Η Μαρίν Λεπέν και τα ΕΛΤΑ

Διαβάζεται σε 5'
H Marine Le Pen
H Marine Le Pen AP Photo Kamil Zihnioglu

Στον παγκόσμιο εμφύλιο πόλεμο που διεξάγεται ανάμεσα στις πόλεις και την ύπαιθρο, μια τάση που συνέβαλε στο Brexit και στο κίνημα Maga στην Αμερική, η Γαλλία είχε τη δική της απάντηση.

Τη δεκαετία του ’90, είχε παρατηρηθεί στη Γαλλία το εξής φαινόμενο: οι επαρχιακες κωμοπόλεις είχαν αρχίσει να αδειάζουν από δημόσιες υπηρεσίες. Συνήθως το κακό ξεκινούσε με το κλείσιμο του τοπικού σταθμού του τρένου, καθώς η διατήρηση του δεν συνέφερε πλέον την κρατική εταιρεία τραίνων, την SNCF. Κατόπιν έκλειναν τα αστυνομικά τμήματα (εξάλλου τι εγκληματικότητα να υπάρχει σε μια μικρή πόλη που δεν φτάνει καν το τρένο;) και τα κέντρα υγείας. Σιγά σιγά ξεκινούσαν να λιγοστεύουν και ιδιωτικές υπηρεσίες: τα φαρμακεία, οι τράπεζες, τα σουπερμάρκετ.

Η αίσθηση εγκατάλειψης και απουσίας του κράτους οδηγούσε σταδιακά τους κατοίκους αυτών των περιοχών σε ένα είδος πικρίας και φθόνου για τις πόλεις, ειδικά για το Παρίσι που φαινόταν – και πλέον ήταν κυριολεκτικά – όλο και πιο μακριά από τα προβλήματα τους, ενώ ταυτόχρονα τους έκλεβε τους νέους που πήγαιναν εκεί για σπουδές ή εργασία και δεν γυρνούσαν ποτέ. Όπως έχει παρατηρήσει ο Γάλλος γεωγράφος Κριστόφ Γκιγί, στη γαλλική περιφέρεια, ειδικά σε μια περιοχή στο κέντρο της χώρας που είναι γνωστή ως «άδεια διαγώνιος» λόγω της χαμηλής πυκνότητας πληθυσμού, κυριαρχoύσε πλέον η αίσθηση της οικονομικής αλλά και κοινωνικής απώλειας (dépossession). Όσοι έμεναν πίσω, συνήθως μεγαλύτερης ηλικίας και πιο συντηρητικοί, απαντούσαν με το μόνο όπλο που τους απέμενε: την ψήφο τους. Καθώς η εκλογική αριθμητική εξελίσσεται πιο αργά από την οικονομική, αυτή η βαθιά Γαλλία των ξεχασμένων κωμοπόλεων είχε και έχει ακόμα τη δύναμη να ανεβοκατεβάζει κυβερνήσεις.

Στις αρχές της προηγούμενες δεκαετίας, σε αυτές τις ξεχασμένες από τον Θεό και τα γαλλικό κράτος κωμοπόλεις ξεπρόβαλαν πολιτικά στελέχη και ακτιβιστές που απηχούσαν τις απόψεις της Μαρίν Λεπέν, η οποία έχοντας διώξει τους ακραίους από το κόμμα της Rassemblement National (έχει μεταφραστεί ατυχώς στα ελληνικά ως «Εθνικός Συναγερμός»), συμπεριλαμβανομένου του ιδρυτή του και πατέρα της, είχε βάλει ως στόχο τη διεύρυνση της απήχησης του στην επαρχία.

Ήταν ένα πολιτικό στοίχημα που σήμερα γνωρίζουμε ότι η Μαρίν Λεπέν κέρδισε. Το κίνημα που ξεκίνησε από την ύπαιθρο σιγά σιγά περικύκλωσε και σε ορισμένες περιπτώσεις κατέκτησε τις Γαλλικές πόλεις, αρχίζοντας από τα προάστια τους. Στον παγκόσμιο εμφύλιο πόλεμο που διεξάγεται ανάμεσα στις πόλεις και την ύπαιθρο, μια τάση που συνέβαλε στο Brexit και στο κίνημα Maga στην Αμερική, η Γαλλία είχε τη δική της απάντηση, αντιμετωπίζοντας τις αρνητικές επιπτώσεις της αποβιομηχανοποίησης και της παγκοσμιοποίησης με την παραδοσιακή της αντιδραστικότητα. Πλέον, ακόμα και η παραδοσιακά καθολική, γκολική δυτική Γαλλία δεν μπορεί να αντισταθεί στη γοητεία της Λεπέν, συμπεριλαμβανομένης της Βρετάνης, η οποία είναι τόπος καταγωγής της οικογένειας Λεπέν αλλά και έως πρόσφατα η πλέον αντιλεπενική περιοχή της χώρας.

Αυτοί είναι οι δυσαρεστημένοι ψηφοφόροι που στελέχωσαν το κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων, που αντιστάθηκαν σθεναρά στη μεταρρύθμιση των συντάξεων, που ήθελαν να μπλοκάρουν τα πάντα τον περασμένο Σεπτέμβριο και μισούν σχεδόν εμμονικά τον Εμμανουέλ Μακρόν. Στο μυαλό αυτών των ανθρώπων, που προέρχονται τόσο από την αριστερά όσο και τη δεξιά, κοινός εχθρός είναι ένας νεφελώδης νεοφιλελευθερισμός (όπως και στην Ελλάδα, στη Γαλλία γίνεται κατάχρηση του όρου) που έχει βαλθεί όχι μόνο να κλείσει τα τοπικά ΕΛΤΑ, αλλά και να περιορίσει το κράτος στα απολύτως απαραίτητα και να τους κάνει πολίτες δεύτερης κατηγορίας στην ίδια τους τη χώρα, παρότι στην πραγματικότητα η φορολογία και οι δημόσιες δαπάνες ολοένα και αυξάνονται λόγω της γήρανσης του πληθυσμού.

Όχι τυχαία, το οικονομικό πρόγραμμα της Λεπέν είναι ουσιαστικά σοσιαλιστικό, αποσκοπώντας στην αναζωογόνηση της περιφέρειας μέσω ενός πιο ενεργού οικονομικά Γαλλικού κράτους, ενδεχομένως ακόμα και με κρατικοποιήσεις. Αυτό είναι εξάλλου και η κεντρική υπόσχεση της για το μεταναστευτικό: όχι η οριστική παύση της εισόδου εργατών από τις πρώην Γαλλικές αποικίες, κάτι που θα ήταν οικονομικά αδύνατο σε μια γηράσκουσα κοινωνία, αλλά η ενίσχυση της δυνατότητας του κράτους να ελέγχει ποιος περνάει τα σύνορα του.

Σήμερα, η Μαρίν Λεπέν είναι ένα βήμα πριν από την εξουσία, καθώς πολλές δημοσκοπήσεις δείχνουν αυτήν – ή εναλλακτικά το πουλέν της Ζορντάν Μπαρντελά – να επικρατεί στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2027, ακόμη και αν βρει ως αντίπαλο της το έως πρότινος φαβορί, τον κεντροδεξιό πρώην πρωθυπουργό Εντουάρντ Φιλίπ. Στις εκλογικές βραδιές των τελευταίων χρόνων, δεν είναι πλέον παράξενο ο χάρτης της Γαλλίας να βάφεται σχεδόν ολόκληρος με το μπλε χρώμα του Rassemblement National, με μόλις λίγα Γαλατικά χωριά – στην πραγματικότητα μεγάλες πόλεις όπως το Παρίσι και η Λυών – να έχουν διαφορετικά χρώματα, υπενθυμίζοντας ότι κάποιοι αντιστέκονται στον Λεπενισμό.

Ενάμιση χρόνο πριν τις προεδρικές εκλογικές, το πολιτικό κατεστημένο της Γαλλίας, από την πάλαι ποτέ κυβερνώσα σοσιαλιστική αριστερά έως τη γκολική δεξιά, έχει ήδη αρχίσει μια ηττοπαθή αλλά απαραίτητη ενδοσκόπηση για το πως κατάφερε να παραδώσει τη χώρα του Βολταίρου, του Σαρτρ και του Ντε Γκολ σε ένα κόμμα που έως πριν λίγα χρόνια ήταν μαγνήτης φασιστών (φανερών και μη), νοσταλγών της κυβέρνησης του Βισύ, θρησκόληπτων και οπαδών (αντισημιτικών κυρίως) θεωριών συνωμοσίας. Ήδη κάποιες φωνές υπενθυμίζουν ότι μια τέτοια διαδικασία μπορεί να ξεκινά από μια ξεχασμένη κωμόπολη, αλλά με τον καιρό γίνεται πολιτικό τσουνάμι που καταπίνει τα πάντα μπροστά του, περίπου όπως χρεοκοπούν οι χώρες, σύμφωνα με τον περίφημο αφορισμό του Έρνεστ Χέμινγουεϊ: αργά, και μετά ξαφνικά.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα