Ολοκληρώνεται η ψυχοκοινωνική υποστήριξη σε πρόσφυγες από την Εταιρία Κοινωνικής Ψυχιατρικής και τον IRC

Ολοκληρώνεται η ψυχοκοινωνική υποστήριξη σε πρόσφυγες από την Εταιρία Κοινωνικής Ψυχιατρικής και τον IRC

Η παρέμβαση ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2017 και διήρκησε μέχρι τον Δεκέμβριο του 2018 με την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Προστασίας και Επιχειρήσεων Ανθρωπιστικής Βοήθειας και Πολιτικής Προστασίας- "Παρείχαμε βοήθεια σε 247 συνολικά άτομα κάνοντας 901 ατομικές και ομαδικές συνεδρίες μέσα σε διάστημα 14 μηνών".

Ολοκληρώθηκαν οι δράσεις ψυχοκοινωνικής υποστήριξης προσφύγων και μεταναστών που υλοποίησε η Εταιρία Κοινωνικής Ψυχιατρικής και Ψυχικής Υγείας (Ε.Κ.Ψ. & Ψ.Υ.) στο κέντρο της Αθήνας σε συνεργασία με την International Rescue Committee (IRC) και με την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Προστασίας και Επιχειρήσεων Ανθρωπιστικής Βοήθειας και Πολιτικής Προστασίας(ECHO). «Δουλέψαμε συστηματικά στο κομμάτι της πρόληψης και φροντίδας της ψυχικής υγείας υποστηρίζοντας και την κοινωνική ένταξη παιδιών προσφύγων και αιτούντων άσυλο. Παρείχαμε βοήθεια σε 247 συνολικά άτομα κάνοντας 901 ατομικές και ομαδικές συνεδρίες μέσα σε διάστημα 14 μηνών. Μέσα σε αυτό το διάστημα προσπαθήσαμε να κατανοήσουμε και να ανταποκριθούμε στις μεγάλες ανάγκες και τις σύνθετες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν αυτοί οι άνθρωποι περιορίζοντας τις συνέπειες της βίας, του εκτοπισμού και των συγκρούσεων που έχουν βιώσει», δηλώνει η Αθηνά Φραγκούλη, πρόεδρος της Ε.Κ.Ψ.& Ψ.Υ.

Η παρέμβαση ξεκίνησε τον Οκτώβριο του 2017 και διήρκησε μέχρι τον Δεκέμβριο του 2018. Κατά τη διάρκειά της, μια διεπιστημονική ομάδα της Ε.Κ.Ψ. & Ψ.Υ., που αποτελούνταν από ειδικούς ψυχικής υγείας, κοινωνικό λειτουργό, πολιτισμικούς διαμεσολαβητές και διερμηνείς, παρείχε ένα ευρύ φάσμα υπηρεσιών, όπως ψυχιατρική φροντίδα, βραχεία ψυχοθεραπεία και συμβουλευτική, καθώς και θεραπευτικές δράσεις μέσω τέχνης και λογοθεραπείας. Όλες οι υπηρεσίες προσφέρονταν σε παιδιά, εφήβους και ενήλικες μέσα από τη λειτουργία Κινητής Μονάδας σε δύο Κέντρα Ημερήσιας Φροντίδας και σε έναν ξενώνα προσωρινής διαμονής.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, 45% όσων έλαβαν υπηρεσίες ψυχικής υγείας ήταν παιδιά και έφηβοι και 55% ενήλικες, εκ των οποίων 55% άνδρες και 45% γυναίκες. Πρόκειται για ανθρώπους που αντιμετωπίζουν ψυχικές δυσκολίες λόγω του εκτοπισμού και της βίας που μπορεί να έχουν υποστεί στη χώρα καταγωγής τους ή και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους (πχ. σωματική και συναισθηματική κακοποίηση, βιασμό, μετατραυματικές διαταραχές) ή που δεν έχουν φροντιστεί κατάλληλα (π.χ. διακοπή φαρμακευτικής αγωγής κατά το ταξίδι). Επίσης, 29% των επωφελούμενων που έλαβαν υπηρεσίες ψυχοκοινωνικής υποστήριξης εκδήλωσε δυσκολία προσαρμογής στο νέο περιβάλλον (π.χ. δυσκολίες στον ύπνο και τη διαχείριση της καθημερινότητας, αυτοτραυματισμούς), 17% εκδήλωσε συμπτώματα άγχους και 15% εξέφρασε συναισθήματα θλίψης και απόγνωσης, συμπτωματολογία που οφείλεται στις παρούσες συνθήκες διαβίωσης και στην έλλειψη προοπτικής για το μέλλον.

Από τον Ιούλιο του 2018 το πρόγραμμα διευρύνθηκε με την παροχή υπηρεσιών και σε άτομα που διέμεναν σε διαμερίσματα υπό την αιγίδα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNCHR) αναλαμβάνοντας κατά περίπτωση και τη διαχείριση οξέων περιστατικών. Επιπλέον, ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στο κομμάτι της ένταξης παιδιών προσφύγων και ασυνόδευτων παιδιών μέσω της υποστήριξης της εγγραφής τους σε σχολεία και της περαιτέρω παρακολούθησής τους. Παράλληλα, έγινε ενημέρωση του προσωπικού των Κέντρων Ημέρας σε θέματα επιτροπείας παιδιών και προστασίας των δικαιωμάτων τους, ενώ αναπτύχθηκαν και δράσεις ευαισθητοποίησης της κοινότητας.

Μεγάλος βάρος δόθηκε, τέλος, στη διασύνδεση των φορέων που εργάζονται με πρόσφυγες στο πλαίσιο μιας ολιστικής παρέμβασης και αντιμετώπισης των αναγκών τους, όπως και στην παραπομπή περιστατικών που χρειάζονταν πιο μακρόχρονη παρακολούθηση και βοήθεια σε αρμόδιους φορείς για την παροχή των κατάλληλων υπηρεσιών.

«Στον τομέα της ψυχικής υγείας και της ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης ενός σκληρά δοκιμαζόμενου πληθυσμού χρειάζεται να γίνουν πολλά ακόμη βήματα, καθώς καταβάλλεται προσπάθεια από πολλούς φορείς που είναι, ωστόσο, αποσπασματική», επισημαίνει η Νίκη Δαρμογιάννη, ψυχοθεραπεύτρια στην Ε.Κ.Ψ. & Ψ.Υ και συντονίστρια της Κινητής Μονάδας. «Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν υπάρχει καμία συνέχεια στη φροντίδα και καμία δυνατότητα δημιουργίας ασφαλούς πλαισίου, που είναι καθοριστικό για την ψυχική ενδυνάμωση των προσφύγων και την επανάκαμψη της ελπίδας στη ζωή τους», συμπληρώνει.

Προκειμένου οι παρεμβάσεις που υλοποιούνται να έχουν μακροπρόθεσμα αποτελέσματα, χρειάζεται συντονισμός μεταξύ των υπηρεσιών του δημόσιου φορέα και των μη κερδοσκοπικών οργανώσεων. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορεί να εξασφαλιστεί συνεχής φροντίδα και κλίμα ασφάλειας για τους επωφελούμενους.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα