Παιδιά, της Ελλάδας παιδιά (ή μήπως όχι);

Παιδιά, της Ελλάδας παιδιά (ή μήπως όχι);

Διαβάστε ένα άρθρο (συμμετοχή στις "Γνώμες" του NEWS 247) για την Ελλάδα που φτωχαίνει μέρα με τη μέρα και το "όνειρο κάποιων να μεγαλώσουν τα παιδιά τους και να τα κάνουν Έλληνες"

Το άσμα που εμψύχωσε χιλιάδες στρατιωτών στο Αλβανικό μέτωπο το 1940 αναφέρεται στα παιδιά «της Ελλάδας». Διαφοροποιείται ως προς αυτό το σημείο από το αρχαιοελληνικό «είτε παίδες Ελλήνων». Τυχαίο;

Οι  αρχαίοι, που ζούσαν σε μικρές πόλεις-κράτη, χωρίς ανεπτυγμένο οδικό δίκτυο και που επικοινωνούσαν σπάνια μεταξύ τους (ειρηνικά στους Ολυμπιακούς αγώνες και κατά τα λοιπά στα πεδία των μαχών), δικαιολογημένα βάσιζαν την ιθαγένεια στο γνωστό από τον Ηρώδοτο τρίπτυχο «όμαιμον, ομόθρησκον, ομόγλωσσον». Το λεγόμενο jus sanguinis ήταν ο προφανής τρόπος διαχωρισμού μεταξύ «ημών» και «ούτων».

Η γένεση των αυτοκρατοριών (Ρωμαϊκή, Βυζαντινή, Οθωμανική, Αυστρουγγρική, Βρετανική), η ανάπτυξη του εμπορίου, η απουσία συνόρων και η εν γένει κινητικότητα των πληθυσμών «αραίωσε» αυτόν το δεσμό του αίματος. Για να μείνουμε στα δικά μας, αρκεί να θυμηθούμε ότι πολλοί «πολιτογραφημένοι» (στο μυαλό μας τουλάχιστον) Έλληνες δεν είχαν σταγόνα αίματος Ελληνικού. Όλη η πρώτη δυναστεία των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου, ανάμεσα στους οποίους ο «Μέγας/Άγιος» Κωνσταντίνος, ο «Μέγας» Θεοδόσιος και ο Ιουστινιανός «ο Δίκαιος», ήταν Ρωμαίοι και μιλούσαν λατινικά (ως επί τω πλείστον ή αποκλειστικά). Ο Βασίλειος Β’ ο Βουλγαροκτόνος ήταν, κατά την κυρίαρχη εκδοχή, Αρμένης. Από τους αγωνιστές του ’21 πολλοί, όπως ο Μάρκος Μπότσαρης και ο Καραϊσκάκης, δεν είχαν ως πρώτη γλώσσα τα ελληνικά. Και τα παραδείγματα μπορούν να πολλαπλασιαστούν. Είναι άλλωστε ιστορικά καταγεγραμμένη η «κάθοδος» στη μικρή Ελλάδα των Αρβανιτών, των Βλάχων, των Καραγκούνηδων, των Σαρακατσαναίων και άλλων. Συνεπώς το jus sanguinis δε μπορεί εδώ και αιώνες, πολλώ δε μάλλον στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, να προσφέρει αξιόπιστο κριτήριο σύνδεσης με συγκεκριμένη ομάδα, τουλάχιστον όχι ως μοναδικό κριτήριο.

Για το λόγο αυτόν πολλά μοντέρνα κράτη, όπως η Γαλλία (και δεν αναφέρομαι στο Ηνωμένο Βασίλειο διότι αποτέλεσε αυτοκρατορία) εξαρχής υιοθέτησαν και εφαρμόζουν το σύστημα του jus soli, δίνουν δηλαδή έμφαση στο γεγονός ότι το άτομο βρίσκεται στην επικράτειά τους και ότι εκδηλώνει (έμπρακτα) την επιθυμία να ανήκει εκεί. Με άλλα λόγια, δεν είναι η ιθαγένεια δικαίωμα κληρονομικό, αλλά διαδικασία συμμετοχική. Ακόμη κι η Γερμανία, πατρίδα για πάνω από 1,5 εκατομμύριο Τούρκους και τελευταίο προπύργιο του jus sanguinis, εγκατέλειψε το σύστημα αυτό από το 1999.

Από τις διαρροές που κυκλοφόρησαν σχετικά  με την απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ σχετικά με το νόμο Ραγκούση (3838/2010), δεν προκύπτει ότι το Δικαστήριο θεμελιώνει (ανοικτά τουλάχιστον) το συλλογισμό του στο jus sanguinis. Είναι σαφές όμως ότι κάποιες από τις σχετικά προοδευτικές πρόνοιες του νόμου, που συνδέονται με την έννοια της «συμμετοχής» κρίνονται αντισυνταγματικές.

Ειδικότερα  πρόβλημα φαίνεται να παρουσιάζει α) η διάταξη που επιτρέπει την κτήση της Ελληνικής ιθαγένειας στα παιδιά αλλοδαπών τα οποία έχουν παρακολουθήσει τουλάχιστον έξη έτη εκπαίδευσης στην Ελλάδα και των οποίων οι και οι δύο γονείς έχουν ζήσει νόμιμα στην Ελλάδα για τουλάχιστον πέντε χρόνια (άρθρο 1) και β) η διάταξη που δίνει στους αλλοδαπούς που έχουν διαμείνει τουλάχιστον πέντε (ή δέκα) έτη στην Ελλάδα και έχουν κάποιον ιδιαίτερο δεσμό με τη χώρα (οικογένεια, καθεστώς μακρώς διαμένοντος κτλ) δικαίωμα ψήφου στις δημοτικές εκλογές (άρθρο 14).

Μιας  που το σκεπτικό του Δικαστηρίου δεν είναι ακόμα γνωστό, δεν έχει νόημα να σχολιάσει κανείς την αρτιότητα της απόφασης, μπορεί όμως να εκφράσει κάποιες γενικότερες σκέψεις ως προς την ουσία της (είναι απορίας άξιο πως η κυβέρνηση θα προχωρήσει σε άμεση αναθεώρηση του νόμου χωρίς να περιμένει το σκεπτικό του Δικαστηρίου, με κίνδυνο να υποπέσει σε άλλα σφάλματα).

1. Σχέση  των επίμαχων διατάξεων με  τη λαθρομετανάστευση: Καμία!

Και οι δύο διατάξεις που κρίθηκαν αντισυνταγματικές προϋποθέτουν νόμιμη παραμονή για τουλάχιστον πέντε έτη και με κανέναν τρόπο δεν ωφελούν ή έλκουν τους λαθρομετανάστες. Απεναντίας, λειτουργούν ως επιβράβευση της νόμιμης μετανάστευσης και ως κίνητρο ένταξης για τους μετανάστες. Επίσης, σπρώχνουν τους μετανάστες να στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο, αντιμετωπίζοντας έτσι με τρόπο ήπιο (με το καρότο) ένα πρόβλημα το οποίο σε χώρες όπως η Γαλλία φαίνεται να έχει μεγάλες διαστάσεις.

Αν  κάποιοι νόμοι ευνοούν την  λαθρομετανάστευση, με την έννοια ότι  «έλκουν» νέους λαθρομετανάστες, αυτοί είναι οι νόμοι νομιμοποίησης, όχι οι νόμοι οι οποίοι επιβραβεύουν τους νόμιμους μετανάστες. Είναι αστείο να πιστεύει κανείς ότι Πακιστανός ή ο Αφγανός ο οποίος παίρνει τη μεγάλη απόφαση να κάνει το ταξίδι για την Ευρώπη, το οποίο θα κρατήσει (κατά μέσο όρο) από 4 έως 14 μήνες και στη διάρκεια του οποίου θα διακινδυνεύσει τη ζωή του, έχει στο μυαλό του – έστω και καθ’ υπόνοια – τη σκέψη ότι μπορεί κάποτε το παιδί του να αποκτήσει την Ελληνική ιθαγένεια. Δεν ξέρει αν και που θα φτάσει, που και πόσο θα μείνει, πόσο μάλλον αν θα κάνει παιδιά…

2. Τα  παιδιά δεύτερης γενιάς : χρειάζονται  προσοχή

Ότι η μετανάστευση έχει σημαντικό συναισθηματικό κόστος για τον μετανάστη και  την οικογένειά του είναι γνωστό (ας θυμηθούμε τα ελληνικά τραγούδια «της ξενιτιάς»). Επίσης γνωστό είναι από τη διεθνή και ελληνική βιβλιογραφία ότι τα μέλη της οικογένειας που υφίστανται την μεγαλύτερη δυσκολία είναι τα παιδιά του μετανάστη, λεγόμενα «της δεύτερης γενιάς». Αυτά ταλαντεύονται μεταξύ των γονικών προτύπων και των προτύπων της κοινωνίας υποδοχής, αμφισβητώντας έντονα τα μεν, χωρίς ωστόσο να μπορούν να υιοθετήσουν πλήρως τα δε. Έτσι και με τους γονείς τους έχουν προβλήματα και με τον κοινωνικό τους περίγυρο. Παράλληλα παρουσιάζουν το φαινόμενο της «ημιγλωσσίας»: μιλούν (σχετικά) καλά τη μητρική τους γλώσσα που τη μαθαίνουν προφορικά στο σπίτι αλλά γράφουν (σχετικά) καλά τη γλώσσα που μαθαίνουν στο σχολείο – αλλά τελικά καμία πολύ καλά. Γόνοι φτωχών οικογενειών, με προβλήματα προσωπικότητας ή/και ένταξης, και δυσκολίες έκφρασης, δυσκολεύονται να βρουν δουλειά. Είναι οι κατ’εξοχήν υποψήφιοι για να μείνουν στο περιθώριο, να δημιουργήσουν γκέτο και, τελικά, κοινωνική αναταραχή. Μια αναδρομή στα γεγονότα της περιφέρειας του Παρισιού πριν από μερικά χρόνια δίνει εύγλωττα την εικόνα.

Σε  αυτά τα παιδιά η θεσμοθετημένη δυνατότητα να αποκτήσουν μια νέα ταυτότητα θα διευκόλυνε δραματικά την ένταξή τους, ή τουλάχιστον την μη περιθωριοποίησή τους.

3. Δικαίωμα ψήφου σε αλλοδαπούς : πρόβλημα λυμένο ήδη

Τα  δικαίωμα ψήφου στις δημοτικές, νομαρχιακές  και ευρωπαϊκές (για την ανάδειξη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου) προβλέπεται ήδη υπέρ των Ευρωπαίων πολιτών που διαμένουν στην Ελλάδα. Το σχετικό δικαίωμα συνδέεται με τη λεγόμενη «ευρωπαϊκή ιθαγένεια» και οργανώνεται στην πράξη από την οδηγία 2004/38 και το π.δ. 106/2007. Όπως όλα τα π.δ. και το 106/2007 έτυχε επεξεργασίας από το ίδιο το ΣτΕ. Και ενώ, προφανώς, καμία αντισυνταγματικότητα δεν εντοπίστηκε το 2007 σχετικά με τους ευρωπαίους, για τους υπόλοιπους αλλοδαπούς το 2012 ξαφνικά ενέσκηψε ζήτημα συνταγματικότητας. Όμως, το Σύνταγμα δεν διακρίνει τους αλλοδαπούς ανάλογα με το αν είναι Ευρωπαίοι ή όχι.

Ας σημειωθεί ότι πολλές χώρες  της ΕΕ προβλέπουν αντίστοιχα δικαιώματα για τους πολίτες τρίτων χωρών (βλ. και την έκθεση της ΟΚΕ σχετικά  με τον ν. Ραγκούση http://www.oke.gr/opinion/op_232.pdf ).

4. Δημογραφικά: ανάγκη για νέο  αίμα

Στην  Ευρώπη ο πληθυσμός γερνάει. Η  Ελλάδα και η Ιταλία είναι από  τις χώρες με το χαμηλότερο δείκτη γεννητικότητας στην Ευρώπη. Και ενώ τα τελευταία χρόνια κάποιες άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως λ.χ. η Γαλλία, ανακάμπτουν, η υπογεννητικότητα στην Ελλάδα ενισχύεται περαιτέρω ως απόρροια της οικονομικής κρίσης. Η γήρανση του πληθυσμού πλήττει την οικονομική μεγέθυνση, τη λειτουργία των συστημάτων υγείας και συνταξιοδότησης και τη λειτουργία της κοινωνίας συνολικά. Η προτιμησιακή χορήγηση ιθαγένειας σε παιδιά και νέους ανθρώπους θα αποτελούσε μια βιώσιμη βραχυπρόθεσμη λύση.

Σε  μια Ελλάδα που φτωχαίνει μέρα με την μέρα, σε μια Ελλάδα που έχει πάψει εδώ και καιρό να μας κάνει περήφανους, σε μια όπου μόνον οι γενναίοι επιλέγουν να ζουν, το γεγονός ότι κάποιοι άνθρωποι ονειρεύονται (ακόμη) να μεγαλώσουν τα παιδιά τους και να τα κάνουν Έλληνες, θα έπρεπε να το αντιμετωπίζουμε σαν τιμή – και σαν ευκαιρία. Γιατί τα παιδιά της η Ελλάδα τα χρειάζεται.

* Ο Βασίλης Χατζόπουλος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Επισκέπτης Καθηγητής στο Κολλέγιο της Ευρώπης, Bruges (Βέλγιο) και Επί τιμή Λέκτορας στο Πανεπιστήμιο του Nottingham (ΗΒ). Είναι Διδάκτορας του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου, LL.M Cambridge, DEEA Collège d’ Europe, Bruges. Είναι δικηγόρος στον Άρειο Πάγο/Συμβούλιο της Επικρατείας με πρακτική σε θέματα Εσωτερικής Αγοράς, Υπηρεσίες δικτύου και Δημόσιες συμβάσεις.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα