Ο κόσμος αγαπά τους ήρωες, όχι τα θύματα

Ο κόσμος αγαπά τους ήρωες, όχι τα θύματα
Παιδική κακοποίηση Getty Images/iStockphoto

Η αναπληρώτρια καθηγήτρια Εγκληματολογικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης Όλγα Θεμελή αναδεικνύει την κοινωνική υποκρισία, τους μύθους και τα τεράστια λάθη γύρω από το ζήτημα της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων στη χώρα.

«Το πρόβλημα του Κακού είναι ότι αν σε αγγίξει, σε μετατρέπει σε ένοχο. Αυτό είναι το μεγάλο μυστικό του Κακού: τα θύματα πάντα καταλήγουν να γίνουν οι ένοχοι για κάτι που το όνομά τους είναι πάλι το Κακό. Τα θύματα είναι πάντα περιττώματα. Ο κόσμος προσποιείται συμπόνια για τα θύματα, αλλά κατά βάθος τα περιφρονεί. Τα θύματα είναι πάντα ασυγχώρητα. Μ΄ άλλα λόγια, ευκαταφρόνητα. Ο κόσμος αγαπά τους ήρωες, όχι τα θύματα», γράφει ο πολυβραβευμένος Ισπανός λογοτέχνης και ποιητής Manuel Vilas στο περίφημο βιβλίο του «Ορδέσα», όπου ο ανήλικος ήρωάς του αναφέρεται στη σεξουαλική του κακοποίηση από έναν ιερέα.

«Ο κόσμος αγαπά τους ήρωες, όχι τα θύματα». Αγαπά τους ευυπόληπτους οικογενειάρχες, τους πατριώτες που κρατούν πάντα περήφανα τη γαλανόλευκη, τους καλούς χριστιανούς με το υψηλό θρησκευτικό αίσθημα και το σταυρό στα χέρια τις άγιες μέρες, τους κοινωνικούς πολίτες υψηλών γνωριμιών που γευματίζουν και φωτογραφίζονται με πολιτικούς και άλλους επιφανείς, τους σκληρά εργαζόμενους επιχειρηματίες που επιβραβεύονται με απευθείας αναθέσεις από υπουργεία, το δήμο, τις εταιρείες του Δημοσίου και την Επιτροπή Παιγνίων για τις υπηρεσίες. Δύσληπτη και δύσπλοκη κάθε απόπειρα ερμηνείας.

Αγαπά και τους φιλάνθρωπους και ευσεβείς δωρητές των φτωχών καλλιτεχνών και τους μεγαλόκαρδους που «βοηθούν» παιδιά σε μεγάλη οικονομική ένδεια «απασχολώντας τα περιστασιακά» στην εργασία τους.

«Ο κόσμος αγαπά τους ήρωες, όχι τα θύματα». Αγαπά τους όμορφους πανελίστες στα τηλεοπτικά δίκτυα, τους γνωστούς αυτάρεσκους τηλε-επιστήμονες που φωνάζουν για την αυστηριοποίηση των ποινών και το κακό νομικό σύστημα που φταίει για όλα θυσιάζοντας τον πολύτιμο χρόνο τους προκειμένου να εμφανιστούν σε τόσα κανάλια τη μέρα και όσους με τόλμη και παρρησία πετούν στο μαύρο πηγάδι τις αρχές δεοντολογίας. Αγαπά και τους γνωστούς δημοσιογράφους οι οποίοι θα τους διαφωτίσουν λεπτομερώς για το πού, το πότε το πώς και από πόσους έγινε η σεξουαλική παραβίαση του θύματος.

Μπορεί να τον ενημερώσουν με κάθε ακρίβεια, για το τι γράφει ιατροδικαστική εξέταση, ακόμα για το ποια ακριβώς είναι η ανατομία του κόλπου ενός 12χρονου κοριτσιού μετά από τόσους βιασμούς (βλ. μεσημεριανή καθημερινή εκπομπή που λέει πάντα αλήθειες).

Ο κόσμος έμαθε να αγαπά τη σάρκα και όχι την ψυχή. Έμαθε να απαιτεί με ακόρεστη δίψα κι άλλα κομμάτια της, γνωρίζοντας ότι το αίτημά του θα ικανοποιηθεί πάραυτα από δημοσιογράφους και μάλιστα βραβευμένους. Έτσι και η διαρροή του προανακριτικού υλικού προς τέρψη του κοινού, αναμένεται πια ως μια φυσική συνέχεια της υπόθεσης.

Η κατάθεση ενός παιδιού μετατρέπεται έτσι σε ένα φέιγ βολάν που διανέμεται παντού κάνοντας κουρελόχαρτο τη δικονομική αρχής της μυστικότητας και τις εγγυοδοτικές της λειτουργίες, την αρχή του σεβασμού στο παιδί και της προστασίας των ευαίσθητων προσωπικών του δεδομένων, βγάζοντας προκλητικά τη γλώσσα στις εισαγγελικές αρχές, το ΕΣΡ και την ΕΣΗΕΑ. Μια πυορροούσα πραγματικότητα.

Αλλά τι γνωρίζει ο κόσμος;

Γνωρίζει άραγε ότι η σεξουαλική κακοποίηση ενός παιδιού συνιστά ένα εσωτερικό «ολοκαύτωμα» που μόνο οι επιζήσαντες ακραίων τραυματικών εμπειριών θα μπορούσαν να περιγράψουν; Ότι αυτό συνεφέλκει όλες τις διαστάσεις της ζωής του; Γνωρίζει για την πλήρη σωματική και ψυχική του εξόντωση, τη βαθιά χαρακιά, την ενοχή, το φόβο, το στίγμα; Για την απώλεια του ίδιου του εαυτού και τη διαρκή αγωνία αναζήτησής του; «Υπάρχω ακόμα και αν ναι, πώς»;

Τι σημαίνει για το ίδιο να αναγνωρίζει τη φωτογραφία του με τα χρήματα του βιασμού του στα χέρια – ασχημάτιστα κλαράκια ακόμα- στα έντυπα και στο διαδίκτυο, να παρακολουθεί τη ζωή του μέσα από τα αναλυτικά δελτία ειδήσεων και εκπομπών που «βγάζουν λαβράκια»; Να πνίγεται προσπαθώντας να φωνάξει «Ι can’t breath», αλλά η φωνή να μην μπορεί να ανέβει για να ακουστεί, γιατί τώρα οι αδηφάγοι φακοί με τα τρίποδα έξω από το σπίτι του διαρρηγνύουν τον ψυχικό του υμένα;

Γνωρίζει επίσης ότι ακόμα και σήμερα αμφισβητείται η αξιοπιστία των ισχυρισμών ενός παιδιού αλλά όχι και η αξιοπιστία βραβευμένων από την Ακαδημία Αθηνών «άριστων» χριστιανών με ιδιαίτερα έντονο θρησκευτικό συναίσθημα, μέχρι να αποδειχθεί (αν τελικά αποδειχθεί) ότι για χρόνια ασελγούσαν σε ανήλικους ιδρύματος που οι ίδιοι με την Πολιτεία είχαν δημιουργήσει για να τους παράσχουν «ασφαλή» στέγη (βλ. πρόεδρου και διευθυντή του ιδρύματος «Παιδικό Σπίτι» στον Πειραιά);

Γνωρίζει άραγε ο κόσμος που σήμερα ζητά την επιστροφή στη θανατική ποινή και την καταφυγή στο χημικό ευνουχισμό, για την αποτυχία ενός ολόκληρου Συστήματος το οποίο, αν και δέχτηκε καταγγελίες εδώ και χρόνια για περιστατικά που τώρα το απασχολούν, είτε τα αγνόησε είτε τα διερεύνησε ανεπιτυχώς;

Έχουμε λοιπόν την υποχρέωση να τον ενημερώσουμε για τα παρακάτω:

α) Η δική μας δικαιοταξία, πάνω από 30 έτη μετά την κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του παιδιού (ΔΣΔΠ), δεν έχει καταφέρει ακόμα να εναρμονιστεί ούτε με τις σημαντικές και θεμελιώδεις της αρχές. Τι κι αν οι καταληκτικές παρατηρήσεις της Ειδικής Επιτροπής του ΟΗΕ είναι καταπέλτης για τη χώρα μας, χρόνια τώρα.

Όμοια, ενσωματώνει ευρωπαϊκές Οδηγίες, θεσμοθετεί και επικυρώνει μηχανιστικά, ενισχύοντας το νομικό της οπλοστάσιο δίχως να εφαρμόζει. Ανεπίδοτα δικαιώματα.

Προβλέπει επίσης τη λειτουργία δομών για «το βέλτιστο συμφέρον του παιδιού» κατά την ιερή επιταγή της ΔΣΔΠ και ταυτόχρονα τις υπονομεύει.

Γνωρίζει ο κόσμος ότι η ανήλικη καταθέτει στη ΓΑΔΑ και όχι στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο του «Σπιτιού του Παιδιού» που λειτουργεί επιτέλους στην Αθήνα κατά τα διεθνή πρότυπα, μετά από κόπους και προσπάθειες ετών;

Πώς προτάσσεται και επιλέγεται ένα τέτοιο καφκικό κτίριο μετά από την πλήρη σωματική και ψυχική εξόντωση του θύματος;

Πώς προκρίνεται η είσοδος ενός παιδιού σε έναν τέτοιο χώρο – όπου μέχρι να φτάσει στον 7ο όροφο τα μάτια του αδυνατούν να αντέξουν τόσο φόβο και τόση μαυρίλα γύρω του, έναντι μιας δομής που υπηρετεί απόλυτα τις αρχές της φιλικής προς τα παιδιά δικαιοσύνης; Δεκαετίες τώρα όλος ο νομικά πολιτισμένος κόσμος «απο-ιδρυματοποιεί», «από-δικαστηριοποιεί» και «από-αστυνομικοποιεί»;

Γιατί επίσης κατά παράβαση της αρχής της ταχείας απονομής της δικαιοσύνης ένα ανήλικο θύμα ενδέχεται να περιμένει ακόμα και δέκα χρόνια μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεσή του αφού έχει περάσει -αν τελικά το αντέξει- από τις Συμπληγάδες πέτρες;

β) Στη χώρα μας το Σύστημα Παιδικής Προστασίας είναι ο μεγάλος ασθενής. Η προστασία της ανηλικότητας έχει πλήρως σχεδόν εκχωρηθεί σε ΜΚΟ και άλλους ιδιώτες που με τις δικές της ευλογίες απέκτησαν τεράστια δύναμη ανεξάρτητα από την επάρκεια, τον επιστημοσύνη, τον επαγγελματισμό και την καταλληλότητά τους. Κάποιοι μάλιστα, εκμεταλλευόμενοι την απίστευτη ισχύ τους και την μεγάλη αποδοχή των πολιτών, αρνούνται να εναρμονιστούν με το πρόσφατο νομικό πλαίσιο το οποίο θέτει αυστηρές και ανελαστικές προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας των Ιδιωτικών τους Μονάδων Παιδικής Προστασίας και Φροντίδας, καθώς και σχετικές κυρώσεις σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσής τους.

Τα δημόσια ιδρύματα παιδικής προστασίας εγκαταλείφθηκαν διαχρονικά. Υποστελεχομένα, αδύναμα να ανταποκριθούν στην κάλυψη των αναγκών των ανήλικων θυμάτων, καταρρέουν λίγο λίγο, παρά τις όποιες προσπάθειες μερικών ευαίσθητων και άξιων επαγγελματιών. Έτσι, έως ότου βρεθεί ένας ιδιωτικός τελικά χώρος φιλοξενίας -απουσία άλλης καταλληλότερης δομής- τα παιδιά τα οποία χρειάζεται άμεσα να απομακρυνθούν από το κακοποιητικό τους περιβάλλον, οδηγούνται για προστατευτική φύλαξη σε θαλάμους νοσηλείας παιδιατρικών κλινικών, αλλά και άλλων νοσοκομείων! Δεκάδες κακοποιημένα παιδιά διαμένουν σήμερα εκεί.

Η υποστελέχωση αποτελεί κοινό τόπο. Υποστέλεχωση των εισαγγελικών αρχών, των κοινωνικών υπηρεσιών, των ιατροπαιδαγωγικών κέντρων, του συνόλου των δομών και φορέων της παιδικής προστασίας. Ακόμα και ο «Συνήγορος του Παιδιού», η μοναδική και τόσο σημαντική για τη δικαιοταξία μας Ανεξάρτητη Αρχή αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα στελέχωσης.

Σήμερα, μόλις οκτώ ειδικοί επιστήμονες υπερβαίνουν εαυτόν για να παρέμβουν σε υποθέσεις παραβιάσεων δικαιωμάτων του παιδιού που λαμβάνουν χώρα σε όλη την επικράτεια. Ένας ελάχιστος αριθμός εξαιρετικών επαγγελματιών καλείται να διαχειριστεί πάνω από 1200 αναφορές πολιτών το χρόνο, να απαντά σε έναν ιδιαίτερα μεγάλο αριθμό τηλεφωνικών κλήσεων από παιδιά, γονείς κ.λ.π, να παρακολουθεί αυτεπάγγελτα σοβαρά ζητήματα παραβιάσεων της ΔΣΔΠ, να κάνει επισκέψεις σε σχολεία, να πραγματοποιεί επιτόπιους ελέγχους σε χώρους όπου διαβιούν ή δραστηριοποιούνται ανήλικοι (σωφρονιστικά καταστήματα, ιδρύματα, κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης, κέντρα φιλοξενίας, δομές φιλοξενίας κ.λπ) και πολλά άλλα ακόμα.

Πώς είναι δυνατό; Όμοια ο μεγαλύτερος Δήμος της χώρας, διαθέτει όλους κι όλους 27 κοινωνικούς λειτουργούς στις υπηρεσίες κοινωνικής προστασίας, από τους οποίους 8 μόνο έχουν τοποθετηθεί στην ομάδα Παιδικής Προστασίας του δήμου.

Πώς επίσης είναι δυνατό σε σύνολο 260 κοινωνικών λειτουργών και 45 ψυχολόγων που απασχολούνται σε 14 Δήμους που έλαβαν μέρος σε μια έρευνα του Συνηγόρου, 42 μόνο κοινωνικοί λειτουργοί να ασχολούνται με την διερεύνηση καταγγελιών κακοποίησης/παραμέλησης παιδιών;

«Ο κόσμος αγαπά τους ήρωες, όχι τα θύματα». Επιλέγει τη σύνταξη με τον ισχυρό, τον επώνυμο, τον γνωστό, παρά το ανήλικο εξουσιαζόμενο «αδύναμο» θύμα, άλλοτε για λόγους προσωπικού συμφέροντος και άλλοτε από φόβο. Επιλέγει να γίνει κρίκος στην ατελείωτη αλυσίδα της συνωμοσίας της σιωπής, να αποσυρθεί, να τραβήξει την κουρτίνα, να προστατευτεί. Να μάθει να γνωρίζει πώς να μη γνωρίζει. Κι όταν το κουτί της Πανδώρας ανοίξει και χτυπηθεί από το σκοτάδι και τη δυσοσμία, όταν το περιστατικό έρθει στο φως και απασχολήσει την επικαιρότητα, θα συνταχθεί αμέσως με την άλλη πλευρά, αποδεχόμενος ότι κάτι είχε καταλάβει, ότι κάτι είχε υποψιαστεί, ακόμα ότι και κάτι γνώριζε.

Γιατί η γειτονιά ήξερε αν μη τι άλλο, ότι έξι παραμελημένα, κάτισχνα ανήλικα παιδιά ζητιάνευαν συστηματικά στη γειτονιά και ότι ένα ακόμα ανήλικο ήδη από την ηλικία των 11 βρισκόταν διαρκώς σε ένα κατάστημα στο οποίο δούλευε, αντί να είναι σε μια σχολική τάξη.

Και το σχολείο; Δεν αναζήτησε ποτέ ένα τόσο ευάλωτο παιδί που πρώιμα εγκατέλειψε την εκπαίδευση;

Και οι κοινωνικές υπηρεσίες οι οποίες γνώριζαν ότι η μητέρα τους λάμβανε επίδομα λόγω ψυχικής ασθένειας και ότι ο πατέρας ήταν χρήστης με ιστορικό εγκλεισμού; Παρά ταύτα «ο κόσμος», εξοργισμένος και αποποιούμενος από κάθε προσωπική του ευθύνη, θα ζητήσει με μένος την υποδειγματική διαπόμπευση και τη θανάτωση του «κτήνους».

Η δε Πολιτεία αποποιούμενη κάθε της ευθύνη για άλλη μια φορά θα ρίξει τα δικά της κροκοδείλια δάκρυα, θα υποσχεθεί αυστηροποίηση των ποινών και θα καταφύγει σε έναν συνήθη βερμπαλισμό που θα μείνει γράμμα κενό, πουκάμισο αδειανό. Γιατί δεν αρκεί να θεσμοθετεί και να λειτουργεί δομές και υπηρεσίες. Είναι το εάν και το πώς εφαρμόζει. Είναι το πώς λειτουργεί και υποστηρίζει τους θεσμούς, που η ίδια προέβλεψε, για να υπονομεύσει νομοτελειακά στη συνέχεια. Στο ίδιο έργο θεατές…

Είναι το πώς θα πάψει να είναι τόσο σάπιες οι ραφές των κοινωνικών φίλτρων (πολιτική, εκκλησία, δημοσιογραφία, αθλητισμός, τέχνη κ.λ.π) για να μην μπορούν να σκίζονται με τέτοια ευκολία. Είναι το πώς τα σπαράγματα και τα θρύμματα των παιδιών που φλέγονται μπροστά στα μάτια μας, θα μας αναστήσουν από την κοινωνική μας απονέκρωση.

Είναι το πώς κάποτε ο κόσμος θα αγαπάει τα θύματα και όχι τους ήρωες.

Η Όλγα Θεμελή είναι Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Εγκληματολογικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα