Μιχάλης Ασλάνης: Η άνοδος και πτώση της ελληνικής βιομηχανίας μόδας

Μιχάλης Ασλάνης: Η άνοδος και πτώση της ελληνικής βιομηχανίας μόδας

Διαβάστε ένα άρθρο (συμμετοχή στις "Γνώμες" του NEWS 247) για την αδυναμία των κυβερνήσεων, να κατανοήσουν τις δυνατότητες του κλάδου της μόδας και την Αθήνα, μια πόλη εχθρική, όπου επιβάλλεται ένας κεντρικός σχεδιασμός εμψύχωσης του κόσμου, με τη μόδα να πρωτοστατεί σε αυτό

Το τραγικό  τέλος του  Μιχάλη Ασλάνη είναι ένα ακόμα ηχηρό κτύπημα της οικονομικής κρίσης κατά του κλάδου της ελληνικής μόδας που ρίχνει φως στην αδυναμία των αλλεπάλληλων κυβερνήσεων να κατανοήσουν τις δυνατότητες του κλάδου της μόδας στην ανάπτυξη της οικονομίας ενός κράτους καθώς και στην διεθνή του προβολή μέσω αυτής.

Μέχρι το 1975, ο τομέας της ένδυσης στην Ελλάδα είναι θεμελιωμένος πάνω σε μικρού και μεσαίου βεληνεκούς προσωπικές επιχειρήσεις με τον επιχειρηματία να είναι κύριος του εαυτού του. Η προσωπική σχέση της επιχείρησης με την πελατεία αποτελεί αντιπροσωπευτικό στοιχείο της ελληνικής κοινωνίας πάνω στο οποίο βασίζεται η εύρυθμη λειτουργία της πόλης.

Η έκταση του εμπορικού κέντρου κάθε μεγάλης πόλης δηλώνει  το βιωτικό επίπεδο, οι βιτρίνες των καταστημάτων  αντανακλούν τον  τρόπο ζωής της, ενώ η μόδα, αποκαλύπτει την προσωπικότητα της τοπικής  κοινωνίας.

Στην μεταπολεμική Αθήνα η μπουτίκ παρέχει εξειδικευμένα ρούχα εισαγωγής πέριξ της Πλατείας Κολωνακίου. Η κυρίως αγορά βρίσκεται στην οδό Σταδίου (Athenee και Τσιτσόπουλοι, Βαρδας) και στα πολυκαταστήματα Μινιον, Λαμπρόπουλοι Κατρανζος. Δημιουργείται  ένα ζωντανό κέντρο ευρωπαϊκών προδιαγραφών, πόλος έλξης όπου οι αγορές συνδυάζονται με αναψυχή (καφε, κινηματογράφοι, θέατρα). Τα πλέον οικονομικά ρούχα βρίσκονται εντός  του λεγομένου σήμερα ιστορικού κέντρου Αιόλου-Αγιου Μάρκου- μαζί με την υποστηρικτική αγορά- υφάσματα. Το ύφασμα είναι η βιομηχανική διάσταση του συγκεκριμένου τομέα, ατμομηχανή της ελληνικής οικονομίας, που απασχολεί χιλιάδες εργαζόμενους.

Η μόδα είναι Γαλλοκεντρική. Η Αθήνα βιώνει μια έξαρση καλών ραφτάδων όπου πρωτοστατούν Κωνσταντινουπολίτες και Αιγυπτιώτες Γαλλομαθείς ράφτες (φραγκοραφτάδες). Η υψηλή μόδα παράγεται μέσα από ‘ατελιέ’,  χώρους επηρεασμένους από τους παρισινούς οίκους μόδας μέσα σε πολυτελή διαμερίσματα με μεγάλους χώρους υποδοχής που χρησιμοποιούνται και σαν χώροι επίδειξης. Αστέρες του θεάτρου και του κινηματογράφου όπως ο Γιάννης Γκιωνάκης και η Αλίκη Βουγιουκλάκη προωθούν την Αθηναϊκή μόδα.      

Η δεκαετία του ’70 χαρακτηρίζεται από τη δημιουργία μιας νέας τεράστιας αγοράς η οποία πρέπει να εξυπηρετηθεί με χαμηλότερο δυνατόν κόστος προσφέροντας το υψηλότερο επίπεδο αισθητικής. Για να μπορέσουν οι δημιουργοί να ανταπεξέλθουν σε αυτή τη ζήτηση εξαπλώνονται στο prêt a porter με την υψηλή ραπτική ως prestige.

Η νέα αυτή αγορά απαιτεί  επί πλέον χώρους παρουσίασης. Δημιουργούνται οι πεζόδρομοι που προσφέρουν έναν νέο τρόπο αγοράς αρχικά στην οδό  Βουκουρεστίου και κατόπιν στις Ερμού,Τσακάλωφ και Μηλιώνη. Το κέντρο βάρους μετατοπίζεται στον άξονα  Σύνταγμα-Κολωνάκι. Σημαντικό ότι  η ανάγκη νέων καταστημάτων δημιουργεί πολεοδομικές παρεμβολές στον αστικό ιστό, εφόσον το εμπορικό κέντρο εισβάλλει σε κατοικημένες περιοχές. Παράλληλα εξωτερικοί τοίχοι αφαιρούνται στις προσόψεις κτηρίων για τη δημιουργία βιτρινών εκτοξεύοντας την αξία ισογείων διαμερισμάτων στα ύψη.

Σε αντιδιαστολή αυτής της επέκτασης παρατηρούμε μια συρρίκνωση της εμπορικής δραστηριότητας στην περιοχή Σταδίου-Ομόνοια. Σηματοδοτείται με τα πολυκαταστήματα Μινιόν και Κατράντζος που πέφτουν θύματα εμπρησμού το 1979 και 1980. Η δημιουργία αυτών των κενών στον πολεοδομικά ιστό (που Κρατος και Δήμος απαξιώνουν να καλύψουν), εγκαινιάζει την απαρχή μιας σειράς εμπρησμών που τροποποιούν στοχευμένα το πρόσωπο και την λειτουργία του Κέντρου παραδίδοντας το στην ανομία και την αναπόφευκτη γκετοποίηση.

Για να ανταποκριθούν σε αυτή τη νέα κλίμακα και να μπορέσουν να κερδοφορήσουν οι επιχειρήσεις υιοθετούν μια διαφορετικού τύπου στρατιγική προβολή με κύριο το λεγόμενο marketing-.

Επιστρατεύονται πωλητές, διαφημιστικές εταιρείες, μοντέλλα, φωτογράφοι, μακιγιερ, κομμωτές, στυλίστες περιοδικά, τηλεοπτικά σποτ. Μια αλυσίδα, ένας ατελείωτος κόσμος που ανάγει τον κλάδο σε βιομηχανία. Μέσα στην ατμόσφαιρα αυτή εμφανίζεται ο Μιχάλης Ασλάνης ως το άτακτο παιδί, ένας χαρακτηρισμός που λόγω του χαμογελου του και καλόβουλου χαρακτήρα του τον ακολουθεί σε όλη του τη ζωή.

Στο εξωτερικό, οι δημιουργοί μόδας πλαισιώνονται με την υποστήριξη πολυεθνικών εταιρειών και εργοστασίων παραγωγής. Στην Ελλάδα της Μεταπολίτευσης δεν υπάρχει καμιά υποδομή στήριξης του κλάδου, και οι πολιτικοί προσεγγίζουν τη μόδα για να αντλήσουν λίγο από τη λάμψη της. Με τα υφιστάμενα εργοστάσια πλέον κλειστά οι δημιουργοί προσανατολίζονται σε φτηνότερες χώρες παραγωγής όπως η Τουρκία.

Το 2003 δημιουργείται ο Πανελλήνιος Σύλλογος Σχεδιαστών Μόδας με στόχο την προσέγγιση δημιουργών και βιομηχάνων. Παρ ότι ο στόχος δεν επιτυγχάνεται, γεννιέται το fashion week: ένα φεστιβάλ στο Ζάππειο που δίνει την ευκαιρία στους δημιουργούς να λάβουν μέρος σε επιδείξεις παρουσία του διεθνούς τύπου, θέτοντας την ελληνική μόδα και την Αθήνα στο διεθνή στίβο και καταφέρνοντας να ανοίξουν τα φτερά τους λίγοι δυστυχώς δημιουργοί στο εξωτερικό. Η μετατόπιση των επιδείξεων από τον Δήμο Αθηναίων στον εναλλακτικό χώρο της Τεχνόπολης αφαιρεί την αίγλη του fashion week και ακυρώνει τον λόγο ύπαρξης του συλλόγου.

Παρ όλα αυτά οι τράπεζες συνεχίζουν να ενθαρρύνουν τον δανεισμό σε μια κίνηση αλόγιστης επέκτασης. Παράλληλα το κράτος επιτρέπει την ανεξέλεγκτη εισροή κινέζικων προϊόντων σκοτώνοντας κατ αυτόν τον τρόπο τους δημιουργούς του και δίνοντας την χαριστική βολή στον χώρο  της μόδας. Χαρακτηριστικό θύμα αυτής της ολιγωρίας ο Μιχάλης Ασλάνης.       

Μια βόλτα στο Κέντρο της Αθήνας αρκεί να αποκαρδιώσει και τον πιο αισιόδοξο. Οι άδειες βιτρίνες και η συσσωρευμένη σκόνη δηλώνουν την εγκατάλειψη και την απαξίωση.  Μια πόλη πλέον εχθρική όπου επιβάλλεται ένας κεντρικός σχεδιασμός εμψύχωσης του κόσμου με τη μόδα να πρωτοστατεί σε αυτό.

* Ο Μιχάλης Μουσσού είναι Κοινοτικός Σύμβουλος της Α’ Δημοτικής Κοινότητας του Δήμου Αθηναίων και Πρόεδρος του Πολιτιστικού και Εξωρραϊστικού Συλλόγου “Ο Λυκαβηττός”. Αρθρογραφεί στην Huffington Post για ελληνικά θέματα μείζονος σημασίας και δραστηριοποιείται στον τομέα της αγοράς ακινήτων.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα