Από την πτώση της Χούντας στη κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ- Ο ιστορικός ρόλος της Νέας Δημοκρατίας

Από την πτώση της Χούντας στη κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ- Ο ιστορικός ρόλος της Νέας Δημοκρατίας
Παρουσίαση του προγράμματος υποδομών της Νέας Δημοκρατίας. Eurokinissi

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης καθίσταται πρωταγωνιστής των εξελίξεων, αφού στο πρόσωπο του οι Έλληνες ευελπιστούν ότι θα βρουν τον ηγέτη που θα βγάλει τη χώρα από το τέλμα, και όχι τον πρωθυπουργό μιας ακόμα κομματικής κυβέρνησης

Η ονοματοδοσία του πολιτικού χώρου που εκφράζει από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα την προοδευτική αστική παράταξη δεν έγινε στη τύχη. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επιστρέφοντας από το Παρίσι το ’74 ήθελε να ηγηθεί μιας μεγάλης παράταξης που θα υπερέβαινε τα παραδοσιακά σχήματα της Δεξιάς και της Αριστεράς. Θα μπορούσε άνετα να συνεχίσει με την ΕΡΕ που ήταν δικό του δημιούργημα. Δεν το έπραξε γιατί η διορατικότητά του τον ώθησε να δει αυτό που θα συνέβαινε μερικές δεκαετίας αργότερα.

Έτσι επέλεξε να ξαφνιάσει με ένα όνομα που είχε εισάγει στην πολιτική ορολογία το ΚΚΕ από το 1972 στα κείμενα του 9 Συνεδρίου. Επέλεξε συνειδητά την ονομασία Νέα Δημοκρατία αφενός για να δείξει ότι ο αστικός χώρος εκσυγχρονίζεται ως προς τη δομή και τη λειτουργία του πολιτικού φορέα που τον εκπροσωπεί, αφετέρου για να κατοχυρώσει στον υπό διαμόρφωση πολιτικό χάρτη μια νέα πολιτική δύναμη που δεν θα ήταν στο ενδιάμεσο του πολιτικού εκκρεμούς, αλλά μπροστά και πάνω απ’ αυτό.

Το γεγονός ότι ο Καραμανλής στις πρώτες εκλογές μετά από την πτώση της δικτατορίας προχώρησε σε ανανέωση του στελεχικού δυναμικού, με πρόσωπα άγνωστα στην εκλογική βάση του κόμματος που μόλις είχε ιδρύσει(Ανδριανόπουλος, Μάνος, Έβερτ κα), αποτύπωνε την πρόθεση του να προχωρήσει στο χτίσιμο μιας παράταξης πέρα από τα στερεότυπα του εθνικού διχασμού και της πόλωσης. Άλλωστε η επίλυση του πολιτειακού, η αναγνώριση του ΚΚΕ, η ψήφιση δημοκρατικού Συντάγματος και η ανάδειξη ως εθνικού στόχου της ένταξης στην ΕΟΚ, καθιστούσε τη Νέα Δημοκρατία εγγυήτρια πολιτική δύναμη για την ασφαλή μετάβαση της χώρας στη δημοκρατία.

Όλα αυτά τηρουμένων των αναλογιών παραπέμπουν συνειρμικά και ανεξάρτητα με τη λογική της συσχέτισης στα πολιτικά δρώμενα των τελευταίων ετών με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ και εν συνεχεία ΣΥΡΙΖΑ- «προθύμων». Προφανώς δεν επίκειται η πτώση της δικτατορίας, δεν κυοφορείται μια «νέα» Μεταπολίτευση, ούτε αναμένεται κάποιου τύπου «επανίδρυση» της Νέας Δημοκρατίας. Επιπροσθέτως ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είναι, και δεν θα ήθελε να γίνει- Κωνσταντίνος Καραμανλής. Ωστόσο κατά κάποιο τρόπο επικρατούν παρόμοιες συνθήκες στη χώρα, ενώ ο Μητσοτάκης εκφράζει απόψεις που σε μεγάλο βαθμό συνάδουν με τον ρασιοναλισμό που διέκρινε τον Καραμανλή.

Να γίνω σαφής: Τα τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης από το ΣΥΡΙΖΑ η χώρα γνωρίζει τον πλήρη εξευτελισμό των θεσμών και κυρίως των βασικών εννοιών της αστικής δημοκρατίας. Με ευθύνη του πρωθυπουργού το κοινοβούλιο μετατράπηκε σε τσίρκο (με βουλευτές που δεν ανήκουν στο ΣΥΡΙΖΑ αλλά στον Τσίπρα), ενώ σε πολλές περιπτώσεις επιχειρήθηκε η αλλοίωση του πολιτεύματος. Το σύστημα διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, που φέρει την υπογραφή του Αλέξη Τσίπρα, αποπνέει έντονη οσμή εμμονών και διχασμού. Με πρόφαση το αφήγημα κατά του «παλιού» και «διεφθαρμένου» πολιτικού συστήματος, η κυβέρνηση κατασκεύασε υποθέσεις με σκοπό την πολιτική εξόντωση των αντιπάλων της.

Πέραν, όμως, της συστηματικής απαξίωσης των θεσμών και τις πρακτικές αυταρχισμού που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση προκειμένου να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο του κράτους, ο συνδυασμός του λαϊκισμού και του κυνισμού με την ανευθυνότητα και την ανικανότητα επιδρούν αρνητικά στην υπάρχουσα μειωμένη εμπιστοσύνη μεγάλου μέρους της κοινωνίας για το πολιτικό σύστημα.

Αν σήμερα η Χρυσή Αυγή διατηρεί τα ποσοστά της οφείλεται στο ΣΥΡΙΖΑ. Όχι μόνο γιατί την «πριμοδοτεί» ώστε να αποκόψει παραδοσιακούς ψηφοφόρους της Δεξιάς από τη Νέα Δημοκρατία, αλλά κυρίως γιατί χρησιμοποίησε τη συμφωνία των Πρεσπών- σε βάρος του εθνικού συμφέροντος- προκειμένου να διασπάσει την αντιπολίτευση. Κάτι που εν μέρει επέτυχε.

Εκ κατακλείδι, 45 χρόνια από την πτώση της δικτατορίας η περιρρέουσα ατμόσφαιρα θυμίζει τις τελευταίες ημέρες της χούντας. Προφανώς η κυβέρνηση δεν είναι χούντα. Εκλέχθηκε δημοκρατικά και σε κάθε περίπτωση εκφράζει πλέον ένα μεγάλο κομμάτι του ελληνικού λαού. Παρ’ όλα αυτά η επίγευση που αφήνει στο τέλος της θητείας της προσομοιάζει με τον αυταρχικό ποπουλισμό της παρέας που κατέλυσε τη δημοκρατία. Επαναλαμβάνω δεν είναι το ίδιο. Οι καθεστωτικές αντιλήψεις όμως της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ έχουν πολλές ομοιότητες με το καθεστώς της 21 Απριλίου.

Εκτός αυτού η παρακμή της Ελλάδας και η αίσθηση της επικείμενης πολιτικής αλλαγής παραπέμπουν περισσότερο στην κατάρρευση ενός καθεστώτος και λιγότερο στην αλλαγή μιας εκλεγμένης κυβέρνησης. Στο τέλος μιας περιόδου και στο ξεκίνημα μιας άλλης το αίτημα της συντριπτικής πλειονότητας του λαού, ανεξάρτητα από κομματική προτίμηση, συμπυκνώνεται στη φράση: «Φθάνει… Φύγετε». Σ’ αυτές τις συνθήκες η Νέα Δημοκρατία καλείται πάλι, υπό την ηγεσία αυτή τη φορά του Κυριάκου Μητσοτάκη, να αποκαταστήσει τους τραυματισμένους δημοκρατικούς θεσμούς και το κράτος δικαίου. Αυτή είναι που καλείται να σηκώσει το φορτίο μιας αρνητικής τετραετίας και να κλείσει το φαύλο κύκλο του λαϊκισμού.

Εκ των πραγμάτων ο Κυριάκος Μητσοτάκης καθίσταται πρωταγωνιστής των εξελίξεων, αφού στο πρόσωπο του οι Έλληνες ευελπιστούν ότι θα βρουν τον ηγέτη που θα βγάλει τη χώρα από το τέλμα, και όχι τον πρωθυπουργό μιας ακόμα κομματικής κυβέρνησης. Αυτό έχει γίνει απολύτως αντιληπτό από τον Μητσοτάκη. Και εφόσον αυτό πραγματοποιηθεί, στο βαθμό που θα πραγματοποιηθεί, θα βάλει στο κάδρο μαζί μετά από 45 χρόνια τον Κυριάκο Μητσοτάκη με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα