Αν η Γαλλία προσέφευγε στο ΔΝΤ…
Διαβάζεται σε 6'
Οι δηλώσεις του Ερίκ Λομπάρ περί υπαρκτού κινδύνου ανάγκης προσφυγής της χώρας στο ΔΝΤ άναψε φωτιές. Τι θα σήμαινε κάτι τέτοιο.
- 03 Σεπτεμβρίου 2025 14:35
Κάτι λιγότερο από μία δεκαετία από την αποχώρηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου από την Ευρωζώνη, όπου συμμετείχε σε -όχι και τόσο επιτυχημένη- συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην αντιμετώπιση της κρίσης στη νομισματική ένωση, η συζήτηση για το ενδεχόμενο «επιστροφής» του Ταμείου επανέρχεται με αφορμή την κλιμακούμενη (πολιτικο)οικονομική κρίση της Γαλλίας.
Την ώρα που και η κυβέρνηση του Φρανσουά Μπαϊρού απειλείται με κατάρρευση -στις 8 Σεπτεμβρίου, ζητώντας ψήφο εμπιστοσύνης- εξαιτίας του πακέτου λιτότητας των σχεδόν 44 δισεκατομμυρίων ευρώ για το 2026, ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Ερίκ Λομπάρ με τις δηλώσεις του του περί υπαρκτού κινδύνου ανάγκης προσφυγής της χώρας στο ΔΝΤ άναψε φωτιές, παρά το γεγονός ότι στη συνέχεια «μάζεψε» τις δηλώσεις αυτές.
Η γαλλική οικονομία «στο κόκκινο»
Η αλήθεια είναι ότι η Γαλλία βλέπει την οικονομία της σε μία δεινή θέση. Σύμφωνα με την εθνική στατιστική υπηρεσία της Γαλλίας στο πρώτο τρίμηνο του 2025 το δημόσιο χρέος της χώρας αντιστοιχούσε στο 113,9% του ΑΕΠ (3,345 τρισ. ευρώ). Το 2000 αντιστοιχούσε στο 60% του ΑΕΠ, το 2020 είχε ανέλθει στο 100%, ακολουθώντας μία διαρκώς ανοδική πορεία.
Το ΔΝΤ στην πρόσφατη έκθεσή του για τη γαλλική οικονομία, στο πλαίσιο του Άρθρου 4 του καταστατικού του, «σημειώνοντας το υψηλό και αυξανόμενο δημόσιο χρέος, σε συνδυασμό με σημαντικές εσωτερικές και εξωτερικές αντιξοότητες για την ανάκαμψη», τόνισε «την επείγουσα ανάγκη ενίσχυσης των δημόσιων οικονομικών και προώθησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την επίτευξη βιώσιμης ανάπτυξης». Σύμφωνα με το κυβερνητικό σχέδιο που παρουσιάστηκε στα μέσα Ιουλίου, στόχος της κυβέρνησης είναι η μείωση του δημόσιου ελλείμματος από το προβλεπόμενο 5,4% του 2025 στο 4,6% το 2026 και ως το 2,8% το 2029. Αυτό προβλέπεται να γίνει μέσω μείωσης δημόσιων δαπανών που αφορούν μεταξύ άλλων μειώσεις στις προσλήψεις στον δημόσιο τομέα, «πάγωμα» συντάξεων, επικαιροποίηση φορολογικών κλιμάκων, ακόμη και κατάργηση αργιών. Με λίγα λόγια, ένα «μνημόνιο» διαμορφωμένο από το ίδιο το Παρίσι. Για τη χώρα, περαιτέρω πολιτική αστάθεια θα σημάνει ακόμη μεγαλύτερη οικονομική πίεση που αναμένει ανάπτυξη του ΑΕΠ μόλις κατά 0,8% για τη φετινή χρονιά.
Με τις δηλώσεις του Γάλλου υπουργού Οικονομικών πάντως άνοιξε δημόσια συζήτηση με αντικρουόμενες απόψεις για το ενδεχόμενο προσφυγής της Γαλλίας στο ΔΝΤ. Η επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και πρώην γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ τόνισε ότι δεν βλέπει -τουλάχιστον προς το παρόν- ορατό το ενδεχόμενο προσφυγής της χώρας της στο Ταμείο. Υποστήριξε ότι οι χώρες-μέλη του οργανισμού του Μπρέτον Γουντς ζητούν την στήριξή του σε συνθήκες κατά τις οποίες το τρέχον ισοζύγιο πληρωμών τους είναι σοβαρά ελλειμματικό και συνεπώς δεν μπορούν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, επισημαίνοντας ότι «δεν είναι σήμερα αυτή η κατάσταση της Γαλλίας». Εξέφρασε όμως και την ανησυχία της για το ενδεχόμενο πτώσης της κυβέρνησης Μπαϊρού.
O επίσης Γάλλος, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του διεθνούς οργανισμού (2008-2015) Ολιβιέ Μπλανσάρ έχει αντίθετη γνώμη. Σε συνέντευξή του στον Νouvel Observateur δήλωσε ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να χρειαστεί η χώρα του τη χρηματοδοτική στήριξη του ΔΝΤ, όμως εξέφρασε την άποψη ότι υπάρχει περιθώριο ελιγμών προς την αντίθετη κατεύθυνση σε σχέση με το χείλος του γκρεμού. O ίδιος μάλιστα πρότεινε με ανάρτησή του στο Χ, εάν πέσει η κυβέρνηση Μπαϊρού να αναζητηθεί πρωθυπουργός από την Αριστερά με ευρύτερη υποστήριξη.
Πόσο πιθανή είναι η εμπλοκή του Ταμείου;
Ασφαλώς και μόνο η συζήτηση περί ενδεχομένου εμπλοκής του ΔΝΤ στη διαχείριση της γαλλικής οικονομίας αποτυπώνει τα πολλαπλά αδιέξοδα που αντιμετωπίζει η δεύτερη ισχυρότερη χώρα της ΕΕ και της Ευρωζώνης, με τον πρόεδρο Μακρόν να προσπαθεί ισορροπήσει την εσωτερική δυσαρέσκεια με πρωτοβουλίες στην εξωτερική πολιτική.
Ωστόσο, το ενδεχόμενο αυτό δεν φαίνεται να είναι και το πιθανότερο για μια σειρά από σημαντικούς λόγους. Η δήλωση του υπουργού Οικονομικών της Γαλλίας περί ΔΝΤ διατυπώθηκε και προς εσωτερική κατανάλωση. Το Ταμείο, ως διαχρονικό φόβητρο για τους λαούς υπερχρεωμένων χωρών, μοιάζει ως η ιδανική απειλή για να γίνουν δεκτά με ηπιότερο τρόπο μέτρα λιτότητας, όπως αυτά ακριβώς που έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση του Φρανσουά Μπαϊρού, δηλαδή το πακέτο λιτότητας των 43,8 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα, η ίδια η χώρα με βάση την κουλτούρα της -βλ. απόρριψη του Ευρωσυντάγματος το 2005 εξαιτίας της εκχώρησης εθνικής κυριαρχίας που προέβλεπε- αλλά και με βάση τις παραγωγικές της δυνατότητες είναι εξαιρετικά απίθανο να δεχόταν μία επιτροπεία από το Ταμείο.
Ταυτόχρονα, σε επίπεδο Ευρώπης, η επιστροφή του ΔΝΤ στη νομισματική ένωση με νέα εμπλοκή στη διάσωση χώρας-μέλους της θα ήταν και μία ισχυρή ήττα για την Ευρωζώνη αλλά και το σύνολο της ΕΕ. Θα αποτελούσε μία εμπέδωση της αδυναμίας και ανικανότητας της νομισματικής ένωσης και των ευρωπαϊκών αρχών να διαχειριστούν για ακόμη μία φορά μία κρίση και να αντιμετωπίσουν προκλήσεις στο εσωτερικό τους. Ουσιαστικά, ούτε κατά την κορύφωση της κρίσης της νομισματικής ένωσης στις αρχές της δεκαετίας του 2000 η Ισπανία και η Ιταλία μπήκαν επίσημα σε μηχανισμό στήριξης, καθότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα αποτελούσε ευθεία απειλή για τη διάλυση της Ευρωζώνης. Η ίδρυση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, εξάλλου, συνέβη ώστε να αποτραπεί το ενδεχόμενο στο μέλλον, μετά την κρίση της Ευρωζώνης, να έρθει εκ νέου το ΔΝΤ για να λύσει ευρωπαϊκά οικονομικά προβλήματα.
Σε κάθε περίπτωση η κρίση της γαλλικής οικονομίας είναι ακόμη ένα δείγμα καθοδικής πορείας τόσο των ισχυρών -πάλαι ποτέ αποικιοκρατικών δυνάμεων- της Γηραιάς Ηπείρου όσο και της ίδιας της ΕΕ ως Ένωσης, που δείχνει σε κάθε επικίνδυνη περίσταση ότι αδυνατεί να ανταπεξέλθει. Το ΔΝΤ πιθανότατα δεν θα πάει στη Γαλλία, η επισφάλεια όμως φαίνεται πως θα παραμείνει επί μακρόν.
*O Βαγγέλης Βιτζηλαίος είναι Συντονιστής Κύκλου Διεθνών & Ευρωπαϊκών Αναλύσεων Ινστιτούτου ΕΝΑ, υποψήφιος διδάκτωρ Πανεπιστημίου Πειραιώς