Μπανγκλαντές: Καταδικάστηκε σε θάνατο η ανατραπείσα πρωθυπουργός
Διαβάζεται σε 6'
Σε θάνατο καταδικάστηκε η εκδιωχθείσα πρωθυπουργός του Μπανγκλαντές, Σέιχ Χασίνα, καθώς κρίθηκε ένοχη για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
- 17 Νοεμβρίου 2025 12:46
Η Σέιχ Χασίνα, η εκδιωχθείσα πρωθυπουργός του Μπανγκλαντές, καταδικάστηκε σε θάνατο αφού κρίθηκε ένοχη για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, σχετικά με τη βίαιη καταστολή των φοιτητικών διαδηλώσεων πέρυσι που οδήγησαν στην κατάρρευση της κυβέρνησής της.
Το αρμόδιο δικαστήριο έκρινε ότι η Χασίνα ήταν υπεύθυνη για την υποκίνηση εκατοντάδων εξωδικαστικών εκτελέσεων που διενεργήθηκαν από τις δυνάμεις ασφαλείας.
Η αίθουσα του δικαστηρίου, όπου ήταν παρόντες συγγενείς θυμάτων, ξέσπασε σε χειροκροτήματα κατά την ανακοίνωση της ποινής.
“Η Σέιχ Χασίνα διέπραξε εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας με την υποκίνηση, την εντολή και την αποτυχία της να λάβει τιμωρητικά μέτρα”, είπε ένας από τους δικαστές ανακοινώνοντας την ετυμηγορία.
“Ήταν απολύτως ξεκάθαρο ότι υποκίνησε τους ακτιβιστές του κόμματός της… και επιπλέον δήλωσε ότι έδωσε εντολή να σκοτώσουν τους διαμαρτυρόμενους φοιτητές”, ανέφεραν οι δικαστές
Αυτό που ξεκίνησε ως ειρηνικές φοιτητικές διαδηλώσεις για τις ποσοστώσεις θέσεων στο δημόσιο πέρυσι, μετατράπηκε σε πανεθνικό κίνημα για την παραίτηση της Χασίνα. Το σημείο καμπής ήταν, όπως αναφέρει το CNN, η κυβερνητική καταστολή, η οποία φέρεται να είχα ως αποτέλεσμα τον θάνατο έως και 1.400 ανθρώπων, σύμφωνα με το γραφείο ανθρωπίνων δικαιωμάτων του ΟΗΕ. Επίσης, έως και 25.000 άτομα τραυματίστηκαν, όπως άκουσε το δικαστήριο.
Η Χασίνα αντιμετώπισε πέντε κατηγορίες σχετικές με την υποκίνηση δολοφονιών διαδηλωτών και τη διαταγή για χρήση φονικών όπλων, drones και ελικοπτέρων για την καταστολή των ταραχών. Η ίδια αρνείται τις κατηγορίες.
Η πρώην ηγέτιδα κυβερνούσε τη νότια ασιατική χώρα με από το 2009 έως την ανατροπή της το 2024, και υπάρχουν φόβοι ότι η απόφαση της Δευτέρας μπορεί να πυροδοτήσει κύμα πολιτικού χάους ενόψει των εθνικών εκλογών που αναμένονται τον Φεβρουάριο του επόμενου έτους.
Η Χασίνα ζει σε αυτοεξορία στο Νέο Δελχί από τον Αύγουστο πέρυσι, μετά την ανατροπή της από τους φοιτητές που έδιωξαν την ίδια και το κόμμα της, τη Λίγκα Αουάμι, από την εξουσία.
Δεν ήταν παρούσα στο δικαστήριο της Ντάκα και η δίκη αντιμετωπίστηκε με δυσαρέσκεια και επικρίσεις από τους συνηγόρους της, οι οποίοι την περασμένη εβδομάδα υπέβαλαν προσφυγή στον Ειδικό Εισηγητή του ΟΗΕ για τις εξωδικαστικές, συνοπτικές ή αυθαίρετες εκτελέσεις, εκφράζοντας “σοβαρές ανησυχίες για την καταπάτηση του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη”.
Η προσωρινή κυβέρνηση του Μπανγκλαντές έχει ζητήσει επίσημα την έκδοσή της, αλλά το Νέο Δελχί δεν έχει μέχρι στιγμής ανταποκριθεί.
Νέα επεισόδια βίας πριν από την απόφαση
Πριν από την ανακοίνωση της απόφασης, ξέσπασαν επεισόδια στην Ντόχα.
Τα μέτρα ασφαλείας ενισχύθηκαν, με τεθωρακισμένα οχήματα και αστυνομικούς γύρω από το δικαστήριο, ενώ αστυνομία, συνοριοφύλακες και ειδικές δυνάμεις είχαν αναπτυχθεί κοντά σε κυβερνητικά κτίρια.
Ο γιος της Χασίνα είπε την Κυριακή στο Reuters ότι οι υποστηρικτές του κόμματος θα μπλοκάρουν τις εκλογές του επόμενου έτους αν δεν αρθεί η απαγόρευση στο κόμμα, προειδοποιώντας πως οι διαδηλώσεις μπορεί να γίνουν βίαιες.
“Δεν θα επιτρέψουμε να γίνουν εκλογές χωρίς τη Λίγκα Αουάμι. Οι διαμαρτυρίες μας θα γίνονται όλο και πιο ισχυρές και θα κάνουμε ό,τι χρειαστεί. Αν η διεθνής κοινότητα δεν κάνει κάτι, πιθανότατα θα υπάρξει βία στο Μπανγκλαντές πριν από αυτές τις εκλογές… θα υπάρξουν συγκρούσεις”.
Η πορεία της Χασίνα
Η πολιτική πορεία της Χασίνα είναι μια ιστορία τραγωδίας, εξορίας και εξουσίας, άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιστορία της ίδιας της χώρας της. Υπό την ηγεσία της, το Μπανγκλαντές εισήλθε σε μια περίοδο σημαντικής οικονομικής ανάπτυξης, αν και συνοδεύτηκε από κατηγορίες για διαφθορά, υπονόμευση της δημοκρατίας, αυταρχισμό και παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ως μεγαλύτερη κόρη του Σέιχ Μουτζιμπούρ Ραχμάν, ιδρυτή του Μπανγκλαντές, εισήλθε νωρίς στην πολιτική, καθώς έγινε μάρτυρας του αγώνα για την αυτονομία των Βεγγάλων από το Πακιστάν.
Μετά το πραξικόπημα του 1975, στο οποίο δολοφονήθηκαν ο πατέρας, η μητέρα και οι τρεις αδελφοί της, η Χασίνα και η αδελφή της οδηγήθηκαν στην εξορία. Επέστρεψε στο Μπανγκλαντές το 1981 για να ηγηθεί της Λίγκας Αουάμι του πατέρα της και, μετά από χρόνια πολιτικής αντιπαράθεσης, εξελέγη για πρώτη φορά πρωθυπουργός το 1996.
Διετέλεσε μια θητεία και επέστρεψε στην εξουσία το 2008, κυβερνώντας μέχρι πέρυσι.
Το Μπανγκλαντές γνώρισε ισχυρή οικονομική ανάπτυξη υπό τη Χασίνα, αλλά οι οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα προειδοποιούσαν ότι εκείνη και η κυβέρνησή της κατευθύνονταν προς ένα σύστημα μονοκομματικής διακυβέρνησης. Οι επικριτές εξέφρασαν ανησυχίες για την αύξηση των αναφορών περί πολιτικής βίας, εκφοβισμού ψηφοφόρων και παρενόχλησης των μέσων ενημέρωσης και των αντιπολιτευόμενων
Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής της, σύμφωνα με οργανώσεις δικαιωμάτων, η κυβέρνηση χρησιμοποίησε τον νόμο περί κυβερνοασφάλειας για να περιορίσει την ελευθερία έκφρασης στο διαδίκτυο, συλλαμβάνοντας δημοσιογράφους, καλλιτέχνες και ακτιβιστές, με αναφορές για αυθαίρετες κρατήσεις και βασανιστήρια.
Αλλά η Χασίνα είχε καταφέρει να αντέξει πολλές προηγούμενες εξεγέρσεις κατά της εξουσίας της, οι οποίες ξέσπαγαν ιδιαίτερα σε περιόδους εκλογών.
Αυτό άλλαξε πέρυσι, με την επιτυχημένη εξέγερση που καθοδηγήθηκε από την Gen Z.
Πολλά μέλη της οικογένειάς της, καθώς και κορυφαία στελέχη και πρώην υπουργοί της κυβέρνησής της, βρίσκονται επίσης εκτός Μπανγκλαντές.
Οι υποστηρικτές της Χασίνα απορρίπτουν τις νομικές διαδικασίες ως πολιτικά υποκινούμενες και σχεδιασμένες να την απομακρύνουν από το πολιτικό σκηνικό. Το κόμμα της, η Λίγκα Αουάμι, έχει απαγορευθεί από πολιτικές δραστηριότητες όσο συνεχίζονται οι δίκες εναντίον της και εναντίον στελεχών του κόμματος.
Αντίθετα, η μεταβατική κυβέρνηση υπό την ηγεσία του νομπελίστα Μοχάμεντ Γιούνους υποστηρίζει ότι αυτές οι δίκες είναι ουσιαστικό βήμα για την αποκατάσταση της λογοδοσίας και την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους δημοκρατικούς θεσμούς της χώρας.