ΙΑΝ ΑΝΤΕΡΣΟΝ: ΜΟΝΟ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΟ ΠΤΩΜΑ ΜΟΥ ΤΟ ΑΙ ΘΑ ΑΓΓΙΞΕΙ ΤΟΥΣ JETHRO ΤULL
Ο Ίαν Άντερσον συνεχίζει να εμπνέει με τη μουσική και τις ιδέες του και μας μιλά για τον πρόσφατο δίσκο των Jethro Tull, την τεχνητή νοημοσύνη στη μουσική, και πώς η ζωή τον έχει διδάξει να στοχάζεται κάθε στιγμή.
Για έναν 78χρονο βετεράνο πολυοργανίστα, που λίγα μόλις χρόνια πριν οι γιατροί τού είπαν πως η υγεία του βρίσκεται σε μια “ολισθηρή κατηφόρα προς το αναπόφευκτο”, ο Ίαν Άντερσον (Ian Anderson) παραμένει πιο ακμαίος από ποτέ, παραγωγικός και συνεχίζει να στοχάζεται πάνω στα τραγούδια ενός επόμενου δίσκου.
Ο δημιουργικός νους πίσω από τους Jethro Tull – ένα συγκρότημα με το οποίο είναι απόλυτα ταυτισμένος – βρίσκεται σε μια περίοδο ακατάπαυστης παραγωγικότητας, που τέτοια είχε να δει η μπάντα από τη χρυσή τους εποχή στα ’70s και τις αρχές των ’80s. Ο Anderson, που ξεχώρισε από τα πρώτα βήματα του συγκροτήματος όταν τόλμησε να ενσωματώσει το φλάουτο ως βασικό όργανο στη μουσική των Jethro, συνεχίζει ακάθεκτος να γράφει στίχους και μουσική.
Το Σάββατο 20 Σεπτεμβρίου στον Λυκαβηττό – ένα venue που αποδεδειγμένα τους ταιριάζει πολύ – έρχονται, με τραγούδια-ορόσημα της μουσικής τους πορείας. Στις αποσκευές τους θα φέρουν και τον δίσκο “Curious Ruminant”, που κυκλοφόρησε τον περασμένο Μάρτιο. Είναι το τρίτο άλμπουμ του συγκροτήματος σε λίγο παραπάνω από τρία χρόνια, από τότε που επανήλθαν στη δισκογραφία με το “The Zealot Gene” το 2022 – τον πρώτο δίσκο με νέο υλικό μετά από 23 ολόκληρα χρόνια.
Το 2023 κυκλοφόρησε το “RökFlöte”, το 23ο στούντιο άλμπουμ των Jethro Tull, σηματοδοτώντας το μικρότερο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα σε δύο στούντιο άλμπουμ από το A (1980). Τον Ιούλιο κυκλοφόρησαν το “Still Living in the Past” μια νέα, επετειακή έκδοση της εμβληματικής συλλογής “Living in the Past” του 1972. Τι κρύβεται, λοιπόν, πίσω από αυτήν την ξαφνική δημιουργική έκρηξη του Anderson;
Jethro Tull – Από το Aqualung στο Curious Ruminant και η πορεία ενός ακούραστου δημιουργού
Μια συζήτηση μαζί του μέσω zoom – και με δεδομένο ότι αντιμετωπίζει με βδελυγμία ερωτήσεις τις οποίες έχει απαντήσει πολλές φορές (περίπου όλες δηλαδή!) – ήταν αρκετή για να καταλάβουμε ότι πρόκειται για έναν αυστηρό, πολύ συγκροτημένο δημιουργό που καθοδηγείται από την έμπνευση και όχι τις επιταγές της δημοσιότητας. Η συζήτησή μας έγινε λίγο πριν από το καλοκαίρι, όταν ο δίσκος ήταν ακόμη φρέσκος.
Ο Anderson ακολουθεί τη μούσα του που είναι υπερδραστήρια αυτό τον καιρό, και όπως έχει πει έχει δύο μοχλούς παρακίνησης: την απελπισία και τον ενθουσιασμό. Η απελπισία λόγω ηλικίας, κάτι που αργά ή γρήγορα θα τον περιορίσει, και ο ενθουσιασμός που υπήρχε πάντα και ρίχνει καύσιμο στη μηχανή της παραγωγικότητας.
Υπήρξαν και πράγματα που τον φρέναραν. Το 2017 διαγνώστηκε με ΧΑΠ και το 2022 η διάγνωση αναθεωρήθηκε σε άσθμα. Ο ίδιος είχε εξηγήσει ότι πιθανότατα είχε άσθμα όλη του τη ζωή και ότι η προηγούμενη διάγνωση οφειλόταν σε προβλήματα με τους βρόγχους που είχε αντιμετωπίσει. Με τη σωστή αγωγή η κατάστασή του έχει βελτιωθεί σημαντικά, έχοντας θετική επίδραση στην αναπνοή και στο τραγούδι.
Ευτυχώς το παίξιμό του με το πόδι ανασηκωμένο – μια κίνηση χαρακτηριστική του Anderson – παραμένει το ίδιο ζωηρό όπως πάντα. Φυσικά εξασκείται, ακολουθώντας τα λόγια του διάσημου Ιρλανδού φλαουτίστα James Galway, “Όσο μεγαλώνεις, πρέπει να εξασκείσαι περισσότερο, για να παραμείνεις πνευματικά και σωματικά κοφτερός σε ό,τι και να παίζεις”. Τον συναντούμε διαδικτυακά σε μία τη φάση της πορείας του που τονίζει τη σημασία του να αφιερώνεις χρόνο για να καθίσεις και να συλλογιστείς. Έχοντας ταξιδέψει τον κόσμο με τους Jethro Tull και ως σόλο καλλιτέχνης, ο Anderson πλέον θεωρεί σημαντικό να απολαμβάνεις τις εμπειρίες σου με τον δικό σου ρυθμό.
Η ολιγόλεπτη συνομιλία μας επιβεβαίωσε μια παλιά υποψία: ότι πρόκειται για έναν εσωστρεφή, σοβαρό και προσγειωμένο άνθρωπο – εντελώς μακριά από το “sex, drugs and rock ’n’ roll” που κυριαρχούσε τη δεκαετία του 1970. Τα τελευταία χρόνια έχει αναπτύξει έντονο ενδιαφέρον για την προστασία των άγριων ζώων, ειδικά αυτών που έχουν διασωθεί από σκληρές συνθήκες αιχμαλωσίας. Είναι επίσης λάτρης των φωτογραφικών μηχανών Leica και της ινδικής κουζίνας, για την οποία έχει γράψει έναν οδηγό για αρχάριους. Αυτοπροσδιορίζεται ως «κάπου μεταξύ θεϊστή και πανθεϊστή» και εκφράζει αντίθεση προς την προκατάληψη, την ξενοφοβία και τον σκληρό δεξιό συντηρητισμό.
Curious Ruminant – Το άλμπουμ του στοχασμού
Ξεκινάμε με τις ιδέες και το όραμα πίσω από το άλμπουμ, “Curious Ruminant” (που μεταφράζοντάς το μπορεί να σημαίνει “ένα περίεργο μηρυκαστικό” ή μεταφορικά “ο φιλοπερίεργος στοχαστής”). Αποτελούμενο από εννέα κομμάτια με διάρκεια που κυμαίνεται από δυόμισι λεπτά έως σχεδόν δεκαεπτά λεπτά, περιλαμβάνει ένα στοιχείο οικειότητας που θυμίζει τα άλμπουμ των Jethro από τα τέλη της δεκαετίας του ’70. Μεταξύ των μουσικών που συμμετέχουν είναι ο πρώην πληκτράς Andrew Giddings και ο ντράμερ James Duncan, μαζί με τα τωρινά μέλη, τους David Goodier, John O’Hara, Scott Hammond και τον νεαρό κιθαρίστα Jack Clark.
“Σε όλα μου τα άλμπουμ δουλεύω προσεκτικά, αλλά το Curious Ruminant έχει έναν πιο προσωπικό χαρακτήρα. Τα περισσότερα τραγούδια μιλούν για τα δικά μου συναισθήματα και αποτυπώνουν τις απόψεις μου πάνω σε διάφορα ζητήματα. Συνήθως γράφω με μεγαλύτερη απόσταση, για άλλους ανθρώπους ή καταστάσεις· εδώ όμως κυριαρχεί το “εγώ”, αντί για το “αυτός” ή το “εκείνοι”.
Το ομώνυμο τραγούδι συμπυκνώνει αυτή την προσέγγιση: μιλά για μένα ως άνθρωπο που στοχάζεται, που έχει περιέργεια για πολλά πράγματα και χρειάζεται χρόνο να τα επεξεργαστεί, να τα «μηρυκάσει», προτού σχηματίσει άποψη. Μου αρέσει κάθε ιδέα να τη σκέφτομαι για ένα διάστημα – ώρες, μέρες, εβδομάδες – πριν καταλήξω σε μια οριστική άποψη. Δεν αντιδρώ βιαστικά – προσπαθώ να βάζω τα πάντα στο πλαίσιο της ζωής μου και των γνώσεών μου. Με βάση τα όσα γνωρίζω ή νομίζω ότι γνωρίζω.
Είναι, λοιπόν, ένα άλμπουμ προσωπικού στοχασμού, αλλά ταυτόχρονα παραμένει ροκ δίσκος των Jethro Tull, με όλα τα χαρακτηριστικά που περιμένει κανείς: δυνατές κιθάρες, ντραμς, ένταση και ενέργεια. Έχει αυτή τη διπλή φύση – πιο εσωτερικό, αλλά ταυτόχρονα πιστό στον ήχο της μπάντας.»
Το “Drink From The Same Well” μοιάζει κάπως … ελληνικό, τον ρωτάω αν έχω δίκιο και μάλλον συναινεί από ευγένεια, αλλά διαφωνεί στην ουσία. Οι στίχοι του ξεδιπλώνονται σε ένα όμορφα στοχαστικό κομμάτι 16 λεπτών, που καλεί να βρεθεί κοινό έδαφος – και λίγη λογική – μέσα στον πανικό της σύγχρονης πολιτιστικής συζήτησης για τις μεταβαλλόμενες παλίρροιες της ιστορίας.
Εξηγεί ότι έγραψε το κομμάτι το 2007. Ο γιος του έτυχε να κοιτάζει έναν παλιό υπολογιστή Macintosh και ήταν έτοιμος να τον πετάξει, διαγράφοντας τα πάντα. Τότε βρήκε ένα ξεχασμένο μουσικό αρχείο και είπε στον Ίαν: “Είναι κάτι που πρέπει να κρατήσεις ή να το διαγράψουμε; “Του είπα να μου το στείλει να το ακούσω και τότε τα θυμήθηκα όλα” λέει ο Andrerson. “Σκέφτηκα, ουάου, εκπληκτικό παίξιμο φλάουτου” το οποίο είχα γράψει για τον Ινδό κλασικό φλαουτίστα Hariprasad Chaurasia, για να παίξουμε μαζί όταν ήμασταν σε περιοδεία στο Ντουμπάι και την Ινδία. Αποφάσισε ότι δεν ήθελε να το κάνει και το demo έμεινε εκεί για πολύ καιρό. Όταν το ξαναάκουσα σκέφτηκα, θα γράψω στίχους γι’ αυτό. Τα αρχικά μέρη τα είχε παίξει ο Andy [Giddings], ο πληκτράς μας εκείνη την εποχή”. Κράτησε τα πλήκτρα και ένα μέρος από το παίξιμο στη μπαμπού ινδουιστική φλογέρα, και πάνω σε αυτά ξαναέχτισε το κομμάτι, προσθέτοντας μπάσο, ντραμς, καχόν και κιθάρες.
Είναι ένα μεγάλο κομμάτι – το τρίτο μεγαλύτερο στην ιστορία των Jethro Tull. “Ναι, είναι ένα τραγούδι που μιλάει για την αλληλεξάρτηση που έχουμε όλοι μεταξύ μας, ανεξάρτητα από εθνικότητα, γεωγραφία, πολιτική ή εθνοτική καταγωγή. Κυριολεκτικά αναφέρεται στο ότι όλοι πίνουμε από την ίδια πηγή. Εξαρτόμαστε ο ένας από τον άλλον και πρέπει να θυμόμαστε να σκεφτόμαστε τους γείτονές μας, ακόμη κι όταν μας χωρίζουν διαφορές. Όλοι πίνουμε το ίδιο νερό από το ίδιο πηγάδι, αναπνέουμε τον ίδιο αέρα και στηριζόμαστε στη συλλογική ευθύνη απέναντι στην κλιματική αλλαγή.
Κι όμως, προσπαθήστε να το πείτε αυτό στους Αυστραλούς, στους Αμερικανούς, στους Καναδούς ή σε πολλούς άλλους λαούς που συνεχίζουν να επιβαρύνουν τον πλανήτη με υπερβολικές εκπομπές άνθρακα. Οι υπόλοιποι κάνουμε την προσπάθειά μας· το αν αυτή θα αποδώσει ή όχι δεν εξαρτάται μόνο από τις άμεσες ενέργειες περιορισμού των εκπομπών, αλλά και από την επιστήμη και τη μηχανική που ακόμη δεν έχουν αναπτυχθεί αρκετά ώστε να εξασφαλίσουν έναν κατοικήσιμο πλανήτη.
Αν κοιτάξουμε τα επόμενα εκατό χρόνια, τα πράγματα δεν φαίνονται καθόλου αισιόδοξα. Αυτό λοιπόν είναι το νόημα του τραγουδιού – δεν είναι η πρώτη φορά που γράφω για τέτοια ζητήματα.”
Και σίγουρα τα ζητήματα αυτά απασχολούν τη νέα γενιά. Τα τελευταία χρόνια, οι νεότερες γενιές ανακαλύπτουν τις κλασικές ροκ μπάντες μέσα από τις υπηρεσίες streaming. Πώς νιώθει που ένα εντελώς νέο ακροατήριο ακούει τους Jethro Tull με αυτόν τον, πιο σύγχρονο τρόπο;
«Είναι απλώς ένας από τους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι ακούν μουσική σήμερα. Και εγώ ο ίδιος κάνω streaming, αν και συνήθως κατεβάζω τα κομμάτια στο τηλέφωνό μου και ακούω κυρίως κλασική μουσική. Είναι μια ευκαιρία να γνωρίσω νέους συνθέτες, καλλιτέχνες και ερμηνευτές. Σίγουρα, λοιπόν, αυτό βοηθά και όσους θέλουν να ανακαλύψουν μουσική που οι γονείς ή οι παππούδες τους είχαν κάποτε σε δίσκους βινυλίου.
Δεν είναι όμως ο κυρίαρχος τρόπος ακρόασης. Η πλειοψηφία των ανθρώπων ακούει αλλιώς, αν και κάποιοι εξακολουθούν να προτιμούν τις παλαιότερες μορφές. Έτσι, όταν κυκλοφορούμε ένα νέο άλμπουμ, πρέπει να το διαθέτουμε σε πολλές εκδοχές: σε απλό CD στερεοφωνικό, σε surround 5.1, σε Dolby Atmos – που είναι ουσιαστικά 11.1 –, αλλά και σε master αρχεία υψηλής ανάλυσης για όσους θέλουν επαγγελματική ποιότητα. Και φυσικά σε μορφές streaming με μικρότερα αρχεία, για όσους ακούν μουσική στο λεωφορείο, το τρένο ή το αυτοκίνητο.
Αυτό όμως σημαίνει ότι πρέπει να σκεφτόμαστε όλες αυτές τις διαφορετικές μορφές, κάτι που αυξάνει το κόστος, τον χρόνο και τη δυσκολία στην παρουσίαση νέας μουσικής. Για μένα συνεπάγεται περισσότερη δουλειά και για τη δισκογραφική ακόμη περισσότερη. Και τα κέρδη έχουν μειωθεί δραστικά σε σχέση με 30 ή 40 χρόνια πριν, όταν το μόνο που μας απασχολούσε ήταν το βινύλιο, οι κασέτες ή τα πρώτα CD.
Σήμερα είναι πολύ δύσκολο να βγάλει κανείς χρήματα από ηχογραφήσεις και streaming. Τα έσοδα είναι ελάχιστα, σχεδόν αμελητέα. Κυριολεκτικά, το streaming καλύπτει απλώς τον λογαριασμό του σούπερ μάρκετ μου. Και μόνο αυτό.»
Η ερώτηση “τι σημαίνει Jethro Tull”
Είναι μια από τις ερωτήσεις που δεν την απαντάει πλέον, σε παραπέμπει κατευθείαν στο website της μπάντας. Σχηματίστηκαν το 1968 στο Λούτον της Αγγλίας, αρχικά ως μπάντα μπλουζ με το όνομα McGregor’s Engine. Το όνομα “Jethro Tull” ανήκει σε έναν Άγγλο πρωτοπόρο της γεωργίας, που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην αγροτική επανάσταση του 18ου αιώνα, βελτιώνοντας μεθόδους όπως τον σπορέα και το άροτρο. Νονός της μπάντας ήταν ο μάνατζερ των συναυλιών τους, αλλά όταν ο Anderson κατάλαβε ποιος ήταν πραγματικά ο Jethro Tull, ένιωσε αμηχανία. Δεν μπορούσαν βέβαια να το αλλάξουν, γιατί μόλις είχαν εξασφαλίσει τη μόνιμη εμφάνισή τους σε βραδινό μαγαζί. Πολύ γρήγορα το ‘69 με το άλμπουμ “Stand Up” απέκτησαν εμπορική επιτυχία, ενώ το 1971 με το “Aqualung” καθιέρωσαν τον ήχο τους στο προοδευτικό ροκ. Το 1987 κέρδισαν το πρώτο και μοναδικό τους Grammy με το “Crest of a Knave”. Η συζήτησή μας πάει στον “άλλο” τρόπο που ακούμε σήμερα μουσική.
Η νεότερη γενιά σπανίως θα ακούσει έναν δίσκο από την αρχή ως το τέλος όπως κάναμε παλιότερα, τραγούδι το τραγούδι, σαν μια ενιαία αφήγηση. Σήμερα κατακερματίζεται η ακρόαση και η συνοχή και ροή ενός άλμπουμ. «Είναι η επιλογή του κοινού. Για αυτό τους δίνουμε την ελευθερία να επιλέγουν πώς θα ακούσουν τη μουσική. Εγώ, βέβαια, ελπίζω ότι θα ακούσουν το άλμπουμ σαν άλμπουμ, ολόκληρο, με τη σειρά και το πλαίσιο που έχω σκεφτεί και οργανώσει προσεκτικά. Από εκεί και πέρα, είναι δικό τους θέμα. Μπορεί κάποιος να θέλει να ακούσει ένα τραγούδι των Jethro Tull, μετά κάτι από τους Black Sabbath και στη συνέχεια ένα έργο του Στραβίνσκι. Ποιος ξέρει; Είναι στο χέρι τους.»
AI στη μουσική; Πού ακούστηκε;
Επηρεασμένοι από τους Beatles και τους Pink Floyd, οι Jethro δημιούργησαν έναν ήχο που ξεχώρισε για την πολυπλοκότητα και την εκφραστικότητα των συνθέσεων – ένα στίγμα τόσο ιδιαίτερο, που δύσκολα θα μπορούσε να αναπαραχθεί τεχνητά. Το πρόσωπό του Anderson συσπάται άσχημα όταν μιλάμε για τους… Jethro Tull που θα μπορεί να παράξει η τεχνητή νοημοσύνη.
AI στη μουσική; Πού ακούστηκε; Κι αν μια μέρα να υπάρξει ένα τραγούδι των Jethro Tull που δεν θα είναι από τους Jethro Tull;
“Ελπίζω ότι δεν θα το ακούσει κανείς και αυτό θα γίνει πάνω από το πτώμα μου, γιατί έχω ξεκαθαρίσει σε όσους θα κληρονομήσουν την περιουσία μου ότι πρέπει να κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν για να εμποδίσουμε ανθρώπους να βγάλουν χρήματα από “κάτι” που προσποιείται ότι είμαι εγώ. Είτε τα δικά μου τραγούδια κάπως αλλιώς, είτε άλλα τραγούδια που είναι δημιουργημένα από AI. Είτε αντίγραφα, αν θέλεις, ή σε πολύ κοντινό στυλ με αυτά που έχω κάνει. Τώρα που το λες, ο γιος μου, ως πείραμα χρησιμοποιώντας την πιο προηγμένη πλατφόρμα AI που υπάρχει, ζήτησε ένα τραγούδι Jethro Tull και μου έστειλε το αποτέλεσμα. Έμεινα έκπληκτος από το πόσο φρικτό ήταν. Και σύντομα η έκπληξη μετατράπηκε σε αποστροφή, ότι κάποιος θα μπορούσε να το κάνει και να προσπαθήσει να βγάλει χρήματα από αυτό. Έτσι, είμαι απόλυτα αντίθετος στη χρήση AI στις δημιουργικές τέχνες.”
Ούτε που το είχε φανταστεί το AI o νεαρός Ian, που γεννήθηκε στη Σκωτία και μεγάλωνε στo Μπλάκπουλ τη δεκαετία του ’60. Αρχικά επέλεξε να μάθει κιθάρα. Αγόρασε μια μεταχειρισμένη Fender Stratocaster, η οποία είχε προηγούμενο ιδιοκτήτη τον Lemmy, που τότε ήταν ρυθμικός κιθαρίστας με τους Rev Black And The Rocking Vicars στο Μπλάκπουλ. Την αντάλλαξε όταν πέρασε στο μπάσο, και ο Ian την πήρε μεταχειρισμένη. Με τη σειρά του την αντάλλαξε με ένα φλάουτο τριάντα λιρών και ένα μικρόφωνο Shure Unidyne 3, επίσης τριάντα λιρών. Το φλάουτο του έδωσε πολύ μεγαλύτερη δυναμική να ξεχωρίσει σε έναν κόσμο με ελάχιστους φλαουτίστες στο μπλουζ και το ροκ.
Συνεπώς το φλάουτο είναι το άγιο δισκοπότηρο κι όμως ο Anderson δεν είναι συλλέκτης, όπως θα περίμενε κανείς.
“Δεν συλλέγω φλάουτα απλώς για χάρη της συλλογής. Τα έχω για να παίζω. Έχω ένα που παίρνω πάντα μαζί στη σκηνή και ένα εφεδρικό, ένα απλό μοντέλο, παρόμοιο κατασκευαστικά αλλά πολύ πιο βασικό και οικονομικό. Επιπλέον, έχω μερικές φλογέρες από πολύτιμα μέταλλα, όπως λευκόχρυσο ή πλατίνα, αλλά δεν τις βγάζω από το σπίτι – είναι πολύτιμες. Το ίδιο ισχύει και με τα ρολόγια μου: δεν τα συλλέγω, τα χρησιμοποιώ για να δείχνουν την ώρα και να ξέρω πού πρέπει να είμαι το πρωί. Είναι αντικείμενα καθαρά λειτουργικά.»
Υπήρξε όμως και ένα δικό του φλάουτο που ταξίδεψε στο … διάστημα. Το 2011, η φλογέρα του βρέθηκε στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό (ISS) με την αστροναύτη Κάθι Κόλμαν, που ήταν ερασιτέχνης φλαουτίστα. Η Κόλμαν έπαιξε το κομμάτι “Bourrée” στο διάστημα, ενώ ο Anderson έπαιξε ταυτόχρονα στη Γη, δημιουργώντας έτσι το πρώτο διαπλανητικό μουσικό ντουέτο. Αυτή η συνεργασία τίμησε την 50ή επέτειο από την πρώτη επανδρωμένη πτήση του Γιούρι Γκαγκάριν και αναβίωνε την ιστορική σύνδεση της μουσικής με την εξερεύνηση του διαστήματος. (η συνέντευξή μας συνέπεσε με την Blue Origin πτήση του Jeff Bezos, που έστειλε στο διάστημα την τότε αρραβωνιαστικιά του, την Κέιτι Πέρι και άλλες 4 γυναίκες).
“Η φλογέρα μου που ταξίδεψε στο διάστημα γιόρταζε τον ρόλο των ανθρώπων στην εξερεύνηση του σύμπαντος. Τώρα όμως βλέπουμε την Blue Origin να στέλνει έξι γυναίκες στον ουρανό, κυρίως επειδή μπορούν και έχουν τα χρήματα να το κάνουν. Πρόκειται περισσότερο για μια πολιτικώς ορθή κίνηση παρά για την ουσιαστική εμπειρία του ταξιδιού.
Αν θυμηθούμε τις πρώτες μέρες του διαστήματος, όταν ο Yuri Gagarin έκανε την τροχιακή του πτήση, οι Αμερικανοί αρκέστηκαν σε υποτροχιακές πτήσεις διάρκειας λίγων λεπτών. Στην πραγματικότητα, η σημασία μιας διαστημικής πτήσης είναι πραγματική μόνο αν πρόκειται για τροχιακή πτήση γύρω από τη Γη, τη Σελήνη ή για ταξίδι σε άλλο πλανήτη. Μια απλή σύντομη άνοδος και κάθοδος μπορεί τεχνικά να θεωρηθεί ως πτήση στο διάστημα, αλλά για μένα δεν έχει πραγματική βαρύτητα.
Το γεγονός ότι έστειλαν έξι γυναίκες μοιάζει περισσότερο με διαφημιστικό τρικ. Δεν με ενδιαφέρει ότι ήταν γυναίκες, αλλά ότι έγινε για να δημιουργηθεί εντύπωση και διαφήμιση. Μου φαίνεται θλιβερό όταν πλούσιοι εκμεταλλεύονται τέτοιες ευκαιρίες για προβολή.
Ο William Shatner, από την αρχική σειρά Star Trek, έκανε το ίδιο ταξίδι πριν από 3-4 χρόνια. Χαίρομαι που μπόρεσε να το κάνει λόγω της σύνδεσής του με τον κόσμο της φαντασίας, αλλά είμαι σχεδόν σίγουρος ότι δεν πλήρωσε το εισιτήριό του. Ήταν περισσότερο ένα διαφημιστικό γεγονός από τον τύπο της Amazon. Χρησιμοποιώ Amazon στην καθημερινότητά μου, αλλά δεν πρόκειται να χρησιμοποιήσω και ένα… διαστημόπλοιο.»
Για την Ελλάδα – Τα γλυπτά πρέπει να επιστραφούν στην πατρίδα τους
Και η Ελλάδα; Τι του έρχεται στο μυαλό όταν σκέφτεται τη χώρα μας και τις εμφανίσεις του εδώ;
“Όταν σκέφτομαι την Ελλάδα, μου έρχονται στο μυαλό οι μεγάλες εποχές της ελληνικής ιστορίας, αλλά και η συνέχεια μέσα από τη Ρωμαϊκή και τη Βρετανική Αυτοκρατορία. Κάθε φάση είχε τα μεγάλα της επιτεύγματα και τις σκοτεινές της στιγμές. Ο ελληνικός πολιτισμός ήταν πολυθεϊστικός, με πίστη σε πολλούς θεούς, όπως και η Ρωμαϊκή περίοδος μέχρι τον Κωνσταντίνο που υιοθέτησε τον Χριστιανισμό.
Υπάρχουν όμως πολλά στοιχεία της ελληνικής ιστορίας που θεωρώ θεμελιώδη για την ανθρωπότητα: φιλοσοφία, επιστήμη, πολιτισμός. Όταν σκέφτομαι την Ελλάδα, σκέφτομαι κυρίως την ιστορία και τη σημασία της για την εξέλιξη του κόσμου.
Αλλά, ξέρεις, πρέπει επίσης να αναγνωρίσουμε στη χώρα μου ότι κάποιος πλούσιος άνθρωπος πήρε σημαντικά αντικείμενα από έναν τοίχο και τα παρουσίασε ως τα Ελγίνεια Μάρμαρα για να πλουτίσει το ιδιωτικό του σπίτι – πράξη που είναι ασεβής βανδαλισμός και πρέπει να καταδικαστεί παγκοσμίως. Και όταν έμεινε χωρίς χρήματα τα πούλησε και βρίσκονται τώρα στο Βρετανικό Μουσείο. Τώρα, το λέω δημόσια εδώ και χρόνια, τα μάρμαρα πρέπει να επιστραφούν στην Ελλάδα, όπου ανήκουν. Και αν κάποιος βγάζει χρήματα από εισιτήρια σε κάποιο μουσείο, θα πρέπει να είναι ένα ελληνικό μουσείο και όχι στο Λονδίνο. Με τη σημερινή τρισδιάστατη τεχνολογία εξάλλου μπορούμε να δημιουργήσουμε ακριβή αντίγραφα για τα μουσεία του Λονδίνου, του Παρισιού ή της Νέας Υόρκης. Και είναι έγκλημα που η βρετανική κυβέρνηση εξακολουθεί να αρνείται να το αποδεχτεί και να ζητήσει συγγνώμη».
Στον Λυκαβηττό θα ακούσουμε μερικά κομμάτια από το νέο άλμπουμ στην αρχή και στη συνέχεια το υπόλοιπο set-list θα είναι ένα μίγμα μουσικής από διάφορες περιόδους, μέχρι και πίσω στο ‘68, δηλαδή κομμάτια με μια πιο μπλουζ αίσθηση.
Αυτό που κρατάμε από τη συζήτηση είναι η τωρινή ματιά του Anderson, όπως έχει εξελιχθεί πάνω στη ζωή και στο τι είναι σημαντικό. Σε έναν κόσμο που τρέχει ασταμάτητα, εκείνος μας θυμίζει ότι υπάρχουν στιγμές που αξίζει να σταματήσεις, να ηρεμήσεις, να σκεφτείς και να επεξεργαστείς τα πράγματα με την ησυχία που χρειάζεται, για να συνδεθείς πραγματικά με τη ζωή γύρω σου. Και τότε θα δεις ότι πίνουμε όλοι νερό από το ίδιο πηγάδι.
Εισιτήρια στο ticketmaster.gr