Θύματα βιασμού μηνύουν το Tinder – Το κατηγορούν ότι διευκόλυνε την κακοποίησή τους

Διαβάζεται σε 4'
Tinder
Tinder AP

Αγωγή κατά της μητρικής εταιρίας του Tinder κατέθεσαν θύματα βιασμού, κατηγορώντας την εφαρμογή πως δεν τα προστάτευσε.

Έξι γυναίκες που ναρκώθηκαν και βιάστηκαν ή υπέστησαν σεξουαλική επίθεση από τον ίδιο καρδιολόγο στο Ντένβερ κατέθεσαν αγωγή κατά της Match Group, της μεγαλύτερης εταιρείας εφαρμογών γνωριμιών στον κόσμο, στην οποία ανήκουν οι πλατφόρμες Tinder, Hinge, OkCupid και Plenty of Fish.

Οι ενάγουσες κατηγορούν την εταιρεία ότι, μέσω αμέλειας και ελαττωματικού σχεδιασμού των εφαρμογών της, επέτρεψε σε έναν γνωστό και επανειλημμένα καταγγελθέντα δράστη να συνεχίσει να έχει πρόσβαση σε νέες γυναίκες.

Ο δράστης, Στίβεν Μάθιους, καρδιολόγος από το Ντένβερ, είχε αναφερθεί στις εφαρμογές της Match Group ήδη από το 2020. Παρά τις καταγγελίες για βιασμό, παρέμεινε ενεργός στο Hinge και σε άλλες εφαρμογές μέχρι το 2023. Τον Οκτώβριο του 2024 καταδικάστηκε σε ποινή 158 ετών έως ισόβια κάθειρξη, αφού κρίθηκε ένοχος για 35 κατηγορίες ναρκώσεως και/ή σεξουαλικής επίθεσης σε βάρος 11 γυναικών την περίοδο 2019–2023.

Οι έξι γυναίκες που προσέφυγαν αστικά στη Δικαιοσύνη διατηρούν την ανωνυμία τους.

Σύμφωνα με την αγωγή, η Match Group ισχυρίστηκε σε επιζήσασα ότι είχε αποκλείσει μόνιμα τον Μάθιους, ωστόσο εκείνος παρέμεινε ενεργός στο Hinge και μάλιστα εμφανιζόταν ως «standout» ταίριασμα, δηλαδή προτεινόταν ενεργά από τον αλγόριθμο της εφαρμογής. Οι δικηγόροι των γυναικών υποστηρίζουν ότι η εταιρεία όχι μόνο απέτυχε να απομακρύνει γνωστούς δράστες, αλλά και δεν προειδοποιούσε τους χρήστες για τους κινδύνους, δημιουργώντας ένα περιβάλλον ευνοϊκό για «σεξουαλικούς θηρευτές».

Ελαττωματικός ο σχεδιασμός των dating apps, όπως το Tinder

Κεντρικό στοιχείο της αγωγής είναι ο ισχυρισμός ότι ο σχεδιασμός του Hinge είναι ελαττωματικός. Όπως αναφέρεται, ένας κακόβουλος χρήστης μπορεί εύκολα να διακόψει το ταίριασμα με ένα θύμα πριν αυτό προλάβει να τον καταγγείλει. Μόλις γίνει το «unmatch», η δυνατότητα αναφοράς εξαφανίζεται, γεγονός που δυσχεραίνει ή αποτρέπει την καταγγελία περιστατικών κακοποίησης. Η αγωγή επισημαίνει ότι ο Μάθιους εκμεταλλεύτηκε επανειλημμένα αυτή τη λειτουργία.

Η υπόθεση βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε έρευνα 18 μηνών του Dating Apps Reporting Project, που δημοσιεύτηκε στον Guardian. Η έρευνα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Match Group γνώριζε εδώ και χρόνια την έκταση της σεξουαλικής βίας στις πλατφόρμες της, αλλά κρατούσε τα σχετικά στοιχεία μυστικά. Αν και είχε δεσμευτεί να δημοσιεύσει έκθεση διαφάνειας το 2022, αυτό δεν έγινε ποτέ, ενώ αργότερα οι σχετικές αναφορές αφαιρέθηκαν από τον ιστότοπο της εταιρείας.

Πρόσθετες δοκιμές από το Dating Apps Reporting Project έδειξαν ότι αποκλεισμένοι χρήστες μπορούσαν να επιστρέψουν εύκολα στις εφαρμογές της Match Group, ακόμη και χωρίς να αλλάξουν όνομα, ημερομηνία γέννησης ή φωτογραφίες προφίλ. Το 2025 επιβεβαιώθηκε ότι αυτό εξακολουθούσε να ισχύει σε εφαρμογές όπως το Hinge, το OkCupid και το Plenty of Fish. Στο Tinder έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται μέτρα όπως η επαλήθευση μέσω βίντεο και αναγνώρισης προσώπου (Face Check), αν και ειδικοί επισημαίνουν ότι τέτοια μέτρα δεν θα απέτρεπαν απαραίτητα περιπτώσεις όπως του Μάθιους, ο οποίος δεν έκρυβε την πραγματική του ταυτότητα.

Η Match Group αρνήθηκε να σχολιάσει την αγωγή, αλλά σε προηγούμενες δηλώσεις της έχει υποστηρίξει ότι αποτελεί ηγέτη στον τομέα της ασφάλειας, επενδύοντας σε εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης, επαλήθευση ταυτότητας και συνεργασία με τις αρχές. Ωστόσο, νομικοί αναλυτές σημειώνουν ότι η υπόθεση αντιμετωπίζει σημαντικά εμπόδια λόγω του άρθρου 230 της αμερικανικής νομοθεσίας, το οποίο παρέχει ευρεία ασυλία στις διαδικτυακές πλατφόρμες για περιεχόμενο και ενέργειες χρηστών.

Μία από τις ενάγουσες δήλωσε ότι δεν θα είχε κακοποιηθεί αν η εταιρεία είχε δώσει προτεραιότητα στην ασφάλεια των γυναικών αντί για τα κέρδη, τονίζοντας ότι εταιρείες δισεκατομμυρίων διαθέτουν τους πόρους για να δημιουργήσουν πραγματικά ασφαλείς πλατφόρμες.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα