Bloomberg: Ο Ερντογάν θέλει να επιστρέψει στον Πούτιν τα S-400
Διαβάζεται σε 4'
Κατά την διάρκεια της συνάντησής με τον Πούτιν, ο Ερντογάν έθεσε ζήτημα επιστροφής των S-400 που είχε δώσει η Ρωσία στην Τουρκία.
- 17 Δεκεμβρίου 2025 18:18
Η Τουρκία επιδιώκει να επιστρέψει τα αντιαεροπορικά συστήματα S-400 που αγόρασε από τη Ρωσία πριν από σχεδόν μια δεκαετία, μια κίνηση που θα έβαζε τέλος σε μια αμφιλεγόμενη αμυντική συμφωνία η οποία είχε προκαλέσει σοβαρές τριβές στις σχέσεις της με τις ΗΠΑ και άλλα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, και θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για την αγορά αμερικανικών μαχητικών stealth F-35.
Σύμφωνα με το Bloomberg, ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έθεσε το ζήτημα στον Ρώσο ομόλογό του Βλαντίμιρ Πούτιν κατά τη διάρκεια συνάντησής τους στο Τουρκμενιστάν την περασμένη εβδομάδα, μετά από παρόμοιες συζητήσεις που είχαν προηγηθεί μεταξύ αξιωματούχων των δύο χωρών.
Η κίνηση του Ερντογάν έρχεται εν μέσω εντεινόμενων πιέσεων από την Ουάσιγκτον προς την Άγκυρα να εγκαταλείψει τη ρωσική προηγμένη τεχνολογία. Η κατοχή των πυραύλων από την Τουρκία, αλλά και η επιθυμία της να επανενταχθεί στο πρόγραμμα των F-35, τέθηκαν και κατά τη συνάντηση του Ερντογάν με τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο τον Σεπτέμβριο. Ο στενός σύμμαχος του Αμερικανού προέδρου, Τομ Μπάρακ, πρέσβης των ΗΠΑ στην Τουρκία, δήλωσε νωρίτερα αυτόν τον μήνα ότι η Άγκυρα βρίσκεται πιο κοντά στην εγκατάλειψη των S-400, εκτιμώντας ότι το ζήτημα θα μπορούσε να επιλυθεί μέσα στους επόμενους τέσσερις έως έξι μήνες.
Η απομάκρυνση του ρωσικού στρατιωτικού εξοπλισμού θα μπορούσε να βελτιώσει σημαντικά τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, ανοίγοντας τον δρόμο για την άρση των αμερικανικών κυρώσεων κατά της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας και για την πρόσβαση της Άγκυρας στα μαχητικά F-35, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές. Ανώτατος Τούρκος διπλωμάτης δήλωσε πρόσφατα ότι αναμένει την άρση των κυρώσεων το επόμενο έτος.
Η Τουρκία αγόρασε το σύστημα S-400 σε μια περίοδο αποξένωσης από τους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ, η οποία ξεκίνησε επί προεδρίας Μπαράκ Ομπάμα στις ΗΠΑ και εντάθηκε μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Ερντογάν το 2016. Εκείνη την περίοδο, η Άγκυρα επιδίωκε επίσης την αγορά των αμερικανικών πυραύλων Patriot, υποστηρίζοντας όμως ότι η Ουάσιγκτον δεν έδειχνε δέσμευση για την ολοκλήρωση της συμφωνίας.
Η απογοήτευση αυτή αποτέλεσε μέρος της αιτιολόγησης της Τουρκίας για τη στροφή προς τη Ρωσία και την αγορά των S-400.
Η Άγκυρα εκτιμά ότι ο ρόλος της ως μεσολαβητή μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας θα ενθαρρύνει τη Μόσχα να αντιμετωπίσει θετικά το αίτημα επιστροφής των συστημάτων.
Επιστροφή χρημάτων για τους πυραύλους θα ζητήσει ο Ερντογάν
Παράλληλα, η Τουρκία επιδιώκει επιστροφή χρημάτων για τα δισεκατομμύρια δολάρια που δαπάνησε για την αγορά του αντιαεροπορικού συστήματος. Αυτό ανοίγει το ενδεχόμενο η Άγκυρα να ζητήσει συμψηφισμό με τον λογαριασμό εισαγωγών πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη Ρωσία, αν και κάτι τέτοιο θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης.
Παρόλα αυτά, το κόστος των πυραύλων και των ραντάρ S-400 θεωρείται μικρό σε σύγκριση με το διπλωματικό κεφάλαιο που θα μπορούσε να κερδίσει η Τουρκία απέναντι στους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ — και ιδιαίτερα απέναντι στον Τραμπ — αν απαλλαγεί από το σύστημα, σύμφωνα με τις πηγές.
Το ΝΑΤΟ έχει προειδοποιήσει ότι η Ρωσία θα μπορούσε να αποκτήσει κρίσιμες πληροφορίες εάν η Τουρκία χρησιμοποιούσε τους S-400 παράλληλα με δυτικά μαχητικά αεροσκάφη. Σήμερα, η Άγκυρα δεν έχει θέσει το σύστημα σε επιχειρησιακή λειτουργία.
Η Τουρκία διαθέτει τον μεγαλύτερο στρατό στο ΝΑΤΟ μετά τις ΗΠΑ και έχει συχνά κατηγορηθεί ότι έρχεται υπερβολικά κοντά στη Μόσχα. Ο Ερντογάν το έχει αρνηθεί, υποστηρίζοντας όμως ότι η χώρα του χρειάζεται μια ισορροπημένη εξωτερική πολιτική.
Η στάση του απέναντι στη Ρωσία και τον πόλεμο στην Ουκρανία αποτυπώνει αυτή τη λογική. Έχει αρνηθεί να επιβάλει κυρώσεις στη Μόσχα, αλλά έχει περιορίσει τη διέλευση ρωσικών πολεμικών πλοίων από τον Βόσπορο προς τη Μαύρη Θάλασσα και έχει αποστείλει οπλισμό στο Κίεβο. Παράλληλα, ο Ερντογάν διατηρεί στενή προσωπική σχέση τόσο με τον Τραμπ όσο και με τον Πούτιν.
Οι ΗΠΑ απέβαλαν την Τουρκία από το πρόγραμμα των F-35 το 2019, ως απάντηση στην απόκτηση των S-400. Στη συνέχεια, το 2020, η Ουάσιγκτον ενεργοποίησε τον νόμο CAATSA (Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act), αποκλείοντας την τουρκική αμυντική βιομηχανία από την πρόσβαση σε ευαίσθητη τεχνολογία.
Τα F-35 της Lockheed Martin θεωρούνται ευρέως τα πιο προηγμένα μαχητικά αεροσκάφη στον κόσμο. Είναι γνωστά ως οι «quarterback» των αιθέρων, λόγω της ικανότητάς τους να συντονίζουν επιθέσεις με άλλα αεροσκάφη και drones, και κοστίζουν πάνω από 100 εκατ. δολάρια το καθένα στην ακριβότερη εκδοχή τους.