ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ 66ΟΥ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Η συναρπαστική ψυχρότητα της Ιζαμπέλ Ιπέρ, ανατροπές χωρίς πλοκή και μια ελληνική ταινία α λα Karate Kid που μας έκανε να κλάψουμε. Αυτά είναι όσα ξεχωρίσαμε στο φετινό φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.

Άλλη μια έκδοση του φεστιβάλ Θεσσαλονίκης μπήκε στο αρχείο και επιστρέφοντας ρίχνουμε μια ματιά σε πρόσωπα, εικόνες, ταινίες και χαρακτήρες που ξεχώρισαν και συζητήθηκαν.

ΙΖΑΜΠΕΛ ΙΠΕΡ

Στη διάρκεια της παραμονής της στη Θεσσαλονίκη η Ιζαμπέλ Ιπέρ παρουσίασε μερικές από τις πιο εμβληματικές ταινίες της καριέρας της, παρέδωσε ένα masterclass στο οποίο μίλησε για τα ξεκίνηματά της μπροστά στην κάμερα φτάνοντας ως το σήμερα, απάντησε σε ερωτήσεις των δημοσιογράφων σε μια συνέντευξη τύπου, μέχρι και ψώνια στο Hondos έκανε. Είχε μερικές γεμάτες μέρες στην πόλη και μια διαρκή παρουσία που υπογράμμιζε το στάτους της ως τιμώμενο πρόσωπο.

Η Ιπέρ ως α) θρυλική β) Γαλλίδα έχει πάντα αυτό το στυλ ομιλίας και (μη) απόκρισης που σε κάνει ταυτόχρονα να τρέμεις και να σέβεσαι. Το κάνει πλήρως ξεκάθαρο ότι δε θα μιλήσει για κάτι εκτός των αυστηρών ορίων των ερμηνειών της – όταν κάποια στιγμή στη συνέντευξη τύπου αναφέρθηκε το γεγονός πως στα γυρίσματα μιας ταινίας ήταν έγκυος, αποκρίθηκε κατευθείαν «ναι, αλλά αυτό δεν έχει καμία σχέση με αυτή τη συζήτηση». Ακόμα και στα αυστηρά τεχνικά θα τονίσει πως όλα τα λεφτά είναι η συνεργασία της με μεγάλους δημιουργός που το κάνουν εύκολο – «δεν υπάρχει κανένα ρίσκο στο να δουλεύω με τον Μίκαελ Χάνεκε και τον Πολ Βερχόφεν», λέει.

Την ίδια στιγμή, δεν σταματά ούτε για δευτερόλεπτο να προσποιηθεί πως δεν ξέρει πως είναι σπουδαία. Σε κάθε θετική αναφορά – σε κάτι που είπε, ή για κάποια ερμηνεία της, ή γενικώς για το πόσο καλή είναι – απαντά με ένα στεγνό «το ξέρω». Και ναι, πώς να το κάνουμε. Μέσα από τις ταινίες αυτού του αφιερώματος (που κυμαίνονται από μεγάλα αμερικάνικα έπη μέχρι γαλλικά μιούζικαλ κι από ψυχοδιαστροφικές σκιαγραφήσεις μέχρι εξερευνήσεις επιθυμίας και δυναμικών ελέγχου) μπορεί πανεύκολα να δεις το γιατί. Μια από τις κορυφαίες ηθοποιούς όχι απλά αν ενεργεία, αλλά στην ιστορία, και κουβαλάει τον εαυτό της ως τέτοια.

Για να το πούμε αλλιώς, κάποιες φορές, απέναντι σε κάποια πράγματα, είναι καλό να νιώθεις ένα κάποιο δέος.

Σχετικό Άρθρο

Η ΠΑΤΤΥ (ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙΣΤΙΚΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ)

Μια έφηβη έχει ολυμπιακά όνειρα για την καριέρα της στο τζούντο, αλλά για να γίνει αυτό θα πρέπει πρώτα να αφήσει πίσω της το νησί και να μετακομίσει στην Αθήνα. Εκεί θα ζήσει και θα προπονηθεί υπό την επιτήρηση του πάλαι ποτέ προπονητικού θρύλου του τζούντο, Γιούρι, ο οποίος επιχειρεί το δικό του comeback ύστερα από χρόνια απουσίας. Ακούγονται γνώριμες οι διαδρομές, και είναι, αλλά με έναν τρόπο θριαμβευτικό και αληθινά σπάνιο για το ελληνικό σινεμά. (Βλέποντας το Rocky είχατε οραματιστεί ποτέ «ελληνικό» training montage με ηχητική υπόκρουση Σοφία Βόσσου; Όταν λέμε θρίαμβος…)

«Πάττυ» είναι το παρατσούκλι της κεντρικής ηρωίδας, που παίζει με μια σιωπηλή μελαγχολία και αποφασιστικότητα ο Μορτ Κλωναράκη. Είναι «πολύ κοριτσίστικο», λένε και ξαναλένε οι γύρω της – αλλά κι η έφηβη Δάφνη, αυτό είναι: Απλά Ένα Κορίτσι. Που θέλει να ζήσει κάνοντας κάτι που την ενθουσιάζει, που θέλει να ερωτευτεί, να παρασυρθεί, να θριαμβεύσει, να αποδείξει πράγματα. Όπως κάθε άτομο στην εφηβεία, θέλει να μεγαλώσει για να ζήσει όλα αυτά που μοιάζουν συναρπαστικά.

Αυτή η ιστορία ενηλικίωσης γράφεται με φανταστικές ποπ αποχρώσεις από τον Γιώργο Γεωργόπουλο (του επίσης απολαυστικού Δε Θέλω να Γίνω Δυσάρεστος Αλλά Πρέπει να Μιλήσουμε για Κάτι Πολύ Σοβαρό) ο οποίος δείχνει όχι μόνο απόλυτο σεβασμό απέναντι στα μοτίβα των ‘80s αθλητικών ταινιών, αλλά και εντυπωσιακή τεχνική σε μοντάζ και σκηνοθεσία, που υπηρετούν εξαιρετικά τις ανάγκες του είδους, με σκηνές μάχης που σε βυθίζουν στο δράμα και την αγωνία τους και με τη δημιουργία ενός ολόκληρου κόσμου γύρω από αυτές.

Αν η Δάφνη είναι το Judo Kid, ο (στοιχειωμένος, μα τόσο βαθιά ανθρώπινος) Βαγγέλης Μουρίκης είναι ο Μιγιάγκι της, ένας αποξενωμένος Δάσκαλος που ψάχνει την επιστροφή του στα εγκόσμια προσπαθώντας να αποφύγει τα ίδια λάθη που χρεώνει στον παρελθοντικό εαυτό του και που στοιχειώνουν ακόμα τον παροντικό. Το Πολύ Κοριτσίστικο Όνομα το Πάττυ είναι γεμάτο με στιγμές ανθρωπιάς, σύνδεσης, και μπόλικης συγκίνησης, σε ένα από τα πιο ενθουσιώδη δείγματα ελληνικού σινεμά των τελευταίων πολλών χρόνων. Ειλικρινά, ανυπομονώ να πάω να το δω σινεμά με την παρέα μου.

Το Πολύ Κοριτσίστικο Όνομα το Πάττυ θα κυκλοφορήσει στις αίθουσες στις 26 Φεβρουαρίου από την Tanweer.

Η ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗ ΠΑΡΟΥΣΑ

Το παλαιστινιακό σινεμά, ή σινεμά για την Παλαιστίνη, είχε έντονη παρουσία στο φετινό φεστιβάλ, με πλειάδα ταινιών σε πολλά διαφορετικά προγράμματα, από κλασικά σαν τον Χρόνο που Απομένει του Ελία Σουλεϊμάν μέχρι σύγχρονες παραγωγές που απέναντι σε κάθε εμπόδιο ή λογική, ολοκληρώθηκαν την τελευταία διετία στην Παλαιστίνη: Ο λόγος για το Palestine 36 της Ανμαρί Τζασίρ, ένα επικό φιλμ για την παλαιστινιακή εξέγερση απέναντι στον βρετανικό ιμπεριαλισμό την περίοδο ‘36-’39.

«Η ιστορία ήταν ήδη επίκαιρη, έτσι κι αλλιώς», μας είπε η Τζασίρ σε μια συνέντευξη που αξίζει να διαβάσετε. «Από την αρχή ασχολούνταν με το ερώτημα: πού αρχίζει αυτό; Γιατί δεν μπορείς να πεις ότι αρχίζει το ’48, ή το ’67, ή την 7η Οκτωβρίου. Δεν έχει “αρχή” – είναι μια συνεχής πραγματικότητα που επαναλαμβάνεται. Ζούμε την ίδια ιστορία ξανά και ξανά, γενιά μετά τη γενιά», εξηγεί.

«Αυτό που με ενδιέφερε εξαρχής ήταν ότι οι Βρετανοί είχαν στήσει το πλαίσιο αυτής της κατάστασης – το blueprint. Το σύστημα στρατιωτικής κατοχής μέσα στο οποίο ζούμε σήμερα δημιουργήθηκε τότε. Αυτή ήταν η αφετηρία της ταινίας».

Τα αδέρφια Νάσερ σκηνοθέτησαν το θρίλερ Once Upon a Time in Gaza το οποίο αγγίζει την αστυνομική και συστημική διαφθορά ενώ τοποθετείται στην Γάζα των μέσων ‘00s. Ενώ το Στη Σκιά της Πορτοκαλιάς (που θα κυκλοφορήσει σύντομα στην Ελλάδα) αφηγείται την οικογενειακή ιστορία θάρρους, ελπίδας και αδιάκοπης πάλης, όταν ένας παλαιστίνιος έφηβος παρασύρεται σε μια διαδήλωση στη Δυτική Όχθη των ‘80s.

Πολλές οι οπτικές και οι χρονικές προσεγγίζεις στη διαχρονικότητα του παλαιστινιακού ζητήματος, ενώ παράλληλα αξίζει να σημειώσουμε πως στην Αποθήκη Δ’, η πρωτοβουλία Filmmakers for Palestine Greece μοίραζε ενημερωτικά φυλλάδια και οργάνωσε κι ένα πολύ σημαντικό πάνελ στο Μουσείο Κινηματογράφου πάνω στο σινεμά ως εργαλείο δράσης και αλληλεγγύης για την Παλαιστίνη.

Σχετικό Άρθρο

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ HAMNET

Από όλες τις μεγάλες πρεμιέρες του φετινού φεστιβάλ, αυτή είναι μάλλον η πιο πολυσυζητημένη κι εκείνη που λογικά θα φτάσει με φόρα μέχρι τα Όσκαρ. Πρόκειται για τη νέα ταινία της Κλόι Τζάο μετά τα Όσκαρ του Nomadland (το Eternals της Marvel είναι μια ταινία σβησμένη από τη συλλογική μνήμη), βασισμένη στο βιβλίο της Μάγκι Ο’ Φάρελ, το οποίο συνθέτει ιστορικά γεγονότα και φιξιόν για να αφηγηθεί μια οικογενειακή τραγωδία – και την τέχνη που αυτή γέννησε.

Ο Πολ Μέσκαλ παίζει τον Γουίλιαμ Σαίξπηρ κι η Τζέσι Μπάκλεϊ (πιθανό φαβορί αυτή τη στιγμή για το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου) την σύζυγό του Άνιες, και μαζί βιώνουν μια αδιανόητη απώλεια. Στο πρώτο της μισό η ταινία ακολουθεί με έναν πολύ ενδιαφέροντα αφηγηματικό ρυθμό την ζωή του ζευγαριού –σαν σελίδες να λείπουν από ένα βιβλίο που όμως εκείνες που διαβάζεις σου δίνουν αρκετή αίσθηση των ζωών, του περιβάλλοντος, και του χρόνου που περνάει.

Όμως το πιο πολυσυζητημένο της στοιχείο έρχεται στην τελευταία πράξη, όταν το ζευγάρι καλείται να διαχειριστεί την απώλεια – όταν ο θρήνος καλύπτει σαν πέπλο κάθε λεπτομέρεια της ζωής τους, κάθε κενό, κάθε «αέρα». Ξαφνικά η αφήγηση γίνεται όχι απλά πιο σφιχτή, αλλά ακινητοποιείται, όπως κι οι ζωές των δύο τους. Μέσα από αυτό το απότομο φρενάρισμα παρακολουθούμε το πώς ο θρήνος οδήγησε στη δημιουργία του διασημότερου σαιξπηρικού έργου.

Το τέλος της ταινίας άφησε ένα σινεμά γεμάτο βουρκωμένα βλέμματα, όπως συνέβη και στις προβολές στο εξωτερικό, αλλά προσωπικά δεν κατάφερα να συνδεθώ καθόλου. Το σαφώς ανώτερο πρώτο μισό του φιλμ έχει ροή, έχει περιέργεια για ανθρώπους και συμπεριφορές και το περιβάλλον τους. Όλα αυτά εγκαταλείπονται δραματικά κατά την δεύτερη ώρα του φιλμ για χάρη μιας μάλλον ισοπεδωτικής αλληγορίας της οποίας τα νήματα συναισθηματικού χειρισμού είναι τόσο εμφανή που κάνουν την τελευταία πράξη να μοιάζει με κουκλοθέατρο.

Θα το συζητήσουμε ξανά καθώς η ταινία θα κινείται σε οσκαρικούς ρυθμούς τους επόμενους μήνες – και με την ίδια την βραβευμένη με Όσκαρ Κλόι Τζάο που μίλησε για το έργο της στο NEWS24/7.

Το Άμνετ (Hamnet) κυκλοφορεί στις αίθουσες 5 Φεβρουαρίου από την Tanweer.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΣΕΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣ

ÁÐÏÍÏÌÇ ÔÉÌÇÔÉÊÏY ×ÑÕÓÏÕ ÁËÅÎÁÍÄÑÏÕ ÓÔÏÍ ÃÉÙÑÃÏ ÔÓÅÌÐÅÑÏÐÏÕËÏ

Για έναν από τους σημαντικότερους δημιουργούς του ελληνικού σινεμά τα τελευταία περίπου 50 χρόνια, ο Γιώργος Τσεμπερόπουλος έχει κάνει αφενός σχετικά λίγες ταινίες και αφετέρου όχι τόσο πολυπαιγμένες όσο θα περίμενε κανείς βάσει ονομάτων. Είναι με πολύ μεγάλη χαρά που βλέπουμε το έργο του να αναδεικνύεται και να αναγνωρίζεται ξανά με αφορμή την τεράστια επιτυχία του Υπάρχω – όπως τώρα, που το φεστιβάλ παρουσίασε μια πλήρη ρετροσπεκτίβα του έργου του, συμπεριλαμβανομένων των μικρού μήκους ταινιών του.

«Είναι ένα σινεμά που επιδιώκει πάντα να αντλεί από την κοινωνία, επιδιώκει να ζει μέσα στην κοινωνία, επομένως χρειάζεται την αίθουσα και την επικοινωνία», δήλωσε ο Τσεμπερόπουλος παραλαμβάνοντας τον τιμητικό Χρυσό Αλέξανδρο για το σύνολο του έργου του, πριν την προβολή της ταινίας Ο Εχθρός Μου.

Κι έξω από τις αίθουσες όμως, ένιωθες έναν ενθουσιασμό, ειδικά για τις προβολές των πρώτων φιξιόν της φιλμογραφίας του, Ξαφνικός Έρωτας και Άντε Γεια. Ταινίες που πάλλονται από συναίσθημα κι από πάθος που λυγίζει σίδερα, έχοντας φόντο μια Ελλάδα στην αιχμή μιας τεράστιας κοινωνικοπολιτικής αλλαγής – αλλά με τι όρους; και προς ποια κατεύθυνση;

Με αφορμή το αφιέρωμα του φεστιβάλ στον Τσεμπερόπουλο κυκλοφόρησε και ένα ειδικό τεύχος του Πρώτου Πλάνου εξ ολοκλήρου αφιερωμένο στον σκηνοθέτη, με μια απολαυστική συνέντευξη στον Ορέστη Ανδρεαδάκη που καλύπτει όλο το έργο και τη διαδρομή του, πολλές φωτογραφίες, αλλά και κείμενα από θεωρητικούς, φίλους και συνεργάτες.

Μπορείτε να πάρετε μια μικρή γεύση όλων των παραπάνω στην πολύ μεγάλη συνέντευξη που μας παραχώρησε ο Τσεμπερόπουλος με αφορμή το Υπάρχω, όπου επίσης μιλήσαμε για όλη του την διαδρομή – είναι από εκείνους τους ανθρώπους που απλά απολαμβάνεις να τους ακούς να μιλάνε για ό,τι τους έχει συμβεί ποτέ, και για ό,τι έχουν νιώσει. Κι αυτό φαίνεται και στο σινεμά του.

Σχετικό Άρθρο

ΤΟ ΖΕΥΓΑΡΙ ΣΤΗΝ ΑΡΚΟΥΔΟΤΡΥΠΑ

BEARCAVE
BEARCAVE

Για την Αρκουδότρυπα είχαμε γράψει ήδη από τη Βενετία, όπου έκανε παγκόσμια πρεμιέρα και κέρδισε κι ένα βραβείο – είναι μια θαυμάσια αισθηματική ιστορία για δύο φίλες στην Τύρνα, ένα χωριό τους πρόποδες της Πίνδου, που συνειδητοποιούν πως υπάρχει έλξη μεταξύ τους. Η ταινία ξεκίνησε ως μικρού μήκους, η οποία μάλιστα κέρδισε και το βραβείο στη Δράμα, πριν επεκταθεί σε μεγάλου μήκους.

Εδώ, η μικρού μήκους είναι απλώς η πρώτη πράξη, και η αφήγηση συνεχίζεται, παίζοντας μάλιστα εναλλάξ ανάμεσα στις δύο ηρωίδες, την «άγρια» Αργυρώ (Χαρά Κυριαζή) και την it girl Αννέτα (Πάμελα Οικονομάκη). Επιτρέποντάς μας έτσι ως θεατές να βλέπουμε να γεμίζουν τα κενά στην αφήγηση που υπάρχουν από την οπτική της κάθε μίας, αλλά παράλληλα στην ουσία να ανακαλύπτουμε αυτές τις ηρωίδες σε ζωντανό χρόνο, καθώς δηλαδή κι οι ίδιες μαθαίνουν τι ακριβώς έχει συμβεί – και τι ακριβώς αισθάνονται η μία για την άλλη.

Είναι μια ταινία που αφουγκράζεται το τοπίο, και αφήνει στις ηρωίδες της τον χώρο και την άνεση να περπατήσουν σε αυτό, να ζήσουν σε κάθε πιθανή γωνιά του φυσικού τους περιβάλλοντος. Δέντρα, σπηλιές, δάσης, ποτάμια, κορυφές, πυκνοκατοικημένες αυλές… τα πάντα μοιάζουν ζωντανά, και αναγκαία στην ιστορία, στους χαρακτήρες και στον κόσμο τους. Κι όσο πιο ζωντανός είναι ο κόσμος, τόσο πιο ζωντανές κι οι δύο ηρωίδες.

Το φιλμ κέρδισε 6 βραβεία και μια ειδική μνεία στη Θεσσαλονίκη, ανάμεσά τους το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενης ηθοποιού (στη Χαρά Κυριαζή) και το FIPRESCI σε ελληνική ταινία. Κατά τη γνώμη μας, είναι λογικός ο ενθουσιασμός. Και θα φανεί και στις αίθουσες, όταν η ταινία κυκλοφορήσει αργότερα μες στο ‘26.

Σχετικό Άρθρο

ΦΡΕΝΤΕΡΙΚ ΕΛΜΣ

ǠӕͅуTɊǠԅ׍Ǡ/MASTERCLASS ̅ ԏ֑͠ōԑɊ ŋ̓

Ο θρυλικός διευθυντής φωτογραφίας του Ντέιβιντ Λιντς και του Τζιμ Τζάρμους (δούλεψε και στο Father Mother Sister Brother που άνοιξε τη φετινή διοργάνωση) βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη ως μέλος της κριτικής επιτροπής του Διεθνούς Διαγωνιστικού, αλλά έδωσε κι ένα masterclass πάνω στην σπουδαία καριέρα του, και παρουσίασε και μια προβολή του Wild at Heart του Ντέιβιντ Λιντς, μια από τις πιο χαρακτηριστικές ταινίες που έχει δουλέψει.

Ο Ελμς, μια πολύ ευγενική φιγούρα που μοιάζει διαρκώς έτοιμος να ακούσει και να μάθει κάτι νέο, την ίδια στιγμή που με χαρά μοιράζεται ιστορίες καριέρας και μαθήματα ζωής, είναι το είδους του καλεσμένου που δίνει νόημα σε ένα φεστιβάλ. Αν τον ακούσεις έχεις πολλά να μάθεις, και κάτι να πάρεις μαζί σου.

Είχα την μεγάλη τιμή να συνομιλήσω μαζί του πιάνοντας από τον Κασσαβέτη μέχρι τον Τζάρμους, από φιλμ μέχρι digital, κι από το Eraserhead του Λιντς μέχρι το Hulk του Ανγκ Λι. Αυτό θα πει καριέρα. (Η συνέντευξη θα δημοσιευτεί στο NEWS24/7.)

Η ΙΔΕΑ ΤΗΣ ΑΝΑΤΡΟΠΗΣ

Είναι ομολογουμένως κάπως sweaty το να παρουσιάζεις ένα αφιέρωμα στην ανατροπή με ταινίες που, σε μεγάλο βαθμό, δεν έχουν καν πλοκή. Φλερτάρει στα όρια του έξυπνου και της εξυπνάδας, πάντως σε κάθε περίπτωση η επιλογή των ταινιών από την guest curator Μίριαμ Μπεν Σαλά είναι εξαιρετική, βρίσκοντας πράγματι μια εσωτερική συνέπεια σε φιλμ από το Close Up του Κιαροστάμι ως την Κινέττα του Λάνθιμου, όχι τόσο στην ιδέα κάποιας αποκάλυψης που αλλάζει τα δεδομένα – αλλά στον ίδιο τον τρόπο που η αφήγηση εμπλέκει τον θεατή.

Όπως γράφει η ίδια η επιμελήτρια στο κείμενό της στην ειδική έκδοση PLOT TWIST του φεστιβάλ (που για μια ακόμα χρονιά παρουσίασε must-have εκδόσεις), το πρόγραμμα «δεν παρουσιάζει μια σειρά ανατροπών, αλλά ένα σύνολο έργων που μειώνουν την απόσταση ανάμεσα στο περφόρμανς και στη δράση, ανάμεσα στο γέλιο που μας κρατά διαρκώς σε εγρήγορση και στις πληγές που αρνείται να αναισθητοποιήσει, ανάμεσα στο ντοκιμαντέρ που υπόσχεται πρόσβαση στην αλήθεια και στο παραμύθι που τολμά τελικώς να την πει, ανάμεσα στον τέταρτο τοίχο και την πλήρη κατάρρευσή του».

«Αυτό που ανατρέπεται εδώ δεν είναι απλώς η πλοκή, αλλά η ίδια η στάση του θεατή, τα καθιερωμένα ήθη θέασης που μας προστατεύουν από τις συνέπειες, καθώς και η κολακευτική αυταπάτη ότι μπορούμε να παραμένουμε μέλη του κοινού όταν τα φώτα έχουν πλέον ανάψει ή αφότου έχουμε βγει από την αίθουσα». Ή, όπως συμπληρώνει, «η εγγύτητα με το πραγματικό έχει μεγαλύτερη σημασία από το ύφος».

Με κάποιον εντελώς παράδοξο τρόπο, παρακολουθώντας την Κινέττα του Γιώργου Λάνθιμου έχοντας αυτές τις σκέψεις (αλλά και το ευρύτερο πλαίσιο επιλογής των ταινιών) στο μυαλό μου, αυτή η προσέγγιση έβγαζε νόημα.

ΠΕΝΤΕ ΤΑΙΝΙΕΣ ΠΟΥ ΞΕΧΩΡΙΣΑΜΕ

Μπιτσκόμπερ… Ο Αριστοτέλης Μαραγκός του Timekeepers of Eternity σκηνοθετεί την πρώτη του live action μεγάλου μήκους ταινία, εστιάζοντας σε έναν άντρα που αναμετράται με την κληρονομιά του πατέρα του, προσπαθώντας να χτίσει ένα καράβι στην ξηρά. Η αλληγορία παίρνει τον έλεγχο αλλά ο Μαραγκός σκηνοθετεί με μεράκι και διαρκείς ιδέες, υπογραμμίζοντας την στοιχειωμένα αναμνησιακή όσο και απτή χροιά αυτού του προσωπικού πορτρέτου – με έναν φανταστικό Χρήστο Πασσαλή στον κεντρικό ρόλο να αγκαλιάζει την ελλειπτικότητα της αφήγησης και του ίδιου του χαρακτήρα του. Αργυρός Αλέξανδρος Σκηνοθεσίας για την ταινία, μια πραγματικά εντυπωσιακά εύστοχη απόφαση.

Dry Leaf… Ένα road movie ειδωμένο μέσα από την χαμηλή ανάλυσης μιας κάμερας κινητού που μοιάζει να αποτυπώνει αυτή την αναζήτηση σα να ήταν ένας κινούμενος ιμπρεσιονιστικός πίνακας. Κάθε στοιχείο της φύσης και της πεζής καθημερινότητας ανάγεται σε κάτι το σχεδόν παραμυθένιο, σαν κομμάτια ονείρου σπασμένα σε έναν κόσμο που ακόμα φυλά μέσα του κάτι το άγνωστο και μυστηριώδες. Από τον Αλεξάντερ Κομπερίτζε του Τι Βλέπουμε Όταν Κοιτάμε τον Ουρανό, και μια από τις καλύτερες ταινίες του 2025.

Βγαίνουν Μέσα απ’τη Μάργκο… Το νέο φιλμ του Αλέξανδρου Βούλγαρη με τη Σοφία Κόκκαλη ζει και αναπνέει μέσα σε ένα διαμέρισμα, σε μια ζωή, καθώς διοργανώνεται ένα πάρτυ για τα 40ά γενέθλια για μια διάσημη τραγουδοποιό που ζει εδώ και χρόνια σε απομόνωση. Ο πάντα ανοιχτός συναισθηματισμός του σκηνοθέτη συναντά μια ηρωίδα χαμένη ανάμεσα στο πριν και το μετά, καθώς φόβοι, συναισθήματα, αναμνήσεις γίνονται ένα.

Μπλε Ερωδιός… Αυτό που ξεκινάει σαν μια α λα Aftersun αναμνησιακή ανασύσταση των παιδιών χρόνων σα να ήταν μια υπαρξιακή αναζήτηση, εξελίσσεται στο φορμαλιστικά απρόσμενο δεύτερο μέρος της ταινίας σε μια εξερεύνηση που σπάει τον τέταρτο τοίχο και τα όρια ανάμεσα στο φιξιόν και ντοκιμαντέρ, αναζητώντας απαντήσεις σε ανείπωτα ερωτήματα των παιδικών χρόνων – το αυτοβιογραφικό ντεμπούτο της Σόφι Ρομβάρι αξίζει την προσοχή μας.

Silent Friend… Η Ίλντικο Ενιέντι του Η Ψυχή και το Σώμα σκηνοθετεί μια από τις πιο ιδιόμορφες ταινίες των τελευταίων χρόνων, μια αφήγηση όχι ακριβώς σπονδυλωτή αλλά περισσότερο παράλληλη, σαν ένα γαϊτανάκι τριών αφηγήσεων που τυλίγονται ρυθμικά γύρω από ένα τεράστιο δέντρο αιώνων. Μέσα από τις τρεις ιστορίες, η Ενιέντι εξερευνά τη σχέση μας με τη φύση (και τη σχέση της φύσης με εμάς) και κατ’επέκταση τη σχέση με την ίδια την ανθρωπότητα.

Το μεσαίο σκέλος, που περιστρέφεται γύρω από ένα χαριτωμένο ρομάντσο και το πείραμα με ένα μοναχικό φυτό σε μια γλάστρα, είναι το ξεκάθαρο stand-out, αλλά ενώ δεν λειτουργούν όλα το ίδιο καλά, το τελικό αποτέλεσμα καταφέρνει να είναι καλύτερο από το άθροισμα των επιμέρους κομματιών του: Μια ταινία αρχικά δυσπρόσιτη μα τελικά αφοπλιστική, καλώντας τον θεατή να νιώσει, να γίνει ένα μαζί της.

Info:

Το 66ο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης διεξήχθη 30 Οκτωβρίου ως 9 Νοεμβρίου.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα