Από το καπνιστό μας περιβάλλον σε ένα smoke free κόσμο

Από το καπνιστό μας περιβάλλον σε ένα smoke free κόσμο

Η σχέση του Έλληνα με τον καπνό είναι μια ιστορία δεκαετιών που σήμερα όμως καλείται να επαναπροσδιοριστεί και να προσαρμοστεί σε νέα δεδομένα

Η καλλιέργεια του καπνού στη χώρα μας από τον 16ο αιώνα όταν και εισήχθη από Γάλλους εμπόρους, αποτέλεσε σημαντική πηγή πλούτου, ιδιαίτερα για τη Μακεδονία και τη Θράκη. Και αυτό γιατί συνετέλεσε στην αύξηση των θέσεων εργασίας στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα, και στην αύξηση των εξαγωγών. Πέρα όμως από τους αριθμούς συνδέθηκε με την κουλτούρα του Έλληνα που τώρα καλείται να αλλάξει, να επαναπροσδιοριστεί και προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες της εποχής καλωσορίζοντας έναν smoke free κόσμο.

Ας δούμε όμως πως εξελίχθηκαν οι καπνοβιομηχανίες στη χώρα μας, πριν φτάσουμε στην απόφαση που πήρε μια εξ αυτών, φιλοδοξώντας να αλλάξει τα δεδομένα. Η πρώτη σιγαροποιητική μηχανή λοιπόν εισάγεται στην Ελλάδα το 1909 και οι τρείς πρώτοι καπνοβιομήχανοι που την παραλαμβάνουν είναι ο Βάρκας στην Αθήνα, ο Σπάθης στον Πειραιά και ο Καραβασίλης στον Πύργο. Κάθε μηχανή λειτουργούσε επί εφτά ώρες και είχε τη δυνατότητα να παράξει από 200.000 έως 250.000 τσιγάρα όταν το ανθρώπινο χέρι δεν κατάφερνε να ξεπεράσει τις 3.000. Το 1916, ο Ανδρέας Καρέλιας αγοράζει και εκείνος σιγαροποιητική μηχανή στην Καλαμάτα, ενώ το 1930 ο Ευάγγελος Παπαστράτος ιδρύει την πρότυπη ομώνυμη καπνοβιομηχανία στο λιμάνι του Πειραιά.

Η περίοδος του Μεσοπολέμου θεωρείται από πολλούς “η χρυσή εποχή” της ελληνικής καπνοβιομηχανίας Ο καπνός αποτελεί την αιχμή του δόρατος των εξαγωγών της χώρας και η ετήσια παραγωγή φτάνει τις 40.000 τόνους από την οποία μόνο το ένα έκτο απορροφά η εγχώρια καπνοβιομηχανία Με την ίδρυση της Παπαστράτος το 1930 και της Κεράνης το 1935 κυκλοφορούν στην αγορά τα πρώτα καλαίσθητα πακέτα τσιγάρων, αυξάνοντας τόσο τη ζήτηση όσο και τον ανταγωνισμό.

Από τότε και για τις δεκαετίες που ακολούθησαν οι ελληνικές καπνοβιομηχανίες πέρασαν διάφορες καμπές, συνέπεια των πολέμων, των κοινωνικών αναταραχών, των χρεοκοπιών του κράτους και των διεθνών οικονομικών συσχετισμών, όμως πάντα αποτελούσαν έναν κλάδο ζωτικής σημασίας για την εθνική οικονομία. Τη δεκαετία του 1960 στην Ελλάδα υπήρχαν 15 καπνοβιομηχανίες και οι καλλιεργούμενες εκτάσεις καπνού έφταναν τα 1,47 εκατομμύρια στρέμματα.

Ωστόσο, η εφαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της ΕΕ σε συνδυασμό με την εξοντωτική φορολόγηση έχουν φέρει μια δραματική μείωση, καθώς σήμερα οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις δεν ξεπερνούν τις 140.000 στρέμματα. Η τεράστια αυτή μείωση, συρρίκνωσε δραματικά τα κέρδη των καπνοβιομηχανιών και από τις 5 μεγάλες που δραστηριοποιούνταν τη δεκαετία του 1990 και του 2000 πλέον έχουν μείνει μόνο οι τρεις (Παπαστράτος, Καρέλιας και ΣΕΚΑΠ).

Αυτό που δεν έχει αλλάξει όλα αυτά τα χρόνια είναι η συνήθεια του Έλληνα που παραμένει ο τρίτος μεγαλύτερος καταναλωτής τσιγάρων παγκοσμίως, και πρώτος στη Δυτική Ευρώπη έχοντας μόνο Σέρβους και Βούλγαρους από πάνω του στη σχετική λίστα. Μάλιστα, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ τη δεκαετία 1999-2009 υπήρξε αύξηση των Ελλήνων καπνιστών της τάξης του 5,6% , η μοναδική αύξηση μαζί με εκείνη της Τσεχίας (4,7%).

Μια από τις καπνοβιομηχανίες που έσυραν το κάρο της ανάπτυξης του κλάδου τα προηγούμενα χρόνια και έμεινε ζωντανή, χάρη στη στρατηγική συνεργασία της με την Philip Morris, η Παπαστράτος, έρχεται να ανατρέψει τα δεδομένα.

Η Παπαστράτος φιλοδοξεί να βάλει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας τον καπνό του τσιγάρου επενδύοντας 300 εκατομμύρια ευρώ σε μια νέα μονάδα που θα παράγει τα νέου τύπου καινοτόμα καπνικά προϊόντα, τις ράβδους καπνού για το IQOS, που είναι αποτέλεσμα των ερευνών στα εργαστήρια της Philip Morris International. Η ολοκλήρωση της επένδυσης θα προσθέσει 400 νέες θέσεις εργασίας στις ήδη 800 υπάρχουσες ενώ οι εξαγωγές της Παπαστράτος αναμένεται να αυξηθούν ακόμη περισσότερο από το 60% που είναι σήμερα. Παράλληλα, με τη συμφωνία που έχει συνάψει από το2016 η Philip Morris International με την Ελληνική Κυβέρνηση, εξασφαλίζεται η απορρόφηση του 50% τουλάχιστον της ελληνικής παραγωγής καπνών ανατολικού τύπου από την Παπαστράτος μέχρι το 2018.

H διαφορά του νέου προϊόντος από τα παραδοσιακά τσιγάρα είναι ότι δεν κάνουμε πια λόγο για τσιγάρο, αλλά για προϊόν καπνού, που λειτουργεί χωρίς καύση. Μιλάμε για ένα προϊόν που απαλλάσσει τον καπνιστή από τον αναπτήρα και το τασάκι μια για πάντα, καθώς η ράβδος καπνού (αντί τσιγάρου) που τοποθετείται στο ηλεκτρονικό gadget δεν καίγεται, αλλά θερμαίνεται σε θερμοκρασία κατά πολύ χαμηλότερη, με αποτέλεσμα η στάχτη να καθίσταται πλέον ανύπαρκτη.

Οι μικρές ράβδοι καπνού, που εισάγονται στη συσκευή IQOS θερμαίνονται περίπου στους 300 βαθμούς Κελσίου, έναντι των 750 και πλέον βαθμών που προκαλούνται κατά την καύση τσιγάρων (αυτή είναι η θερμοκρασία που παράγεται κατά τη διάρκεια μιας τζούρας). «Λόγω της μη καύσης του καπνού απελευθερώνονται πολύ λιγότερες τοξικές ουσίες, όπως η πίσσα και το μονοξείδιο του άνθρακα», σημειώνουν οι ερευνητές της PMI.

Οι έρευνες στα εργαστήρια της ΡΜΙ είναι εξαιρετικά ενδελεχείς, όπως λέει η εταιρεία. Αυτή τη στιγμή, έχει κατοχυρώσει πάνω από 1800 πατέντες και έχει καταθέσει αιτήσεις για ακόμη 4000 διπλώματα ευρεσιτεχνίας  σχετικά με την εξέλιξη νέων προϊόντων δυνητικά μειωμένου κινδύνου, ενώ έχει στη διάθεσή της και έχει δημοσιεύσει σε επιστημονικά περιοδικά αποτελέσματα μελετών και εργαστηριακών ερευνών και ελέγχων που είναι πολύ ενθαρρυντικά.

Η Παπαστράτος λοιπόν 86 χρόνια μετά από την ίδρυσης παύει να είναι καπνοβιομηχανία με την παραδοσιακή της μορφή. Η νέα επένδυση , δεν αλλάζει μόνο τη φυσιογνωμία της ίδιας της εταιρείας, που την καθιστά από παραδοσιακη καπνοβιομηχανία του χθες σε κέντρο καπνικών προϊόντων του αύριο, αλλά αλλάζει τη ίδια τη φιλοσοφία που αντιμετωπίζουμε τον καπνό. Το μέλλον για ένα κόσμο χωρίς καπνό είναι ήδη εδώ.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα