Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ ΣΕ ΕΛΛΗΝΑ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟ
“Δεν συμφέρει την Ελλάδα να έχει απέναντί της μίαν Ιταλίαν οργισμένην”. Τέσσερα χρόνια πριν εισβάλει η Ιταλία στην Ελλάδα, ο Αλέκος Λιδωρίκης συνάντησε τον Ντούτσε στο παλάτι του και μίλησε μαζί του για 40 λεπτά.
Στις 24 Ιανουαρίου 1936, ο δημοσιογράφος της εφημερίδας “Ελεύθερης Γνώμης’, Αλέκος Λιδωρίκης (1907-1988), συνάντησε στη Ρώμη, τον Ιταλό δικτάτορα, Μπενίτο Μουσολίνι, στο γραφείο του δεύτερου, μέσα στο Παλάτσο Βενέτσια. Αυτή θα ήταν η πρώτη και τελευταία φορά που ένας Έλληνας δημοσιογράφος θα έπαιρνε συνέντευξη απ’ τον Ντούτσε, γεγονός που καθιστά αυτό το δημοσίευμα ιστορικής αξίας.
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ
Η Ιταλία βρισκόταν στο μέσο του Β΄ Ιταλο-Αιθιοπικού Πολέμου, ο οποίος τον Μάιο της ίδιας χρονιάς θα τελείωνε με νίκη για τους Ιταλούς και στρατιωτική κατάληψη της Αιθιοπίας. Ήταν η περίοδος που η δημοφιλία του Μουσολίνι βρισκόταν στο απόγειό της.
Τον Νοέμβριο του 1935, η Κοινωνία των Εθνών επέβαλε οικονομικές κυρώσεις στην Ιταλία, οι οποίες όμως δεν ήταν και ιδιαίτερα σκληρές, γι’ αυτό και αποδείχτηκαν αναποτελεσματικές. Αυτές τις κυρώσεις τις είχε υπερψηφίσει και η Ελλάδα, γεγονός που όπως θα δούμε, είχε ενοχλήσει ιδιαίτερα τον δικτάτορα.
Η ΕΛΛΑΔΑ
Στην Ελλάδα το πολιτικό κλίμα ήταν ασταθές. Βρισκόμαστε κάποιους μήνες πριν τη δικτατορία του Μεταξά.
Πρόεδρος της κυβέρνησης είχε διοριστεί ο Κωνσταντίνος Δεμερτζής από τον Βασιλιά Γεώργιο Β’, ο οποίος είχε επιστρέψει στην Ελλάδα μετά το δημοψήφισμα του Νοεμβρίου του 1935, που έφερε την παλινόρθωση της βασιλείας.
Η ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ
Ο Αλέκος Λιδωρίκης πέρασε 8 μέρες στη Ρώμη μέχρι να καταφέρει να συναντήσει τον Μουσολίνι. Το αίτημά του έγινε δεκτό από τον υπουργό Τύπου και Προπαγάνδας, (αλλά κυρίως γαμπρό του Μουσολίνι), Γκαλεάνο Τσιάνο στις 22 Ιανουαρίου.
Και στις 24 Ιανουαρίου, στις 6 το απόγευμα, βρέθηκε μπροστά στην Ντούτσε, μέσα σε μια αχανή αίθουσα, στην “Υδρόγειο”, όπως έλεγαν το γραφείο του δικτάτορα.
“Βρίσκομαι εμπρός στον Μουσολίνι (…) Πριν φθάσω εντελώς μπροστά του σηκώνεται μηχανικά. Όρθιος, στητός, έκφραση κάπως βλοσυρή, θεατρικά μεγαλοπρεπέστατη. Το χέρι του απλώνεται σε έναν βαρύ φασιστικό χαιρετισμό. Μιμούμαι”…
Ο Λιδωρίκης περιγράφει γλαφυρά την επιβλητική ατμόσφαιρα, το δέος που ένιωσε μπροστά του. Και ξεκινά την περιγραφή της συζήτησης:
“-Είσθε ο κ. Λιδωρίκης, αρχισυντάκτης της ‘Ελευθέρας Γνώμης’; λέει αργά και με κοιτάζει μέσα στα μάτια.
-Μάλιστα, εξοχότατε…
-Είναι μια καθημερινή εφημερίς;
-Πρόκειται να είναι, εξοχότατε…
-Πολιτικής γραμμής;
-Τελείως ανεξάρτητος…
Σωπαίνει μερικές στιγμές. Μικροί βηματισμοί. Και στέκεται και πάλι στην ίδια θέση. Σε αυτή τη θέση που μένει όρθιος 40 ολόκληρα λεπτά της ώρας, όσα ηθέλησε να με κρατήσει. Όρθιος εκείνος. Όρθιος και εγώ απέναντί του, από του τραπεζιού την άλλη άκρη.
-Σας δέχτηκα υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα ζητήσετε συνέντευξη. Όσα θα πούμε θα ήθελα να μη δημοσιευτούν.
Σωπαίνω.
-Η Ιταλία βρίσκεται σε πόλεμο. Οι ώρες είναι κρίσιμες. Και έπαυσα να δίνω συνεντεύξεις από πολύν καιρό…
-Όπως νομίζετε.
-Λοιπόν… Τι σας ενδιαφέρει;”
Αυτό που ενδιαφέρει τον Έλληνα δημοσιογράφο είναι το σχόλιο του Ντούτσε για αυτόν τον “διμέτωπο πόλεμο”, με τον οποίο βρίσκεται αντιμέτωπη η Ιταλία. Απ’ τη μία ο “πόλεμος στην Αβησσυνία”, και απ’ την άλλη οι “κυρώσεις”. Στο άκουσμα της τελευταίας λέξης, ο Μουσολίνι εκνευρίζεται. Χτυπάει το χέρι του στο τραπέζι και σχολιάζει:
“-Κυρώσεις! Πέστε μου, τι νομίζουν πώς μας κάνουν με τις περίφημες κυρώσεις των; Είδατε τον ιταλικό λαό; Πόσες μέρες έχετε στην Ιταλία;
-Οκτώ.
-Λοιπόν… Ποτέ δεν παρουσίασε τέτοια ενότητα, τέτοια χαλυβδωμένη ομοιογένεια και θέληση να υπερνικήσει τα εμπόδια. Κυρώσεις! Ποιον βλάπτουν οι κυρώσεις; Την Ιταλία; Η Ιταλία έχει απόθεμα εθνικισμού, πίστεως, δυναμικότητας”…
“ΔΕΝ ΣΥΜΦΕΡΕΙ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΝΑ ΕΧΕΙ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΜΙΑΝ ΙΤΑΛΙΑΝ ΟΡΓΙΣΜΕΝΗΝ”
Ο λόγος του στη συνέχεια θα γίνει ακόμα πιο επιθετικός, κάνοντας μία έμμεση αναφορά στην Ελλάδα, την οποία ο Λιδωρίκης δεν θα αφήσει να πέσει κάτω. Όταν ο Ντούτσε θα του πει με νόημα ότι από τις κυρώσεις βλάπτονται “μερικά μικρά κράτη”, ο Έλληνας δημοσιογράφος θα του αντιτείνει:
“-Μα εξοχότατε -του λέγω- η Ελλάς και ορισμένα άλλα κράτη, μικρά ως είπατε και σεις, δεν θα έπρεπε να ακολουθήσουν την κοινή απόφασιν της Κοινωνίας των Εθνών; Αυτή είναι η γνώμη σας; Και εν τοιαύτη περιπτώσει, τι θα έπρεπε να κάνουν;
-Με ερωτάτε ως Έλλην; Θέλετε να εντοπίσω την απάντησίν μου εις το κεφάλαιον ‘Ελλάς’; Έστω. Με την Ελλάδα μας συνδέει σύμφωνον φιλίας. Δι’ αυτό, ηδιαφόρησε η Ελλάς. Ηκολούθησε την Κοινωνίαν των Εθνών. Τον βρετανικόν ιμπεριαλισμόν, δηλαδή. Το αποικιακόν παιχνίδι της Αγγλίας… Εδέθη στο άρμα της, όπως και η Γιουγκοσλαβία, η οποία ζημιώνεται ήδη αρκετά από τας περιφήμους κυρώσεις που εφαρμόζει εις βάρος μας. Όπως και η Τουρκία.
Αλλά η Ελλάς, ειδικώς, δεν είχε λόγον να ακολουθήσει ολοκληρωτικώς τα κυρωτικά μέτρα. Ημπορούσε να διατηρήσει τας επιφυλάξεις της. Να κάμει όπως έκαμαν η Χιλή ή Ουρουγουάη, και άλλα ξένα κράτη.
Αλλά όχι. Προχώρησε απολύτως. Μας κρίνει αυστηρότατα. Εφαρμόζει τα κυρώσεις. Τώρα και τα πετρέλαια. Σύμφωνοι! Δεν έχω βεβαίως δικαίωμα να επέμβω εις αποφάσεις εσωτερικάς του κράτους σας, αφού νομίζει ως συμφέρουσαν την τακτική που ακολουθεί”.
Τα αμέσως επόμενα λόγια του, και με τη σημερινή γνώση των γεγονότων που θα ακολουθούσαν, ακούγονται κάτι παραπάνω από προφητικά:
“Πιστεύω όμως ότι η Ελλάς δεν έπρεπε να λησμονήσει ότι είμεθα γείτονες, ότι τα παράλια μας αντικρίζονται, ότι αύριον, εις μίαν χειροτέραν έκρηξιν, που την απεύχομαι, δεν την συμφέρει να έχει απέναντί της μίαν Ιταλίαν οργισμένην…”.
Φυσικά ο Λιδωρίκης δεν θα μπορούσε να αφήσει αυτά τα λόγια να πέσουν κάτω. Βλέπει την ευκαιρία και την αρπάζει.
“-Βλέπετε, εξοχότατε αυτήν την έκρηξη ως προσεχή; Προβλέπετε, σύμφωνα με την εξέλιξη των πραγμάτων, μια μεσογειακή σύρραξη, εις την οποίαν θα ενεπλέκετο μοιραίως και η Ελλάς;
-Όσον αφορά εμέ, δεν πρόκειται ούτε να τη ζητήσω ούτε να την προετοιμάσω. Υπάρχει ήδη ένας πόλεμος. Μου φθάνει. Δεν έχω καμία διάθεσιν να αρχίσω και δεύτερον, πολύ σοβαρότερον. Αλλά κοιτάξτε και απ’ αλλού. Κοιτάξτε και την Αγγλίαν. Ίσως εκεί προετοιμάζεται και η έκρηξις. Εκείνη προκαλεί. Και τότε η Ελλάς θα αχθεί εις μίαν περιπέτειαν, από την οποίαν δεν ξέρω κατά πόσον θα βγει ωφελημένη”.
“ΕΙΜΕΘΑ ΠΑΝΤΟΤΕ ΦΙΛΟΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ”
Στη συνέχεια ο Μουσολίνι αναφέρεται στον “πόλεμον στην Αφρικήν”, τον οποίον αποκαλεί και “πόλεμο εκπολιτιστικό”. Ήταν πολύ συχνό για τις αποικιακές δυνάμεις της εποχής να ψάχνουν και ηθικό έρεισμα στον επεκτατισμό τους, με επιχειρήματα του τύπου “τους φέραμε τον πολιτισμό”.
Και, μιλώντας ξανά για την Ελλάδα, θα συμπληρώσει και αυτό:
“… Ημείς είμεθα πάντοτε φίλοι της Ελλάδος! Προσπαθούμεν. Θα προσπαθήσομεν να είμεθα…”.
Και ενώ ο Λιδωρίκης πιστεύει ότι η κουβέντα τους έφτασε στο τέλος, αιφνιδιάζεται από τις ερωτήσεις που του θέτει ο Μουσολίνι. Από ό, τι φαίνεται, ενδιαφέρεται πολύ για τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας και έτσι τον ρωτά για τον Βενιζέλο, τον Σοφούλη, τον Τσαλδάρη και τον “μακαρίτη πλέον στρατηγό Κονδύλη, με τον οποίον είχε συναντηθεί στη Ρώμη”.
“Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΛΑΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΠΩΣ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΗΣ”
Είναι η χρονιά που η βασιλεία επέστρεψε στην Ελλάδα μετά από 13 χρόνια. Ο Λιδωρίκης θα τον ρωτήσει για το πως βλέπει την παλινόρθωση “του Βασιλέως”, και μετά από μια μακροσκελής ανάλυση του Ντούτσε στα πολιτεύματα, δημοκρατία και μοναρχία (“εγώ από πεποιθήσεως είμαι μοναρχικός”), θα πει για την Ελλάδα:
“Νομίζω ότι η Ελλάς εύρε τον δρόμον της. Από την παλαιοτέραν ιστορίαν της βλέπομεν ότι απέκλινε η λαϊκή συμπάθεια προς ένα “λαϊκόν” μονάρχην. Ο ελληνικός λαός είναι ειδωλολάτρης κάπως. Και αυτό, κατά τη γνώμην μου, είναι ευχάριστον δείγμα της ζωτικότητάς του. Αποδεικνύει ότι αγαπά τα σύμβολα. Και ένας βασιλεύς, ένας μονάρχης, όταν είναι καλός, ανώτερος, και συγκεντρώνει ολοκληρωτικήν την πίστιν του λαού και συμβολίζει την πλέον εσωτερικήν του ψυχοσύνθεσιν, ε! τότε ο μονάρχης ούτος είναι και το μεγαλύτερον βάθρον, εις το οποίον θα στηριχθεί η πρόοδος και η εξέλιξις του έθνους.
Πιστεύω ότι απεκατεστάθη σήμερον μία τάξις εις τα εσωτερικά σας πράγματα…”.
ΤΟ ΨΥΧΟΓΡΑΦΗΜΑ
Ο Μουσολίνι συνέχισε να μιλά για άλλα θέματα και ο Έλληνας δημοσιογράφος, σε μια προσπάθεια να δώσει στον αναγνώστη του μία εικόνα για τον άνθρωπο που είχε μπροστά του, θα σχολιάσει:
“Έχει μίαν γοητεία μυστική, ιδιότυπο, κυριαρχική. Δικαιολογεί κανείς πώς επί έτη δεκατέσσερα κατόρθωσε ο άνθρωπος αυτός, πιέζων, υποτάσσων, καταλύων, να παρουσιάζεται ως ο Μεσσίας, ο σωτήρ της Ιταλίας, τουλάχιστον σε μια σημαντική μερίδα Ιταλών.
Είναι ένας Τύραννος, Τύραννος όμως ισχυρός. (…) Αν πέσει, όταν πέσει, θα πέσει πολυθόρυβα. Με γδούπο τρομερό. Με συνεπείας τραγικάς. Θα πέσει και θα παρασύρει. Θα συντριβεί και θα συντρίψει.
Η πτώση του, αν έλθει, θα συνοδεύεται με μελωδία σατανική. Θρήνων, καταστροφών και αίματος”.
Η ΑΘΕΤΗΣΗ
Ίσως να θυμάται κάποιος ότι στην αρχή του κειμένου, ο Μουσολίνι είχε ζητήσει από τον Λιδωρίκη να μη δημοσιεύσει όσα θα πουν. Ότι απλώς θα κάνουν μία κουβέντα, όχι συνέντευξη. Πώς, λοιπόν, έφτασαν στις σελίδες της εφημερίδας όσα είπαν μεταξύ τους; Απλώς τον παράκουσε;
Διαβάζουμε:
“-Δεν θέλω να γραφούν όλα αυτά -μου λέγει τελικώς. Σας είπα ότι δεν δίδω συνεντεύξεις. Κρατήσατέ τα δια τον εαυτό σας!
-Αλλά, εξοχότατε. Υποτίθεται ότι σας είδα… Ότι με εδέχθητε περαν της μισής ώρας. Είμαι δημοσιογράφος. Τι πρέπει να πω… Και τι να γράψω;
-Γράψετε ορισμένα πράγματα.
Και μου απαριθμεί τα ‘ορισμένα’. Ζητεί τον λόγο μου. Τον… μισοδίνω. Και τον κρατώ κατά το τέταρτον. Είμαι εν τάξει. Γράφω όσα μου επιβάλλει η δημοσιογραφική συνείδησίς μου να γραφούν”.
Η συνέντευξη δημοσιεύτηκε σε τρεις συνέχειες, από τις 2 έως τις 4 Φεβρουαρίου και θεωρήθηκε τεράστια δημοσιογραφική επιτυχία. Μεταφράστηκε και δημοσιεύτηκε και σε μια σειρά από εφημερίδες του εξωτερικού.
*Η συνέντευξη υπάρχει στο εξαντλημένο βιβλίο “Μίλησα με μορφές του αιώνα μας” του Αλέκου Λιδωρίκη απ’ τις εκδόσεις Εστία.