Γιατί έγινε τόση συζήτηση για τα πυρηνικά αυτή την εβδομάδα;
Διαβάζεται σε 7'
Ο Mathew Fuhrmann, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Texas A&M μίλησε στο CNN για τις πυρηνικές δοκιμές που μπήκαν βίαια στη δημόσια συζήτηση αυτή την εβδομάδα, με τις ΗΠΑ και τη Ρωσία να βρίσκονται στο επίκεντρο ενός διαλόγου που γεννά ερωτήματα αλλά και φόβους για το μέλλον.
- 02 Νοεμβρίου 2025 11:36
Την εβδομάδα που πέρασε οι λέξεις “πυρηνικά” και “δοκιμές” επανήλθαν στη δημόσια συζήτηση αναζωπυρώνοντας φόβους για το τι μας περιμένει.
Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν ανακοίνωσε τη δοκιμή ενός νέου πυραύλου ικανού να φέρει πυρηνικές κεφαλές. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απάντησε ζητώντας από τις ΗΠΑ να ξαναρχίσουν τις δοκιμές πυρηνικών όπλων. Καμία από τις δύο χώρες δεν έχει πραγματοποιήσει πυρηνικές δοκιμές από τη δεκαετία του ’90, και η Ρωσία έσπευσε να διευκρινίσει ότι ο Πούτιν δεν ανακοίνωσε νέες πυρηνικές δοκιμές. Κατά τη διάρκεια ταξιδιού του στην Ασία, ο Τραμπ δεν συναντήθηκε με τον δικτάτορα της Βόρειας Κορέας, Κιμ Γιονγκ Ουν, ο οποίος έχει απορρίψει τις απαιτήσεις για αποπυρηνικοποίηση της χώρας του.
Η Βόρεια Κορέα είναι ένας από τους πιθανούς «κακούς» στην ταινία του Netflix για τον πυρηνικό πόλεμο, με τίτλο “A House of Dynamite” της Κάθριν Μπίγκελοου. Πρόκειται για ένα θρίλερ τύπου “Rashomon” σχετικά με την έννοια της αμοιβαίας εξασφαλισμένης καταστροφής, το οποίο οι δημιουργοί θεωρούν ως ένα «καμπανάκι» για τις πυρηνικές δυνάμεις.
Το Πεντάγωνο ένιωσε την ανάγκη να συντάξει υπόμνημα απαντώντας στην απεικόνιση του αμερικανικού συστήματος πυραυλικής άμυνας στην ταινία ως εγγενώς ελαττωματικού.
Ο σεναριογράφος της ταινίας, Νόα Όπενχαϊμ, δήλωσε στο CNN ότι καλωσορίζει την κριτική, καθώς στόχος της ταινίας ήταν «να προκαλέσει μια συζήτηση για ένα ζήτημα που θεωρούμε εξαιρετικά σημαντικό και που δεν λαμβάνει αρκετή προσοχή — το γεγονός ότι υπάρχουν όλα αυτά τα πυρηνικά όπλα στον κόσμο, τα οποία αποτελούν μεγάλη απειλή για όλη την ανθρωπότητα».
Περισσότερες συζητήσεις για τα πυρηνικά όπλα αναμένονται στο μέλλον. Μια συνθήκη μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας που περιορίζει το μέγεθος των πυρηνικών οπλοστασίων λήγει τον Φεβρουάριο και δεν υπάρχει προς το παρόν καμία πρόοδος για την ανανέωσή της. Οι επιθέσεις της κυβέρνησης Τραμπ στις πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν καθυστέρησαν τις πυρηνικές του δυνατότητες, αλλά πιθανότατα δεν τις κατέστρεψαν ολοκληρωτικά.
Ο Mathew Fuhrmann, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Texas A&M, ο οποίος έχει γράψει εκτενώς για τα πυρηνικά όπλα και τον αφοπλισμό, μεταξύ άλλων στα βιβλία “Influence Without Arms: The New Logic of Nuclear Deterrence” και “Nuclear Weapons and Coercive Diplomacy” μίλησε στο CNN για τις πυρηνικές απειλές και τις διεθνείς εξελίξεις την εβδομάδα που πέρασε.
Σχετικά με το τι εννοούν ο Πούτιν και ο Τραμπ με τον όρο «πυρηνική δοκιμή», ο Fuhrmann αναφέρει πως «πρώτα απ’ όλα, είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε τι εννοούμε με τον όρο “πυρηνική δοκιμή”. Η Ρωσία έχει δοκιμάσει πυραύλους που μπορούν να μεταφέρουν πυρηνικά όπλα. Όμως, με την παραδοσιακή έννοια, πυρηνική δοκιμή σημαίνει την πυροδότηση μιας πυρηνικής εκρηκτικής συσκευής. Σκεφτείτε τη δοκιμή Trinity του Ιουλίου 1945 στην έρημο του Νέου Μεξικού, την οποία ίσως είδατε να απεικονίζεται στην ταινία “Oppenheimer” του 2023 (αν και μετά την υπογραφή της Συνθήκης Μερικής Απαγόρευσης Πυρηνικών Δοκιμών το 1963, οι περισσότερες δοκιμές γίνονταν υπόγεια και όχι στην ατμόσφαιρα). Αυτό δεν είναι αυτό που έκανε η Ρωσία, και δεν πιστεύω ότι αυτό εννοούν οι ΗΠΑ όταν μιλούν για επανέναρξη δοκιμών.
Υπάρχουν δύο βασικοί λόγοι για τους οποίους οι χώρες δοκιμάζουν στρατιωτικές τεχνολογίες. Ο πρώτος είναι για να διαπιστώσουν αν ένα όπλο λειτουργεί όπως έχει σχεδιαστεί. Ο δεύτερος είναι για να στείλουν ένα πολιτικό μήνυμα σε άλλες χώρες. Νομίζω ότι υπάρχει ένα στοιχείο «σηματοδότησης» στις πρόσφατες ρωσικές δοκιμές πυραύλων. Αν και είναι δύσκολο να αποκωδικοποιήσει κανείς τις προθέσεις της Μόσχας, με αυτές τις δοκιμές το Κρεμλίνο ίσως να λέει έμμεσα προς τις Ηνωμένες Πολιτείες και το ΝΑΤΟ: “Μείνετε μακριά από την Ουκρανία — δείτε τι θα μπορούσαμε να κάνουμε αν συνεχίσετε να αναμειγνύεστε”».
Σε σχετική ερώτηση για το κατά πόσο έχει αυξηθεί η απειλή μιας πυρηνικής αντιπαράθεσης τα τελευταία χρόνια, ο Fuhrmann απάντησε πως «είμαι πιο ανήσυχος για την πιθανότητα μιας σοβαρής πυρηνικής κρίσης σήμερα απ’ ό,τι ήμουν στα τέλη του 2021. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022 και στην πιθανότητα η Μόσχα να συνεχίσει να χρησιμοποιεί την πυρηνική της ισχύ ως εργαλείο εκφοβισμού για να επικρατήσει σε αυτόν τον πόλεμο. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Η πιθανότητα μιας πυρηνικής αντιπαράθεσης ΗΠΑ–Κίνας για την Ταϊβάν δεν είναι αμελητέα, ειδικά αν κάποια πλευρά παρερμηνεύσει την αποφασιστικότητα της άλλης να πολεμήσει. Οι πυρηνικές δυνατότητες της Βόρειας Κορέας επίσης αυξάνονται, και υπάρχει ο κίνδυνος μιας καταστροφής στην κορεατική χερσόνησο λόγω ατυχήματος ή λανθασμένου υπολογισμού. Να μην ξεχνάμε και τη μόνιμη πιθανότητα μιας κρίσης με πυρηνικό υπόβαθρο μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν. Αυτό δεν σημαίνει ότι η πιθανότητα μιας τέτοιας αντιπαράθεσης είναι υψηλή — πιστεύω ότι παραμένει σχετικά χαμηλή. Όμως, δεδομένου του τι διακυβεύεται, ακόμη και μια μικρή αύξηση του κινδύνου —ας πούμε κατά 2%— είναι λόγος ανησυχίας».
Αναφορικά με την πιθανότητα επαναδιαπραγμάτευσης της συνθήκης περιορισμού πυρηνικών όπλων μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, η οποία λήγει τον Φεβρουάριο, ο Fuhrmann σημείωσε πως «οι προοπτικές προς το παρόν φαίνονται δυσοίωνες. Όσο υπάρχει ένταση λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι η Ρωσία θα συμφωνήσει σε μια νέα συμφωνία ελέγχου των εξοπλισμών με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αν αυτή η ένταση μειωθεί, τότε οι πιθανότητες για μια νέα συμφωνία θα βελτιωθούν».
Θα πρέπει η Κίνα ή άλλες χώρες να συμμετέχουν σε αυτή τη διαδικασία; «Πολλοί Αμερικανοί πολιτικοί θα ήθελαν να περιλάβουν και την Κίνα σε μια συμφωνία ελέγχου εξοπλισμών με τη Ρωσία. Το πρόβλημα είναι ότι οι πυρηνικές δυνατότητες της Κίνας υστερούν προς το παρόν σε σχέση με αυτές των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Συνήθως, οι χώρες δεν επιθυμούν να διαπραγματεύονται από θέση αδυναμίας. Καθώς, όμως, το πυρηνικό οπλοστάσιο της Κίνας επεκτείνεται —μια τάση που ήδη παρατηρείται— μια τριμερής συμφωνία γίνεται πιο πιθανή, ειδικά αν το Πεκίνο φτάσει σε επίπεδο ισοτιμίας με τις άλλες δύο δυνάμεις», απαντά ο Fuhrmann.
Τέλος, ο Fuhrmann ρωτήθηκε για τη Συνθήκη Πλήρους Απαγόρευσης Πυρηνικών Δοκιμών (CTBT) την οποία προσπάθησε να διαπραγματευθεί ο Μπιλ Κλίντον τη δεκαετία του 1990 αλλά απέτυχε να την περάσει από τη Γερουσία. Ο Τραμπ δεν έχει αναφερθεί στην αναβίωσή της, αλλά θα μπορούσε να πείσει τις λίγες πυρηνικές δυνάμεις όπως την Κίνα, τη Ρωσία, τη Βόρεια Κορέα, τνη Ινδία, το Πακιστάν και το Ισραήλ— να την επικυρώσουν; «Η ψηφοφορία της Γερουσίας το 1999 σχετικά με τη Συνθήκη Πλήρους Απαγόρευσης Πυρηνικών Δοκιμών αποτέλεσε πισωγύρισμα για την παγκόσμια μη διάδοση των πυρηνικών. Υπάρχουν πολλά εμπόδια για την ενεργοποίησή της στο σημερινό πολιτικό περιβάλλον. Αν η κυβέρνηση Τραμπ κατάφερνε να το επιτύχει αυτό, θα ήταν μια σημαντική επιτυχία στην εξωτερική πολιτική», κατέληξε ο Fuhrmann.