Η τεράστια πληγή της χώρας

Η τεράστια πληγή της χώρας
Φωτό αρχείου: Γερμανοί στρατιώτες στην Αθήνα, 15 Ιουνίου 1941 ASSOCIATED PRESS

Εβδομήντα πέντε χρόνια μετά την ημέρα που οι Ναζί πήγαν στα τσακίδια και εβδομήντα μετά τη λήξη του Εμφυλίου (για τον οποίο βέβαια έχει ιστορικές ευθύνες και το ΚΚΕ με τις μαξιμαλιστικές του θέσεις εκείνη την εποχή) η πραγματική ιστορική μνήμη αποτελεί κάτι σαν ταμπού.

Είναι να απορείς. Η Ελλάδα, ακόμα και στον εορτασμό των γεγονότων του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, στα οποία έπαιξε σημαντικό, αναλογικά με τον πληθυσμό της, ρόλο, έχει ένα περίεργο χούι. Δεν τιμά την επέτειο της λήξης του πολέμου, της λύτρωσης δηλαδή του πληθυσμού από την πείνα, την ανέχεια και φυσικά την απανθρωπιά των ναζί και των συνοδοιπόρων τους αλλά την έναρξή του, το κάλεσμα των φαντάρων στο ελληνοϊταλικό μέτωπο και το Οχι του Μεταξά στον Ιταλό πρέσβη πρωινιάτικα στα βόρεια προάστια των Αθηνών.

Μα τι διάολο, και σ’ αυτό ανάποδοι; Οχι και τόσο όμως αν το καλοσκεφτεί κάποιος. Διότι στο δικό μας παράδειγμα, το ανώμαλο ελληνικό, μετά την απελευθέρωση από την μπότα των Γερμανών δεν ακολούθησε περίοδος περισυλλογής, ανοικοδόμησης και εν συνεχεία ανάπτυξης, όπως στις περισσότερες χώρες, αλλά ένας πολύ σκληρός εμφύλιος που αφήνει τα σημάδια του στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας πολλές φορές ακόμη και σήμερα, 70 χρόνια μετά την επίσημη λήξη του στο Γράμμο. 

Ακόμη χειρότερα: Οι άνθρωποι που αγωνίστηκαν, κόπιασαν, μάτωσαν, έχασαν φίλους και συγγενείς για να ελευθερωθεί η πατρίδα μία ώρα αρχύτερα και να εγκαινιαστεί μία νέα εποχή προκοπής και ελπίδας γι’ αυτόν τον τόπο, όχι μόνο δεν συμμετείχαν στη νομή της εξουσίας και στο εν γένει πολιτικό παιχνίδι μεταπολεμικά αλλά εκδιώχθηκαν, λοιδωρήθηκαν και αντιμετωπίστηκαν ως μιάσματα, μόνο και μόνο επειδή στο βιογραφικό τους έγραφε ότι υπήρξαν μέλη του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, της μαζικότερης, πέρα από κάθε ιστορική αμφιβολία, ελληνικής αντιστασιακής οργάνωσης.

Και ακόμα χειρότερα: Ποιοι συνέθεσαν τον εθνικό (τρομάρα του) κορμό της επόμενες μέρας στην ελεύθερη Ελλάδα; Στην καλύτερη περίπτωση τα μέλη μίας ξεπεσμένης πολιτικής τάξης που είχαν λακίσει στα χρόνια της κατοχής και παρακολουθούσαν τις εξελίξεις από την ασφάλεια της απόστασης. Στη χειρότερη, οι συνεργάτες των Γερμανών, οι δωσίλογοι, οι ελλαδέμποροι που έβγαλαν ένα σκασμό λεφτά και έφτιαξαν περιουσίες στην πλάτη των πεινασμένων συμπατριωτών τους για να “αναβαπτιστούν” σε αστική τάξη και νοικοκυραίους μεταπολεμικά.

Το πως έγινε αυτό, υπάρχουν πολλά βιβλία για την εποχή έτσι ώστε να το μάθετε. Ενα μόνο χαρακτηριστικό στοιχείο θα αναφέρουμε από το εξαιρετικά ενδιαφέρον πόνημα του ιστορικού Δημήτρη Κουσουρή “Δίκες των Δοσίλογων 1944-1949”. Σύμφωνα, λοιπόν, με το συγγραφέα, το 85% των υποθέσεων δωσιλογισμού στην Ελλάδα αρχειοθετήθηκαν. Κοινώς δεν εκδικάστηκαν καν, δεν έφτασαν ποτέ στις αίθουσες των δικαστηρίων.

Τι σημαίνει, στην πράξη, αυτό; Ο,τι η χώρα στα μεταπολεμικά χρόνια πορεύτηκε με μία μεγάλη πληγή στην καρδιά της, την έλλειψη στοιχειώδους δικαιοσύνης για όσους εγκλημάτησαν εναντίον της στη σκληρή εποχή της κατοχής. Στην εποχή που ο πατριωτισμός πολλών μετρήθηκε και βρέθηκε εξαιρετικά ελλιπής αν όχι ανύπαρκτος. Και για όσους ο πατριωτισμός μετρήθηκε και βρέθηκε επαρκής, η ανταμοιβή ήταν η εξορία, η κοινωνική απαξίωση και πολλές φορές η εκτέλεση από το κράτος των εθνικοφρόνων (που έχτισε με μαεστρία η λούμπεν ελληνική δεξιά της δεκαετίας του 50).

Ποιος, λοιπόν, μετά τη λήξη του εμφυλίου θα θυμόταν το ΕΑΜ (και τις άλλες αντιστασιακές οργανώσεις, ακόμη και της δεξιάς); Ημασταν τότε για τέτοιου είδους αναμνήσεις; Αφού πολλά από τα μέλη του ΕΑΜ σάπιζαν στις φυλακές και τις εξορίες. Κάπως σκέφτηκε το μετεμφυλιακό κράτος και συνέχισε να εορτάζει όχι τη λήξη αλλά την έναρξη του πολέμου η οποία σφραγίστηκε έτσι και αλλιώς από το Οχι του Μεταξά, ενός πολιτικού δηλαδή από τη μήτρα της ελληνικής δεξιάς.

Και ήταν τόσο ισχυρή αυτή η επιβολή που δεν άλλαξε ούτε μετά τη Μεταπολίτευση ούτε μετά την πρώτη εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ και την ιστορική ήττα του συντηρητισμού το 1981. Μπορεί επί κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου η Εθνική Αντίσταση, επιτέλους, να αναγνωρίστηκε επίσημα από το ελληνικό κράτος αλλά τη θέση της στις σχετικές εορτές (σχολικές και μη) δεν την βρήκε ουσιαστικά ποτέ. Ούτε και το δρόμο για τα σχολικά βιβλία.

Περάσαμε χρόνια και χρόνια στα θρανία αλλά την ιστορία του Αρη Βελουχιώτη, για παράδειγμα, τη μάθαμε από τις εξιστορήσεις των παππούδων μας και από κάποιους τολμηρούς συγγραφείς που είχαν τα κουράγια και την όρεξη να αφιερώσουν μέρος της ζωής τους στη διάσωση της ιστορικής μνήμης, κόντρα στο βιασμό της από τους κρατούντες.

Αυτή η τεράστια πληγή της έλλειψης δικαιοσύνης υπάρχει ακόμα πάνω στο ταλαιπωρημένο κορμί αυτού του τόπου. Λίγοι πιστεύουν ότι ο θεσμός είναι πραγματικά ανεξάρτητος και ανεπηρέαστος από εξαρτήσεις, ακόμα λιγότεροι ότι πλούσιοι και φτωχοί, ισχυροί και ανίσχυροι, έχουν ακριβώς την ίδια αντιμετώπιση από τη Θέμιδα που πολλές φορές όχι μόνο δεν είναι τυφλή αλλά κλείνει το ένα μάτι της στα πάσης φύσεως συμφέροντα.

Εβδομήντα πέντε χρόνια μετά την ημέρα που οι Ναζί πήγαν στα τσακίδια και εβδομήντα μετά τη λήξη του Εμφυλίου (για τον οποίο βέβαια έχει ιστορικές ευθύνες και το ΚΚΕ με τις μαξιμαλιστικές του θέσεις εκείνη την εποχή) η πραγματική ιστορική μνήμη αποτελεί κάτι σαν ταμπού. Η δεκαετία του 40 ακόμα αγκυλώνει, πληγώνει, δυσαρεστεί με τις αναμνήσεις της και ας λιγοστεύουν οι εν ζωή. Η ανωμαλία με τους προδότες να φορούν γραβάτα και να γίνονται οι καθώς πρέπει της νέας εποχής και των αγωνιστών να χάνουν κάθε ελπίδα για μία αξιοπρεπή ζωή (πολλές φορές και την ίδια τη ζωή) παραμένει διαχρονικά εξοργιστική, ένα βάσανο για το μυαλό αλλά και την ψυχή.

Η γενιά των σημερινών 40ρηδων και οι επόμενες οφείλουν να αλλάξουν τα πράγματα, τουλάχιστον ως προς αυτό το κομμάτι. Τα τελευταία χρόνια, ο σπόρος έπεσε με τις εκδηλώσεις του “Αθήνα Ελεύθερη” που φιλοδοξούν να καθιερωθούν ως η επί της ουσίας εθνική εορτή για τα δύσκολα αλλά τόσο σημαντικά χρόνια της δεκαετίας του 40. Ας τον ποτίσουμε να ανθήσει, να βγάλει φύλλα, να γίνει ένα ψηλό δέντρο πάνω από το οποίο οι επόμενοι Ελληνες θα ατενίζουν την ιστορική αλήθεια.

ΥΓ: Η ιστορία κάνει κύκλους αλλά δυστυχώς όχι πάντα στον ίδιο τόπο. Κατά τη γερμανική κατοχή στην Ελλάδα, οι πονηροί Αγγλοι χρησιμοποίησαν την Αντίσταση για να καταφέρουν πλήγματα στους Ναζί αλλά όταν ο πόλεμος τελείωσε την πέταξαν στο καλάθι των αχρήστων μαζί με το μαζικό αίτημα για λαοκρατία. Στη Συρία οι Κούρδοι συνέτριψαν, με τη βοήθεια των Αμερικανών, τον ISIS αλλά τώρα ο Τραμπ ούτε τους ξέρει ούτε τους έχει δει ποτέ. Ετσι οι θριαμβευτές στον κολασμένο πόλεμο κατά του Ισλαμικού Κράτους δίνονται βορά στις ορδές του Ερντογάν και των συμμάχων τους. Ολα τριγύρω αλλάζουνε, και όλα τα ίδια μένουν στα μήκη και τα πλάτη αυτού του κόσμου.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα