Μικρές ιστορίες της πόλης: “Το καφενείο της πλατείας”

Μικρές ιστορίες της πόλης: “Το καφενείο της πλατείας”
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ ΧΩΡΙΟ ΧΛΩΜΟΣ ΚΕΡΚΥΡΑ (EUROKINISSI/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ) Eurokinissi

Διαβάστε ένα άρθρο-αντίδοτο στην εκλογολαγνεία των ημερών (συμμετοχή στις "Γνώμες" News 247), για τις ανθρώπινες σχέσεις που εκτυλίσσονται στον μικρόκοσμο του καφενείου μιας επαρχιακής πλατείας, όπου ότι κι αν χωρίζει τους θαμώνες, πάντα βρίσκεται και κάτι που τους κάνει να συγκλίνουν

Απόγευμα της Κυριακής των εκλογών, σε μικρή, παραθαλάσσια πόλη. Οι δρόμοι και η πλατεία έχουν καθαριστεί υποδειγματικά για την ημέρα, μοναδικό σκουπίδι τα διάσπαρτα, λευκά χαρτάκια με την έκκληση “να ξεβρωμίσει ο τόπος”. Άπνοια, ο ήλιος καίει, στο δρόμο προς το εκλογικό κέντρο μυρίζει κάτι ψόφιο.

Την ώρα που βραδιάζει, τα καφενεία της πλατείας γεμίζουν. Οι συσχετισμοί των θαμώνων έχουν προσωρινά αλλάξει. Η ανακοίνωση των exit-polls βρίσκει παλιούς ιδεολογικούς αντιπάλους να κάθονται πλάϊ-πλάϊ στο μνημονιακό η στο αντι-μνημονιακό μέτωπο. Φίλοι αδερφικοί ανταλάσσουν μεταξύ τους παγερά βλέμματα. Μερικοί τσακώνονται, δεν μιλιούνται. Άλλοι αποφεύγουν να μιλήσουν για πολιτικά, λένε για τη ζέστη που ήρθε ξαφνικά και για τη θάλασσα που είναι ακόμα κρύα.

Μόλις νυχτώνει, ξαναμαζεύονται στα παλιά τους στέκια. Ξανακάθονται μαζί. Ο καθένας έχει ψηφίσει κάτι διαφορετικό, ο καθένας με το δικό του σκεπτικό, τα δικά του επιχειρήματα και τις δικές του επιφυλάξεις. Ένας ψήφισε Νέα Δημοκρατία γιατί αυτό ψηφίζει πάντα, και το ίδιο ένας άλλος, που ποτέ δεν έχει ψηφίσει δεξιά “για να αποφευχθεί η έξοδος από την Ευρώπη”. Μετά πονούσε όλη μέρα το κεφάλι του. Ο τρίτος ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ – πολιτευόταν κιόλας – “για να τελειώνουμε μια και καλή με το μνημόνιο”. Ο διπλανός του ψήφισε κι αυτός ΣΥΡΙΖΑ αλλά για τελείως διαφορετικούς λόγους, “εγώ Σημιτικός ήμουν και παραμένω, μεταρρυθμίσεις πρέπει να γίνουν, αλλά όχι στο σβέρκο του εργαζόμενου, πρέπει να δημιουργηθεί ένας νέος πόλος της κεντροαριστεράς, κάτι καινούριο…” Ο τέταρτος ψήφισε ΠΑΣΟΚ γιατί “έφαγε όλο το ξύλο μόνο του και είναι το μόνο που μπορει να κάνει σοβαρή διαπραγμάτευση”. Ο παραδίπλα ψήφισε ΔΗΜΑΡ για να υπάρχει μια συνετή φωνή που να εξισορροπεί τις καταστάσεις, ενώ ο απέναντι ψήφισε το ίδιο “γιατί δε μπορεί η αριστερά σ´αυτή τη χώρα να είναι μόνο αυτή του αρνητισμού και των άναρθρων κραυγών”. Άλλος ένας ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ γιατί “είναι η πρώτη φορά που θα μπορούσε η αριστερά να κυβερνήσει”. Ο τελευταίος ψήφισε Οικολόγους-Πράσινους, “μπάς και σωθεί τίποτα…” και γιατί “από το δικό μου μποστάνι θα τρώτε όταν δε θα ´χει απομείνει τίποτα άλλο”.

Στο προηγούμενο καφενείο, η συζήτηση περιστρεφόταν γύρω από τον αστικό πια μύθο των ψηφοφόρων της Δράσης, που όλοι την είχαν ψηφίσει στις προηγούμενες εκλογές, και τελικά έμεινε εκτός Βουλής. Παραδίπλα, υπήρχε και μια παρέα που ψηφίζει παραδοσιακά ΚΚΕ, για συναισθηματικούς λόγους.

Τέτοια ώρα, στην πλατεία δεν εκπροσωπούνται οι υπόλοιπες δυνάμεις. Είναι περασμένα μεσάνυχτα, έχουμε απομείνει λίγοι. Όλοι αναλύουν, σχολιάζουν, στέκονται κριτικά απέναντι τόσο στην επιλογή των άλλων, όσο και στη δική τους. Περιμένουν να δουν. Κανείς δεν θριαμβολογεί, είναι πια εξουθενωμένοι, ανεξάρτητα από το αν το αποτέλεσμα τους άφησε πικρή γεύση ή ανακούφιση.

Σιγά-σιγά, η κουβέντα αλλάζει: “Τί γίνεσαι;” “Βγήκε η μάνα σου από το νοσοκομείο, είναι καλά;”  “Πως πήγε το παιδί στις εξετάσεις;” “Πότε θα κατέβεις για καλοκαίρι;” “Να περάσεις να σου δώσω λίγη φρέσκη ρίγανη…”

Ξαναπιάνουν τον ιστό σχέσεων που κρατάνε από παλιά, που έχουν υφανθεί μέσα από κοινές μνήμες και βιώματα, σαν κλωστές διαφορετικών χρωμάτων μέσα στο ίδιο πανί. Σχέσεις που έχουν να καταμετρήσουν μοιρασμένες χαρές, αγωνίες και λύπες. Σχέσεις ανθρώπων που μπορεί να εκτυλίσσονται αποπασματικά, με έριδες, απουσίες και αντιφάσεις, αλλά που ότι κι αν τους χωρίζει, πάντα μπορεί να βρίσκεται και κάτι που να τους κάνει να συγκλίνουν.

Και για κάθε ερώτηση που απαντιέται, επαναλαμβανόμενη επωδός η ευχή “άντε με το καλό”: με το καλό να φύγεις και με το καλό να ξαναρθείς, με το καλό να γίνει καλά ο άρρωστος και να πετύχει το παιδί. Με το καλό, να πάνε όλα καλά, καλό ξημέρωμα.

Σκόρπιες κουβέντες, άλλοτε ειπωμένες βιαστικά, στην επιφάνεια, μπορεί τυπικά και ανούσια, και άλλοτε μέσα από την ψυχή. Κουβέντες όμως που δείχνουν ανθρωπιά, φιλοτιμία, έννοια για τον διπλανό. Που, ακόμα κι αν δεν αποτυπώνουν κάθε φορά με ακρίβεια τις σκέψεις και τα συναισθήματα, είναι αυτές που συνηθίζουμε να διαλέγουμε για να κτίσουμε την ταυτότητα και τη δημόσια εικόνα της. Όσο κι αν οι συνθήκες αλλάζουν, το κοινώς αποδεκτό πρότυπο παραμένει ο άνθρωπος που στην ανάγκη συντρέχει, στη λύπη θλίβεται, την προκοπή την καμαρώνει, και στη χαρά χαίρεται.

Ο μικρόκοσμος αυτός, μπορεί να είναι απλουστευτικός, να μην είναι αντιπροσωπευτικός, ή να στρογγυλεύει γωνίες, όμως σίγουρα περιέχει ενδείξεις.

Οι νυχτερινοί θαμώνες της πλατείας σε λίγο θα πάνε για ύπνο, αλλά το επόμενο πρωί θα ξυπνήσουν και θα ξαναπιάσουν τον ιστό της καθημερινότητας, πάλι όλοι μαζί.

Ο ένας θα φτιάξει το δόντι του άλλου (χωρίς να ξεχάσει να χρησιμοποιήσει αναισθητικό), ο άλλος θα του φτιάξει το κτήμα (χωρίς κατά λάθος να ξεριζώσει και τα χλωρά μαζί με τα ξερά), και ο τρίτος θα τους σερβίρει τον καφέ (χωρίς να μπερδευτεί και να τους τον ρίξει στα μούτρα). Και πάει λέγοντας.

Θα συνεχίσουν να ζουν μαζί, και αυτή η κοινή διαβίωση, επιβάλλει τους δικούς της όρους. Με κάποιον τρόπο, θα πρέπει να τους χωράει όλους. Ακόμα κι αν διαφωνούν στις πολιτικές επιλογές, εμπιστεύονται ο ένας τον άλλον σε αρκετά άλλα. Αυτή την εμπιστοσύνη που συγκρατεί τον κοινό ιστό ανάμεσα στα μέλη μιας κοινωνίας, παρά τις διαφορετικές τους γνώμες, θα χρειαστεί να προστατεύσουν και να ανατροφοδοτήσουν από το επόμενο κιόλας πρωί. Όπου έχει φθαρεί, όπου έχει ξεφτίσει, όπου έχει ξηλωθεί, να πάρουν βελόνα και κλωστή και να μπαλώσουν. Για να μπορέσουν, το επόμενο ή το μεθεπόμενο βράδυ, να ξανακαθίσουν μαζί στο ίδιο καφενείο, και να συνεχίσουν τη συζήτηση αυτή που κρατάει χρόνια.

Οι διαφορετικές τους γνώμες δεν τους κάνουν εχθρούς μεταξύ τους. Είναι διαφορετικοί τρόποι για να αντιμετωπίσουν αν όχι κοινά, τουλάχιστον παρόμοια, επί το πλείστον, προβλήματα. Κοινός είναι και ο εχθρός τους: αυτός που απειλεί τον σεβασμό της διαφορετικότητας και του πλουραλισμού απόψεων, γύρω από το ίδιο τραπέζι. Στέκεται απέναντι, στο σκοτάδι, διασχίζει την πλατεία χωρίς να χαιρετήσει, λέγοντας αυτό που έχει να πει μέσα από διάσπαρτα λευκά χαρτάκια.

*Η Ναντίνα Χριστοπούλου είναι ανθρωπολόγος

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα