Οι Δύο Πληγές μας

Οι Δύο Πληγές μας
Επίσκεψη του Αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου και του πρόεδρου του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου κ. Κλεάνθη Παπαδόπουλου στα συσσίτια της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2011.(EUROKINISSI // ΓΕΩΡΓΙΑ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ) Eurokinissi

Διαβάστε ένα άρθρο (συμμετοχή στις "Γνώμες" του NEWS 247) για τις πληγές που έχει προκαλέσει η οικονομική κρίση στο σώμα της ελληνικής κοινωνίας

Η ελληνική χρεοκοπία του 2010-12 έχει προκαλέσει δύο πληγές. Η πρώτη είναι οικονομική και την νιώθουν πρώτα οι άνεργοι και οι νέοι αλλά και όλοι όσους τους έχει αγγίξει η αβεβαιότητα και φτώχεια. Η δεύτερη πληγή είναι ψυχική και την νιώθουμε όλοι το ίδιο, είναι η πληγή της αδικίας.

Ξέρουμε όλοι ότι στη ρίζα του το πρόβλημα της Ελλάδας είναι πρόβλημα δικαιοσύνης. Εδώ και πολλά χρόνια βλέπουμε ή υποψιαζόμαστε ότι η δημοκρατία μας κατήντησε έρμαιο αδίστακτων και αρπακτικών επιχειρηματιών και πολιτικών, αυτό που συχνά ονομάζουμε διαπλοκή αλλά συμπεριλαμβάνει και άλλους οργανωμένους επιτήδειους μικρότερου βεληνεκούς. Κάποιοι μας κλέβουν. Η επιρροή μεγάλων συνδικάτων του δημοσίου τομέα ήταν και παραμένει σκανδαλώδης. Οι ειδήσεις για τον  Άκη Τσοχατζόπουλο, τον Τάσο Μαντέλη και τον Θεόδωρο Τσουκάτο επιβεβαίωσαν τους χειρότερους φόβους μας.

Για μεγάλο διάστημα πολλοί ανεχόντουσαν τις συμπεριφορές αυτές, ίσως γιατί τις θεωρούσαν αναγκαίο κακό σε οποιαδήποτε δημοκρατία, και μάλιστα μια με τα τραύματα τα δικά μας. Θεωρούσαμε ίσως ότι οι συνέπειες θα ήταν μικρές. Ίσως γι αυτό συμμετείχαν εν γνώσει τους στην αδικία και πάρα πολλοί ελεύθεροι επαγγελματίες, δικηγόροι, γιατροί, μηχανικοί και άλλοι, που δήλωναν σχεδόν μηδενικά εισοδήματα και απέφευγαν οποιαδήποτε άμεση φορολόγηση.

Δυστυχώς η είδηση της χρεοκοπίας μας αποκάλυψε ότι τα πράγματα ήταν πολύ χειρότερα απ’ ό,τι νομίζαμε. Πρώτον, η διαφθορά και ευνοιοκρατία είχε και έχει διαβρώσει τον δημόσιο βίο της χώρας και τα δύο μεγάλα κόμματα με τρόπο που τα έκανε ανίκανα να κυβερνήσουν.

Τα παράδοξα κίνητρα που γέννησε το πολιτικό μας σύστημα, ένας ιδιόμορφος παρασιτισμός, κατέστρεψε τον παραγωγικό ιστό της χώρας. Πάψαμε να έχουμε κίνητρα να παράγουμε εμπορεύσιμα προϊόντα, αφού ήταν πιο προσοδοφόρο να συναλλασόμεθα με τους μεγαλο-μεσάζοντες του κράτους. Το κράτος από την άλλη δανειζόταν για να μοιράζει. Το σύστημά μας έτσι – οικονομικό και πολιτικό – εν τέλει χρεοκόπησε και κατέρρευσε εκ των έσω.

Δεύτερον, καταλάβαμε ότι οι συνέπειές της χρεοκοπίας θα ήταν εξαιρετικά βίαιες, ιδίως προς τους πιο αδύνατους οικονομικά. Η επαπειλούμενη κατάρρευση των τραπεζών και ασφαλιστικών ταμείων θα κτυπούσε περισσότερο τους μισθωτούς και συνταξιούχους.

Τα λάθη μας και η ανοχή μας ή ο φόβος προς το «σύστημα» πολιτικής διαφθοράς μας κατέστρεψαν ολοσχερώς. Και το χειρότερο; Οι ένοχοι της χειρότερης διαφθοράς – με την εξαίρεση ελαχίστων – ζουν ανενόχλητοι ξοδεύοντας τις περιουσίες που έκλεψαν από εμας.

Πιστεύω ότι η δεύτερη πληγή, η αδικία, είναι ο λόγος που δεν έχει υπάρξει συναίνεση στην αντιμετώπιση της κρίσης από τον πολιτικό κόσμο. Η χρεοκοπία μας δεν γέννησε μεγάλες ιδεολογικές διαφορές. Πάνω κάτω όλοι οι οικονομολόγοι συμφωνούν ότι απαιτούνται δύο πράγματα για να μείνουμε στο ευρώ: μείωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και εσωτερική υποτίμηση για την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας. Και τα δύο συνεπάγονται θυσίες.

Η συμφωνία για θυσίες όμως θα απαιτούσε εμποστοσύνη. Δυστυχώς η διάχυτη αίσθηση της αδικίας στην κοινωνία μας εμπόδισε τις διάφορες κοινωνικές ομάδες να συνομιλήσουν η μια με την άλλη για την πιο δίκαιη μοιρασιά των απωλειών μας. Καμμία ομάδα δεν εμπιστεύεται καμμία άλλη. Καμμία δεν δέχεται να φέρει το βάρος, αφού θεωρεί τον εαυτό της την πιο αδικημένη. Κανείς έτσι δεν συναινεί.

Αυτή η αίσθηση – και ο πόνος – της αδικίας είναι πιστεύω και η αιτία που ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις ψήφους εκατοντάδων χιλιάδων συμπολιτών μας. Δεν νομίζω ότι έγιναν αυτοί εν μια νυκτί φίλοι της αντικαπιταλιστικής εξέγερσης.

Τους τράβηξαν όμως η προσωπική ακτινοβολία και οι ικανότητες του αρχηγού του αλλά και το μήνυμα της απόρριψης των παλιών κυβερνητικών κομμάτων στην ολότητά τους. Τα παλιά κόμματα, φιλοευρωπαϊκά στη θεωρία αλλά αδιάφορα στην πράξη, ήταν συνυπεύθυνα στην αδικία. Συνεπώς καλύτερα η ψήφος σε αντιευρωπαϊκό αλλά και αντισυστημικό κόμμα διαμαρτυρίας. Συμφωνώ απολύτως με το συναίσθημα, αλλά διαφωνώ με το συμπέρασμα.

Παραδόξως, οι θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν να πουν τίποτε για την αδικία που έχουμε όλοι υποφέρει. Δεν μπορούν να θεραπεύσουν την δεύτερη πληγή μας, γιατί δεν την καταλαβαίνουν. Κατηγορούν για την κρίση όχι τις ιδιαιτερότητες του ελληνικού παρασιτισμού, αλλά τον «καπιταλισμό» γενικά και αφηρημένα. Εκφράζουν έναν πραγματικό θυμό, αλλά δεν είναι ο κοινός θυμός μας για την αδικία της Ελλάδας αλλά ο δικός τους ιδιαίτερος θυμός για την υποτιθέμενη αδικία του διεθνούς «καπιταλισμού» και «ιμπεριαλισμού» που καταπιέζει μας λένε τους αδυνάτους του κόσμου.

Η ανάλυσή τους αναπαράγει ξενόφοβα ιδεολογήματα που άκουσαν στην ΚΝΕ ή διάβασαν σε ημιμαθείς φυλλάδες που κυκλοφορούν – ακόμα, υποθέτω – στα πανεπιστήμιά μας ή σε μπαρ των Εξαρχείων. Γι’ αυτό και δεν προσφέρουν ούτε μια πρόταση για την έξοδο από την κρίση, ούτε μια πρόταση για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς (εκτός ίσως από την – αυτοκτονική – έξοδο από τα μνημόνια, την απομόνωσή μας και την ακύρωση της κοινής ευρωπαϊκής αντιμετώπισης της ελληνικής κρίσης).

Η αποτελεσματική θεραπεία ποϋποθέτει σωστή διάγνωση. Πρέπει να κοιτάξουμε την ελληνική κοινωνία με ειλικρίνεια και να την συγκρίνουμε με παραπλήσιες ευρωπαϊκές. Αντί να συγκλίνουμε με τους εταιρους μας από το 1981 και μετά, απομακρυνθήκαμε.

Όχι σε όλα φυσικά, αλλά σε ορισμένα πολύ σημαντικά. Η στιγμή της αυτογνωσίας έχει νομίζω έρθει. Βρίσκω διαφωτιστικές αναλύσεις της ελληνικής κρίσης – που τόσο μοιάζει στα πολιτικά χαρακτηριστικά της με την Ιρλανδική και Ισπανική – όλο και περισσότερο στον τύπο και στα ιστολόγια, αλλά και στην τηλεόραση. Δεν βοηθούν φυσικά πολλά μεγάλα και μικρά ΜΜΕ με την συνήθη υπεραπλούστευση τους και την εμπρηστική και συχνά παραπλανητική κάλυψή τους των διεθνών εξελίξεων.

Αν όμως δούμε με ψυχραιμία τα πραγματικά δεδομένα του ελληνικού “αρπακτικού παρασιτισμού” της εικοσαετίας 1988-2008 ίσως βάλουμε τις βάσεις για να κλείσουμε τις πληγές μας, και τις δύο ταυτόχρονα. Η υπέρβαση της οικονομικής μας κρίσης απαιτεί την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στους θεσμούς και άρα την αναίρεση της αδικίας. Οι δύο πληγές μας μπορούν να θεραπευθούν μόνο ταυτόχρονα.

*Ο κ. Παύλος Ελευθεριάδης διδάσκει στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα