Το φαινόμενο Λε Πεν. Τρεις Γάλλοι δημοσιογράφοι αποκρυπτογραφούν το αποτέλεσμα της κάλπης

default image

Η οικονομική κρίση, τα τρομοκρατική χτυπήματα και άλλοι παράγοντες που οδηγούν στην κορυφή τη Λε Πεν. Πώς αναλύουν το φαινόμενο τρεις δημοσιογράφοι

Το σοκ διαδέχτηκε τον προβληματισμό και τις αναλύσεις επί αναλύσεων. Πώς έφτασε η Γαλλία να φλερτάρει με την ακροδεξιά στην εξουσία; Οι παράγοντες πολλοί: η ικανότητα της Μαρίν Λε Πεν να παρουσιάσει το κόμμα της ως ικανό να κυβερνήσει, σε συνδυασμό με την ανικανότητα όσων κυβέρνησαν μέχρι σήμερα να ανασύρουν τη χώρα από τη βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση. Οι επιθέσεις στο Charlie Hebdo και φυσικά στο Παρίσι την 13η Νοεμβρίου που επιβεβαίωσαν τους πιο σκοτεινούς φόβους των Γάλλων πολιτών και με έναν τρόπο έδωσαν ρεαλιστικό τόνο στο κήρυγμα μισαλλοδοξίας και φυλετικής καθαρότητας του Εθνικού Μετώπου.

Το NEWS 247 παραθέτει την άποψη τριών Γάλλων δημοσιογράφων σχετικά με το φαινόμενο Λε Πεν, λίγες ώρες πριν το αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου των εκλογών το βράδυ της Κυριακής που μένει να αποδείξει ή να ανακόψει τη δυναμική του FN προς της εξουσία.

Marie Morlot: “Κανένα κόμμα δεν μπορεί να επιλύσει μόνο ένα παγκόσμιο πρόβλημα”

Οι επιθέσεις στο Παρίσι προκάλεσαν μια επιδερμική αντίδραση των Γάλλων πολιτών που ήταν ήδη πιεσμένοι εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Κανένα κόμμα δεν μπορεί να επιλύσει μόνο ένα παγκόσμιο πρόβλημα. Η παγκόσμια κρίση και η ριζοσπαστικοποίηση είναι διεθνές φαινόμενο. Το UMP (το κόμμα της δεξιάς του οποίου ηγείται ο Νικολά Σαρκοζί και τώρα έχει μετονομαστεί σε Ρεπουμπλικάνοι) δεν μπόρεσε να το αντιμετωπίσει, ούτε το σοσιαλιστικό κόμμα.

Οι Γάλλοι, αντί να συνειδητοποιήσουν πως κανένα κόμμα δεν μπορεί να  λύσει αυτό το πρόβλημα, στρέφονται προς το Εθνικό Μέτωπο (FN) που μεταχειρίζεται τη γλώσσα που κατανοούν. Η Μαρίν Λε Πεν βάζει στην ίδια πρόταση τις λέξεις “αλλοδαπός” και “κοινωνικές παροχές” και όλα τα άλλα έρχονται. Παρατηρεί κανείς πως η ψήφος στο FN είναι κατά πλειοψηφία από πολίτες χαμηλού μορφωτικού επιπέδου. Ψηφίζουν “μιμητικά” επειδή τους το λέει ο γείτονας πως κινδυνεύουν, ακόμη κι αν οι περισσότεροι από αυτούς δεν έχουν βιώσει αυτή την “απειλή”, ούτε είχαν ποτέ κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα με μετανάστες. Λειτουργεί ιδιαίτερα το “μου είπαν…”.

* Η Marie Morlot είναι δημοσιογράφος στην εφημερίδα Le Bien Public

Arnaud Bernard: “Δεν πιστεύω πως ένας στους τρεις Γάλλους είναι εθνικιστής ή ναζί”

 

Δεν πιστεύω πως ένας στους τρεις Γάλλους είναι εθνικιστής ή ναζί. Πρέπει να λάβουμε υπόψη πως έχουμε 50% αποχή, οπότε τα συμπεράσματα είναι σχετικά. Από την άλλη, εκείνο που ακούω είναι πως παλιότερα κάποιοι ψήφιζαν FN γιατί απέρριπταν τα υπόλοιπα κόμματα. Σήμερα, οι αναλυτές αναφέρουν πως δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Το Εθνικό Μέτωπο του Ζαν Μαρι Λε Πεν (πατέρα της σημερινής προέδρου Μαρίν), δεν ήθελε να κυβερνήσει. Έπαιρνε πάντα το ρόλο της αντιπολίτευσης, του αντιδραστικού στην Ευρώπη, στη μετανάστευση, σε πολλά ζητήματα, αλλά δεν έθετε ποτέ εαυτό στη θέση του κυβερνώντα. Εδώ είναι η διαφορά: Το Εθνικό Μέτωπο της Μαρίν Λε Πεν  έχει ένα πρόγραμμα, ιδέες που αρχίζουν να βρίσκουν πρόσφορο έδαφος. Ο λόγος του άλλαξε πολύ, ώστε να θέτουν εαυτούς ως δυνητικά κυβερνητική δύναμη, κάτι που δεν ίσχυε στο παρελθόν. Πρέπει να αντιληφθούμε πως σε διάστημα 20 ετών, το FN άλλαξε τρομακτικά… κατ’ επίφαση. Συνηθίσαμε να λέμε “δεν είναι το FN που ανεβαίνει, αλλά τα άλλα κόμματα που πέφτουν”, κάτι που δεν είναι απαραιτήτως εσφαλμένο.

Το FN δεν έχει να προσφέρει περισσότερες προτάσεις από τα υπόλοιπα κόμματα, αλλά τα παραδοσιακά κόμματα απέτυχαν παταγωδώς, με αποτέλεσμα οι πολίτες να λένε “γιατί να μην δοκιμάσουμε κι αυτό”; Είναι ξεκάθαρο πως οι τομοκρατικές επιθέσεις αυτής της χρονιάς, υπήρξαν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρίας για τους εθνικιστές. Οι δημοσκοπήσεις στο ενδιάμεσο των δύο γύρων δείχνουν πως το κόμμα θα χάσει. Θα ήθελα να το πιστέψω, αλλά νομίζω πως είναι κάπως επικίνδυνο να το ανακοινώνουμε. Ακόμη κι αν έτσι έχουν τα πράγματα, δεν μπορώ να μην παρατηρήσω πως οι ψηφοφόροι μπορεί να μην συμφωνούν με όλα όσα λέει το FN, όμως υπάρχουν θέματα που τους αρέσουν.

Και τι να πει κανείς για τους νέους; Στις ηλικίες μεταξύ 18-24, αν και ελάχιστοι πήγαν να ψηφίσουν, όσοι το έκαναν επέλεξαν τη Λε Πεν. Δεν έχουν καμιά πολιτική κουλτούρα, δεν γνώρισαν το αντι-εθνικιστικό κλίμα της δεκαετίας του ’80. Για εκείνους παραμένουν άγνωστοι ακόμη και ο Ζακ Σιράκ ή ο Φρανσουά Μιτεράν. Αυτοί που γνωρίζουν είναι οι Σαρκοζί και Ολάντ: απάτη, ψέμματα, τίποτα που να αλλάζει προς το καλύτερο.

* Arnauld Bernard είναι δημοσιογράφος στην εφημερίδα Sud Ouest

Corentin Chauvel: “Η Μαρίν Λε Πεν κατάφερε να κάνει το FN πιο ‘νορμάλ’!”

 

Νομίζω πως η περίπτωση της Λε Πεν είναι πολύ περίπλοκη για να την διαχειριστούμε ως δημοσιογράφοι στη Γαλλία. Πριν, ο πατέρας της, Ζαν Μαρί Λε Πεν, ήταν προκλητικός και ‘χοντροκομμένος’, που τελικά έθεσε εαυτόν στο περιθώριο, χωρίς να έχει παρουσία στα ΜΜΕ. Οι πολίτες που τον ψήφιζαν άνηκαν πράγματι στην ακροδεξιά.

Στη συνέχεια ήρθε το σοκ του 2002 (όταν ο Ζαν Μαρί Λε Πεν προκρίθηκε στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών). Έκτοτε, η κόρη του ανέλαβε την προεδρία κατορθώνοντας να κάνει το FN πιο εμφανές, πιο “νορμάλ”. Οι προτάσεις του παραμένουν ακραίες (έξοδος από το ευρώ, κλείσιμο των συνόρων, επιλογή με βάση την εθνικότητα), αλλά ο λόγος του άλλαξε φόρμα. Όλος ο κόσμος λέει πως κατάφερε να αποδαιμονοποιήσει το FN κι αυτό οφείλεται επίσης στο γεγονός πως περιβάλλεται από νέους και πιο “έξυπνους” ανθρώπους στην επικοινωνία. Ο Φλοριάν Φιλιπό (νο. 2 στο κόμμα) και η Μαριόν Μαρεσάλ-Λε Πεν για παράδειγμα. Επιπλέον, πλέον διαθέτει ορισμένους “επώνυμους” Γάλλους όπως ο Ζιλμπέρ Κολλάρ (γνωστός δικηγόρος) ή ο Ρομπέρ Μενάρ (πρώην πρόεδρος των Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα).

Η Λε Πεν κατάφερε δύο πράγματα:

– Να πείσει τους ψηφοφόρους πως δεν είναι “ντροπή” να ψηφίζει κανείς FN

– Να εκμεταλλευτεί την οικονομική κρίσης και την κρίση εμπιστοσύνης απέναντι στις πολιτικές δυνάμεις προκειμένου να προσελκύσει πολίτες κουρασμένους από χρόνια υποσχέσεων που δεν τηρήθηκαν.

Έτσι το κόμμα διαθέτει πλέον δυο τύπους ψηφοφόρων. Εκείνους που πιστεύουν στο πρόγραμμά του, που τους ελκύει η “σκληροπυρηνική” πλευρά του κόμματος και εκείνους που βαρέθηκαν τα παραδοσιακά κόμματα και θέλουν να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους, ελπίζοντας να προκαλέσουν κάποιου είδους αντίδραση. Το 2007, ο Νικολά Σαρκοζί κατάφερε να φέρει στην κάλπη πολλούς από αυτούς, παίζοντας το χαρτί της “σκληρής δεξιάς”. Μόνο που αυτό δεν διήρκησε για πολύ, η διακυβέρνησή του έπεσε στην κρίση του 2008 και κατά συνέπεια αυτό το παιχνίδι πλέον δεν λειτουργεί.

Το πρόβλημα σήμερα στη Γαλλία είναι πως έχει αποδυναμωθεί τόσο πολύ η αριστερά, γιατί η κυβέρνηση δεν κατάφερε να βγάλει τη χώρα από την  κρίση. Η παραδοσιακή δεξιά είναι διχασμένη. Μπορεί ο Σαρκοζί να επέστρεψε, αλλά δεν είναι καθόλου δημοφιλής σχετικά με την περίοδο της εκλογής του το 2007.  Όσοι τον ψήφισαν τότε, του γυρίζουν την πλάτη, προκρίνοντας όπως λένε “το αυθεντικό, από την κόπια” και επιλέγοντας το Εθνικό Μέτωπο στην κάλπη. Έτσι, δεν υπάρχει πραγματικός ηγέτης στην κεντροδεξιά παράταξη.

Τo FN παίζει με το ζήτημα της κρίσης, που έχει ισχυρό αντίκτυπο στις λαϊκές τάξεις, όπου εξαφάνισε τελείως την αριστερά. Ακόμη και μεταξύ των νέων, οι οποίοι δείχνουν να σαγηνεύονται από τη ρητορική του. Από την άλλη δίνεται μια εντύπωση υπερπροβολής. Στο FN εκείνη που προβάλλεται σχεδόν αποκλειστικά είναι η πρόεδρος Μαρίν Λε Πεν, δίνοντας έτσι την εντύπωση πως τη βλέπουμε παντού και όλες τις ώρες. Κι αυτό φαίνεται να αποδίδει. Όσο πιο δυνατό είναι το κόμμα της, τόσο τα ΜΜΕ θα αναγκάζονται να την ακούσουν και να τις δίνουν βήμα. Άλλωστε αποτελεί πάντα ένα πρόσωπο που “κάνει νούμερα”.

Η Λε Πεν χειρίστηκε με υποδειγματικό τρόπο την προεκλογική περίοδο. Αντίθετα με τα παραδοσιακά κόμματα που εστίασαν στα τοπικά προβλήματα, εν όψει των περιφερειακών εκλογών, εκείνη μίλησε για εθνικά θέματα, πάντα τα ίδια, κάτι που μιλά πιο δυνατά στο κοινό. Τη στρατηγική δοκίμασε και ο Νικολά Σαρκοζί, χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Εκείνο που είναι εντυπωσιακό, είναι πως παρά τα σημάδια που έδειχναν την άνοδο του FN, υπάρχει μια μεγάλη μερίδα του πληθυσμού που απείχε. Προφανώς επειδή είναι εξαιτίας της απογοήτευσης που προτιμούν να αφήσουν τα πράγματα να “χειροτερέψουν” με το FN, παρά να πάρουν θέση. Δεν είμαι καθόλου σίγουρος πως στο δεύτερο γύρο θα κινητοποιηθούν περισσότερο, προκειμένου να αποτρέψουν ενδεχόμενη επικράτηση του FN.

* Corentin Cauvel είναι δημοσιογράφος στην εφημερίδα lepetitjournal

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα