ΟΙ ΚΑΛΥΤΕΡΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ ΠΟΥ ΕΙΔΑΜΕ ΣΤΙΣ ΦΕΤΙΝΕΣ ΚΑΝΝΕΣ
Με το 78ο φεστιβάλ Καννών πλέον παρελθόν, ξεχωρίζουμε τις ταινίες που μας έκαναν τη μεγαλύτερη εντύπωση, και που ανυπομονούμε να δούμε ξανά, στις ελληνικές αίθουσες.
Με σαφώς λιγότερες ακραίες και πολυσυζητημένες ταινίες σε σχέση με το περσινό πρόγραμμα (η τριπλέτα The Substance – Emilia Perez – Megalopolis θα είναι ένα high που το φεστιβάλ θα κυνηγάει για χρόνια στο εξής) αλλά με σοβαρές πιθανότητες να έχει βγάλει μεγαλύτερο αριθμό σημαντικών ταινιών, το φεστιβάλ Καννών ετοιμάζεται να ρίξει την αυλαία του και φέτος.
Μια έντονη αίσθηση απόκοσμης μετα-αποκαλυπτικής εσάνς διαπερνούσε πολλά από τα φιλμ του προγράμματος, ακόμα κι εκείνα που στο χαρτί δεν έμοιαζαν να έχουν τέτοια στοιχεία. Ένα άλλο συχνό μοτίβο ήταν οι αφηγήσεις που υπακούουν περισσότερο σε συναισθηματικούς κανόνες παρά σε αφηγηματικούς, πόσο δε σε γραμμικούς – μεγάλος ήταν ο αριθμός των ταινιών που διαρκώς μετακινούσαν τον θεατή ανάμεσα σε στιγμές που έμοιαζαν να υφίστανται ανακατεμένες στο χρόνο.
Ποιος να το έλεγε, ότι σε μια στιγμή της μοντέρνας μας Ιστορίας όπου η απόγνωση καταπνίγει την ελπίδα και που λάθη και αδιέξοδα του παρελθόντος επαναλαμβάνονται εκκωφαντικά σε κοινή θέα, πως αυτή – μια πλήρως συναισθηματική, ατάκτως ερριμμένη ακολουθία στιγμών, αναμνήσεων και εφιαλτών – θα ήταν μια αφηγηματική προσέγγιση που θα αναδεικνυόταν.
Αυτές ήταν οι ταινίες που για διάφορους λόγους, αγαπήσαμε περισσότερο.
Sirat
Πατέρας (Σέρζι Λόπεζ, φανταστικός) αναζητά την αγνοούμενη κόρη του σε ρέιβ στη μέση της ερήμου παρέα με τον μικρό του γιο και τον σκύλο τους. Όταν κομβόι ξεκινά προς ένα άλλο ρέιβ, η οικογένεια ακολουθεί τους ρέιβερς ελπίζοντας πως εκεί θα είναι αυτό που αναζητούν.
Απόκρημνοι δρόμοι βουνού, ξεραμένοι ορίζοντες, σύγκρουση των στοιχείων, εξάντληση… και μια περιρρέουσα ατμόσφαιρα πως τριγύρω από την ατελείωτη έρημο, ο κόσμος παραδίδεται όλο και περισσότερο στο τέλος του. Ένας ασαφής πόλεμος μαίνεται και απειλεί να εισβάλει στον όλο και πιο επίπονο κόσμο των ηρώων – η αποτύπωση μιας αίσθησης πως βιώνουμε το τέλος του κόσμου αλλά δεν έχουμε τι να κάνουμε από το να συνεχίσουμε να πηγαίνουμε… κι ας είναι απλά Προς Τα Κάπου.
Ο Όλιβερ Λάσε συνθέτει μια ταινία που μοιάζει να έχει πάρει ιδέες και έμπνευση από ένα σωρό διαφορετικά φιλμικά αντικείμενα, τόσο-όσο χρειάζεται για να πάει παρακάτω. Μετά την προβολή μπορούσες να ακούσεις συζητήσεις σε ένα σωρό διαφορετικές γλώσσες να περιλαμβάνουν όλες τις λέξεις «Mad Max Fury Road», αλλά επίσης σε διαφορετικά σημεία και με διαφορετικούς τρόπους βλέπουμε κομμάτια από το Sorcerer του Γουίλιαμ Φρίντκιν, το Climax του Γκασπάρ Νοέ, το Gerry του Γκας βαν Σαντ. Κι αυτά μόνο σε μια πρώτη ματιά.
Με την μουσική να βρίσκεται παρούσα σχεδόν σε κάθε στάση αυτής της διαδρομής τρόμου, τα μπάσα δίνουν το τέμπο, εντείνοντας την αγωνία όταν οι ήρωες ακολουθούν, αλλά και την αίσθηση τρόμου όταν –σε μια σκηνή στην τελευταία πράξη του φιλμ– η μουσική μοιάζει να διατάζει και οι ήρωες διστάζουν να την ακολουθήσουν.
Αποκαλύπτεται έτσι μια σχεδόν μεταφυσική διάσταση την οποία το φιλμ αποζητά έτσι κι αλλιώς. Καθώς το ένα κεφάλαιο πλοκής και αγωνίας διαδέχεται το άλλο, τόσο τα πάντα μοιάζουν να αποσυντίθενται. Οι χώροι, οι άνθρωποι, οι ήχοι, τα λόγια. Αυτό που μένει μια νοητική κατάσταση επιβίωσης: Απλά συνεχίζω να υπάρχω, γιατί είναι το μόνο που μπορώ να κάνω.
Ειδικό βραβείο της Επιτροπής για την πιο πολυσυζητημένη ταινία-έκπληξη του φετινού Διαγωνιστικού.
Η ταινία Sirat θα κυκλοφορήσει στην Ελλάδα σε διανομή Feelgood Entertainment.
Ένα Απλό Ατύχημα
Ύστερα από το απλό ατύχημα του τίτλου, ένας άντρας (που οδηγώντας με την έγκυο γυναίκα του στο αμάξι, χτυπά και σκοτώνει έναν σκύλο) ζητά βοήθεια σε ένα γκαράζ χωρίς να γνωρίζει πως ο άντρας που τον βοηθά εκεί, τον αναγνωρίζει (;) ως τον βασανιστή του.
Ο Βαχίντ όμως δεν μπορεί να νιώθει 100% βέβαιος πως αυτός είναι όντως ο βασανιστής του – εξάλλου δεν είναι το πρόσωπό του που αναγνωρίζει, μα ο ήχος του προσθετικού του ποδιού που τον στοιχειώνει ακόμα. Για να σιγουρευτεί, στρατολογεί άλλα θύματα του ίδιου ανθρώπου, και όπως προκύπτει στην πορεία, κάθε θύμα έχει κάποια άλλη τραυματική ανάμνηση βάσει της οποίας μπορεί να αναγνωρίσει τον βασανιστή. Μια μυρωδιά, μια αίσθηση – είναι τρομερό το τι είναι τελικά αυτό που σου μένει.
Το ηθικό δίλημμα και η στάση των ατόμων χτίζεται μέσα από αγωνία και σασπένς και μια σειρά από περιστατικά που δεν επαναλαμβάνονται, και επιτρέπουν στον Παναχί να δοκιμάσει διάφορα στυλ, και να πει διάφορες μικρές ιστορίες μες στην μεγάλη. Μοιάζει με σκηνοθέτης που βρίσκεται πραγματικά στο τοπ της δημιουργικής φόρμας του, δείχνοντας μια νέα πλευρά του αντί να επαναλαμβάνεται.
Η ταινία είναι ένα αλληγορικό θρίλερ πάνω στην αναγκαιότητα της συλλογικής αντίδρασης στις φρικαλεότητες της ισχύος, αλλά και στην ζωτική σημασία του να μπορείς να φανταστείς ένα μέλλον για τον εαυτό σου – δίχως φυσικά ποτέ αυτό να είναι ταυτόσημο με ευκολίες και χολιγουντιανά happy end. Αν μη τι άλλο, το συγκλονιστικό φινάλε υπογραμμίζει την επίμονη φύση του τραύματος.
Ένας δίκαιος, όσο και ιστορικός, Χρυσός Φοίνικας για το φετινό φεστιβάλ Καννών.
Η ταινία Ένα Απλό Ατύχημα θα κυκλοφορήσει στην Ελλάδα σε διανομή Weirdwave.
The Secret Agent
Στη Βραζιλία του 1977 ο Μαρτσέλο, ένας εξπέρ στην τεχνολογία και την καταγραφή, τρέχει να ξεφύγει – από μυστηριώδεις δυνάμεις όσο και από το σιώδες παρελθόν του. Φτάνει στην πόλη Ρεσίφε την εβδομάδα του καρναβαλιού, όταν οι πάντες και τα πάντα ζουν στους ρυθμούς μιας τεταμένης πραγματικότητας, όταν διαφορετικοί κόσμοι και σύμπαντα μοιάζουν να συγκρούονται μες στον ιστό της καθημερινότητας.
Στη Ρεσίφε, ο Μαρτσέλο θα πιάσει δουλειά στο τοπικό αρχείο, ενώ θέλει να επανενωθεί με τον γιο του, αλλά αυτό δεν είναι όλο. Η πραγματική φύση του λόγου που είναι εκεί, αλλά και του ποιος είναι, θα αποκαλυφθεί σταδιακά, μέσα από τις μονίμως απρόσμενες στροφές ενός κατασκοπικού, πολιτικού θρίλερ που δεν φοβάται να αναμετρηθεί με το παράλογο και το μυστηριώδες.
Ο φοβερός σκηνοθέτης Κλέμπερ Μεντόζα Φίλιου, μετά από από το Aquarius και το καλτ Bacurau, σκηνοθετεί την πρώτη αληθινή ταινία εποχής του θέτοντας τη δράση στην περίοδο της δικτατορίας. Όλα τα φιλμ του διαθέτουν βέβαια άκρως πολιτικό λόγο και προβληματική, ενώ το βάρος της Ιστορίας και η ιστορική καταγραφή (μέσα από αρχεία, αναμνήσεις, μουσεία, ακόμα και σινεμά) είναι πάντα παρούσα και νευραλγικής σημασίας στο έργο του. Εδώ, η ιστορία ζωντανεύει με μια κινηματογραφικής στόφας πολυχρωμία, με καθαρή εικόνα γεμάτη ζωντάνια – σαν ο Φίλιου να υπογραμμίζει το ρόλο του σινεμά στη διάδοση των γεγονότων και της παράδοσης, διανθισμένων όπως είναι φυσικό με ακραία στοιχεία φολκλόρ που κάνουν την Ιστορία κάτι ζωηρό και βιωμένο, κάτι που πάλλεται, μακριά από τη ναφθαλίνη.
Ένα χρόνο μετά την μεγάλη επιτυχία του Είμαι Ακόμη Εδώ του Βάλτερ Σάλες που τοποθετείται στην ίδια δεκαετία της βραζιλιάνικης ιστορίας, ο Φίλιου επιχειρεί να πάει το κοινό σε μια διαφορετικής λογικής (και εντελώς αντι-ακαδημαϊκή) προσέγγιση της περιόδου και της ασφυκτικής καταπίεσης της αλήθειας και της ελευθερίας. Αντιπαραβάλει την ιστορική και την προσωπική μνήμη, ανασυστήνοντας μια εποχή αλλά δένοντας το DNA της με μια αναρχική διάθεση ανάγνωσης της Ιστορίας.
Κρυφές ταυτότητες, συλλογική δράση και αλληλεγγύη, genre στοιχεία, το βάρος της αλήθειας και η ευθύνη της διάσωσής της, μπλέκονται σε ένα μεθοδικό, απολαυστικά περίπλοκο θρίλερ που παίζει με την Ιστορία την ίδια στιγμή που αναγνωρίζει την ύψιστη σημασία της – δεν είναι παράλογο που ο Ταραντίνο υπήρξε συχνό σημείο αναφοράς σε πολλές συζητήσεις γύρω από το Secret Agent, όμως ας μας επιτραπεί να τονίσουμε πως ο Φίλιου επιχειρεί κάτι αρκετά πιο μεστό εδώ, από τις (απολαυστικές) ανατρεπτικές ψευδο-ιστορικές αφηγήσεις του Κουέντιν.
Σπουδαία διπλή βράβευση για την ταινία, με τον Φίλιου να κερδίζει το βραβείο Σκηνοθεσίας και τον εκπληκτικό πρωταγωνιστή Βάγκνερ Μόουρα (του Narcos) να τιμάται με το βραβείο Ανδρικής Ερμηνείας για τον πολυεπίπεδο και γεμάτο εκπλήξεις ρόλο του. Ας τον θυμηθούμε στα επόμενα Όσκαρ.
Η ταινία The Secret Agent θα κυκλοφορήσει στην Ελλάδα από την Spentzos Film.
Put Your Soul on Your Hand and Walk
Η ταινία ξεκίνησε για την ιρανή σκηνοθέτη Σεπιντέ Φαρσί ως μια σειρά συνομιλιών με τη νεαρή παλαιστίνια φωτογράφο Φάτμα Χασούνα. Η Φαρσί καταγράφει με την κάμερά της τις βίντεο συνομιλίες με τη Φάτμα, παραθέτοντας ενδιάμεσα εικόνες που εκείνη κατέγραψε από την καταπλακωμένη Γάζα, αλλά και τηλεοπτικά ρεπορτάζ γύρω από τις εξελίξεις της επίθεσης του Ισραήλ στην περιοχή.
Είναι υπό αυτή την έννοια μια χρονοκάψουλα, μια ματιά σε ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα σε μια εν εξελίξει γενοκτονία, στο πώς τα media την καταγράφουν, και στο πώς είναι η αλήθεια εκεί, στο έδαφος. Μέσα από τις εικόνες της Φάτμα, αλλά και μέσα από τις σχεδόν καθημερινές περιγραφές της. Σε άλλη κλήση είναι ευδιάθετη, χαμογελαστή. Σε άλλη μοιάζει καταπονημένη – από τις βόμβες, από την έλλειψη φαγητού, από τα πάντα.
Η Γάζα φτάνει στα μάτια μας, όπως και στα μάτια της Φαρσί, σε απευθείας μετάδοση, μέσα από βίντεο κλήσεις με κακό σήμα, με διακοπές, με κακή εικόνα, διακεκομμένο ήχο. Σε μια περιοχή αποκλεισμένη από το Ισραήλ, και με δημοσιογράφους να στοχοποιούνται ασταμάτητα ακριβώς για να περιοριστεί η διάδοση της αλήθειας, αυτό που φτάνει μπροστά μας μέσα από αυτές τις συνομιλίες και τις εικόνες, είναι δεδομένα ανεκτίμητο.
Ένα καθηλωτικό ντοκιμαντέρ που απέκτησε μια επιπλέον τραγική διάσταση σημασίας και αλήθειας, όταν ο Ισραήλ σκότωσε με στοχευμένη βομβιστική επίθεση τη Χασούνα, μια μέρα μετά την ανακοίνωση της ταινίας στο πρόγραμμα του τμήματος ACID των Καννών.
Στην οθόνη-μέσα-στην-οθόνη της ταινίας, η Χασούνα προσφέρει ένα καθημερινό ημερολόγιο καταστροφής, κουβαλώντας συχνότερα από ό,τι όχι, ένα τεράστιο χαμόγελο που κάθε φορά που το αντικρύζεις γίνεται και πιο σπαρακτικό.
Στρέφει το κινητό προς τα έξω, για να δείξει στη Φαρσί (και σε εμάς) καπνούς από βομβαρδισμούς σε κάποια διπλανή γειτονιά. Ακούμε τα βομβαρδιστικά να σκίζουν τον ουρανό. Συναντάμε μέλη της οικογένειάς της που μας χαιρετάνε. Βλέπουμε φωτογραφίες και ντοκουμέντα που παίρνει η ίδια από περιοχές πνιγμένες στο γκρεμισμένο μπετόν. Ακούμε τα λόγια της, όταν η κακή σύνδεση δεν επιτρέπει να δούμε την εικόνα της – ή όταν η ίδια νιώθει πως, απλά, δεν μπορεί να μιλήσει περισσότερο.
Μια ταινία που ξεκινά ως αναγκαίο παράθυρο σε μια γωνιά του κόσμου ασφυκτικά αποκομμένη, εξελίσσεται τελικά σε μια τελευταία μαρτυρία διαρκείας. Εξοργιστικό και συνταρακτικό, ένα από τα πιο σημαντικά φιλμ της χρονιάς.
Η ταινία Put Your Soul on Your Hand and Walk δεν έχει διανομή στην Ελλάδα.
Resurrection
Η νέα ταινία του επιβλητικότερου νέου ταλέντου που έχει γεννήσει το ασιατικό σινεμά την τελευταία 10ετία. Ο κινέζος Μπι Γκαν εμφανίστηκε το 2015 με το Kaili Blues, ένα από τα κρυμμένα αριστουργήματα των κινηματογραφικών ‘10s, αλλά έκανε μεγαλύτερο θόρυβο στους στενά σινεφιλικούς κύκλους λίγα χρόνια αργότερα με το Long Day’s Journey Into Night: Ένα οδοιπορικό ονείρων με επιρροές από Λιντς και Ταρκόφσκι, που κορυφώνεται με ένα αποστομωτικό 3D μονοπλάνο 40 λεπτών.
Φέτος, με την τρίτη του ταινία ο Μπι Γκαν βρίσκεται πλέον στο Διαγωνιστικό των Καννών και δεν περιμένουμε πως θα φύγει από αυτό στο άμεσο μέλλον – τόση αίσθηση δημιούργησε το νέο του φιλμ, μια εξίσου ακατηγοριοποίητη εξερεύνηση στο υποσυνείδητο με οδηγό το σινεμά, τις εικόνες του και την ιστορία του. Η επιτροπή της Ζιλιέτ Μπινός μάλιστα επέλεξε να δώσει στο Resurrection ένα Ειδικό Βραβείο, πέρα από τα κατοχυρωμένα.
Αν η ταινία έχει κάτι σχετικά κοντά σε πλοκή, είναι αυτή: Είμαστε σε έναν κόσμο όπου η ανθρωπότητα κατάφερε να κατακτήσει την αιωνιότητα, και το μόνο που χρειαζόταν να κάνει ήταν να σταματήσει να ονειρεύεται. Υπάρχουν όμως και οι “fantasmers”, κάποιοι άνθρωποι που ακόμα αντιστέκονται και ακόμα ονειρεύονται, με αποτέλεσμα να βιώνουν τον χρόνο μη γραμμικά, και διακινδυνεύοντας την δίχως όνειρα, γραμμική αιωνιότητα των υπολοίπων.
Καθώς ένας από αυτούς τους fantasmers μεταπηδά ανάμεσα σε εποχές και στιγμές και όνειρα και πραγματικότητα, μία γυναίκα από την οργάνωση που είναι υπεύθυνη για την εγκαθίδρυση της τάξης στο timeline, θα αναλάβει να τον κυνηγήσει και να τον εξουδετερώσει. Όμως μέσα από τις εποχές, μέσα από τα όνειρα, μέσα από τα κινηματογραφικά είδη, ανάμεσά τους θα αναπτυχθεί ένα ρομάντσο που ξεπερνά τα όρια και τη λογική.
Η ταινία χωρίζεται σε πέντε κεφάλαια μηδαμινής αφηγηματικής συνοχής, με την παραπάνω κεντρική ιδέα να είναι απλώς η αφορμή για να στήσει ο Μπι Γκαν έναν τεχνικά θριαμβευτικό ύμνο στο σινεμά των διαφορετικών εκφράσεών του. Οι δύο ήρωες, παιγμένοι ενίοτε από την Σου Τσι και τον Τζάκσον Γι, μεταπηδούν ανάμεσα στα κινηματογραφικά είδη, με την κάθε ενότητα να παραπέμπει και σε μια διαφορετική κινηματογραφική εποχή – και όλες μαζί, συνολικά, να αποτελούν ένα παθιασμένο επιχείρημα υπέρ της αθανασίας του σινεμά όπως αυτό γεννιέται μέσα από απαγορευμένα όνειρα.
Διότι, εξάλλου, πώς είναι δυνατόν να σταματήσει κανείς να ονειρεύεται;
Ο Μπι Γκαν κινηματογραφεί με αποστομωτικό τρόπο μια ενστικτώδη διαδρομή, όπου ακόμα κι αν τα μεσαία κεφάλαια ομολογουμένως σήκωναν αρκετό σφίξιμο, μιας και δεν εμπλουτίζουν τρομερά το σύνολο, η πρώτη κι η τελευταία πράξη του φιλμ του αρκούν για να το στείλουν στα highlights της χρονιάς. Μια εξπρεσιονιστική καταδίωξη μέσα από τη ζωντανή ιστορία της γέννησης της 7ης τέχνης μας βάζει από νωρίς στη σωστή διάθεση, ενώ το φιλμ κορυφώνεται με ένα ακόμα αδιανόητο μονοπλάνο το οποίο μοιάζει να καταργεί την ίδια την ισχύ του χρόνου, διατρέχοντας μια νύχτα και όλα όσα αυτή γεννά αλλά και παίρνει τελικά μαζί της. Όπως ακριβώς και τα όνειρα.
Η ταινία Resurrection θα κυκλοφορήσει στην Ελλάδα από την Weirdwave.
Ξεχώρισαν ακόμα
Οι αδερφοί Νταρντέν με το Young Mothers παραδίδουν την πιο συγκινητική τους ταινία εδώ και πολλά χρόνια, λέγοντας με αφοπλιστική αμεσότητα την ιστορία τεσσάρων κοριτσιών που έχουν γίνει μητέρες και προσπαθούν να ζυγίσουν αυτή την πραγματικότητα με αυτό που θέλουν από τις ζωές τους. Οι ιστορίες περιστρέφονται γύρω από ένα κέντρο στήριξης νεαρών μητέρων, είναι παιγμένες με απίστευτη φυσικότητα από τις νεαρές ηθοποιούς, και πιστά στη νταρντενική παράδοση, δεν ξεχνούν ποτέ πως (να) μιλάνε για φτωχά άτομα της εργατικής τάξης.
Οι Νταρντέν, που έχουν βραβευτεί σχεδόν για κάθε ταινία τους στις Κάννες, κέρδισαν και φέτος κάτι: Βραβείο Σεναρίου, το οποίο καταλήγει σχεδόν πάντα να απονέμεται από την επιτροπή ως «κάτι πρέπει να δώσουμε και δεν βρίσκουμε τι» βραβείο. Ας είναι.
Ωραίο το Φοινικικό Σχέδιο του Γουές Άντερσον κι ας μην στέκεται δίπλα στο Asteroid City. Ο Γουές μοιάζει πλέον μάλλον καταδικασμένος να ταξιδεύει στις Κάννες και να μην λογίζεται ποτέ ανάμεσα στους πιθανούς βραβευθέντες, διότι το σινεμά του δύσκολα θα μεταπείσει πλέον κάποιον θεατή που δεν το εκτιμά, και εξίσου δύσκολα θα χάσει κάποιον που το θαυμάζει.
Πιο άγνωστη ποσότητα ήταν αντιθέτως η Ζουλιά Ντικουρνό που επέστρεψε στις Κάννες μετά τον σοκαριστικό Χρυσό Φοίνικα του Titane. Το Alpha κατασπαράχθηκε από την κριτική, αδίκως κατά τη γνώμη μου. Είναι μια moody, πολύ μελαγχολική, πολύ συναισθηματική fantasy αλληγορία με εξαιρετικές ερμηνείες, που νομίζω θα εκτιμηθεί στο μέλλον, μακριά από το βάρος και τις πρεστίζ προσμονές των Καννών.
Αντιθέτως, εύκολο πάρε-βάλε ήταν το Sentimental Value του Γιόακιμ Τρίερ. Η ταινία άρεσε πολύ, κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής (ευτυχώς όχι τον Χρυσό Φοίνικα) και αναμένεται να κάνει γερή οσκαρική πορεία. Είναι καλοφτιαγμένο και κυλάει χωρίς να το νιώσεις σχεδόν – αλλά είναι υπερβολικά λεία τα πάντα σε αυτή την ταινία. Μεγάλες ενστάσεις.
Εκεί που σίγουρα δεν είναι λεία τα πράγματα, είναι σε μια τριπλέτα συναρπαστικών, αιχμηρών, σκληρών ταινιών που αφήνουν όλες στην άκρη τη γραμμική αφήγηση υπέρ μιας προσέγγισης πολύ πιο άτακτης, πηγαίας και ωμής. Η Μάσα Σιλίνσκι με το Sound of Falling αφηγείται την ιστορία γυναικών από 4 διαφορετικές γενιές που μεγάλωσαν στο ίδιο κτήμα και βίωσαν όλες την ασφυξία και την καταπίεση της πατριαρχίας – με τρόπους διαφορετικούς αλλά ίσως και όχι τόσο. Οι δεκαετίες κι οι ηρωίδες μπλέκονται σε έναν τυφώνα πόνου που νιώθεις πως ξεβιδώνει τον ίδιο τον άξονα του χρόνου.
Η Σιλίνσκι μοιράστηκε το Βραβείο της Επιτροπής (το χάλκινο μετάλλιο σα να λέμε) με το Sirat, όμως η Λιν Ράμσεϊ δεν είχε τύχη στα βραβεία με το δικό της εκκωφαντικό, μη γραμμικό δράμα, Die My Love. Εκεί, η Τζένιφερ Λόρενς παίζει μια γυναίκα που χάνει την άγκυρά της στην πραγματικότητα καθώς ο γάμος της καταρρέει. Πόνος, φωτιά και ταραχή, σε μια ταινία ζόρικη, αλλά που σε κάνει να νιώθεις όπως ακριβώς θέλει – κι αυτό είναι σίγουρα κάτι.
Το καλύτερο της μίνι αυτής κατηγορίας όμως ήταν το Chronology of Water της Κρίστεν Στιούαρτ, για μια γυναίκα που δραπετεύει από ένα οικογενειακό περιβάλλον βίας και εθισμών για να χαράξει τη δική της διαδρομή και να βρει την ελευθερία μέσα από τον γραπτό λόγο. Πολύ σωματικό φιλμ μεγάλης συναισθηματικής αμεσότητας, (καρα)σκηνοθετημένο από το πρώτο ως το τελευταίο του καρέ. Το σκηνοθετικό ντεμπούτο της Στιούαρτ έχει κάποιες εφηβικές ασθένειες, αλλά θαύμασα την ειλικρίνειά του – θεματικά, όσο και στιλιστικά.
Μέσα σε ένα περιβάλλον σκληρών, συχνά επίπονων, σίγουρα προκλητικών ταινιών (ως περιεχόμενο αλλά και ως φόρμα), είναι σπάνιο στις Κάννες να συναντάς κάτι που δε μοιάζει να στοχεύει σε πολλά επίπεδα ανάγνωσης, ούτε διακατέχεται από έντονες πρεστίζ βλέψεις. Κάτι αναπολογητικά ωμό και αγνά διασκεδαστικό. Φέτος όμως το βρήκαμε, και ήταν το Dangerous Animals – μια καθαρή midnight madness ταινία τρόμου, με τον Τζάι Κόρτνεϊ (Suicide Squad) σε τρελά κέφια, στο ρόλο ενός σίριαλ κίλερ που έχει εμμονή με καρχαρίες, και με το να ταΐζει νέες γυναίκες σε αυτούς.
Μια σκληροτράχηλη σέρφερ όμως θα αποδειχθεί δύσκολο γεύμα για τους καρχαρίες καθώς τα ένστικτα επιβίωσης την κρατάνε ζωντανή, σε ένα διαρκές κυνηγητό σε χώρους ασφυκτικούς και αχανείς την ίδια στιγμή. Τρομερά διασκεδαστικό φιλμ, σε μια ήδη θρυλική προβολή που ξεσήκωσε το κοινό των Καννών. Ομολογουμένως, φέτος το είχαμε αυτό πολλή ανάγκη.
Οι ταινίες Young Mothers, Sentimental Value και Alpha θα κυκλοφορήσουν στην Ελλάδα από την Spentzos Film. Το Φοινικικό Σχέδιο προβάλλεται στις αίθουσες από την Tanweer. Το Sound of Falling θα κυκλοφορήσει στην Ελλάδα από το Cinobo. Το Dangerous Animals θα κυκλοφορήσει 10 Ιουλίου από την The Film Group. Η ταινία The Chronology of Water δεν έχει ελληνική διανομή.
Το 78ο φεστιβάλ Καννών διεξήχθη 13-24 Μαϊου.