Μήπως αντέχουμε περισσότερες δόσεις αναλογικής;

Μήπως αντέχουμε περισσότερες δόσεις αναλογικής;
Άνοιγμα κάλπης σε εκλογικό τμήμα της Αθήνας την Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2015. (EUROKINISSI/ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ) Eurokinissi

Το κλίμα που διαμορφώνουν η μετάβαση από το δικομματισμό στον διπολισμό και το διαφαινόμενο τέλος των μονοκομματικών κυβερνήσεων, επιτρέπει πολύ περισσότερα αναλογικά ανοίγματα απ' όσα προδιαγράφουν οι δηλώσεις Κουρουμπλή για το νέο εκλογικό νόμο

Υπάρχει μια ευρύτατα διαδεδομένη άποψη ότι, αν θεσμοθετηθεί η απλή αναλογική, η χώρα δεν κυβερνάται. Το υποστήριξε πρόσφατα και ο αρμόδιος υπουργός Εσωτερικών Παναγιώτης Κουρουμπλής, αιφνιδιάζοντας δυσάρεστα ένα μέρος του ΣΥΡΙΖΑ και όσους ήλπιζαν σε ένα αναλογικότερο και δικαιότερο εκλογικό σύστημα.

Στην πραγματικότητα, βέβαια, ο υπουργός αδίκησε τον εαυτό του και το σχέδιο που επεξεργάζεται, αφού η μη εφαρμογή της “απλής και άδολης” δεν αποκλείει την πιθανότητα θεσμοθέτησης ενός συστήματος με περισσότερα αναλογικά χαρακτηριστικά απ’ όσα διαθέτει αυτό που ισχύει σήμερα.

Στην περίπτωση των εκλογικών νομοθεσιών, άλλωστε, όλα είναι θέμα οπτικής, καθώς κάθε σύστημα επιχειρεί να συγκεράσει δύο φαινομενικά αντίρροπες ανάγκες: την αυθεντική αποτύπωση της λαϊκής βούλησης, όπως αυτή εκφράζεται στις κάλπες, και την κυβερνητική σταθερότητα.

Οι συζητήσεις για το πόσο αναλογικός μπορεί να είναι ένας εκλογικός νόμος παραπέμπουν στο  σχήμα με το ποτήρι, που άλλοι βλέπουν μισογεμάτο και άλλοι μισοάδειο, αναλόγως του αν ασκούν εξουσία ή αντιπολίτευση.  Δεν είναι σπάνιο, άλλωστε, η μετακίνηση κομμάτων της Αριστεράς στο κυβερνητικό μπλοκ να συνοδεύεται από “αναθεωρήσεις” της πάγιας θέσης τους υπέρ της απλής αναλογικής, στο όνομα διαφόρων πολιτικών αναγκών.

Φαίνεται – επί τη βάσει των δηλώσεων του υπουργού – πως αυτό θα συμβεί και τώρα, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ δεν διαχειρίζεται όπως παλιότερα τη διαμαρτυρία, αλλά τη διακυβέρνηση, συνέβη και το 1989, οπότε ο ενιαίος Συνασπισμός  (ΚΚΕ και ΕΑΡ), που συγκυβερνούσε με τη ΝΔ,  αρνήθηκε την πρόταση του Ανδρέα να θεσμοθετηθεί η απλή αναλογική. Το ιστορικό “δεν προκάνουμε τώρα…” που εκφώνησε τότε ο Χαρίλαος Φλωράκης, έκλεισε τη συζήτηση πριν καλά – καλά ανοίξει…

Όπως και νάχει, τα εκλογικά συστήματα ούτε αλλάζουν ούτε θεσμοθετούνται εν κενώ. Μπορεί να υπακούουν σε ευρύτερα προτάγματα και να είναι χρωματισμένα ιδεολογικά, ανάλογα με το ποιος έχει την πρωτοβουλία της εκπόνησής τους, συνδέονται όμως με την πολιτική συγκυρία και συνήθως ευθυγραμμίζονται με αυτή.

Υπό αυτή την έννοια, το εκλογικό σύστημα που προγραμματίζει να προτείνει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορεί παρά να ενσωματώνει στη λογική του δύο σημαντικές νέες παραμέτρους: τη μετάβαση από το δικομματισμό στο διπολισμό και το διαφαινόμενο τέλος των μονοκομματικών κυβερνήσεων.

Για να επανέλθουμε στη φράση Κουρουμπλή περί αναλογικής, στην πραγματικότητα συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο από αυτό που, από πρώτη ανάγνωση, φαίνεται πως υποστηρίζει ο υπουργός: στο πολιτικό πλαίσιο που τείνει να διαμορφωθεί, η ανάγκη σταθερής διακυβέρνησης της χώρας επιτρέπει παρεμβάσεις με πολύ εντονότερο αναλογικό χαρακτήρα από αυτές που δοκιμάστηκαν στο πρόσφατο ή το απώτερο παρελθόν.

Ανάμεσα τους προφανώς συγκαταλέγεται η κατάργηση του παραλογισμού να προικοδοτούνται με bonus 50 εδρών κόμματα που δεν συγκεντρώνουν ούτε το 20% ή η κατάτμηση των αχανών εκλογικών περιφερειών, που λειτουργούν ως εκκολαπτήρια της διαφθοράς, του μαύρου πολιτικού χρήματος και των πελατειακών δεσμεύσεων.

Πολλοί θεωρούν ότι το τελικό εκλογικό μείγμα θα προσδιοριστεί από τη στάση που θα τηρήσουν τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αφού για να ισχύσει ο νέος νόμος από την επόμενη εκλογική αναμέτρηση, απαιτείται πλειοψηφία 200 εδρών.

Είναι μια άποψη… Γιατί υπάρχει και άλλη που υποστηρίζει ότι στο σκηνικό ρευστότητας που διαμορφώνεται και με την προοπτική επάλληλων εκλογικών αναμετρήσεων προ των πυλών, η ψήφιση μιας νέας εκλογικής νομοθεσίας με απλή πλειοψηφία, που θα ισχύσει από τις μεθεπόμενες και όχι τις επόμενες εκλογές, δεν στερείται πολιτικής σημασίας.

*Ο Χρήστος Μαχαίρας είναι δημοσιογράφος.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα