Πώς η επιθυμία του Τραμπ για ανάπτυξη Εθνοφρουρών απειλεί τη δημοκρατία στις ΗΠΑ
Διαβάζεται σε 10'
Τα σοβαρά συνταγματικά και πολιτικά ερωτήματα που εγείρει η επιθυμία του Τραμπ να στείλει στρατεύματα σε πόλεις όπως το Πόρτλαντ και το Σικάγο, παρά την αντίθεση των τοπικών αρχών.
- 07 Οκτωβρίου 2025 22:07
Σε ένα έθνος που ιδρύθηκε με αφορμή μια επανάσταση κατά της τυραννίας, η ιδέα της αποστολής αμερικανικών στρατευμάτων στους δρόμους της χώρας πάντα ξυπνά τον φόβο για κίνδυνο της ελευθερίας. Αυτός είναι και ο λόγος που οι περισσότεροι πρόεδροι απέφυγαν μια τέτοια κίνηση. Όπως γράφει σε ανάλυση του το CNN, το αχόρταγο πάθος του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ για κάτι τέτοιο μπορεί να προκαλέσει εξαιρετικά κρίσιμες εξελίξεις.
Οι προσπάθειές του να στείλει εφεδρείες της Εθνοφρουράς στο Πόρτλαντ του Όρεγκον και στο Σικάγο του Ιλινόις, παρά την αντίθεση των τοπικών και πολιτειακών αρχών, ενδέχεται να προκαλέσουν την συνταγματική κρίση που οι επικριτές του φοβούνταν εδώ και οκτώ μήνες.
Η κίνηση αυτή δοκιμάζει το μέχρι πού μπορεί να φτάσει ο Τραμπ για τη “MAGA” φιλοσοφία του καθώς και για το δόγμα του «μπορώ να το διορθώσω μόνος μου», ένα σύνθημα που παρουσίασε για πρώτη φορά στο συνέδριο του GOP το 2016 και που παραμένει κεντρικό στοιχείο και στις δύο προεδρίες του.
Η μεταφορά Εθνοφρουρών από πολιτείες που είναι προεδρικά «κόκκινες», όπως το Τέξας, σε δημοκρατικές πόλεις πρόκειται να εντείνει περαιτέρω το χάσμα και την εχθρότητα ανάμεσα σε συντηρητικές αγροτικές περιοχές και φιλελεύθερες αστικές περιοχές, που αποτελούν μια ολοένα και πιο ισχυρή δυναμική στην πολιτική πόλωση της Αμερικής.
Τελικά, η σειρά απειλών και κινήσεων εξουσίας από τον Λευκό Οίκο, η σφοδρή αντίδραση από δημάρχους Δημοκρατικών και η πληθώρα νομικών προκλήσεων θα δείξουν πόσο μακριά μπορεί να φτάσει ο νόμος και το Σύνταγμα απέναντι σε έναν πρόεδρο που ενσαρκώνει πολλές από τις ανησυχίες των ιδρυτών της χώρας για το πώς μια πολιτικοποιημένη εκτελεστική εξουσία με δίψα για επιβολή μπορεί να απειλήσει το δημοκρατικό πολίτευμα.
Όπως συμβαίνει συχνά με τις μεγάλες αντιπαραθέσεις στην εποχή του Τραμπ, τα γεγονότα χάνονται μέσα στην παραπληροφόρηση, σε ψευδείς ισχυρισμούς, σε μπλεγμένα νομικά επιχειρήματα και στις φιλοδοξίες των ισχυρών πολιτικών παικτών από όλες τις πλευρές.
Αλλά το βασικό ζήτημα είναι αρκετά απλό.Στην τελευταία φάση της εκστρατείας κατά του εγκλήματος και της μετανάστευσης, η κυβέρνηση επέλεξε δύο δημοκρατικές πόλεις, το Σικάγο και το Πόρτλαντ, στις οποίες επιθυμεί να στείλει στρατεύματα, παρόλο που οι νομικές και συνταγματικές προϋποθέσεις για τη χρήση του στρατού στη διατήρηση της τάξης δεν πληρούνται σε καμία περίπτωση.
Σύμφωνα με τις τελευταίες εξελίξεις, ο Τραμπ ενέκρινε επίσημα τη χρήση τουλάχιστον 300 μελών της Εθνοφρουράς του Ιλινόις στο Σικάγο για 60 ημέρες. Πολλοί ακόμα εφεδρικοί στρατιώτες μεταφέρονται από το Τέξας στο Σικάγο αφού υπάγονται σε ομοσπονδιακό έλεγχο. Οι τοπικές και πολιτειακές αρχές κατέθεσαν αγωγή κατά της κυβέρνησης για να σταματήσουν την ανάπτυξη των στρατευμάτων.
Παράλληλα, ένας δικαστής που διορίστηκε από τον Τραμπ έχει μπλοκάρει προσωρινά την απόφαση του προέδρου να αναλάβει τον έλεγχο των εφέδρων στην Όρεγκον ή να στείλει εφέδρους από την Καλιφόρνια στο Πόρτλαντ.
Η νομική δράση φαίνεται να εκνευρίζει τον πρόεδρο. Χθες, Δευτέρα (6/10) προειδοποίησε ότι, αν χρειαστεί, θα επικαλεστεί τον Νόμο περί Εξέγερσης για να παρακάμψει τους δικαστές που εμποδίζουν τις φιλοδοξίες του. «Αν χρειαστεί να το κάνω, θα το κάνω», δήλωσε από το Οβάλ Γραφείο.
Τι κρύβεται πίσω από τη ρητορική του Τραμπ για «ζώνες πολέμου»;
Ο Τραμπ υποστηρίζει εδώ και μήνες ότι το Πόρτλαντ «φλέγεται» και ότι άλλες αμερικανικές πόλεις, όπως το Σικάγο, αποτελλούν «απολύτως επικίνδυνες ζώνες, όπου δεν εφαρμόζεται ο νόμος», τις οποίες μάλιστα εξισώνει με το Αφγανιστάν σε ό,τι αφορά την επικινδυνότητα.
Αν και τα δεδομένα εγκληματικότητας μπορεί να μειώνονται, πολλοί πολίτες δεν αισθάνονται ασφαλείς και προτιμούν περισσότερη αστυνόμευση. Η αποτυχία της κυβέρνησης Μπάιντεν να εξασφαλίσει τα νότια σύνορα οδήγησε πολλούς ψηφοφόρους πέρυσι να νιώσουν ότι η κατάσταση είναι εκτός ελέγχου.
Ωστόσο, ο Τραμπ παρουσιάζει μια ανακριβή εικόνα για πόλεις που μοιάζουν με «ζώνες πολέμου». Οι αξιωματούχοι φαίνεται να ανταγωνίζονται μεταξύ τους, προσπαθώντας να ξεπεράσουν ο ένας τον άλλον στηρίζοντας το καταστροφικό αφήγημα του Αμερικανού προέδρου για την κατάσταση στις πόλεις, επηρεασμένοι από την παραπληροφόρηση των συντηρητικών ΜΜΕ.
Ο Stephen Miller, κορυφαίος σύμβουλος του Λευκού Οίκου, υποστήριξε έντονα ότι οι τοπικοί αξιωματούχοι αδυνατούν να προστατεύσουν τους ομοσπονδιακούς πράκτορες μετανάστευσης και ότι γι’ αυτό χρειάζονται στρατιωτική βοήθεια. Είπε μάλιστα στο CNN ότι «στο Πόρτλαντ, οι αξιωματούχοι της ICE έχουν υποστεί πάνω από 100 νύχτες τρομοκρατικών επιθέσεων, δημοσιοποίηση προσωπικών στοιχείων, απειλές δολοφονίας, βίαιες επιθέσεις και κάθε άλλο μέσο για να ανατρέψουν τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογών μέσω βίας».
Η περιγραφή του Miller για την κατάσταση της δημόσιας τάξης στην πόλη διαφέρει από αυτή των τοπικών αξιωματούχων, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι οι διαμαρτυρίες ήταν περιστασιακές γύρω από μια εγκατάσταση της ICE και περιορίζονταν σε μια γειτονιά της πόλης. Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής του Όρεγκον, Τζεφ Μέρκλεϊ, είπε στο CNN ότι τα περιστατικά αναταραχής συνήθως συνέβαιναν όταν οι ομοσπονδιακές δυνάμεις έρχονταν σε σύγκρουση με τους διαδηλωτές. Προειδοποίησε ότι ο Τραμπ ήθελε να «δημιουργήσει την εντύπωση χάους» για να δημιουργήσει νομική δικαιολογία για ακραία μέτρα. Ο Μέρκλεϊ κάλεσε τους διαδηλωτές να «μην πέσουν στην παγίδα».
Στο Μπρόντβιου, προάστιο του Σικάγο, όπου έχουν σημειωθεί διαμαρτυρίες κατά των επιχειρήσεων της ICE, η δήμαρχος Katrina Thompson περιορίσε τις διαμαρτυρίες μόνο κατά τη διάρκεια της ημέρας. Οι ομοσπονδιακοί αξιωματούχοι ανέφεραν αρκετά περιστατικά στα οποία τα οχήματα ομοσπονδιακών πρακτόρων είχαν χτυπηθεί στο Σικάγο. Ωστόσο, η Thompson κατηγόρησε τους ομοσπονδιακούς πράκτορες ότι δημιούργησαν «σκηνές χάος» κάνοντας «άδικη» χρήση «δακρυγόνων, σπρέι πιπεριού, πλαστικών σφαιρών σε διαδηλωτές και δημοσιογράφους».
Οι αξιωματούχοι δεν είναι οι μόνοι που διαψεύδουν τους ισχυρισμούς του Τραμπ για «πόλεις που καίγονται». Ένας ομοσπονδιακός δικαστής στο Όρεγκον, διορισμένος από τον πρόεδρο Τραμπ, χαρακτήρισε τις καταστροφολογικές δηλώσεις του για «έκτακτη ανάγκη» στο Πόρτλαντ «άσχετες με τα γεγονότα».
Αλλά γιατί να υπερβάλλει ο Λευκός Οίκος;
Οι επικριτές του Τραμπ πιστεύουν ότι ο πρόεδρος προσπαθεί να δημιουργήσει τις συνθήκες για να στρατιωτικοποιήσει τις πόλεις των ΗΠΑ, εκφράζοντας ξεκάθαρα την άποψη ότι κατέχει απόλυτη εξουσία και δεν υπόκειται στους περιορισμούς του νόμου. Τα λόγια των συνεργατών του ενισχύουν αυτούς τους φόβους.
Πώς μπορεί να χρησιμοποιήσει ο Τραμπ τον Νόμο περί Εξέγερσης
Οι κορυφαίοι αξιωματούχοι της κυβέρνησης πιστεύουν ότι ο Τραμπ εκλέχθηκε λόγω της υπόσχεσής του να ξεκινήσει την πιο μαζική εκστρατεία απέλασης στην ιστορία των ΗΠΑ. Υποστηρίζουν ότι κάθε προσπάθεια να εμποδιστεί αυτή η προτεραιότητα, είτε από διαδηλωτές είτε από τοπικούς ή πολιτειακούς αξιωματούχους, αντιπροσωπεύει καταπάτηση της θέλησης των ψηφοφόρων. Παράλληλα, υποστηρίζουν την αμφιλεγόμενη άποψη ότι η νίκη του Τραμπ σε μια εκλογή του δίνει απόλυτη εξουσία, την οποία τα δικαστήρια ή το Κογκρέσο δεν μπορούν να περιορίσουν.
Στην πραγματικότητα, μια νίκη στις εκλογές δίνει στον πρόεδρο τον έλεγχο ενός μόνο κλάδου της κυβέρνησης, ο οποίος συνταγματικά ελέγχεται και εξισορροπείται από τους άλλους δύο κλάδους και εξακολουθεί να υπόκειται στους νόμους.
Ωστόσο, είναι εύκολο να περάσει κανείς από αυτές τις γενικευμένες ερμηνείες για την προεδρική εξουσία στην άποψη ότι πλέον απαιτούνται ακραία μέτρα.
Και εδώ έρχεται ο Νόμος περί Εξέγερσης. Στις περισσότερες περιπτώσεις, ο πρόεδρος δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει στρατεύματα σε αμερικανικό έδαφος για σκοπούς επιβολής του νόμου. Όμως, ο Νόμος περί Εξέγερσης, ο οποίος χρησιμοποιείται σπάνια, επιτρέπει στον πρόεδρο να παρακάμψει αυτούς τους περιορισμούς για να καταστείλει μια εξέγερση κατά της κυβέρνησης.
«Δεν έχουμε εξέγερση στο Όρεγκον, δεν έχουμε αναταραχή, δεν έχουμε εισβολή», είπε στο CNN ο γενικός εισαγγελέας του Όρεγκον, Dan Rayfield.
Ωστόσο, είναι φανερό ότι ο Miller προσπαθεί να δημιουργήσει ένα αφήγημα που να στηρίζει την ύπαρξη αυτής της υποτιθέμενης ανυπακοής κατά της ομοσπονδιακής εξουσίας. Προς το παρόν, φαίνεται ότι αυτό το αφήγημα έχει περισσότερο πολιτικό παρά νομικό χαρακτήρα. Όμως, ο Miller είπε ότι οι διαδηλωτές που αντιτίθενται στις επιχειρήσεις της ICE στο Πόρτλαντ «προσπαθούν να ανατρέψουν τη βασική λειτουργία επιβολής του νόμου της ομοσπονδιακής κυβέρνησης».
Και πρόσθεσε: «Αυτό είναι ο απόλυτος ορισμός της εσωτερικής τρομοκρατίας, χρησιμοποιώντας την πραγματική και άμεση απειλή βίας για να εμποδίσει τους ομοσπονδιακούς αξιωματούχους να κάνουν τη δουλειά τους… είναι παράλογο, αντισυνταγματικό και πρέπει να κατασταλεί».
Η δημιουργία κρίσεων δημόσιας τάξης και σκληρών αντιδράσεων μπορεί να κινητοποιήσει τους ψηφοφόρους του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος ένα χρόνο πριν τις ενδιάμεσες εκλογές, οι οποίες συνήθως έχουν χαμηλότερη προσέλευση ψηφοφόρων σε σχέση με τις προεδρικές εκλογές.
Σε δημοσκόπηση του CBS News το Σαββατοκύριακο, η υποστήριξη για την ανάπτυξη στρατευμάτων σε περισσότερες πόλεις ήταν συγκεντρωμένη στους Ρεπουμπλικάνους, οι οποίοι πιστεύουν ότι τέτοιες πολιτικές μειώνουν το έγκλημα και τους κάνουν να αισθάνονται πιο ασφαλείς — ακόμη και αν δεν ζουν σε αυτές τις πόλεις. Ωστόσο, οι τακτικές αυτές μπορεί να στραφούν εναντίον του, καθώς το 58% των Αμερικανών αντιτίθεται στα σχέδια του Τραμπ να χρησιμοποιήσει τον στρατό στην επιβολή του νόμου.
Φυσικά, ο Τραμπ δεν είναι ο μόνος που παίζει πολιτικά παιχνίδια. Κυβερνήτες όπως ο JB Pritzker του Ιλινόις — ένας πιθανός υποψήφιος για τις προεδρικές εκλογές του 2028 από τους Δημοκρατικούς — προσπαθούν να εδραιωθούν ως ηγέτες της αντίστασης για τους Δημοκρατικούς, παίρνοντας θέση απέναντι στον Τραμπ. Ενώ, τοπικοί αξιωματούχοι που είναι σχεδόν άγνωστοι, έχουν τώρα την ευκαιρία να εμφανιστούν στην εθνική πολιτική σκηνή.
Αλλά οι βαθύτερες πολιτικές μάχες είναι μια δευτερεύουσα υπόθεση μπροστά σε ένα πιο βαθύ συνταγματικό ζήτημα.
Θα καταφέρει ο Τραμπ να ανατρέψει το ταμπού για τη χρήση του στρατού στους αμερικανικούς δρόμους, επιβεβαιώνοντας πλήρως την ιδεολογία του MAGA; Και αν το καταφέρει, πού θα οδηγήσει αυτό;