Το Όραμα μιας Νέας Ελλάδας

Το Όραμα μιας Νέας Ελλάδας
Διαδηλωτές κρατούν πανό ευχαριστώντας τους πολίτες των Ευρωπαϊκών χωρών που πραγματοποιούν συγκεντρώσεις αλληλεγγύης στον Ελληνικό λαό, Σάββατο 18 Φεβρουαρίου 2012. (EUROKINISSI // ΓΕΩΡΓΙΑ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΥ) Eurokinissi

Διαβάστε την ομιλία του Π. Ελευθεριάδη στο LSE για την οικονομική κρίση και το όραμα της νέας Ελλάδα που είναι ακριβώς το ίδιο με την παλιά

*Το κείμενο αυτό ειναι η ομιλία του Π. Ελευθεριάδη στο London School of Economics σε συζήτηση για το όραμα της νέας Ελλάδας που οργανώθηκε από το Ελληνικό Παρατηρητήριο του LSE και το Ελληνικό Φόρουμ Δημόσιας Πολιτικής την 11.09.2012 με συνομιλητές τους Απόστολο Δοξιάδη, Ανδρέα Κούτρα, Γιώργο Προκοπάκη και συντονιστή τον Δημήτρη Βαγιανό.

Οι λεπτομέρειες της κρίσης που μαστίζει την χώρα μας είναι σε όλους γνωστές. Αυτό που δεν υπάρχει είναι μια ξεκάθαρη εικόνα του γιατί είμαστε σε τέτοια κρίση. Θέλω να δώσω πολύ σύντομα την δική μου ερμηνεία της κρίσης, η οποία δείχνει και στην πρότασή μου για το όραμα μιας νέας Ελλάδας.

Η Ελλάδα το 1981 εντάχθηκε στην ΕΟΚ. Από το 1992 είναι μέρος της εσωτερικής ευρωπαϊκή αγοράς: είναι ανοικτή στα προιόντα και κεφάλαια όλων των ευρωπαϊκών χωρών. Από το 2001 είναι μέλος του Ευρώ. Η οικονομία της είναι εκ των πραγμάτων διεθνοποιημένη. Δυστυχώς η κρίση έδειξε ότι είναι μερικώς διεθνοποιημένη: αγοράζουμε και δανειζόμαστε στο εξωτερικό, αλλά πουλάμε κυρίως στο εσωτερικό. Το Δημοσιονομικό μας έλλειμα συμβαδίζει με το έλλειμα τρεχουσών συναλλαγών. Είναι προφανές ότι χάσαμε την ευκαιρία της ενιαίας αγοράς. Γιατί;

Η απάντηση που δίνουν οι οικονομολόγοι είναι διότι υπήρξαν λάθος κίνητρα. Απο την εποχή του 1981 το κράτος άρχισε να μοιράζει επιδοτήσεις και δημόσιες συμβάσεις με κομματικά κριτήρια. Ήταν πιο επικερδές να συναλλάσεσαι με τους μεγαλομεσάζοντες του δημοσίου παρά με την αβεβαιότητα του εξωτερικού. Τα προιόντα μας δεν ήταν έτσι ανταγωνιστικά. Όπως έχει δείξει ο Αρίστος Δοξιάδης και άλλοι, η οικονομία μας βασίστηκε στην παραγωγή επαρκών προϊόντων και υπηρεσιών που αγόραζε το κράτος και όχι στην παραγωγή εξαιρετικών προιόντων και υπηρεσιών που αγόραζαν οι διεθνείς αγορές. Ταυτόχρονα η εσωτερική αγορά δεν έχει πραγματικό ανταγωνισμό. Όπως δείχνουν οι έρευνες της Επιτροπής Ανταγωνισμού, οι εναρμονισμένες πρακτικές είναι σύνηθες φαινόμενο. Στα δημόσια έργα ο προστατευτισμός είναι σχεδόν θεσμοθετημένος. Για τις προμήθεις της υγείας, δεν χρειάζεται να προσθέσω ο,τιδήποτε. Οι οικονομικές συνθήκες αυτές δεν άλλαξαν ακόμα και κατά την διακυβέρνηση της χώρας από τον Κώστα Σημίτη την περίοδο 1996-2004, η οποία πέτυχε την βελτίωση οικονομικών μεγεθών χωρίς όμως ριζική αλλαγή του παραγωγικού μας μοντέλου.

Δυστυχώς η σχετική απομόνωση της Ελλαδας δεν είναι μόνον οικονομική. Είναι και πολιτική και απομόνωση στον χώρο των ιδεών. Ακούγεται περίεργο, αφού η ένταξη μας στην ΕΕ άνοιξε όλα τα σύνορα. Κατά την γνώμη μου η σχέση μας με την Ευρώπη θα έπρεπε να είχε γίνει ακόμα πιο στενή, δεδομένης της κοινότητας συμφερόντων και των πραγματικών αναγκών μας. Και όμως, ο πολιτικός μας λόγος σήμερα είναι πολύ πιο εθνικιστικός και προστατευτικός απ’ ό,τι αντίστοιχοι ευρωπαϊκοί. Σας θυμίζω την στάση της Ελλάδας στους γιουγκοσλαβικούς πολέμους αλλά και τον διάχυτο αντι-αμερικανισμό και την περιρέουσα συνωμοσιολογία. Ό,τι έρχεται από την Ευρώπη αντιμετωπίζεται με μεγάλο σκεπτικισμό από μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας. Το θεωρώ δυσεξήγητο, αλλά το παρατηρώ ως γεγονός. Η χώρα μας συνεπώς αντί να πλησιάσει την Ευρώπη από το 1981 και μετά, απομακρύνθηκε. Πώς εξηγείται αυτή η ιδιόμορφη πορεία;

Η σύντομη απάντησή μου είναι ότι περίπου το 1986-7 και μετά η Μεταπολίτευση τελείωσε. Η Μεταπολίτευση ήταν μια περίοδος μεγάλης αισιοδοξίας, δημόσιας προσφοράς, κοινωνικής συμμετοχής, μεγάλου ρομαντισμού. Δεξιά και Αριστερά ενώθηκαν στην στήριξη της δημοκρατίας και των νεών θεσμών της. Αριστεροί που πέρασαν χρόνια στις φυλακές έγιναν δημόσια πρόσωπα με μεγάλη αποδοχή. Η ελευθερία του τύπου και της δημιουργίας έφεραν απρόσμενη άνθηση σε όλα τα είδη λόγου και τέχνης. Η περίοδος αυτή όμως τελείωσε γρήγορα. Το τέλος της νομίζω τοποθετείται την ημέρα τπου ο τότε Πρωθυπουργός είπε ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου για τον πρόεδρο της ΔΕΗ: «είπαμε να κάνει ένα δωράκι στον εαυτό του, αλλά όχι και 500 εκατομμύρια». Η φράση δεν έχει διαψευσθεί. Κατά την γνώμη μου ήταν η κερκόπορτα που άνοιξε το κύμα της διαφθοράς στη χώρα. Με την φράση αυτή το πολιτικό μας σύστημα άλλαξε. Ξεκίνησε μια περίοδος μεγάλου κυνισμού και δυσπιστίας όπου η διαφθορά θεωρήθηκε αναγκαίο στοιχείο της πολιτικής. Σας θυμίζω το σκάνδαλο Κοσκωτά, την ανακάλυψη της δωροδοκίας του Αντιπροέδρου της Κυβερνήσεως Μένιου Κουτσόγιωργα κλπ. Δυστυχώς την ίδια περίοδο η ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς (το πρόγραμμα 1992) φέρνει κολοσιαία ποσά στην Ελλάδα από την ΕΕ προς διανομή από το πολιτικό σύστημα με τις γνωστές μεθόδους.

Γιατί δεν αντέδρασε η ελληνική κοινωνία στα ανησυχητικά αυτά φαινόμενα; Κάποιο ρόλο έπαιξε η πόλωση μεταξύ δεξιάς και αριστεράς και το προσωπικό μίσος Παπανδρέου – Μητσοτάκη που ήταν αισθητό σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Αλλά ίσως πιο σημαντικό είναι ότι ακριβώς την ίδια περίοδο ξεκινά η λεγόμενη «ελεύθερη τηλεόραση» που στην πραγματικότητα είναι η πειρατική αρπαγή των συχνοτήτων από μεγάλους εκδότες και επιχειρηματίες, με την ανοχή όλων των κομμάτων. Θυμίζω ότι οι εθνικές «άδειες» τηλεόρασης είναι προσωρινές από το 1993. Ο λαϊκισμός, προχειρότητα και η ανηθικότητα της τηλεόρασης αυτής γίνονται αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής πολιτικής ζωής, μέχρι και σήμερα. Είναι γνωστό ότι οι δημοσιογραφικές εκπομπές των περισσοτέρων καναλιών κατευθύνονται από τους ιδιοκτήτες. Οι επενδύσεις τους στην ποιότητα, αμελητέες. Ο πολιτικός κόσμος μιλά αόριστα για «διαπλοκή», την καταγγέλει αλλά την αφήνει ανέγγιχτη. Το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης ήδη από την πρώτη εποχή του εμποδίζεται στην λειτουργία του από τον τότε Υπουργό  Τύπου (δηλαδή τον υπουργό με αντικείμενο τον έλεγχο και εξαγορά του τύπου δια της κρατικής διαφήμισης) πρακτική που συνεχίζεται με διάφορους τρόπους μέχρι σήμερα.

Τελευταίο στοιχείο της καθυστέρησης της οικονομίας και κοινωνίας μας είναι η καθυστέρηση στην εξάπλωση των νέων τεχνολογιών. Ενώ σε ολόκληρη την Ευρώπη και Αμερική οι νέοι άνθρωποι ζούσαν την επανάσταση της ψηφιακής τεχνολογίας, στην Ελλάδα του 2000 ελάχιστοι χρησιμοποιούσαν το διαδίκτυο. Η κατάσταση έχει τώρα βελτιωθεί, αλλά παραμένουμε ουραγοί.

Πιστεύω ότι από το 1987-88 η Ελλάδα πέρασε σε ένα νέο στάδιο «αρπακτικού παρασιτισμού»  που διήρκησε μέχρι το 2009 που τελείωσαν τα χρήματα. Αν θα θέλαμε να συγκρίνουμε την περίοδο αυτή με την μεταπολίτευση, ας την ονομάσουμε «απο-πολίτευση», δηλαδή την υποχώρηση της πραγματικής πολιτικής προς όφελος της ιδιοτέλειας. Η Ελλάδα είναι κατά την γνώμη μου απόδειξη ότι η θεωρία του εκσυγχρονισμού (modernisation theory) του Lipset και άλλων, είναι λανθασμένη. Η Ελλάδα έγινε πιο πλούσια, αλλά δεν έγινε πιο ανοικτή ή πιο δίκαιη. Αντιθέτως, κατά την γνώμη μου η δημοκρατία μας έγινε πιο κλειστή, πιο δύσπιστη και πιο άδικη από το 1988 και μετά. Το ίδιο ισχύει και για την οικονομία μας. Σήμερα οι βασικοί μας θεσμοί, η υγεία, η δικαιοσύνη, η αστυνομία είναι διαλυμένοι και τα ΜΜΕ αναξιόπιστα. Οι διαφορές τους με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά συστήματα γιγαντιαίες – αφού αυτά συνέχισαν να εμπλουτίζονται με νέες τεχνολογίες και δημοκρατικές λύσεις από το 1981 και μετά. Τα πρώην μεγάλα πολιτικά κόμματα έχουν βυθιστεί στην αναξιοπιστία που γεννά η διαφθορά. Στην κοινωνία μας κυριαρχεί ένα διάχυτος αμοραλισμός και μια διαρκώς απειλητική επιθετικότητα.

Σταματάω εδώ στις διαπιστώσεις. Θέλω τώρα να μιλήσω για το μέλλον. Δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε τον τροχό. Πρέπει κατά τη γνώμη μου να ξαναγυρίσουμε στις πηγές του ελληνικού κράτους αλλά και , τον δημοκρατικό χαρακτήρα της κοινωνίας μας. Η αρχή που συμπυκνώνει τον χαρακτήρα αυτό είναι η αρχή που θα ονομάσω «δημοκρατική ισότητα». Το πρώτο μας Σύνταγμα της Επιδαύρου του 1822  γράφει:

«Όλοι οι Έλληνες, εις όλα τα αξιώματα και τιμάς έχουν το αυτό δικαίωμα· δοτήρ δε τούτων μόνη η αξιότης εκάστου»

Προσέξτε τί σημαίνει η πυκνή αυτή διατύπωση. Το δικαίωμα σε αξιώματα το έχουμε όλοι.  Αλλά αυτό είναι μόνο δικαίωμα στην ισότητα ευκαιριών. Τα αξιώματα και τις τιμές θα τις κερδίσουν όσοι τις αξίζουν: «δοτήρ», δηλαδή δότης, είναι η «αξιότης», η αξιοσύνη του καθενός. Για να τις αξίζουν θα πρέπει να υπάρχει ένα σύστημα δίκαιου και ανοικτού ανταγωνισμού, όπου η εργατικότητα και επινοητικότητα θα αξιολογούνται και επιβραβεύονται. Αυτό είναι το νόημα της δημοκρατικής ισότητας. Θα μου πείτε, μα τι να την κάνουμε την ισότητα. Αυτά είναι λόγια, άδεια λόγια των δικηγόρων, χρήματα χρειαζόμαστε. Εδώ ακριβώς είναι το επιχείρημά μου. Η αποκατάσταση του κράτους δικαίου στη χώρα μας και η προστασία της πραγματικής ισότητας είναι προυπόθεση για την έξοδο από την οικονομική κρίση. Οι θεσμοί διαπλάθουν την οικονομία. Οι θεσμοί είναι χρήμα.

Η δημοκρατική ισότητα σήμερα δεν είναι η ίδια με αυτή του 1822. Η πρόοδος των ευρωπαϊκών θεσμών μετά τον πόλεμο και με την σωστή πίεση του εργατικού κινήματος οδήγησε σε έναν νεο πιο κοινωνικά δίκαιο δρόμο για την σύγχρονη δημοκρατία αλλά και πιο παραγωγικό.  Η ευρωπαϊκή οικονομία είναι το αντίθετο της αρπακτικής οικονομίας, π.χ. αυτή της μεσαιωνικής Ευρώπης, της Ινδονησίας επί Σουχάρτο, της σημερινής Κίνας, της Σοβιετικής Ένωσης, του Ουζμπεκιστάν κλπ. Είναι η ανοικτή οικονομία και κοινωνία που δίνει ίσες ευκαιρίες σε όλους, και προστατεύει χωρίς να θυσιάζει τον δυναμισμό του νέου. Οι ανοικτοί ευρωπαϊκοί θεσμοί βασίζονται στο κράτος δικαίου και την δημοκρατική και πλουραλιστική διαβούλευση για τα δημόσια πράγματα. Η λογική είναι απλή. Καθώς το ισχυρό κράτος δικαίου προστατεύει τα δικαιώματα στην ιδιοκτησία – έναντι τόσο του κράτους όσο και αδίστακτων ιδιωτών και ομάδων – ενθαρρύνει την μακροπρόθεσμη επένδυση σε νεές τεχνολογίες και την καινοτομία. Αντίθετα, η αρπακτικότηα ενός αυταρχικού και απρόβλεπτου απολυταρχικού συστήματος αποθαρρύνει την υγιή επιχειρηματικότητα και διώχνει τις επενδύσεις, εγχώριες και ξένες.

Η ιστορία των τελευταίων εκατό ετών δείχνει ότι οι πιο πετυχημένες οικονομίες (σε Ευρώπη, Αμερική, Ιαπωνία και πιο πρόσφατα σε Νότια Κορέα, Βραζιλία, Ινδία και αλλού) ήταν ακριβώς ανοικτές και πλουραλιστικές κοινωνίες οι οποίες έδωσαν ίσες ευκαιρίες σε όλους και ιδίως τους φτωχότερους και άνοιξαν τον δρόμο στην τεχνολογική πρόοδο. Με σκληρή δουλεία και προγραμματισμό οι καλύτεροι από αυτούς κέρδισαν στην μάχη του οικονομικού ανταγωνισμού και προκάλεσαν την δημιουργική καταστροφή θεσμών και εταιριών που οι ιδέες τους ξεπεράστηκαν. Η ισότητα ευκαιριών σημαίνει ανισότητα στην επιτυχία. Γι αυτό σήμερα η ζωή μας κυριαρχείται από τεχνολογικά προϊιόντα που πριν δέκα χρόνια ούτε να φανταστούμε μπορούσαμε. Πάρα πολλά από αυτά τα προιόντα είναι ευρωπαϊκά. Στην Ευρώπη, αλλά και σε μικρότερο βαθμό και στην Αμερική και Ιαπωνία, η ευνομούμενη αγορά συνοδεύτηκε από θεσμούς κοινωνικής προστασίας που με διάφορες στοχευμένες κοινωνικές παροχές προστάτευσαν τους χαμένους της «δημιουργικής καταστροφής» που προκάλεσαν οι αλλαγές αλλά και όλους τους αδυνάτους.

Σήμερα στην Αγγλία για παράδειγμα ένας άνεργος ηλικίας εικοσιπέντε ετών στο Λονδίνο δικαιούται επ’ αόριστο επίδομα ανεργίας και στεγαστικό βοήθμα περίπου 1500 λιρών τον μήνα. Όλοι έχουν δωρεάν παιδεία και δωρεάν υγεία. Όλα αυτά χρηματοδοτούνται από αυστηρή φορολογική νομοθεσία. Το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο έχει δημιουργήσει έναν «ενάρετο κύκλο» όπου οι οικονομικοί θεσμοί στηρίζουν τους πολιτικούς και το αντίθετο. Ο πλουραλισμός στην οικονομία υπάρχει και στην πολιτική. Υποστηρίζω συνεπώς ότι το κλειδί για την κρίση είναι η συλλήβδην καταστροφή των θεσμών του παρασιτισμού και αντικατάσασή τους με νέους ανοικτούς θεσμούς ευνομούμενης αγοράς και κοινωνικής προστασίας αντίστοιχους με τους ευρωπαϊκούς. Αυτό ονομάζω «δημοκρατική ισότητα».

Δεν είμαστε έτσι μόνοι μας στην επιλογή αυτής της πολιτικής και κοινωνικής φιλοσοφίας. Ολόκληρη η Ευρώπη των πεντακοσίων περίπου εκατομμυρίων πολιτών υιοθετεί – πάνω κάτω – αυτήν την φιλοσοφία. Υιοθετεί την αρχή του κοινωνικού κράτους και της ευνομούμενης αγοράς. Αυτήν την ισότητα μας ζητά η ΕΕ να προστατεύσουμε και αυτή η ισότητα μπορεί να ξαναστήσει τους θεσμούς που κατέστρεψε η αποτυχημένη εικοσαετία 1988-2008. Και ας  μην ξεχνάμε ότι στην ανοικτή αγορά των 27 υπάρχει απόλυτη ελευθεριά κυκλοφορίας των κεφαλαίων. Τίποτε δεν σταματά ιδιωτικά κεφάλαια να επενδυθούν στην Ελλάδα, αν οι οικονομικές συνθήκες είναι κατάλληλες. Η έξοδος από την κρίση θα έρθει με ένα καλά οργανωμένο πρόγραμμα αποκατάστασης της δημοκρατικής ισότητας στη χώρα μας.

Θα μου πείτε, ποιός είναι αντίθετος στις ιδέες αυτές; Θα σας πώ. Αντίθετα είναι τα θέσφατα της νεκραναστημένης «αντικαπιταλιστικής» μεταπολίτευσης. Θα σας θυμήσω τις τέσσερις ιδεολογικές σταθερές της υποτιθέμενης «αντικαπιταλιστικής» ιδεολογίας που εχθρεύεται την ανοικτή κοινωνία, τόσο από τα «αριστερά» όσο και από τα «δεξιά» (ό,τι και αν σημαίνουν σήμερα αυτοί οι όροι).

«Η Ελλάδα Ανήκει στους Έλληνες» – Λάθος: Η Ελλάδα δεν ανήκει σε κανέναν, δεν είναι πράγμα και δεν μπορεί να πωλείται, καταστρέφεται ή αγοράζεται ακόμα και από την πλειοψηφία. Η Ελλάδα είναι μια ανοικτή ευρωπαϊκή χώρα που υποδέχεται όλους όσους τηρούν τους νόμους. Το σύνθημα επικαλείται την στρατιωτική λογική της δήθεν «ανακατάληψης» της Ελλάδας. Η στρατιωτική λογική αρνείται όμως εξ’ ορισμού την ισότητα, αφού εξ’ ανάγκης χρειάζεται την πειθαρχία.

«Νόμος είναι το Δίκιο του Εργάτη» – Λάθος: ο νόμος είναι το δίκιο όλων, σε μια δημοκρατία οι εργάτες δεν είναι θύματα αλλά ισότιμοι πολίτες με δικαιώματα. Το σύνθημα καταδικάζει εξ ορισμού τους εργοδότες, ανεξαρτήτως των πράξεών τους και αναγορεύει τους ηγέτες των «εργατών» σε προνομιακούς αξιωματούχους του συστήματος, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε δημοκρατική λογοδοσία.

«Μπάτσοι Γουρούνια Δολοφόνοι» – Λάθος, η αστυνομία είναι η εγγύηση της ασφάλειας όλων και ιδίως των αδυνάτων και με υποχρέωση να προστατεύει τους πάντες από τη βία. Το σύνθημα καταδικάζει την εφαρμογή των νόμων.

«ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο Συνδικάτο»  – Λάθος, η ΕΕ είναι το πιο προηγμένο πρόγραμμα ειρήνης και κοινωνικής δικαιοσύνης που υπάρχει σήμερα στον κόσμο. Το σύνθημα καταδικάζει την διεθνή συνεργασία στη βάση συνθηκών και αμοιβαίου σεβασμού.

Στην ουσία της η φιλοσοφία των συνθημάτων αυτών είναι, πρώτον, η απόρριψη της δημοκρατικής ισότητας στο όνομα μας συγκρουσιακής λογικής αλλά και, δεύτερον, η περαιτέρω απομόνωση της Ελλάδας στο όνομα της «εθνικής κυριαρχίας». Η εν τέλει φιλοτυρρανική αυτή ρητορική εχθρέυεται την ανοικτή κοινωνία και η εξάπλωσή της είναι μια νέα απειλή σήμερα για την πρόοδο της χώρας μας.

Τα θέσφατα αυτά θα ήταν γραφικά απομεινάρια της μεταδικτατορικής περιόδου αν δεν τα είχε νεκραναστήσει η σημερινή «αντιμνημονιακή» συμμαχία. Η ρητορική αυτή ρίχνει στην Ευρώπη το φταίξιμο για την χρεοκοπία της Ελλάδας. Και όμως η ελληνική πολιτεία ήταν ακριβώς μακριά από την Ευρώπη το διάστημα αυτό. Ο παρασιτισμός που εγκαθιδρύθηκε από το πολιτικό μας σύστημα μας απομάκρυναν από την ισότητα και την χρηστή διοίκηση που υποσχεθήκαμε να τηρούμε με την ένταξή μας. Αν η κυβέρνηση Καραμανλή δεν είχει χάσει τον έλεγχο των δημοσιονομικών στην πενταετία 2004-2009 κατά παράβαση των υποχρεώσεών μας από την συνθήκη της νομισματικής ένωσης και αν δεν είχει πει ψέματα για τα στατιστικά μας στοιχεία, δεν θα είχαμε χάσει την εμπιστοσύνη της διεθνούς οικονομίας το 2010. Τα μνημόνια εν τέλει έσωσαν την Ελλάδα από την άτακτη και βίαιη χρεοκοπία και έδωσαν στην κρίση χρέους την ελπίδα κοινής ευρωπαϊκής λύσης. Όσοι καταδικάζουν τα μνημόνια ως απώλεια της εθνικής κυριαρχίας ξεχνούν ότι η ελληνική κυβέρνηση εθελουσίως τα υπέγραψε και ότι οποιαδήποτε στιγμή μπορεί να τα εγκαταλείψει, αποδεχόμενη βέβαια τις ολέθριες συνέπειες. 

Καταλήγω στο συμπέρασμά μου. Η χώρα μας πρέπει να προστατεύσει την δημοκρατική ισότητα όλων και να γίνει μια ελικρινώς διεθνοποιημένη οικονομία και κοινωνία, χωρίς προστατευτισμό και δυσπιστία προς την Ευρώπη, χωρίς πελατειακά κόμματα, χωρίς αρπακτικό παρασύστημα, χωρίς νεποτισμό και διαφθορά. Η πραγματικά ανοικτή κοινωνία είναι για μένα το όραμα της νέας Ελλάδας. Οι αλλαγές που απαιτούνται γι αυτό είναι τεράστιες και ξεκινούν από τα κόμματα και τα ΜΜΕ και φτάνουν εως την δημόσια διοίκηση, την δικαιοσύνη κάθε κομμάτι του κράτους. Περιεχόμενό τους είναι ένα πραγματικά νέο κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ πολιτών αλλά μεταξύ πολιτικών. Σκοπός μας θα πρέπει να είναι η ενίσχυση των θεσμικών αντιβάρων στην παντοδυναμία πρωθυπουργού και υπουργών, η λογοδοσία των κομμάτων και η προστασία της ευνομούμενης αγοράς από οργανωμένα συμφέροντα κάθε είδους. Το μέσο της αλλαγής αυτής πρέπει να είναι πρώτον η αναγνώριση ότι η ευθύνη για το κατάντημα της Ελλάδας μας βαραίνει όλους μας ως πολίτες μιας ελεύθερης χώρας και, δεύτερον, η διάθεση προσφοράς στον δημόσιο βιο νέων προσώπων με ανιδιοτέλεια και διάθεση συνεργασίας.

Κάποιοι θα πουν ότι το όραμα αυτό είναι ξενόφερτο. Κάνουν πολύ μεγάλο λάθος και αγνοούν την ελληνική ιστορία. Η χώρα μας έιναι ιστορικά μια χώρα θεμελιωμένη στην ισότητα όλων των πολιτών της κάτω από τους δημοκρατικούς μας νόμους. Οι ιδέες αυτές είναι βαθιά ελληνικές – όσο και ευρωπαϊκές. Θα σας διαβάσω μια αποστροφή του Μακρυγιάννη. Μιλάει το 1824 προς τους κυβερνητικούς που του προσφέρουν χρήματα ώστε να μεσολαβήσει προς τους εξεγερμένους πελοποννήσιους κατά την διάρκεια του εμφυλίου. Τους λέει:

«Θα πάγω, αλλά θέλω να σας αποδείξω ότι εγώ δεν είμαι πραματευτής να κάνω πραμάτεια την πατρίδα μου δια χρήματα… Δια την στερέωση της πατρίδος μου και νόμους, δια κείνο πεθαίνω, όχι διά άλλο. Και οι Γύφτοι νάχουν την Κυβέρνησιν, εγώ υποτάζωμαι. Χρήματα μάτα μου στείλετε κι όταν ήμουν με τον Κολοκοτρώνη, δεν τα δέχτηκα. Όμως παραπονιώμαι ότι εγώ δουλεύω ειλικρινώς κι άλλοι μ’ επιβουλεύονται» (Απομνημονεύματα σ. 205)

«Και οι Γύφτοι να έχουν την κυβέρνηση εγώ υποτάσσομαι». Η σπουδαία αυτή φράση λέει σωστά, με τον τρόπο της, ότι η αξία των δημοκρατικών θεσμών είναι πολύ μεγαλύτερη από την αξία αυτών που μπορεί να τυχαίνει να μας κυβερνούν.  Όσο κι αν αποδοκιμάζουμε τα πρόσωπα, οφείλουμε καθήκον στήριξης στους θεσμούς που εκπροσωπούν.

Η δημοκρατική μας ισότητα είναι η σπουδαιότερή μας κατάκτηση, αλλά χρειάζεται διαρκή ανανέωση και εμπλουτισμό. Η έξοδος από την σημερινή δεινή κατάσταση ελπίζω να μην απαιτήσει τις θυσίες που έκανε ο Μακρυγιάννης και τόσοι άλλοι που σκοτώθηκαν ή βασανίστηκαν για να είμαστε εμείς ελεύθεροι. Ευτυχώς σήμερα βρισκόμαστε στο πλευρό ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων σε ολόκληρη την Ευρώπη που βλέπουν την Ελλάδα με συμπάθεια και αλληλεγγύη. Η έξοδος από την κρίση έιναι συνεπώς κυρίως πολιτική. Δεν είναι θέμα απλώς σωστών οικονομικών πολιτικών που θα τύχει να εφαρμοστούν ή κάποιας αναπτυξιακής τεχνογωνσίας που θα εισαχθεί από έξω. Όλο το πολιτικό μας σύστημα θέλει ριζική ανανέωση και εμπλουτισμό με νέα πρόσωπα που θα απορρίψουν έμπρακτα τις πελατειακές πρακτικές, θα κυνηγήσουν χωρίς συμβιβασμό την διαφθορά και θα επιστρέψουν τη χώρα σε ένα πνεύμα κοινής προσφοράς και ευθύνης. Η έξοδος από την κρίση θέλει την θαραλλέα αφοσίωση στα παλιά ιδανικά της επαναστατικής μας παράδοσης. Τελικά, το όραμα  της νέας Ελλάδας είναι ακριβώς το ίδιο με αυτό της παλιάς.

*Ο Παύλος Ελευθεριάδης διδάσκει στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και είναι δικηγόρος στο Λονδινο. Έχει δημοσιεύσει πολλές μελέτες αναλυτικής φιλοσοφίας του δικαίου και συνταγματικού δικαίου και μεταξύ άλλων τα βιβλία Συνταγματισμός και Πολιτικές Αξίες (Σάκκουλας, 1999) και Legal Rights (Oxford University Press, 2008). 

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα