ το 2012 οδήγησε την Ντόρτμουντ στον τελικό του Champions League όπου ηττήθηκε από την Μπάγερν.
Με σκληρή δουλειά, εργατικότητα, χωρίς πυροτεχνήματα και πομπώδεις εξαγγελίες, η Ντόρτμουντ υποδαύλισε για ένα διάστημα την Μπάγερν και κέρδισε την ευρωπαϊκή της αίγλη.
Ο τεχνικός έγινε αντικείμενο λατρείας από τους οπαδούς ακόμα και στα μεγαλύτερα ζόρια. Κατάφερε να βελτιώσει οποιονδήποτε ποδοσφαιριστή πέρασε από τα χέρια του την τελευταία πενταετία, ενώ αρκετοί που άφησαν τη Βεστφαλία για άλλα λιμάνια, βρέθηκαν εκτός των νερών τους.
Κατάφερε να μην αποδοκιμαστεί επί προσωπικού σε κανένα γήπεδο, ενώ δεν δίσταζε να απονείμει τα εύσημα στους “εργάτες” του ακόμα και την ώρα του αγώνα.
Τελευταίο παράδειγμα, όταν έβγαλε κυριολεκτικά το καπέλο του κάνοντας βαθιά υπόκλιση μπροστά στον παίκτη του Σεμπάστιαν Κελ, μετά το τρομερό γκολ που πέτυχε εναντίον της Χόφενχαϊμ στην προημιτελική φάση του Κυπέλλου της Γερμανίας.
Ήθος, σεβασμός, κύρος που εμπνέεται, όπως είπαμε, από τον σεβασμό.
Την φετινή σεζόν όμως, όλα πήγαν στραβά.
Και εδώ είναι που ο Κλοπ, έδωσε ένα μάθημα στάσης και ήθους. Ποτέ δεν άφησε αιχμές για την διοίκηση ή τους παίκτες του, πάντα έπαιρνε πάνω του την ευθύνη, έτσι όπως έκανε και στο τέλος.
“Απέτυχα κύριοι, ας τα μαζεύουμε να αναλάβει κανείς άλλος”. Το “ή αλλάζουμε, ή βουλιάζουμε”, οδήγησε στο “φεύγω με το κεφάλι ψηλά πριν το ναυάγιο”.
Ο Κλοπ κατάλαβε πως δεν γλίτωνε την Ντόρτμουντ από τα χειρότερα, του τελείωσαν τα κόλπα στη συγκεκριμένη ομάδα και αποφάσισε να φύγει αποδεχόμενος πρώτα τα λάθη του και σε δεύτερο χρόνο, κρατώντας τις επιτυχίες του σαν πυξίδα για το τι έρχεται.
Ας μιλήσουμε λίγο με τα λόγια του προπονητή, όταν ανακοίνωνε το τέλος της πορείας του στο Westfalenstadion:
“Κανένας δεν πρέπει να είναι ευγνώμων απέναντί μου. Ήταν μια σχέση τίμια, στην οποία και οι δύο πλευρές έδωσαν και πήραν. Όπως σας είχα πει πολλές φορές, θα ενημέρωνα τους υπεύθυνους για την στιγμή που θα ένιωθα ότι δεν είμαι πια ο κατάλληλος προπονητής για αυτή την θαυμάσια ομάδα. Δεν αισθάνομαι την ομάδα ως ένα βάρος στους ώμους μου. Δεν είμαι κουρασμένος αν και δείχνω πως είμαι. Δεν έχω έρθει σε επαφή με άλλο σύλλογο, αλλά δεν σκοπεύω να μείνω εκτός δράσης για έναν χρόνο να ξεκουραστώ. Πιστεύω ότι η απόφαση αυτή είναι απόλυτα σωστή.
Νομίζω ότι πλέον χρειάζονται πολλά πράγματα να αλλάξουν στην ομάδα. Αν έμενα και πάλι θα το έκανα, αλλά πιστεύω ότι αυτό θα συμβεί και τώρα. Την απόφασή μου αυτή δεν την έχω ανακοινώσει στην ομάδα μέχρι τώρα. Θα το κάνω όμως. Ήταν μια εξαιρετική σχέση, η οποία κράτησε επτά χρόνια. Σε αυτή την σχέση δεν υπήρχαν φάουλ, ούτε από την ομάδα προς εμένα, ούτε από τους οπαδούς, ούτε από κανέναν. Δεν μπορούμε να ρίξουμε ευθύνες σε κανέναν για αυτόν τον χωρισμό”.
Εν ολίγοις, ο Κλοπ έφτιαξε το δικό του success story, ναι, έκανε τα λάθη του αλλά αποχώρησε πριν προκαλέσει την απόλυτη καταστροφή, αφήνοντας όμως παρακαταθήκη για συνέχεια στο μέλλον.
Δεν θα ήταν πολύ όμορφο αν τελούνταν έτσι τίμια και τα πολιτικά δρώμενα;
Δεν θα ήταν εξαίσιο το να άλλαζε με τέτοιο τρόπο η πολιτική σκυτάλη, είτε από κόμμα σε κόμμα εισακούοντας πάντα τη λαϊκή βούληση, είτε από πολιτικό αρχηγό σε πολιτικό αρχηγό του ιδίου κόμματος, ή ανάμεσα σε επικεφαλής επιτροπών, σωματείων, συλλόγων και συλλογικοτήτων και ούτω καθεξής;
Η ευθιξία και η αναγνώριση του λάθους αποκτά μεγαλύτερο κύρος βάσει θέσης, ευθύνης και δεδομένων που επηρεάζουν και καθορίζουν οι εκάστοτε χειρισμοί. Και η αναγνώριση του λάθους δεν κάνει το λάθος να μην υφίσταται, κάνει όμως τον άνθρωπο που το έπραξε να αισθανθεί ελεύθερος και να μπορεί να κοιτάζει στα μάτια το κοινό του, ιδίως όταν φροντίζει σοφά να αποσυρθεί, πριν κάνει το μεγαλύτερο λάθος που θα είναι πλέον, μη αναστρέψιμο.
Ξέρεις, από αυτά τα κομβικά, μη αναστρέψιμα ή έστω καθοριστικά λάθη που είδαμε να τελούνται στη χώρα μας τα χρόνια του μνημονίου.
Και δεν αναφέρομαι στον χώρο του ποδοσφαίρου, αλλά στον στίβο των μεγαλύτερων λεόντων, εκείνο τον στίβο της Βουλής που διαμορφώνει τις τύχες των γενεών που θα’ ρθουν.
*Ο Χρήστος Δεμέτης είναι δημοσιογράφος. Σπούδασε Επικοινωνία και ΜΜΕ στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών όπου και ολοκλήρωσε το Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών, “Πολιτισμικές Σπουδές και Ανθρώπινη Επικοινωνία”. Εργάστηκε στον Όμιλο του Πηγάσου. Από τον Μάιο του 2012 βρίσκεται στην 24 Media και αρθρογραφεί στο NEWS247.