Άρθρο Κ. Φίλη στο NEWS 247: Το Κυπριακό επί ξυρού ακμής

default image

Ο Διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, Κωνσταντίνος Φίλης, γράφει στο NEWS 247 για το Κυπριακό. Η διακριτική πίεση που ασκείται από πλευράς Τουρκοκυπρίων για ανάληψη ενεργότερου ρόλου από πλευράς Ελλάδας. Ο ρόλος των ΗΠΑ

Η εντατικοποίηση των συνομιλιών για λύση του Κυπριακού έχει ως αφετηρία τις πιέσεις εκ μέρους του διεθνούς παράγοντα (εξαιρουμένης της Ρωσίας που δεν δείχνει να συμμερίζεται αυτή τη βιασύνη) και τη σχέση εμπιστοσύνης που έχουν αναπτύξει ο Κύπριος πρόεδρος, Αναστασιάδης, και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης, Ακιντζί.

Τα μεγαλεπήβολα σχέδια των ΗΠΑ

Ο πρόεδρος Ομπάμα είδε στο Κυπριακό την ευκαιρία να επισφραγίσει τη θητεία του με μία επιτυχία σε μία περιοχή που περιβάλλεται από κρίσεις, αποσταθεροποητικές καταστάσεις, αποτυχημένα κράτη (Λιβύη), περιφερειακές διενέξεις με ευρύτερο αντίκτυπο (Συρία, Ιράκ, Υεμένη), ευμετάβλητα σύνορα, προσφυγομεταναστευτικές ροές και τον ασύμμετρο κίνδυνο της τρομοκρατίας. Τυχόν επίλυση του, κατά τους κυρίαρχους κύκλους στην Ουάσιγκτον, θα αποκλιμάκωνε τις εντάσεις μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας, θα επανέφερε την Άγκυρα σε τροχιά αποκατάστασης των σχέσεων της με κάποιους εκ των γειτόνων της (σε συνέχεια την σχετικής εξομάλυνσης με το Ισραήλ), θα αφαιρούσε ένα αγκάθι 42+ ετών και θα άνοιγε τον δρόμο σε συμπράξεις, με άξονα την ενέργεια. Έτσι, σταδιακά η Ανατολική Μεσόγειος θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ένα μοντέλο σύγκλισης κρατών με ιστορικές διαφορές, καχυποψία, και διαφορετικά θρησκεύματα, χάριν της αναγκαιότητας να οικοδομηθεί ένα άξονας ανάσχεσης των προκλήσεων ασφαλείας που συγκεντρώνονται περιμετρικά και απειλούν τη Γηραιά Ήπειρο. Εντούτοις, μία τέτοια προοπτική υπό τις παρούσες συνθήκες κρίνεται αμφίβολη.

Οι χαμηλές προσδοκίες για τη συμβολή της Τουρκίας

Δεδομένης της αναστάτωσης που επικρατεί στο εσωτερικό της Τουρκίας και της διαπίστωσης πως η χώρα και ο πρόεδρος της είναι στριμωγμένοι, συνδυαστικά με την αναγνώριση πως είναι αρκετά σημαντική για να καταστεί διαχειρίσιμη τυχόν διολίσθησή της στην αστάθεια, το Κυπριακό θα αποτελούσε δέλεαρ προς τον Ερντογάν: αφενός για να κερδίσει πόντους στο εσωτερικό, αφετέρου, ως αντάλλαγμα για πιθανές ανακατατάξεις στη Μέση Ανατολή αντίθετες προς τα τουρκικά συμφέροντα. Σε αυτό το σκεπτικό, ωστόσο, υπάρχουν δύο βασικά προβλήματα:

η Άγκυρα δείχνει ανυποχώρητη (και δεν είναι μόνο θέμα τακτικού ελιγμού) σε θέσεις που δεν μπορεί να δεχθεί η ελληνοκυπριακή πλευρά (π.χ. παραμονή τουρκικών στρατευμάτων με κάποιο προκάλυμμα). Άλλωστε, προκειμένου ο Ερντογάν να ισχυροποιηθεί εσωτερικά, δεν μπορεί να προβεί σε αναδίπλωση, έχοντας το τελευταίο διάστημα σηκώσει πολύ ψηλά τον πήχη του εθνικισμού. Πρέπει η εικόνα του ισχυρού και στιβαρού ηγέτη, που συστηματικά καλλιεργεί, να αποδώσει καρπούς κάπου, ειδικά εφόσον στο μέτωπο της Μέσης Ανατολής βγαίνει προσώρας χαμένος. Οι ΗΠΑ, πάντως, φέρεται να στηρίζουν την άποψη για διατήρηση της τουρκικής παρουσίας στο ενδεχόμενο επίλυσης, στοιχείο που ακόμη και αν έχει προθεσμίες αποχώρησης, θα μπορούσε να είναι λόγος επικράτησης του ΟΧΙ από πλευράς Ελληνοκυπρίων. ‘Ισως αυτός να είναι και ο απώτερος στόχος της Άγκυρας.

Ακόμη και θετική για την Τουρκία διευθέτηση του Κυπριακού, δεν θα μπορούσε να την κατευνάσει έναντι ενδεχόμενης δημιουργίας ενός οιονεί κουρδικού κράτους στη Συρία, στα πρότυπα του αντίστοιχου στο Ιράκ. Άρα τα δύο μέτωπα έχουν ετεροβαρή σημασία για τη γειτονική χώρα. 

Το ρίσκο αποστασιοποίησης της ελληνικής πλευράς

Μία ενδιαφέρουσα εξέλιξη είναι η διακριτική πίεση που ασκείται από πλευράς Τουρκοκυπρίων για ανάληψη ενεργότερου ρόλου από πλευράς Ελλάδας, μάλλον προκειμένου να ικανοποιηθεί το αίτημα για τετραμερή συνάντηση, που η Αθήνα απορρίπτει. Η δε επιλογή αποστασιοποίησης της τελευταίας από τις συνομιλίες, ναι μεν συμβολίζει την έμπρακτη αντίθεσή της στις αναχρονιστικές πρακτικές των εγγυήσεων, απομειώνοντας και τις πιέσεις που δέχεται σε μία περίοδο που το συρρικνούμενο διπλωματικό κεφάλαιο χρησιμοποιείται επιλεκτικά, δίνει, ωστόσο, στην Τουρκία το μονοπώλιο να προστρέχουν σε αυτή ως τον καθοριστικό παράγοντα από τις ορέξεις του οποίου εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η λύση. Ακόλουθα, η Άγκυρα βρίσκεται σε ένα συνεχές δούναι και λαβείν, που της προσφέρει την ευκαιρία να επεξηγεί τις θέσεις της (δημιουργώντας συνθήκες καλύτερης κατανόησής τους), υπογραμμίζοντας την αξία της σε άλλα πιο κρίσιμα για τη Δύση μέτωπα, ενώ από την άλλη η ελληνοκυπριακή πλευρά στερείται του αναγκαίου διπλωματικού εκτοπίσματος. Ο προσανατολισμός των πιέσεων εκ μέρους των ισχυρών το επόμενο διάστημα θα αποδείξει το ορθό ή μη της ελληνικής επιλογής. Στο Υπουργείο Εξωτερικών πιστώνεται, πάντως, ένα καλογραμμένο και με ισχυρά επιχειρήματα κείμενο εναντίον του υφιστάμενου συστήματος εγγυήσεων και ασφάλειας -έστω και αν είδε το φως της δημοσιότητας ως διαρροή- με το ζητούμενο να είναι ο βαθμός επίδρασης του στις εξελίξεις.   

Προς…συγκρατημένη απαισιοδοξία

Παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί, κρίσιμα ζητήματα, όπως το εδαφικό, το περιουσιακό, το σύστημα διακυβερνησης (π.χ. η εκ περιτροπής προεδρία), η ασφάλεια και οι εγγυήσεις παραμένουν σε εκκρεμότητα, με τις διαφορές μέχρι στιγμής να μοιάζουν αγεφύρωτες. Ένα εξίσου καίριας σημασίας ζήτημα που κανονικά θα έπρεπε να εξετάζεται παράλληλα είναι το οικονομικό. Ποιοί, δηλαδή, θα αναλάβουν το κόστος της λύσης και ενώ οι γνώμες των ειδικών το τοποθετούν μεταξύ 5 και 30 δις ευρώ. Ανεξάρτητα από τη μεγάλη απόκλιση, μέχρι σήμερα, πέρα από δηλώσεις καλών προθέσεων, εκ μέρους ΗΠΑ, ΟΗΕ, ΕΕ, δεν υπάρχει καμία δέσμευση για την κάλυψη μέρους του όποιου ποσού. Είναι, επίσης, σαφές ότι στο νέο κράτος δεν μπορεί να μεταφερθεί το χρέος των Τουρκοκυπριών προς την Τουρκία, κάτι που σημαίνει ότι η τελευταία θα υποχρεωθεί να το απορροφήσει.

Τα χρονοδιαγράμματα (δημοψηφίσματα εντός του πρώτου εξαμήνου του 2017) μοιάζουν ασφυκτικά και το ερώτημα είναι αν μπορούν να τηρηθούν, καθώς και τι θα συμβεί σε περίπτωση αποτυχίας, πολύ περισσότερο από τη στιγμή που προϊόντος του χρόνου αυξάνει η δεδομένη εξάρτηση των Τουρκοκυπρίων από την Τουρκία -εποικισμοί, τροφοδοσία των Κατεχομένων με νερό και ρεύμα, κτλ. Επίσης, η προσήλωση της νέας αμερικανικής κυβέρνησης (εξίσου πρόθυμη και προσανατολισμένη με την απερχόμενη;) και η στάση της Ρωσίας –που μέχρι τώρα δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά της, αλλά μάλλον το τωρινό status quo είναι ευνοϊκότερο για αυτήν- θα προσμετρηθούν στη δυναμική διευθέτησης ή μη. Μπορεί, λοιπόν, η εύθραυστη κατάσταση να επιβάλει την αναζήτηση ευρύτερων συναινέσεων, εντούτοις, υπό την πίεση των συνθηκών, συνήθως, δεν επιτυγχάνονται λειτουργικές και βιώσιμες λύσεις.  Πολλώ δε μάλλον όταν εις εκ των συμβαλλομένων εκφράζει συνεχώς ρεβιζιονιστικές και μεγαλομανείς βλέψεις, χωρίς να επιδεικνύει διάθεση συμβιβασμού.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα