Η παλιά γενιά της Αριστεράς έχει πλέον κουράσει…

Διαβάζεται σε 5'
Νέα Αριστερά
INTIME

Η νέα κρίση στην Αριστερά φέρνει πάλι στην επιφάνεια τις παθογένειες που κυριαρχούν στο χώρο τα τελευταία χρόνια και έχουν ως αποτέλεσμα συνεχείς διασπάσεις.

Το παρόν κείμενο γράφεται, είναι η αλήθεια, με κάποια δυσκολία. Συναισθηματικού τύπου. Προφανώς αυτό δεν αφορά τον αναγνώστη, αναφέρεται όμως μόνο και μόνο ως μία μορφή εξομολόγησης και ίσως ως μία προσπάθεια να ανοίξει μία επίπονη, αλλά απαραίτητη συζήτηση.

Η νέα (πολλοστή) εσωτερική κρίση που αντιμετωπίζει ο χώρος της ριζοσπαστικής, ανανεωτικής Αριστεράς, αυτή τη φορά με την πορεία σύγκρουσης εντός της Νέας Αριστεράς, προκαλεί αισθήματα κόπωσης, ίσως και ματαίωσης. Πόσες, αλήθεια, κρίσεις πρέπει να βιώσει η Αριστερά για να καταφέρει να βρει μία κοινή περπατησιά μακριά από εγωισμούς, μεγάλα θέλω και (ίσως, θα μου το επιτρέψετε) ιδεολογικούς βερμπαλισμούς;

Η απάντηση είναι άγνωστη. Και δεν έχει νόημα και να αναζητηθεί, αν θέλετε τη γνώμη μας. Στην Αριστερά τα θέλω παραμένουν μεγάλα, δυσανάλογα της εκλογικής επιρροής του χώρου (διαχρονικά), όπως μεγάλες παραμένουν και οι εμμονές. Για την αγανάκτηση για την άλλη άποψη παραπέμπουμε απλά στον τρόπο με τον οποίο έλαβε χώρα το τελευταίο διαζύγιο του ΣΥΡΙΖΑ πριν από δύο χρόνια. Υπάρχει η λέξη αλλά σεβόμενοι την ιστορία του χώρου, δεν θα την χρησιμοποιήσουμε.

Θα πούμε όμως ότι η παλιά γενιά στελεχών της ανανεωτικής, ριζοσπαστικής Αριστεράς έχει πια κουράσει. Το ζήτημα δεν έχει να κάνει, προφανώς, με την ηλικία των ανθρώπων (αν και κριτική για ηλικιακό ρατσισμό πάντως διατυπώνεται όταν ανοίγει, άτολμα, η σχετική κουβέντα). Κούρασαν, λοιπόν, οι παλιοί γιατί δεν παράγουν νέες, συναρπαστικές ιδέες που θα δώσουν φρεσκάδα και γιατί πιστεύουν ότι τα εργαλεία του παρελθόντος, της δεκαετίας του 80 και του 90, μπορούν να και σήμερα να αποδειχθούν αποτελεσματικά.

Οι περισσότεροι της παλιάς φρουράς υποστηρίζουν τώρα ότι η Νέα Αριστερά θα πρέπει να εγκαταλείψει την ιδέα της συγκρότησης λαϊκού μετώπου που θα έχει ως πρώτο στόχο τον τερματισμό της πολιτικής κυριαρχίας του Κυριάκου Μητσοτάκη και το σχηματισμό μίας προοδευτικής, όσο το δυνατόν περισσότερο, κυβέρνησης, έτσι ώστε να ανακουφιστούν τα λαϊκά στρώματα που υποφέρουν από την ταξική μεροληψία της Νέας Δημοκρατίας.

Αντ’ αυτού προτείνουν (αν το καταλαβαίνουμε σωστά) ανασυγκρότηση του χώρου, ενίσχυση του ριζοσπαστικού και κινηματικού χαρακτήρα του και εκλογικές συνεργασίες με την εξοκοινοβουλευτική Αριστερά και σχηματισμούς όπως για παράδειγμα, το ΜέΡΑ 25.

Η επιδίωξη αυτή καταδεικνύει ότι όσοι την υποστηρίζουν, ουσιαστικά δεν ενδιαφέρονται για το κεντρικό πολιτικό επίδικο της εποχής, που είναι το σταμάτημα της δράσης μίας επιεικώς αντιλαϊκής κυβέρνησης, την ώρα που μάλιστα οι κυβερνητικές πολιτικές αποδοκιμάζονται από την πλειοψηφία των πολιτών (σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις). 

Τους ενδιαφέρει περισσότερο η ιδεολογική τους ενδυνάμωση, η καταγραφή της όποιας δύναμής τους και η καταγγελία όσων, από το ίδιο στρατόπεδο, επιθυμούν μία άλλη προοπτική. Είναι σεβαστή ως επιλογή, απλώς δεν θα παράξει κανένα πολιτικό αποτέλεσμα για τους ανθρώπους που η Αριστερά υποτίθεται ότι θέλει να εκπροσωπήσει. Το σχέδιο αυτό, με μαθηματική ακρίβεια, προσφέρει μία ακόμη τετραετία διακυβέρνησης σε μία αντιδραστική Δεξιά η οποία, αφού τα νούμερα δεν θα βγαίνουν, μπορεί να έχει πλέον μαζί της και την ακροδεξιά (ή τους ακροκεντρώους του ΠΑΣΟΚ).

Θα πει κάποιος ότι οκ αλλά ο Χαρίτσης και οι υπόλοιποι φαίνεται ότι δεν ενοχλούνται από μία πιθανή συνεργασία με το νέο μόρφωμα Τσίπρα. Γιατί θα πρέπει όμως να ενοχλούνται όπως και να έχει; Η πολιτική στροφή του πρώην Πρωθυπουργού θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, ως πολιτικός ο Τσίπρας ανήκει πλέον στη σοσιαλδημοκρατία αλλά αυτό δεν είναι υποχρεωτικά αρνητικό. Στην Ισπανία οι σοσιαλδημοκράτες συνεργάζονται μία χαρά με την Αριστερά τα τελευταία επτά χρόνια και η Δεξιά βγάζει καπνούς από το στόμα.

Η παλιά φρουρά λοιπόν προχωρά σε αναγνώσεις για τις οποίες οι πολλοί, σε τελική ανάλυση, δεν ενδιαφέρονται. Η περιχαράκωση γύρω από τις γραμμές επιλέγεται, θα έλεγε κανείς, με έναν τρόπο εμπειρικό. Αυτό έχουν συνηθίσει να κάνουν, αυτό πράττουν και τώρα. Και, για να μην παρεξηγηθούμε, η άποψη τους είναι πλειοψηφική στην Κεντρική Επιτροπή της Νέας Αριστεράς. Καμία αντίρρηση, αλλά η πλειοψηφία δεν έχει πάντα δίκιο.

Είναι, πάντως, στενάχωρο. Άνθρωποι με μεγάλη παράδοση αγώνων, με χιλιάδες πολιτικά ένσημα, με οξυδέρκεια και παραστάσεις πολύτιμες, δεν δείχνουν να διαθέτουν το θάρρος να παραδώσουν τη σκυτάλη στις επόμενες γενιές. Να πουν το πολύ απλό ότι “είναι πλέον η σειρά σας, να πάρετε το καράβι στα χέρια σας και να έχετε την πρωτοβουλία των κινήσεων μακριά από τη δική μας κηδεμονία. Και αν χρειαστείτε τις συμβουλές μας, εδώ είμαστε, δεν χανόμαστε”.

Ελάχιστοι στην Αριστερά είχαν αυτήν την οπτική. Μας έρχεται πρόχειρα στο μυαλό ο πρώην βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Σπύρος Λάππας ο οποίος προτίμησε να μην υποβάλλει υποψηφιότητα για τρίτη θητεία στις εκλογές του 2023. Ισως υπάρχουν κάποιοι ακόμα.

Οι περισσότεροι πάντως συνεχίζουν. Πιστεύοντας πάντα ότι διαβάζουν πολύ καλύτερα την πραγματικότητα, ότι διαθέτουν όλες τις απαντήσεις σε όλα τα ερωτήματα και ότι, σε τελική ανάλυση, έχουν δίκιο. Γι’ αυτό λοιπόν το πολιτικό προσωπικό της Αριστεράς δεν ανανεώνεται και γι’ αυτό οι πολιτικοί της οργανισμοί δίνουν τις όποιες μάχες του με χιλιοχρησιμοποιημένα όπλα που πια έχουν χάσει την αίγλη και την ισχύ του παρελθόντος.

Κρίμα…

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα