Γάζα: Πληροφορίες για εγκλήματα πολέμου από το εσωτερικό του ισραηλινού στρατού έφτασαν στις ΗΠΑ

Διαβάζεται σε 7'
Γάζα: Πληροφορίες για εγκλήματα πολέμου από το εσωτερικό του ισραηλινού στρατού έφτασαν στις ΗΠΑ
Palestinians struggle to get donated food at a community kitchen in Khan Younis, southern Gaza Strip, Friday, Sept. 19, 2025. (AP Photo/Jehad Alshrafi)

Πρώην αξιωματούχοι των ΗΠΑ αποκαλύπτουν ότι νομικοί του ισραηλινού στρατού είχαν εκφράσει ανησυχίες για τις στρατιωτικές επιχειρήσεις και τη νομιμότητα των τακτικών του.

Πέρυσι, οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες συγκέντρωσαν πληροφορίες ότι νομικοί του ισραηλινού στρατού εξέφρασαν ανησυχίες για ενδεχόμενα εγκλήματα πολέμου κατά τη στρατιωτική εκστρατεία στη Γάζα, η οποία υποστηριζόταν από αμερικανικά όπλα. Οι πληροφορίες αυτές αποκάλυπταν εσωτερικές αμφιβολίες για τη νομιμότητα των ισραηλινών τακτικών, παρά την επίσημη δημόσια υπεράσπιση των ενεργειών αυτών από το Ισραήλ.

Η συζήτηση στο εσωτερικό των ΗΠΑ έθεσε διλήμματα σχετικά με τη συνέχιση της στρατιωτικής συνεργασίας με το Ισραήλ, εντείνοντας τις διεθνείς ανησυχίες για παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου.

Οι μέχρι τώρα άγνωστες αυτές πληροφορίες, που πρώην αξιωματούχοι χαρακτήρισαν ως από τις πιο σοκαριστικές που μοιράστηκαν με κορυφαίους Αμερικανούς υπεύθυνους κατά τη διάρκεια του πολέμου, έδειχνε ότι υπήρχαν αμφιβολίες μέσα στον ισραηλινό στρατό για το αν οι τακτικές του ήταν νόμιμες, κάτι που ήταν πολύ διαφορετικό από ό,τι το Ισραήλ παρουσίαζε δημόσια υπερασπιζόμενο τις πράξεις του.

Δύο από τους πρώην αξιωματούχους δήλωσαν ότι το υλικό αυτό δεν κυκλοφόρησε ευρέως εντός της κυβέρνησης των ΗΠΑ παρά μόνο προς το τέλος της θητείας Μπάιντεν, όταν και διανεμήθηκε ευρύτερα πριν από ενημέρωση του Κογκρέσου τον Δεκέμβριο του 2024.

Οι πληροφορίες αυτές ενέτειναν τις ανησυχίες στην Ουάσιγκτον σχετικά με τη συμπεριφορά του Ισραήλ στον πόλεμο, τον οποίο το ίδιο δικαιολογούσε ως αναγκαίο για την εξάλειψη των μαχητών της Χαμάς που, όπως έλεγε, κρύβονταν μέσα σε σχολεία, νοσοκομεία και άλλες υποδομές για τον άμαχο πληθυσμό. Υπήρχαν φόβοι ότι το Ισραήλ στόχευε σκόπιμα αμάχους και ανθρωπιστικούς εργαζόμενους, κάτι που θα μπορούσε να θεωρηθεί έγκλημα πολέμου — ισχυρισμό που το Ισραήλ έχει κατηγορηματικά απορρίψει.

Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι ανησύχησαν ιδιαίτερα, καθώς ο αυξανόμενος αριθμός νεκρών αμάχων στη Γάζα ενίσχυε τους φόβους ότι οι επιχειρήσεις του Ισραήλ ενδέχεται να παραβίαζαν τα διεθνή νομικά πρότυπα περί αποδεκτών “παράπλευρων απωλειών”.

Οι πρώην αξιωματούχοι που μίλησαν στο Reuters δεν έδωσαν λεπτομέρειες για το ποιες συγκεκριμένες πολεμικές ενέργειες προκάλεσαν ανησυχίες στους στρατιωτικούς νομικούς του Ισραήλ.

Σύμφωνα με αξιωματούχους υγείας στη Γάζα, το Ισραήλ έχει σκοτώσει πάνω από 68.000 Παλαιστινίους κατά τη διάρκεια των δύο χρόνων πολέμου, ενώ ο ισραηλινός στρατός υποστηρίζει ότι τουλάχιστον 20.000 από τα θύματα ήταν μαχητές.

Το Reuters μίλησε με εννέα πρώην αξιωματούχους της κυβέρνησης Μπάιντεν, εκ των οποίων οι έξι είχαν άμεση γνώση των πληροφοριών και των συζητήσεων που ακολούθησαν εντός της κυβέρνησης των ΗΠΑ. Όλοι μίλησαν υπό τον όρο της ανωνυμίας λόγω της ευαισθησίας του θέματος.

Κατά τη διάρκεια της προεδρίας Μπάιντεν, είχαν αρχίσει να εμφανίζονται αναφορές για εσωτερικές διαφωνίες στην αμερικανική κυβέρνηση σχετικά με την εκστρατεία του Ισραήλ στη Γάζα.

Ο Ισραηλινός πρεσβευτής στις ΗΠΑ, Γεχιέλ Λάιτερ, αρνήθηκε να σχολιάσει όταν ρωτήθηκε για τις αμερικανικές πληροφορίες και τη συζήτηση που είχε γίνει εντός της κυβέρνησης Μπάιντεν σχετικά με αυτές. Ούτε το γραφείο του πρωθυπουργού του Ισραήλ ούτε ο εκπρόσωπος του ισραηλινού στρατού απάντησαν άμεσα σε αιτήματα για σχόλιο.

Τι θα σήμαινε παραδοχή των ΗΠΑ ότι το Ισραήλ διέπραττε εγκλήματα πολέμου

Οι πληροφορίες οδήγησαν σε διυπηρεσιακή συνάντηση στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας, όπου αξιωματούχοι και νομικοί συζήτησαν το πώς και αν έπρεπε να υπάρξει αντίδραση.

Μια επίσημη διαπίστωση των ΗΠΑ ότι το Ισραήλ διέπραττε εγκλήματα πολέμου θα απαιτούσε, σύμφωνα με την αμερικανική νομοθεσία, την αναστολή μελλοντικών παραδόσεων όπλων και τη διακοπή ανταλλαγής πληροφοριών με το Ισραήλ. Οι ισραηλινές υπηρεσίες πληροφοριών συνεργάζονται στενά με τις ΗΠΑ εδώ και δεκαετίες και παρέχουν κρίσιμες πληροφορίες, ιδιαίτερα για γεγονότα που συμβαίνουν στη Μέση Ανατολή.

Οι συζητήσεις του Δεκεμβρίου περιλάμβαναν αξιωματούχους από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, το Πεντάγωνο, την κοινότητα πληροφοριών και τον Λευκό Οίκο. Ο Μπάιντεν ενημερώθηκε επίσης από τους συμβούλους εθνικής ασφάλειας.

Ο Λευκός Οίκος δεν απάντησε άμεσα σε αίτημα για σχόλιο. «Δεν σχολιάζουμε θέματα πληροφοριών», ανέφερε εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.

Η αμερικανική συζήτηση για το αν οι Ισραηλινοί είχαν διαπράξει εγκλήματα πολέμου στη Γάζα ολοκληρώθηκε όταν νομικοί από διάφορες υπηρεσίες της αμερικανικής κυβέρνησης κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ήταν ακόμη νόμιμο για τις ΗΠΑ να συνεχίσουν να στηρίζουν το Ισραήλ με όπλα και πληροφορίες, αφού οι ΗΠΑ δεν είχαν συλλέξει δικά τους στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι το Ισραήλ παραβίαζε το δίκαιο των ένοπλων συγκρούσεων, σύμφωνα με τρεις πρώην αξιωματούχους των ΗΠΑ.

Κάποιοι ανώτεροι αξιωματούχοι φοβούνταν ότι μια επίσημη αμερικανική αναγνώριση εγκλημάτων πολέμου θα υποχρέωνε τις ΗΠΑ να διακόψουν τη στήριξη, γεγονός που θα μπορούσε να ενισχύσει τη Χαμάς, να καθυστερήσει τις διαπραγματεύσεις για κατάπαυση πυρός και να μεταβάλει το πολιτικό αφήγημα υπέρ της οργάνωσης.

Η απόφαση να διατηρηθεί η στήριξη προκάλεσε αγανάκτηση σε ορισμένους που πίστευαν ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν όφειλε να καταδικάσει πιο ανοιχτά τις ισραηλινές παραβιάσεις και τον ρόλο των ΗΠΑ στην υποστήριξή τους.

Η ομάδα Τραμπ, αφού ενημερώθηκε από την απερχόμενη κυβέρνηση Μπάιντεν, έδειξε ελάχιστο ενδιαφέρον για το θέμα και στη συνέχεια υιοθέτησε ακόμη πιο φιλοϊσραηλινή στάση, σύμφωνα με τους ίδιους αξιωματούχους.

Ένα παλαιστίνιο εκτοπισμένο κορίτσι σε έναν πρόχειρο καταυλισμό όπου έχει βρει καταφύγιο η οικογένειά της, στο Khan Younis 2025 Jehad Alshrafi/AP Photo

Επανειλημμένες προειδοποιήσεις από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ

Ακόμα και πριν οι ΗΠΑ συγκεντρώσουν πληροφορίες για εγκλήματα πολέμου από το εσωτερικό του ισραηλινού στρατού, νομικοί του Στέιτ Ντιπάρτμεντ είχαν επανειλημμένα προειδοποιήσει τον Άντονι Μπλίνκεν ότι το Ισραήλ ενδέχεται να διαπράττει εγκλήματα πολέμου, σύμφωνα με πέντε πρώην αξιωματούχους.

Ήδη από τον Δεκέμβριο του 2023, νομικοί του υπουργείου είχαν ενημερώσει τον Μπλίνκεν ότι θεωρούσαν πως η στρατιωτική συμπεριφορά του Ισραήλ στη Γάζα πιθανότατα συνιστούσε παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και πιθανώς εγκλήματα πολέμου.

Αυτή η εκτίμηση αντανακλάται σε έκθεση της αμερικανικής κυβέρνησης του Μαΐου 2024, η οποία ανέφερε ότι το Ισραήλ μπορεί να παραβίασε το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο κάνοντας χρήση αμερικανικών όπλων στη Γάζα — χωρίς όμως να καταλήγει σε οριστικό συμπέρασμα, επικαλούμενη «ομίχλη του πολέμου».

«Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν εξέταζε συνεχώς την τήρηση των νόμων του πολέμου από το Ισραήλ, καθώς και τις απαιτήσεις των δικών μας νόμων», δήλωσε ο Μπλίνκεν μέσω εκπροσώπου.

Οι διεθνείς ανησυχίες για πιθανά εγκλήματα πολέμου

Τον Νοέμβριο, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης εξέδωσε εντάλματα σύλληψης για τον πρωθυπουργό του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, και τον πρώην υπουργό Άμυνας του, καθώς και για τον ηγέτη της Χαμάς Μοχάμεντ Ντεΐφ, για φερόμενα εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Η Χαμάς αργότερα επιβεβαίωσε ότι ο Ντεΐφ σκοτώθηκε από το Ισραήλ.

Το Ισραήλ απορρίπτει τη δικαιοδοσία του ΔΠΔ και αρνείται ότι έχει διαπράξει εγκλήματα πολέμου. Οι ηγέτες της Χαμάς απορρίπτουν επίσης τις κατηγορίες.

Στις τελευταίες εβδομάδες της κυβέρνησης Μπάιντεν, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι συζήτησαν αν οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να θεωρηθούν συνένοχες εάν Ισραηλινοί αξιωματούχοι παραπέμπονταν σε διεθνές δικαστήριο.

Το Ισραήλ, το οποίο αντιμετωπίζει και αγωγή για γενοκτονία στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, απορρίπτει τις κατηγορίες ως πολιτικά υποκινούμενες, δηλώνοντας ότι στοχεύει τη Χαμάς και όχι τον άμαχο πληθυσμό της Γάζας, ενώ υποστηρίζει ότι λαμβάνει μέτρα για την αποφυγή απωλειών αμάχων.

Οι ΗΠΑ δημοσίως υπερασπίστηκαν το Ισραήλ, αλλά εσωτερικά η συζήτηση προκάλεσε πολιτική πίεση στους Δημοκρατικούς. Ο Μπάιντεν και η τότε αντιπρόεδρος Κάμαλα Χάρις διεξήγαγαν τελικά ανεπιτυχείς προεδρικές εκστρατείες.

Ο Μπάιντεν δεν απάντησε σε αίτημα για σχόλιο.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα