ΓΙΑΤΙ ΤΑ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΣΤΑ ΒΟΡΙΖΙΑ ΕΙΝΑΙ “ΑΣΦΑΙΡΑ”
Η Σοφία Βιδάλη, καθηγήτρια εγκληματολογίας και αντεγκληματικής πολιτικής εξηγεί τι χρειάζεται να γίνει για να λυθεί το πρόβλημα της οπλοκατοχής.
Καταλαβαίνεις πως τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει στην Κρήτη σε σχέση με τα όπλα, όταν λίγες ώρες μετά τις εξαγγελίες του υπουργού Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλη Χρυσοχοΐδη για ακόμα αυστηρότερες ποινές, γίνεται ο κακός χαμός από μπαλωθιές σε γάμους στο νησί.
Είναι δεδομένο πως σε κάποια χωριά της Ελλάδας (όχι μόνο της Κρήτης) η κουλτούρα της οπλοκατοχής είναι ριζωμένη βαθιά.
Άρα υπάρχει ανάγκη αλλαγής αντιλήψεων, όπως έχει επισήμανε άλλωστε και ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, διευκρινίζοντας «αυτό είναι δουλειά των πολιτικών».
Μετά, ανακοίνωσε μέτρα που όπως πάντα, κινούνταν στο τιμωρητικό πλαίσιο, ενώ το παρελθόν έχει καταστήσει σαφές πως δεν οδηγούν πουθενά. Και σίγουρα δεν αλλάζουν αντιλήψεις.
Πώς μπορεί να αλλάξει κάτι, επί της ουσίας σε περιοχές της Ελλάδας που το νορμάλ είναι να έχεις όπλο στο σπίτι;
Το NEWS 24/7 ζήτησε τη βοήθεια της Σοφίας Βιδάλη, καθηγήτριας εγκληματολογίας και αντεγκληματικής πολιτικής, στο Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πάντειο.
«Δεν έχουν νόημα τα μέτρα για την οπλοκατοχή, τύπου αύξησης ποινών»
Το ζήτημα της παράνομης οπλοκατοχής και τα γεγονότα στα Βορίζια θύμισαν λοιπόν, πως υπάρχει μία ριζωμένη κουλτούρα. Και ότι η Πολιτεία είναι απούσα. Αν ήταν παρούσα, θα είχε αλλάξει κάτι μέσα στις δεκαετίες των εξελίξεων.
«Σε περιοχές που έχουν ισχυρή πολιτισμική παράδοση σε κάποια πράγματα ή τα αποδίδουν σε αυτήν, δεν είναι εύκολο, απλά με την Αστυνομία, να ξεριζώσεις πρακτικές που έρχονται από παλιά» λέει η κυρία Βιδάλη, «αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να αλλάξουν τα πράγματα».
Μπορεί να βελτιωθεί η συνθήκη με τα μέτρα που εξαγγέλθηκαν;
«Κοιτάξτε, για αυτό που βλέπουμε σήμερα, 3-4 πράγματα μπορεί να πει κανείς. Δεν πρόκειται για ζητήματα που λύνονται από τη μια μέρα στην άλλη. Δεν είναι ζητήματα που λύνονται συγκυριακά. Η οπλοκατοχή και οπλοφορία στην Κρήτη κατά καιρούς απασχολούν, εξαγγέλλονται κάποια μέτρα και μετά τελειώνει η ιστορία.
Ατονεί η εφαρμογή του νόμου για πάρα πολλούς λόγους, είτε προσωπικούς, είτε πελατειακούς, είτε για χιλιάδες άλλους λόγους.
Άρα δεν έχει νόημα να εξαγγέλει κανείς μέτρα τύπου αύξησης ποινών και παρουσίας αστυνομίας, χωρίς να έχει ένα συγκεκριμένο οργανικό και μακροπρόθεσμο σχέδιο, για την παρουσία της αστυνομίας.
Όσον αφορά το ζήτημα της πολιτισμικής παράδοσης, εντάξει, η πολιτισμική παράδοση δεν λέει να πάρουμε ένα πολυβόλο και να σκοτώνουμε όποιον να ‘ναι.
«Αυτό που έχει γίνει στην Κρήτη δεν είναι βεντέτα και το έχουμε πει όλοι όσοι έχουμε μια κάποια παραπάνω γνώση».
