Προσφυγικό: Υπάρχει ρεαλιστική εναλλακτική πολιτική από τη βαρβαρότητα των επαναπροωθήσεων

Προσφυγικό: Υπάρχει ρεαλιστική εναλλακτική πολιτική από τη βαρβαρότητα των επαναπροωθήσεων
Πρόσφυγες προσπαθούν να φτάσουν στην Ελλάδα AP

Ο πρώην πρόεδρος του ελληνικού τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας, Σπύρος Απέργης γράφει για την πραγματικά εναλλακτική και ρεαλιστική πολιτική που μπορεί να ακολουθήσει η Ελλάδα στο προσφυγικό.

Με την υπόθεση των προσφύγων και μεταναστών στον Έβρο που έλαβε σημαντική δημοσιότητα σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, αναδείχθηκε ξανά η συστηματική προσπάθεια των κυβερνητικών κύκλων για συγκάλυψη, διαστρέβλωση και απαξίωση των διεθνών υποχρεώσεων της Ελλάδας αναφορικά με τη διάσωση των ανθρώπων αυτών και την πρόσβασή τους στις διαδικασίες ασύλου.

Το άρθρο αυτό αποσκοπεί στην ανάδειξη της νομιμότητας που αποκρύπτεται από το κυβερνητικό αφήγημα και, βεβαίως, αφορά και τις προηγούμενες κυβερνήσεις που διέπρατταν επαναπροωθήσεις. Ας δούμε, υπό τη μορφή ερωταπαντήσεων, το σοβαρό αυτό ζήτημα. Η παρουσίαση επιχειρεί να προσεγγίσει με απλότητα και σαφήνεια το ζήτημα ενώ αναδεικνύει μία ρεαλιστική και εφικτή εναλλακτική πολιτική απέναντι στο αίσχος των επαναπροωθήσεων σε βάρος δύστυχων ανθρώπων.

Τι είναι οι επαναπροωθήσεις;

Η αρχή της μη επαναπροώθησης απαγορεύει τη βίαιη απομάκρυνση των προσφύγων στα σύνορα εδαφών όπου κινδυνεύουν από διώξεις για λόγους φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, ιδιαίτερης κοινωνικής ομάδας ή πολιτικών πεποιθήσεων. Αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του καθεστώτος της διεθνούς προστασίας των προσφύγων, με βάση τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951, και συνιστά θεμελιώδη αρχή, από την οποία ουδεμία παρέκκλιση επιτρέπεται.

Η απαγόρευση της επαναπροώθησης σε κίνδυνο δίωξης εφαρμόζεται σε κάθε μορφή αναγκαστικής απομάκρυνσης παράτυπου αλλοδαπού τρίτης χώρας, μη κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων της απέλασης, της απομάκρυνσης, της έκδοσης και οποιασδήποτε άτυπης αναγκαστικής επιστροφής καθώς και στην περίπτωση της άρνησης εισόδου στα σύνορα.

Εφαρμόζεται όχι μόνο στις περιπτώσεις επιστροφής στη χώρα καταγωγής ή, στην περίπτωση των ανιθαγενών, στη χώρα προηγούμενης συνήθους διαμονής, αλλά και σε οποιονδήποτε τόπο όπου ο ενδιαφερόμενος δικαιολογημένα φοβάται ότι απειλείται η ζωή του ή η ελευθερία του για έναν ή περισσότερους από τους λόγους που ορίζει η Σύμβαση του 1951 ή από όπου κινδυνεύει να επαναπροωθηθεί σε παρόμοιο κίνδυνο. Συνεπώς αφορά και τρίτες χώρες όπου δεν παρέχουν προστασία από την επαναπροώθηση. Το δικαίωμα μη επαναπροώθησης ενεργοποιείται από τη στιγμή που οι πρόσφυγες εγκαταλείπουν τη χώρα προέλευσής τους.

Η φύλαξη των συνόρων και ζητήματα δημόσιας ασφάλειας επιβάλλει τον έλεγχο της μετανάστευσης; Μπορούν να έρχονται οι πρόσφυγες και οι μετανάστες στην Ευρώπη χωρίς περιορισμούς;

Αν και η αρχή της μη επαναπροώθησης δεν σηματοδοτεί δικαίωμα εισδοχής σε ένα κράτος, η αρχή της μη απόρριψης στα σύνορα –που θεωρείται ότι εμπεριέχεται στην αρχή μη επαναπροώθησης- συνεπάγεται τουλάχιστον προσωρινή εισδοχή για να καθοριστεί το καθεστώς του ατόμου. Με απλά λόγια, αν ένα κράτος επιστρέψει σκάφος, στο οποίο επιβαίνουν επιζητούντες διεθνή προστασία ή επιστρέψει, μέσω ξηράς, αλλοδαπούς στο κράτος από το οποίο εισήλθαν στην Ελλάδα, χωρίς να έχει αποφασίσει προηγουμένως αν κάποιος εμπίπτει στον ορισμό του πρόσφυγα, παραβιάζει την αρχή της μη επαναπροώθησης.

Απωθήσεις και άλλες μορφές απόρριψης, πριν οι επιζητούντες διεθνή προστασία φτάσουν στα σύνορα συνιστούν, στην πράξη, επαναπροώθηση. Διαφορετικά η αρχή θα αποτελούσε κενό γράμμα αν τα κράτη μπορούσαν να την παρακάμψουν, εμποδίζοντας τους πρόσφυγες να φτάσουν στην επικράτειά τους.

Αν εφαρμοστεί η υποδοχή όλων όσοι έρχονται παράτυπα στην Ελλάδα, θα υπάρξουν μαζικές αφίξεις πολλών χιλιάδων ή και εκατομμυρίων προσφύγων και μεταναστών. Δεν είναι ρεαλιστική αυτή η αντιμετώπιση.

Όπως έχω καταδείξει κι αλλού, πρόκειται για μύθο ότι δήθεν θα συρρεύσουν, μαζικά και σε σύντομο χρόνο, εκατοντάδες χιλιάδες ή εκατομμύρια πρόσφυγες και μετανάστες στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Η περίπτωση της Ουκρανίας είναι μία εξαιρετική περίσταση που,πάντως, αντιμετωπίστηκε με τον δέοντα τρόπο, δηλαδή την υποδοχή και φιλοξενία εκατομμυρίων Ουκρανών που έφυγαν από τη χώρα τους και αποδεικνύει ότι, αν υπάρχει πολιτική βούληση, εφαρμόζεται η νομιμότητα για εκτποισμένους ανθρώπους. Αυτό, όμως πρέπει να αφορά ΟΛΟΥΣ τους πρόσφυγες και τους μετανάστες και όχι μόνο τους Ουκρανούς.

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών, το 2021 είχαμε 89,8 εκατομμύρια ανθρώπους εκτοπισμένους από την περιοχή καταγωγής τους, τα 27,1 εκατομμύρια είναι πρόσφυγες (εκτός της χώρας καταγωγής τους), τα 53,2 εκατομμύρια είναι εσωτερικά εκτοπισμένοι εντός της χώρας καταγωγής τους, 4,6 εκατομμύρια αιτούντες διεθνή προστασία και 4,4 εκατομμύρια Βενεζουελάνοι εκτοπισμένοι στο εξωτερικό. Το 72% από τους πρόσφυγες και τους εκτοπισμένους Βενεζουελάνους βρίσκεται σε γειτονικές χώρες της χώρας καταγωγής τους ενώ το 83% των ίδιων ανθρώπων ζουν σε χώρες χαμηλού ή μεσαίου εισοδήματος.

Στην Ελλάδα, διαπιστώνουμε διαχρονικά ο πληθυσμός των νόμιμων αλλοδαπών τρίτων χωρών από τη δεκαετία του 1990 μέχρι σήμερα έχει μεν αυξηθεί από τις 567.564 στις 715.668 στις αρχές του 2020 παρά το γεγονός ότι υπήρξε το μεγάλο προσφυγικό και μεταναστευτικό ρεύμα του άνω τους 1 εκατομμυρίου προσφύγων και μεταναστών προς την Ελλάδα και την Ευρώπη το 2015.

Ωστόσο ενδιάμεσα οι αλλοδαποί τρίτων χωρών ήταν κατά περιόδους περισσότεροι στην Ελλάδα (γύρω στις 900.000 το 2004) ή περίπου στο ίδιο επίπεδο (712.879 στην απογραφή του 2011). Άρα, σε επίπεδο 25ετίας, βλέπουμε διακυμάνσεις στον απόλυτο αριθμό των νόμιμων αλλοδαπών τρίτων αρχών με κατάληξη σήμερα μία ελαφρά ανοδική τάση σε σχέση με τη δεκαετία του 1990, παρά τα κατά καιρούς μικρότερα ή μεγαλύτερα μεταναστευτικά κύματα προς την Ελλάδα και στην Ευρώπη ενώ το ποσοστό των ως άνω αλλοδαπών στο συνολικό μόνιμο πληθυσμό της Ελλάδας κυμαίνεται από 5,55% (τη δεκαετία του 1990) σε 6,62% το 20196. Συνεπώς ούτε υπερπληθυσμός ούτε μαζικά κύματα προσφύγων με σκοπό την εγκατάσταση στην Ελλάδα παρατηρήθηκαν διαχρονικά.

Γιατί να διασώζουμε όσους έρχονται στα σύνορά μας; Οι αναχαιτίσεις και η αποτροπή εισόδων παράτυπων μεταναστών δεν είναι νόμιμη;

Η Ελλάδα έχει την ηθική και τη νομική υποχρέωση να διασώζει πρόσωπα σε κίνδυνο στη θάλασσα, χωρίς την ελάχιστη καθυστέρηση, ακόμα και αν τα πρόσωπα αυτά βρίσκονται εκτός των χωρικών υδάτων της, στην ανοιχτή θάλασσα. Η υποχρέωση των αρμόδιων αρχών για διάσωση δεν υφίσταται μόνο όταν ένα σκάφος εκπέμπει σήμα κινδύνου, αλλά καλύπτει και τις περιπτώσεις που σκάφη «συναντούν» τυχαία λέμβους ή άτομα στη θάλασσα καθώς και τις περιπτώσεις που οι επιβαίνοντες στις λέμβους έχουν οι ίδιοι προκαλέσει τον κίνδυνο ζωής τους.

Με βάση τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι νόμιμες οδοί για τους αιτούντες διεθνή προστασία πρέπει να είναι «ουσιαστικά και αποτελεσματικά προσβάσιμες στους αιτούντες», κάτι που ΔΕΝ διαθέτει η Ελλάδα, δηλαδή ουδείς μπορεί να εμφανιστεί νόμιμα και να ζητήσει διεθνή προστασία με κάποιο τρόπο στην Ελλάδα (συνοριακά περάσματα, προξενεία και πρεσβείες του κράτους στο εξωτερικό κλπ).

Συνεπώς ΟΛΕΣ οι αναχαιτίσεις και οι αποτροπές εισόδου παράτυπων αλλοδαπών είναι παράνομες, εφόσον δεν προσφέρονται τέτοιες νόμιμες είσοδοι και όσοι τις διαπράττουν (τις αναχαιτίσεις, τις αποτροπές εισόδου, τις επαναπροωθήσεις κλπ) πρέπει να ελεγχθούν από τη δικαιοσύνη για τις σχετικές πράξεις και παραλείψεις τους.

Ποια πολιτική πρέπει να υιοθετηθεί για την έλευση των προσφύγων και των μεταναστών στην Ευρώπη;

Απαιτείται η υιοθέτηση πολιτικής προς την κατεύθυνση της αναλογικής κατανομής των μεταναστών και των προσφύγων σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η υλοποίηση μιας επεξεργασμένης και συνεκτικής ευρωπαϊκής πολιτικής με ανθρωπιστικό πρόσημο γι’ αυτή την αναλογική κατανομή, με αξιοπρεπείς υπηρεσίες υποδοχής και φιλοξενίας, με πρόσβαση σε δίκαιες και αποτελεσματικές διαδικασίες διεθνούς προστασίας με τα υψηλότερα διεθνή πρότυπα και με ουσιαστικά μέτρα ένταξης των δικαιούχων διεθνούς προστασίας.

Σε περίπτωση που δεν καθίσταται δυνατή απ’ όλα τα κράτη μέλη της Ένωσης, τουλάχιστον ένας ικανός αριθμός πρόθυμων χωρών θα μπορούσαν να κινηθούν σε αυτές τις κατευθύνσεις με διακυβερνητική συμφωνία. Λίγα απ’ αυτά γίνονται σήμερα και η Ευρωπαϊκή Ένωση μάλλον κινείται σε κατεύθυνση περισσότερο περιοριστικής πολιτικής.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να απομακρυνθεί από την εφαρμογή πολιτικών, πάση θυσία, περιορισμού των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών. Η αντιμετώπιση των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών ως ζήτημα κυρίως δημόσιας τάξης και ασφάλειας αποτελεί την κύρια έκφανση της συνολικής θεώρησης του προσφυγικού και μεταναστευτικού ρεύματος ως εν δυνάμει παράγοντα που «απειλεί» την «κανονικότητα» της ευρωπαϊκής ζωής και έχει οδηγήσει σε υιοθέτηση πολιτικών και πρακτικών που παραβιάζουν το δικαίωμα στη διεθνή προστασία.

Οι πνιγμοί προσφύγων και μεταναστών στη Μεσόγειο και στο Αιγαίο, οι άτυπες αναγκαστικές και βίαιες επαναπροωθήσεις από τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου και τον Έβρο, η εξωτερίκευση των υποχρεώσεων διεθνούς προστασίας σε χώρες, όπως η Τουρκία με το πρόσχημα της «τρίτης ασφαλούς χώρας», η αποφυγή διασώσεων προσφύγων και μεταναστών στη Μεσόγειο ή στο Αιγαίο ή η άρνηση υποδοχής τους σε ευρωπαϊκά λιμάνια είναι φαινόμενα που αποτελούν θλιβερή πραγματικότητα σήμερα και πρέπει να εκλείψουν, αν θέλουμε ο νομικός και πολιτικός πολιτισμός της Ευρώπης να δικαιολογεί το όνομά του.

Όλα αυτά απαιτούν και μία ενεργή κοινωνία των πολιτών που θα τα διεκδικήσει με κινηματικό και θεσμικό τρόπο. Ένα δημοκρατικό και προοδευτικό κίνημα αλληλεγγύης στις ανάγκες των προσφύγων για διεθνή προστασία είναι αναγκαιότητα αλλά και ζητούμενο.

O Σπύρος Απέργης είναι δικηγόρος, ειδικός στο προσφυγικό δίκαιο και πρώην πρόεδρος του ελληνικού τμήματος της Διεθνούς Αμνηστίας

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα