ΕΙΔΑΜΕ ΤΟΥΣ OASIS ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΟΥΣ
Ανταπόκριση από την μεγαλειώδη επιστροφή των αδελφών Gallagher στη γενέτειρά τους, το Μάντσεστερ, και την πρώτη τους εμφάνιση μετά από 16 χρόνια στο Heaton Park, την Παρασκευή 11 Ιουλίου 2025, μπροστά σε 80.000 οπαδούς, στους 30 βαθμούς.
«Η μουσική βιομηχανία δεν συμπαθεί τους άτακτους. Ξέρετε γιατί δεν υπάρχουν μπάντες πια; Γιατί την δεκαετία του 90 οι Oasis, οι Primal Scream, οι Blur και οι Pulp, όλοι αυτοί, ήμασταν mainstream. Η μουσική βιομηχανία πλέον δεν θέλει με τίποτα να είναι mainstream ένα τσούρμο τύποι που κάνουν του κόσμου τα ναρκωτικά και είναι όλη την ώρα μεθυσμένοι. Δεν το θέλουν αυτό. Θέλουν τύπους σαν τον Harry Styles, που του δίνουν ένα φόρεμα και του λένε: Φόρεσέ το και σκάσε.»
Ήταν Ιούλιος του 2024, πριν ένα χρόνο ακριβώς δηλαδή, όταν έγινε viral αυτό το ξεκαρδιστικό (αν και σκληρό προς τον ιδιαίτερα συμπαθή κατά τα άλλα Βρετανό popstar και πρώην frontman των One Direction) απόσπασμα από συνέντευξη του Noel Gallagher στο Absolute Radio.
Κυνικός τρόπος σκέψης αλλά ξέρετε τι λένε: «είναι αστείο, γιατί είναι αλήθεια». Και όχι μόνο ως σχόλιο προς τη μουσική βιομηχανία και τους νέους “vanilla” ήρωές της αλλά και ως προς την υστερική μανία της δυτικής κουλτούρας να παρουσιάζει ως πρότυπα «τέλειους» ανθρώπους χωρίς ελαττώματα, χωρίς αδυναμίες, χωρίς παρεκκλίνουσες συμπεριφορές και τελικά, χωρίς προσωπικότητα. Κι από αυτή είχαν μπόλικη οι Gallagher -τόση, που τους οδήγησε, μετά από ολόκληρο σήριαλ με φωνές, βρισιές και προσβολές (ό,τι δηλαδή συμβαίνει, εδώ που τα λέμε, ανάμεσα σε δυο αδέλφια όταν πλακώνονται), να το διαλύσουν το 2009 και να αναλωθούν σε γραφικές μικροπρέπειες, τροφή για τα βρετανικά tabloids, για χρόνια. Μέχρι που…
Το ημερολόγιο γράφει Παρασκευή 11 Ιουλίου 2025 και στο Μάντσεστερ, τη γενέτειρα της μπάντας, είναι μέρα γιορτής. Όχι μόνο οι “fookin’” Oasis ετοιμάζονται για την πρώτη από τις πέντε, συνολικά, εμφανίσεις τους στο Heaton Park με αφορμή την επανένωσή τους για παγκόσμια τουρνέ μετά από 16 χρόνια, αλλά επιπλέον την πόλη έχει λούσει μια ανεμπόδιστη από σύννεφα λιακάδα, με το θερμόμετρο να αγγίζει θερμοκρασίες τόσο υψηλές για τα δεδομένα του βρετανικού Βορρά, που το PR του συγκροτήματος εκδίδει μέσω social media προειδοποίηση για «έκτακτες καιρικές συνθήκες». Μία από τις προτάσεις αντιμετώπισης του καύσωνα; «Φορέστε ένα bucket hat!» Και είναι όντως αμέτρητα στην πόλη τα χαρακτηριστικά καπέλα (που δεν κολακεύουν, αλλά σε κάνουν να δείχνεις σαν να μην σου καίγεται καρφάκι) που έκανε μόδα στα ‘90s o Liam Gallagher -και τα περισσότερα από αυτά κοσμεί το γνωστό logo της μάρκας με τις τρεις γραμμές.
Στο πλαίσιο μιας πανέξυπνης marketing καμπάνιας, που σίγουρα μαγειρευόταν καιρό, η εταιρεία αθλητικών ρούχων και υποδημάτων το στυλ της οποίας έχει συνδεθεί άρρηκτα με εκείνο των αδελφών Gallagher είναι σαφές πως έχει πουλήσει χιλιάδες εμφανίσεις σε πολλούς από όσους έχουν εξασφαλίσει ένα από τα πολυπόθητα χαρτάκια για το live, με αποτέλεσμα να δημιουργείται η ψευδαίσθηση πως το Μάντσεστερ «κατεβάζει ομάδα» και πως στην πόλη είναι να πραγματοποιηθεί κάποιο μεγάλο αθλητικό γεγονός.
Το «οπαδικό» συναίσθημα βρίσκεται κυριολεκτικά παντού: Στις pubs (που έχουν αφιερωματικά events και παίζουν μόνο Oasis και Britpop), σε μεγάλα γκράφιτι στους τοίχους των κτιρίων, στη διακόσμηση που έχει επιλεγεί στις βιτρίνες των καταστημάτων, στο φορητό ηχείο μιας παρέας που αράζει στο πάρκο, ως σημαιάκι με κοντάρι μια οδοντογλυφίδα στις λιχουδιές που πουλά ένα hip café.
Το Μάντσεστερ έχει την ατμόσφαιρα που επικρατούσε στην Αθήνα το 2004 την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων και ταυτόχρονα θυμίζει πλατεία χωριού στην οποία ετοιμάζουν πανηγύρι για να υποδεχτούν έναν συγχωριανό που έγινε διάσημος ηθοποιός, τραγουδιστής ή αθλητής. Η πόλη βράζει και σε λίγες ώρες θα μπει μπουρλότο.
Σήμανση στους δρόμους ενθαρρύνει τους θεατές να επιλέξουν να προσεγγίσουν το Heaton Park με τα πόδια, καθώς η κυκλοφοριακή κίνηση είναι προφανώς τεταμένη και τα δρομολόγια των λεωφορείων αραιά. Παρά την ταλαιπωρία και τους ανελέητους 30 βαθμούς πάνω από τα κεφάλια μας, η συμμετοχή στην ανορθόδοξη αυτή «πορεία» είναι απολαυστική. Μπλουζάκια, καπέλα, ομπρέλες, μάσκες με τα πρόσωπα του Liam και του Noel. Κατά τη διάρκεια μαζικής γρήγορης στάσης σε ένα “off licence” (ψιλικατζίδικο) για ανεδοφιασμό παγωμένης μπύρας στο χέρι, ένας τύπος με μπλουζάκι που για στάμπα έχει τη λέξη “going” με τη γραμματοσειρά του logo των Oasis, δείχνει τόσο μεθυσμένος που αν και τόσο κοντά στην Όαση, ενδέχεται να μην πιει νερό ποτέ.
Στον έλεγχο ασφαλείας του Heaton Park τα μπουλούκια μπουκάρουν με ορμή, η υπερένταση τους έχει αποδιοργανώσει, έφτασε η μέρα, επιτέλους έφτασε η μέρα, δεν κρατιούνται. Αν και 5 το απόγευμα ο ήλιος δεν αστειεύεται, μα το πρόγραμμα δεν πρόκειται να αλλάξει, τα opening acts θα βγουν στην ώρα τους, οι Cast στις 18:00 κι ο Richard Ashcroft στις 19:00, χωρίς φώτα, χωρίς «ατμόσφαιρα».
Τα πρώτα “sing along” (και δεν είναι λίγα: “Sonnet”, “A Song For The Lovers”, “The Drugs Don’t Work”, “Lucky Man”) πραγματοποιούνται μες στο λιοπύρι. Το αριστουργηματικό “Bitter Sweet Symphony” των The Verve ενεργοποιεί τους δακρυγόνους αδένες και βάζει το κοινό τόσο «εντός πλαισίου» που φαντάζει ως το ιδανικότερο «τραγούδι για ζέσταμα» που έχει ακουστεί ποτέ σε συναυλία, οποτεδήποτε, οπουδήποτε. Διάλειμμα.
«Τι ώρα είναι, πόσο έχουμε, πάω για μπύρες, θέλει κανείς τουαλέτα, δεν έχει σήμα, κράτα ψηλά το μπαλόνι να σας βρω, πόσες παίρνω, λέγε ρε, πάω, πόσο έχουμε, τι ώρα είναι.» Το πλήθος μπλέκει, ξεμπλέκει και μετατοπίζεται, αλλά όλοι επανέρχονται στη θέση που άφησαν πίσω, εκεί έχουν επιλέξει να βρίσκονται, από αυτές τις συντεταγμένες θα δουν απόψε τα είδωλά τους να επιστρέφουν στη σκηνή. Οι δείκτες δείχνουν 8 και τέταρτο. Μπουμ. Στις οθόνες εμφανίζονται παλιά αποκόμματα εφημερίδων και περιοδικών που διαδίδουν φήμες για ενδεχόμενη επιστροφή των Oasis. Κι έπειτα με μεγάλη γραμματοσειρά και ενώ ο κόσμος παραληρεί και το πάρκο σείεται από ανυπομονησία: THIS IS NOT A DRILL. (ελ. μτφρ: «Δεν είναι φάρσα»).
Ένα ρίγος ηλεκτρισμού (κάτι ανάμεσα σε παραλυτική συγκίνηση και οξεία ερωτική διέγερση) διαπερνά ταυτόχρονα 80.000 άτομα. Λαρύγγια ξεφωνίζουν, ποτήρια πετάγονται στον αέρα, μπλούζες αφαιρούνται με κινήσεις πολεμιστή που ρίχνεται στη μάχη, μπυροκοιλιές προτάσσονται, τσιρίδες αντηχούν απ’άκρη σ’άκρη του πάρκου, κορίτσια ανεβαίνουν στους ώμους του πρώτου γεροδεμένου άντρα που βρίσκεται στον περίγυρό τους -φίλος, άγνωστος δεν έχει σημασία- ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ, οι Oasis είναι εδώ, οι Oasis επέστρεψαν, αυτή είναι μια συναυλία των Oasis, των «δικών μας» Oasis, των «δικών μου» Oasis -πανζουρλισμός.
O Liam Gallagher, o Noel Gallagher, o Andy Bell, o Gem Archer και ο Paul “Bonehead” Arthurs παίρνουν τις θέσεις τους στη σκηνή και η ιστορία αρχίζει να ξαναγράφεται.
Hello, hello / said it’s good to be back, it’s good to be back (“Hello”)
Ακόμα και οι λιγότερο φανατικοί της μπάντας, ακόμα κι εκείνοι που προτιμούσαν τους πολύ πιο καθωσπρέπει Blur, ακόμα κι εκείνοι που βρέθηκαν στο live από σπόντα δεν μπορούν να αντισταθούν στην ανατριχίλα, όταν ο ένας ύμνος διαδέχεται τον άλλον και χιλιάδες ενωμένες φωνές τραγουδούν με όλη τη δύναμη των πνευμόνων τους.
Because we need each other / We believe in one another (“Acquiesce”)
Need a little time to wake up / Need a little time to wake up, wake up (“Morning Glory”)
You gotta make it happen (“Cigarettes & Alcohol”)
I need to be myself / I can’t be no one else (“Supersonic”)
Κι αυτά είναι μόνο η αρχή της αδιανόητης best of setlist. Ο ήχος; Κρύσταλλο. Το visual show; Φαντασμαγορικό. Οι φωνές τους; Iconic και μπλαζέ, ακριβώς όπως τις θυμούνται όλοι. Τα αδέλφια Gallagher δεν έχουν έρθει για να σπάσουν πλάκα, δεν χρονοτριβούν, δεν κάνουν σαχλαμάρες κι όποτε αποφασίζουν να απευθυνθούν στο κοινό είναι για να το ευχαριστήσουν και να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους για όλα αυτά τα χρόνια.
Τα hit διαδέχονται το ένα το άλλο, δεν υπάρχει χρόνος για ανάσα, μόνο αναμνήσεις, συγκινήσεις, τραγούδι, χοροπηδητά, κακοτραβηγμένα βίντεο, αναμνηστικά selfie, αγκαλιές, βλέμματα, φιλιά, γέλια, δάκρυα, εξομολογήσεις αγάπης, ευδαιμονία. “Roll With It”, “Half the World Away”, “Little by Little”, “Slide Away”, Whatever” και κορύφωση του κυρίως set με -τι άλλο- το “Live Forever”:
Maybe I just wanna fly
Wanna live, I don’t wanna die
Maybe I just wanna breathe
Maybe I just don’t believe
Maybe you’re the same as me
We see things they’ll never see
You and I are gonna live forever
Να ήταν αυτή η ματαιόδοξη σκέψη, ότι θα ζήσουν «για πάντα», εκείνη που τους επέτρεπε τόσα χρόνια να φέρονται με τόση απαξίωση ο ένας προς τον άλλον; Ο λόγος που φαίνονταν τόσο αντιπαθητικοί και ξιπασμένοι; Που μιλούσαν με τόση έπαρση και αλαζονεία; Μήπως -αν θέλουμε να είμαστε ρομαντικοί- το κίνητρο για αυτό το reunion, πέρα από τραπεζικό ήταν πρωτίστως υπαρξιακό; Μήπως απλά ένα βράδυ κάθισαν οι δυο τους για ένα “pint” και είπαν «Listen mate, η αλήθεια είναι πως δεν θα ζήσουμε για πάντα. Τι λες να χαρίσουμε σε όλους εκείνους που μας έκαναν αυτό που είμαστε μερικές αξέχαστες βραδιές; Ας πούμε έστω ένα ευχαριστώ, how ‘bout we stop being wankers».
Αλήθεια-ψέματα, αυτό πάντως το παραμύθι πουλάνε στον κόσμο απόψε και κανένας δεν σκέφτεται πια τα κουτσομπολιά και τις φυλλάδες, αλλά «Τι τεράστια κομμάτια γράψατε ρε μπαγάσες, πόσο μας είχατε λείψει».
Το φως έχει πια υποχωρήσει, το κοινό ανασκουμπώνεται, μεγάλοι άντρες κλαίνε, όλοι αναπολούν τα 90s και τα νιάτα τους, οι νευρώνες του εγκεφάλου έχουν ανασύρει εικόνες από την παιδική και εφηβική ηλικία, η μπάντα αποσύρεται για λίγο πριν το encore. Όταν επιστρέφουν στο stage για το μεγαλειώδες φινάλε τρία καθοριστικά τραγούδια ακούγονται back to back και η συναισθηματική ταραχή έχει φέρει πλέον το κοινό σε κατάσταση νιρβάνα: “Don’t Look Back in Anger”, “Wonderwall”, “Champagne Supernova”.
Πολύχρωμα γραφικά στις οθόνες, λέιζερ, φώτα. Ο Liam απτόητος από τη ζέστη, σαν προκάτ φιγούρα-σύμβολο ποπ κουλτούρας, με το χαρακτηριστικό του τζάκετ, και το καπέλο του κατεβασμένο μέχρι κάτω από τα αυτιά, δένει τα χέρια πίσω από την πλάτη, σκύβει προς το μικρόφωνο και επαναλαμβάνει σαν μάντρα “we were getting high / we were getting high / we were getting high”.
Και τότε δεκάδες εκθαμβωτικά πυροτεχνήματα φωτίζουν τον ουρανό και χιλιάδες χαμογελαστά κεφάλια στρέφονται ταυτόχρονα προς το άπειρο. Δεν είναι όλες οι μέρες ίδιες με τις άλλες, σήμερα ήταν μέρα γιορτής.