«Ας πούμε πως απαγορεύεται η οπλοκατοχή. Και λοιπόν;»
Η πραγματικότητα είναι (και επιβεβαιώνεται με μια απλή αναζήτηση στο Google) πως κάθε φορά που προκύπτει τραυματισμός ή θάνατος από μπαλωθιά ή άλλη χρήση όπλου στην Κρήτη, εξαγγέλλονται διάφορα και όλα τελειώνουν εκεί. Στη βάση έχουν το γενικότερο νομικό πλαίσιο της οπλοκατοχής στην Ελλάδα. Είναι ανεπαρκές; Άλλης εποχής;
«Δεν είναι καθόλου άλλης εποχής. Σας ξαναλέω ότι αυτή τη στιγμή δεν συζητάμε για βεντέτα. Κακώς διαδίδεται, ας πούμε, ο φόβος ότι “κοίτα να δεις, έχουμε και μπαλωθιές σε γάμους” κλπ
Δεν ήταν αυτό το επεισόδιο, το οποίο έγινε στα Βορίζια.
Εγκληματολογικά δηλαδή, δεν είναι αυτό. Και συζητάμε λοιπόν, για την οπλοκατοχή και την οπλοφορία, για ανθρώπους οι οποίοι ούτως ή άλλως θα οπλοφορούν αφού είναι εγκληματική οργάνωση ή εμπλέκονται σε διάφορες παρανομίες και είναι άνθρωποι που έχουν ένα πάρε δώσε με το νόμο.
Άρα δεν είναι να απαγορεύσεις την οπλοκατοχή.
Ας πούμε ότι απαγορεύεται. Και λοιπόν;».
Τα μισά από τα μέτρα που εξήγγειλε ωστόσο, ο κύριος Χρυσοχοΐδης ήταν για την οπλοκατοχή.
«Το γνωρίζω και για αυτό λέω ότι έχω πολλές επιφυλάξεις και για την εφαρμογή τους και για την αποτελεσματικότητά τους».
«Χρειαζόμαστε μέτρα έξω από το ποινικό σύστημα»
Χρειαζόμασταν το “κρητικό FBI”, δηλαδή, το ειδικό Τμήμα Εγκληματικών Δραστηριοτήτων που θα ανήκει στην Υποδιεύθυνση Κρήτη του “ελληνικού FBI”, με αποστολή την εξάρθρωση εγκληματικών δικτύων και τη διαχείριση σύνθετων υποθέσεων οργανωμένης εγκληματικότητας;
«Δεν υπάρχει “κρητικό FBI”. Η Διεύθυνση Δίωξης Οικονομικού και Οργανωμένου Εγκλήματος έχει αρμοδιότητα για όλη την Ελλάδα. Θα πάει κάποιο κλιμάκιο να εγκατασταθεί μόνιμα στην Κρήτη και άρα, αναγκαστικά, θα μπει υπό τη διεύθυνση της Περιφέρειας Κρήτης, όπως είναι η οργανωμένη Αστυνομία».
Οι 120 νέοι αστυνομικοί που θα μεταβούν στο νησί, εκ των οποίων οι 100 θα είναι νεοπροσληφθέντες είναι η λύση;
«Αυτά τα οποία εξήγγειλε η υπουργός είναι τα γενικά μέτρα. Το πώς θα εξειδικευτούν και τι ακριβώς θα γίνει και πως θα πάνε, θα το δούμε.
Το ζήτημα είναι εάν η παρουσία της αστυνομίας λύνει το πρόβλημα, εάν η παρουσία της αστυνομίας θα είναι μόνιμη και μακροπρόθεσμη και εάν η αύξηση των ποινών έχει αποτέλεσμα. Τίποτα από όλα αυτά δεν έχει αποδειχθεί να έχει αποτέλεσμα».
Τι θα μπορούσε να έχει αποτέλεσμα;
«Χρειάζονται μέτρα μακροπρόθεσμα, χρειάζονται μέτρα μελετημένα σε συνδυασμό με την κοινότητα, μέτρα που να είναι έξω από αυτό που ονομάζουμε “ποινικό σύστημα”.
Δεν λύνονται αυτές οι υποθέσεις με το στανιό, για να το πω πιο λαϊκά.
Είναι υποθέσεις, οι οποίες έχουν σχέση με τις τοπικές κοινωνίες, με το πολιτικό σύστημα, με τη γενικότερη παρανομία και άρα, κατά τη γνώμη μου, θέλει άλλη συνταγή».
«Το κράτος πρέπει να δείξει μια σοβαρότητα»
Η πρόληψη υπάρχει στη συνταγή που μπορεί να οδηγήσει στην επιτυχία; Γιατί τώρα (κατόπιν μακελειού) εμφανίστηκαν ψυχολόγοι να μιλήσουν στα παιδιά. Θα βοηθούσε να τους έχουν μιλήσει νωρίτερα για τα όπλα;
«Το θέμα δεν είναι να πας στο σχολείο και να μιλήσεις στα παιδιά, να τους πεις πόσο κακό είναι πράγμα τα όπλα και κοιτάξτε πώς σκοτώνουν.
Δεν απευθύνεσαι σε παιδιά της οδού Πατησίων, αλλά σε παιδιά σε ένα χωριό της Κρήτης ή σε κάποια άλλα χωριά της Ελλάδας, που ζουν σε μέρη και σε σπίτια, στα οποία η οπλοφορία είναι κάτι το συνηθισμένο.
Με αυτό πρέπει να έρθουμε αντιμέτωποι. Όχι να του λέμε του παιδιού “δεν κάνει αυτό”. Γι’ αυτό λέω ότι αυτό θέλει μια συζήτηση. Δεν γίνεται έτσι».
Σε αυτήν τη συζήτηση «το βασικό είναι να θέλει η κοινότητα και να πάρει μέρος η τοπική κοινωνία, ως θεσμοί. Όχι μόνο ως άτομα.
Δηλαδή, να πάρει μέρος ο δήμαρχος, τα πολιτικά κόμματα, η αστυνομία, η εκκλησία και οι λοιποί επίσημοι φορείς. Από αυτούς ξεκινάει το κράτος.
Το κράτος πρέπει να δείξει μια σοβαρότητα.
Δεν λέω τι νομίζω ή τι φαντάζομαι. Λέω ότι έχει γίνει και σε άλλες χώρες και σε άλλες συνθήκες και με άλλους όρους. Οι εγκληματολόγοι εν πάση περιπτώσει, δεν είμαστε πολύ μακριά από όλο αυτό που σας λέω τώρα».
«Η χρήση των όπλων πρέπει να απαξιωθεί»
Παραδείγματα με προσπάθειες που έγιναν σε άλλες χώρες που ήθελαν να διαχειριστούν αποτελεσματικά την οπλοκατοχή, υπάρχουν σε περιοχές της Βραζιλίας, των ΗΠΑ, της Λατινικής Αμερικής και της Κεντρικής Σικελίας «δεν έχει όμως, νόημα να ψάχνουμε, ώστε να πιστοποιήσουμε τη σοβαρότητα».
Έχει νόημα όμως, να δούμε ότι υπήρχαν περιοχές που προσπάθησαν με οργανωμένο και συγκεκριμένο τρόπο και κατάφεραν κάτι».
Σίγουρα δεν μπορούμε να κάνουμε αντιγραφή (την οποία, ούτως ή άλλως, στις πλείστες περιπτώσεις κάνουμε μισή), αφού οι συνθήκες είναι διαφορετικές, διευκρινίζει η ειδικός, η οποία τονίζει πως «υπάρχουν παραδείγματα που η τοπική κοινωνία έχει μιλήσει με τους εμπλεκόμενους και προχώρησαν σε μια άλλου τύπου συνεννόηση και ειρήνευση».
Όπως υπάρχουν και παραδείγματα περιοχών που προσπάθησαν, αλλά απέτυχαν.
«Ναι, αλλά προσπάθησαν. Αν σε κάποιες περιπτώσεις δεν υπήρξε 100%, δεν μειώνεται η προσπάθεια και δη όταν όλα τα άλλα, όπως η αύξηση των ποινών και οι έλεγχοι, έχουν αποτύχει».
Αν ζούσαμε στην ιδανική κοινωνία, τι θα θέλαμε να γίνει εν προκειμένω;
«Ο έλεγχος των όπλων που γίνεται με πολύ συγκεκριμένες αστυνομικές τεχνικές και η συμφιλίωση των ανθρώπων. Όχι απλά των δύο οικογενειών, αλλά των ανθρώπων που ζουν σε ένα χωριό, σε έναν χώρο».
Δηλαδή η απαξίωση της κουλτούρας των όπλων. Δεν αρκεί να κατασχέσουμε τα όπλα. Πρέπει να απαξιωθεί η χρήση τους».
Και αυτό έχει αποδειχθεί πως μπορεί να γίνει.
«Είναι πολιτική επιλογή. Είναι μια άλλη αντίληψη για την αντεγκληματική πολιτική», που από ότι φαίνεται πρέπει να ασχοληθούμε μαζί της, αν θέλουμε να δούμε αποτέλεσμα, εφόσον φυσικά, υπάρχει πολιτική βούληση».
Σύμφωνα με δηλώσεις του κυρίου Χρυσοχοΐδη (μόλις χθες επανέλαβε πως «πρέπει να τελειώνουμε με την αντίληψη της ανοχής») υπάρχει.
Μένει να το δούμε στην πράξη -και να μη δούμε άλλη μια αστοχία για την όποια αιτία.