Τραβάει το σχοινί ο Ερντογάν: Δεν αναγνωρίζουμε τον πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Τουρκία

Τραβάει το σχοινί ο Ερντογάν: Δεν αναγνωρίζουμε τον πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Τουρκία
Turkey's President Recep Tayyip Erdogan gestures during a joint media statement with Venezuela's President Nicolas Maduro, following their meeting at the Presidential Palace in Ankara, Turkey, Friday, Oct. 6, 2017. Erdogan said his country does not condone any external interventions in South America after meeting with Maduro, on the first by a Venezuelan head of state official visit to Ankara, than comes amid stringent U.S. sanctions on the South American nation. (Yasin Bulbul/Presidency Press Service, Pool Photo via AP) Yasin Bulbul/Presidency Press Service, Pool Photo via AP

Περισσότερο 'λάδι στη φωτιά' της διπλωματικής κρίσης ανάμεσα στις δύο χώρες έριξε ο Τούρκος πρόεδρος με νέες δηλώσεις του.

Στο στόχαστρο του Ερντογάν βρέθηκε αυτή τη φορά ο Αμερικανός πρεσβευτής, τον οποίο χαρακτήρισε ούτε λίγο ούτε πολύ ‘persona non grata’ στην Τουρκία

“Δεν τον βλέπουμε πλέον ως τον αντιπρόσωπο των Ηνωμένων Πολιτειών στην Τουρκία”, δήλωσε ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν από το Βελιγράδι, αναφερόμενος στον πρέσβη των ΗΠΑ στην Τουρκία.

Πρόσθεσε μάλιστα πως ο Αμερικανός πρεσβευτής Τζον Μπας δεν θα γίνει δεκτός από την τουρκική κυβέρνηση για την αποχαιρετιστήρια περιοδεία του πριν αναχωρήσει τις επόμενες ημέρες από την Άγκυρα, λόγω της μετάθεσής του στην Καμπούλ.

Ο Τούρκος πρόεδρος χρησιμοποιώντας σκληρή γλώσσα είπε ακόμη ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να απολύσουν τον πρεσβευτή τους στην Άγκυρα, αν ήταν αυτός που έλαβε την απόφαση να αναστείλει τις υπηρεσίες θεώρησης εισόδου στην Τουρκία.

Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, κατηγόρησε ανοιχτά τις ΗΠΑ ότι προκάλεσαν τη διένεξη ανάμεσα στις δύο χώρες, διερωτώμενος πώς «πράκτορες» διείσδυσαν στο αμερικανικό προξενείο, αναφερόμενος σ’ έναν εργαζόμενο στο προξενείο ο οποίος συνελήφθη την περασμένη εβδομάδα και στην εμπλοκή και ενός δευτέρου προσώπου από την αμερικανική διπλωματική αποστολή.

Γιλντιρίμ: Οι ΗΠΑ τιμωρούν τους πολίτες και των δύο χωρών

Οι ΗΠΑ τιμώρησαν τόσο τους Τούρκους όσο και τους Αμερικανούς πολίτες αναστέλλοντας τις υπηρεσίες έκδοσης βίζα, δήλωσε από την πλευρά του ο Τούρκος πρωθυπουργός Μπεναλί Γιλντιρίμ, κατηγορώντας την Ουάσινγκτον ότι έλαβε μια συναισθηματική και ανάρμοστη απόφαση έναντι ενός συμμάχου.

Υποστήριξε ότι η διένεξη ανάμεσα στις δυο πλευρές θα πρέπει να επιλυθεί το συντομότερο δυνατόν, υπερασπίσθηκε ωστόσο τη σύλληψη του εργαζομένου στο αμερικανικό προξενείο, η οποία προκάλεσε την αρχική κίνηση των ΗΠΑ για τις βίζες.

“Καλούμε τις ΗΠΑ να είναι περισσότερο λογικές. Το θέμα πρέπει ασφαλώς να επιλυθεί το συντομότερο δυνατόν”, δήλωσε ο Γιλντιρίμ σε ομιλία του προς τους βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος AK.

“Ποιόν τιμωρείτε; Κάνετε τους πολίτες σας και τους δικούς μας να πληρώσουν το τίμημα, αυτό δεν είναι σοβαρό. Δεν κυβερνάς μια χώρα με συναισθηματικές αποφάσεις” συμπλήρωσε.

Το ιστορικό πίσω από τη διπλωματική κρίση Τουρκίας – ΗΠΑ

Η αμοιβαία επιβολή ταξιδιωτικών περιορισμών επί των πολιτών των δύο χωρών αποτελεί μία ακόμη ένδειξη της έντασης στις σχέσεις ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και την Άγκυρα, δύο χώρες συμμάχους στην Ατλαντική Συμμαχία με στενούς δεσμούς στον στρατιωτικό και εμπορικό τομέα , καθώς και στη συνεργασία στον τομέα των Πληροφοριών. Και παρά τη δέσμευση του πρόεδρου Ντόναλντ Τραμπ για την αναθέρμανση μίας τεταμένης κατά τη διάρκεια της προεδρίας Ομπάμα σχέσης. Καθώς όμως η Τουρκία βρίσκεται στα πρόθυρα ενός μεγαλύτερου χάους, ορισμένοι αναλυτές θεωρούν ότι ο Ερντογάν έχει περισσότερα να κερδίσει από τη διατήρηση της έντασης με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αναφέρεται σε άρθρο της Washington Post που υπογράφεται από τον Adam Taylor σχετικά με μία αμερικανο-τουρκική διπλωματική κρίση η οποία σοβούσε εδώ και καιρό και ίσως να μην είναι βραχύβια.

Turkey's President Recep Tayyip Erdogan, left, and US President Donald Trump shake hands prior to their meeting in New York, Thursday, Sept. 21, 2017. Erdogan is in New York for the United Nations General Assembly. (Pool Photo via AP) Pool Photo via AP

 

Τα γεγονότα του Σαββατοκύριακου ξεκίνησαν από τη σύλληψη του Μετίν Τοπούζ, Τούρκου υπαλλήλου στο αμερικανικό προξενείο της Κωνσταντινούπολης με την κατηγορία της κατασκοπείας. Ακολούθησε η ανακοίνωση από την αμερικανική πρεσβεία στην Άγκυρα της αναστολής έκδοσης όλων των μη μεταναστευτικών αδειών εισόδου από όλες τις αμερικανικές διπλωματικές αποστολές στην Τουρκία, ενώ λίγες ώρες αργότερα, η τουρκική πρεσβεία στην Ουάσινγκτον εξέδωσε παρόμοια ανακοίνωση για την έκδοση αδειών εισόδου προς αμερικανούς πολίτες. Στη συνέχεια ανακοινώθηκε ότι η εισαγγελία διέταξε τη σύλληψη και δεύτερου Τούρκου υπάλληλου της αμερικανικής πρεσβείας.

Όπως σε πολλές από τις διαμάχες ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και την Άγκυρα, το κεντρικό θέμα της έντασης είναι η εμμονή της Τουρκίας ως προς το πρόσωπο του πρώην συμμάχου του Ερντογάν, αυτοεξόριστου Τούρκου ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν που ζει στην Πενσιλβάνια και στον οποίο η Άγκυρα επιμένει να προσάπτει την οργάνωση του αποτυχημένου πραξικοπήματος.

Με δηλώσεις του στο Al Jazeera, ο σύμβουλος του Ερντογάν Μπουρχάν Κουζού ισχυρίσθηκε ότι η σύλληψη του πρώτου τούρκου υπαλλήλου του αμερικανικού προξενείου ενόχλησε την Ουάσινγκτον διότι ο άνθρωπος αυτός είχε πληροφορίες για υποτιθέμενο ρόλο της Ουάσινγκτον στην απόπειρα του πραξικοπήματος.

Κατά τον περασμένο χρόνο, κυκλοφόρησαν ποικίλες θεωρίες συνωμοσίας για αμερικανική ανάμειξη στην απόπειρα, παρά τις συχνές διαψεύσεις εκ μέρους της αμερικανικής κυβέρνησης, ενώ Αμερικανοί πολίτες περιλαμβάνονταν στους 50.000 ανθρώπους οι οποίοι συνελήφθησαν μετά το πραξικόπημα και, σύμφωνα με την Washington Post, Αμερικανοί αξιωματούχοι υποπτεύονται ότι τα άτομα αυτά αποτελούν διαπραγματευτικά εργαλεία για την προώθηση του αιτήματος της Άγκυρας για την έκδοση του Φετουλάχ Γκιουλέν.

Όμως ο Φετουλάχ Γκιουλέν δεν είναι παρά το ένα από τα ενεργά σημεία τριβής ανάμεσα στην Άγκυρα και την Ουάσινγκτον.

Κατά τη διάρκεια των οκτώ ετών της προεδρίας Ομπάμα, ο Ερντογάν είχε σειρά διαφωνιών σε θέματα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, με επίκεντρο τη Συρία και τους Κούρδους, ενώ ο Μπαράκ Ομπάμα επέκρινε το αυταρχικό καθεστώς διακυβέρνησης της Τουρκίας και τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η ουδετερότητα της Ουάσινγκτον απέναντι στο πραξικόπημα του 2013 στην Αίγυπτο και η ουδέτερη και χλιαρή της αντίδραση στην απόπειρα πραξικοπήματος στη Τουρκία ενίσχυσε τις τουρκικές εμμονές σχετικά με τις αμερικανικές προθέσεις.

Αρχικά, δημιουργήθηκε η προσδοκία ότι ο πρόεδρος Τραμπ, ένας άνθρωπος που ίσως έχει μεγαλύτερη άνεση απέναντι στην απολυταρχία και διακατέχεται από έντονη επιθυμία κατάλυσης της κληρονομιάς Ομπάμα, θα πρόσφερε την ευκαιρία μίας νέας αρχής για τις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις, σύμφωνα με την Washington Post.

Και προς αυτήν την κατεύθυνση υπήρξαν και από τις δύο πλευρές θετικά σημάδια: ο Τραμπ ήταν ο μόνος ηγέτης που συνεχάρη τον Ερντογάν για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος περί συνταγματικής μεταρρύθμισης τον Απρίλιο, ενώ ο πρόεδρος της Τουρκίας ζήτησε «reset» στις σχέσεις με την Ουάσινγκτον.

Ωστόσο, εννέα μήνες μετά την εγκατάστασή του στο Λευκό Οίκο, ο Τραμπ δεν επιβεβαίωσε στην πράξη τις θετικές του προθέσεις απέναντι την Τουρκία. Η Ουάσινγκτον συμφώνησε στον εξοπλισμό των κούρδων μαχητών των YPG της Συρίας, που η Αγκυρα θεωρεί συμμάχους του PKK, τον περασμένο μήνα, οι ομοσπονδιακές εισαγγελικές αρχές απήγγειλαν κατηγορίες κατά πρώην υπουργού Οικονομίας της Τουρκίας για συνεργασία με τον Ρεζά Ζαράμπ, τουρκο-ιρανό έμπορο χρυσού με στόχο την παράκαμψη των κυρώσεων κατά του Ιράν, ενώ το επεισόδιο με τον ξυλοδαρμό διαδηλωτών έξω από την κατοικία του τούρκου πρεσβευτή στην Ουάσινγκτον από σωματοφύλακες του Ερντογάν -το σχετικό βίντεο έγινε viral- έπληξε την εικόνα της Τουρκίας στις ΗΠΑ.

Ολα αυτά σημαίνουν ότι ο Φετουλάχ Γκιουλέν θα παραμείνει κάτοικος της Πεσνιλβάνια για το προσεχές μέλλον, συμπεραίνει το δημοσίευμα της Washington Post.

Σε μία χώρα όπου το «βαθύ κράτος» αποτελεί πηγή φόβου, πολλοί Τούρκοι θεωρούν ότι το πρόβλημα δεν εντοπίζεται στο πρόσωπο του Τραμπ, αλλά στη γραφειοκρατία που τον περιστοιχίζει. Με άρθρο του στην φιλοκυβερνητική Daily Sabah, ο ανταποκριτής στην Ουάσινγκτον Ρατζίπ Σόιλου διατύπωσε την θέση ότι «ο μηχανισμός στην Ουάσινγκτον» στοχοποιεί την Τουρκία, όπως στοχοποιούσε τον Τραμπ επειδή ήταν “outsider”.

Αυτού του είδους το αφήγημα μπορεί να βολεύει, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, τον Ερντογάν, δεδομένου του αντι-αμερικανικού αισθήματος στην τουρκική κοινωνία, το οποίο ενισχύθηκε μετά την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016. Πληροφορίες που επικαλείται η Washington Post αναφέρουν ότι ένας «ευρασιατικός πυρήνας» που επιδιώκει στενότερες σχέσεις με τη Ρωσία κερδίζει έδαφος στους κόλπους των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων.

Παράλληλα, οι σκιώδεις αμερικανικές δυνάμεις που προστατεύουν τον Φετουλάχ Γκιουλέν είναι ένα ακόμη βολικό αφήγημα που παρέχει δικαιολογία για οποιαδήποτε αποτυχία. Και σύμφωνα με τον Σονέρ Τσαγκαπτάι , συγγραφέα του βιβλίου «The New Sultan: Erdogan and the Crisis of Modern Turkey», ο Ερντογάν μπορεί ακόμη και να μην επιθυμεί τελικά την έκδοση του Γκιουλέν ώστε να μην μετατραπεί «από ειδεχθή πραξικοπηματία σε μάρτυρα».

Ωστόσο, όλα αυτά δεν θα είναι παρά βραχυπρόθεσμα οφέλη που θα προκύψουν για τον Ερντογάν από την αμερικανο-τουρκική διπλωματική κρίση. Χιλιάδες αμερικανοί και τούρκοι τουρίστες, πανεπιστημιακοί και άνθρωποι των επιχειρήσεων εμποδίζονται να μετακινηθούν τη στιγμή που η τουρκική οικονομία παραπαίει.

Ο Ερντογάν μπορεί να θέλει να φλερτάρει με την ιδέα της απομάκρυνσης από τη Δύση, αλλά η εμμονή στη ρητορική αυτή το πιθανότερο είναι ότι θα βλάψει τη χώρα του περισσότερο από τους άλλους, καταλήγει η ανάλυση της Washington Post.

ΦΩΤΟ: Yasin Bulbul/Presidency Press Service, Pool Photo via AP

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα