ΛΕΙΨΥΔΡΙΑ: ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΝΑ “ΣΩΘΕΙ” Η ΑΘΗΝΑ, ΘΑ ΚΑΝΕΙ ΤΗΝ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑ ΝΑ ΔΙΨΑΣΕΙ
Τι είναι το “Σχέδιο Εύρυτος” για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας στην Αττική και πώς θα επηρεάσει τις τοπικές κοινότητες της Ευρυτανίας.
Στις 30 Οκτωβρίου 2025, στην εκδήλωση για τον εορτασμό των 100 χρόνων λειτουργίας της ΕΥΔΑΠ, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Σταύρος Παπασταύρου και ο CEO της ΕΥΔΑΠ, Χάρης Σαχίνης, παρουσία του Πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, ανακοίνωσαν την εκκίνηση έργων ύψους 2,5 δισ. ευρώ για τη διαχείριση του νερού, έτσι ώστε η χώρα μας να μη βρεθεί αντιμέτωπη με τον κίνδυνο της λειψυδρίας.
Έναν κίνδυνο, που ήδη “συναντάμε” σε δημοσιεύματα και τοποθετήσεις αξιωματούχων από το καλοκαίρι του 2024.
Λίγες μέρες μετά, στις 3 Νοεμβρίου 2025, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών, ανακοινώνει το “φιλόδοξο επενδυτικό σχέδιο, ύψους 2,5 δισ. ευρώ” που “θα δώσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο απάντηση στο μεγάλο ζήτημα της λειψυδρίας” επισημαίνοντας, πως “στον πυρήνα αυτής της προσπάθειας είναι το σχέδιο “Εύρυτος”, το οποίο αφορά στη μερική εκτροπή Κρικελιώτη και Καρπενησιώτη προς τον Εύηνο [..] και θα θωρακίσει την Αττική για τα επόμενα 30 χρόνια”.
Το σχέδιο ανακοινώνεται ενώ δημοσιεύματα για τη δραματική μείωση των αποθεμάτων στους ταμιευτήρες που υδροδοτούν την πρωτεύουσα πληθαίνουν και ο κινδυνος να μεινει η Αττική χωρίς νερό φαίνεται πιο ορατός από ποτέ. Έτσι, η αντιμετώπιση αυτου του κινδυνου λαμβανει κατεπείγοντα χαρακτήρα.
Σχεδόν είκοσι ημέρες μετά, στις 27 Νοεμβρίου 2025 πραγματοποιείται η σύσκεψη της ΡΑΑΕΥ (Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων, η οποία από τον Μάρτιο του 2023 με τον νόμο 5037/2023 ανέλαβε υπό τον έλεγχό της τις υπηρεσίες ύδρευσης και αποχέτευσης) για την υδρολογική κατάσταση της Αττικής, η οποια καταλήγει στο συμπερασμα πως ο Νομός βρίσκεται σε “κοκκινο συναγερμό”.
Συντάσσετα η σχετική γνωμοδότηση και μαζί με αίτημα της ΕΥΔΑΠ, που υποστηρίζει ότι τα διαθέσιμα αποθέματα νερού στην Αττική επαρκούν για μόλις δύο χρόνια, αποστέλλεται στο Υπουργείο Περιβάλλοντος.
Την επομένη, στις 28 Νοεμβρίου 2025, (σχεδόν έναν μήνα μετά την πρώτη ανακοίνωση του φαραωνικού έργου), η Αττική κηρύσσεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης λόγω λειψυδρίας, με την υπογραφή σχετικής υπουργικής απόφασης.
Και τι σημαίνει αυτό; Εκτός της δηλωθείσας δραστικής μείωσης των αποθεμάτων νερού, σημαίνει ότι λόγω του νέου καθεστώτος, “επιταχύνονται οι διαδικασίες για έργα που είναι απαραίτητα για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Έργα που υπό κανονικές συνθήκες θα απαιτούσαν ανοικτούς διαγωνισμούς, τώρα μπορούν να προχωρήσουν πιο γρήγορα, ακόμη και με απευθείας αναθέσεις, ώστε να επιλυθούν άμεσα κρίσιμες ανάγκες”.
Καταλάβατε; Καταλάβατε. Αλλά και αν δεν καταλάβατε, θα σας εξηγήσουμε.
Το σχέδιο “Εύρυτος”
Με την Αττική να βρίσκεται πλέον σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και με την πίεση για άμεσες λύσεις να είναι επιτακτική, το σχέδιο “Εύρυτος” αναδεικνύεται ως ακρογωνιαίος λίθος του σχεδίου αντιμετώπισης της λειψυδρίας στον Νομό.
Πρόκειται για ένα έργο, που, σύμφωνα με το ΥΠΕΝ, “συμβολίζει την καλή, ανεμπόδιστη ροή [Εὖ + ῥέω]” και προβλέπει την μερική εκτροπή των ποταμών της Ευρυτανίας, Κρικελοπόταμο (ή Κρικελιώτη) και Καρπενησιώτη προς τον Εύηνο ποταμό, με σκοπό την ενίσχυση του υδροδοτικού συστήματος που τροφοδοτεί την Αττική.
Το σχέδιο προβλέπει τη μερική εκτροπή των ποταμών προς τον ταμιευτήρα του Ευήνου, μέσω υδραυλικής σήραγγας μήκους 11 χιλιομέτρων, με σκοπό τη σταθερή παροχή περίπου 200 εκατομμυρίων κυβικών μέτρων νερού ετησίως. Σύμφωνα με τις εξαγγελίες, δεν προβλέπεται η κατασκευή νέου φράγματος, αλλά η δημιουργία αναχώματος για την υδρομάστευση των απαιτούμενων ποσοτήτων νερού, το οποίο θα διοχετεύεται μέσω του υδραγωγείου του Μόρνου προς την Αττική.
Σημειώνεται ότι από τις αρχές του 21ου αιώνα, μεγάλες ποσότητες νερού μεταφέρονται με αγωγό από τον Εύηνο στον Μόρνο, για την υδροδότηση της Αθήνας.
Η ολοκλήρωση του νέου έργου “Εύρυτος” εκτιμάται ότι θα πραγματοποιηθεί στο πρώτο εξάμηνο του 2029, δηλαδή σε περίπου 4 χρόνια από σήμερα, και θα εξασφαλίσει την υδάτινη επάρκεια της πρωτεύουσας για τα επόμενο 30 χρόνια.
Συγκεκριμένα, όπως ανέφερε ο CEO της ΕΥΔΑΠ, Χ. Σαχίνης, για το έργο, που κοστολογείται σε 535 εκατ.ευρώ, ο διαγωνισμός αναμένεται να ξεκινήσει το καλοκαίρι του 2026 και στόχος είναι να ολοκληρωθεί στα μέσα του 2029. Θα γίνει, δε, με ενεργοποίηση του άρθρου 55 που θα επιταχύνει την διαδικασία της δημοπράτησης.
Όμως, όπως συμβαίνει συχνά με μεγάλα έργα υποδομής, το σχέδιο έχει προκαλέσει την έντονη ανησυχία των τοπικών κοινοτήτων της Ευρυτανίας αλλά και επιστημονικών φορέων.
Μπορεί η εξασφάλιση νερού για την Αττική να επιτευχθεί, χωρίς να πληρώσει το τίμημα η επαρχία και, εν προκειμένω, η μικρότερη περιφερειακή ενότητα της Στερεάς Ελλάδας και η πιο αραιοκατοικημένη στην Ελλάδα, δηλαδή η Ευρυτανία; Είναι το σχέδιο “θωράκισης” της Αττικής βιώσιμο, αν το “κόστος” το πληρώσουν η φύση και οι τοπικές κοινωνίες; Τι επιπτώσεις θα έχει ο “Εύρυτος” στο τοπικό οικοσύστημα και τι μπορεί να γίνει;
Πολλά από τα παραπάνω βρέθηκαν στο επίκεντρο της Συνέντευξης Τύπου που διοργάνωσε η “Πρωτοβουλία για τη Διασφάλιση της Δημόσιας Διαχείρισης του Νερού” με τίτλο “Η αλήθεια για το κυβερνητικό “σχέδιο κατά της λειψυδρίας” και τον “Εύρυτο” – Επιπτώσεις και επιδιώξεις”, την Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου στο κτίριο της ΕΣΗΕΑ, στην οποία παρουσιάστηκαν οι ανησυχίες των Ευρυτάνων για το έργο – μαμούθ στην περιοχή ενώ επιστήμονες και παράγοντες του χώρου εξέτασαν τις επιπτώσεις του έργου και τις εναλλακτικές λύσεις.
Εν αγνοία των τοπικών Αρχών η ανακοίνωση του “Ευρύτου”
Οι κάτοικοι της Ευρυτανίας βρέθηκαν να παρακολουθούν μουδιασμένοι την ανακοίνωση για τον “Εύρυτο”, καθώς πριν από την επίσημη εξαγγελία του έργου δεν είχε προηγηθεί καμία ενημέρωση ή συζήτηση με την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Η επίσημη εξαγγελία (άλλο) πραγματοποιήθηκε εν αγνοία των τοπικών αρχών και, όπως αποδεικνύεται, παρά την αντίθεση των τοπικών κοινοτήτων και των αυτοδιοικητικών φορέων.
Ψήφισμα που ομόφωνα ενέκρινε το Δημοτικό Συμβούλιο Καρπενησίου στις 3 Νοεμβρίου κατά την 24η έκτακτη-κατεπείγουσα συνεδρίασή του, με θέμα το σχέδιο “Εύρυτος” και τη μερική εκτροπή των ποταμών, αναφέρει:
“Για τον Δήμο Καρπενησίου, η συζήτηση αυτή δεν αποτελεί απλώς τεχνικό ή υδρολογικό ζήτημα, αλλά βαθιά κοινωνική υπόθεση, καθώς οι ποταμοί Καρπενησιώτης και Κρικελιώτης αποτελούν πηγή ζωής, φυσικό κεφάλαιο και αναπόσπαστο τμήμα της ιστορίας και της ταυτότητας του τόπου μας.
Οι ποταμοί έχουν καθορίσει τον χαρακτήρα της Ευρυτανίας επί αιώνες, έχουν διαμορφώσει το τοπίο και το μικροκλίμα, στηρίζουν τη βιοποικιλότητα, την κτηνοτροφία και τον ήπιο τουρισμό, ενώ αποτελούν σημείο αναφοράς για τους κατοίκους και τους επισκέπτες της περιοχής, γι’ αυτό και η ανακοίνωση ενός τέτοιου σχεδίου, χωρίς προηγούμενη ενημέρωση, επιστημονική τεκμηρίωση με τη συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των επιστημονικών φορέων, προκαλεί εύλογη ανησυχία και αίσθημα αιφνιδιασμού.
Η προστασία των ποταμών και γενικότερα των υδάτινων σωμάτων αποτελεί ζήτημα ύψιστου δημόσιου συμφέροντος, κατοχυρωμένο από το άρθρο 18 του Συντάγματος της Ελλάδας, το οποίο ορίζει την υποχρέωση του κράτους να μεριμνά για τη διαχείριση και αξιοποίηση των φυσικών πόρων με γνώμονα το κοινό καλό και τη βιωσιμότητα των οικοσυστημάτων. Επιπλέον, η Οδηγία 2000/60/ΕΚ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έχει ενσωματωθεί στην ελληνική νομοθεσία, απαιτεί αυστηρή επιστημονική αξιολόγηση, συμμετοχή των πολιτών και τεκμηριωμένη ανάλυση επιπτώσεων για κάθε έργο που επηρεάζει υδάτινα σώματα”.
Το ψήφισμα καταλήγει με το αίτημα του Δήμου για πλήρη ενημέρωση αναφορικά με το σχέδιο “Εύρυτος”, καθώς και για την άμεση έναρξη ενός “ουσιαστικού, τεκμηριωμένου και συμμετοχικού διαλόγου ανάμεσα στην Πολιτεία, την Τοπική Αυτοδιοίκηση, τους επιστημονικούς φορείς και τους πολίτες, με στόχο τη διαμόρφωση κοινών και βιώσιμων λύσεων που θα διασφαλίζουν την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και την οικονομία του τόπου”.
Εκκωφαντική σιωπή έναν μήνα μετά
Επικοινωνήσαμε με τον Δήμο Καρπενησίου για να διερευνήσουμε αν οι αρμόδιοι φορείς σχεδιασμού και υλοποίησης του έργου ανταποκρίθηκαν στη δημόσια έκκληση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης για ενημέρωση και διάλογο. Όπως διαπιστώσαμε, μέχρι και την ημέρα που γράφεται το παρόν άρθρο (18/12/2025), δηλαδή σχεδόν δύο μήνες μετά την ανακοίνωση του έργου, οι τοπικές Αρχές εξακολουθούν να βρίσκονται στο σκοτάδι.
“Τηλέφωνο δεν μας έχει πάρει κανείς. Εμείς έχουμε πάρει. Ο Δήμαρχος παίρνει κάθε μέρα στα Υπουργεία, τα οποία μας λένε ότι δεν γνωρίζουν τίποτα για το πότε και αν θα ξεκινήσουν οι εργασίες. Μας λένε ότι δεν ειναι σε θέση να μας απαντήσουν. Άρα έχουμε την εύλογη απορία, πώς βγαίνει ο Πρωθυπουργός και εξαγγέλλει ένα έργο, τη στιγμή που κανείς δε μπορεί να μας λύσει βασικές απορίες; Πότε καταρτίστηκε αυτό το σχέδιο και από ποιον;” αναφέρει στο NEWS 24/7 o Γενικός Γραμματέας του Δήμου Καρπενησίου, Αλέξανδρος Οικονόμου.
Αυτή η κατάσταση προκαλεί έντονο προβληματισμό στην τοπική κοινωνία, καθώς οι υπεύθυνοι για την υλοποίηση του έργου φαίνεται να αγνοούν ή να παραβλέπουν τις τοπικές ανάγκες και ανησυχίες. “Όλος ο κόσμος μας πιέζει καθημερινά. Είμαστε και μικρή κοινωνία, οπότε καταλαβαίνετε. Μας ρωτάνε “τί θα γίνει”, “θα καταστραφεί ο τόπος μας”, “τι θα κάνουμε”“ μας εξηγεί ο κ. Οικονόμου, επισημαίνοντας παράλληλα την κρίσιμη κατάσταση του οικοσυστήματος στην περιοχή.
“Καταρχάς, όπως μας ενημέρωσαν επιστημονικοί φορείς, ακόμα και η ελάχιστη εκτροπή ενός ποταμού που ρέει επί αιώνες, μπορεί να προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στο τοπικό οικοσύστημα. Επίσης, αν και δεν είμαστε αδιάφοροι ως προς τον κίνδυνο λειψυδρίας της πρωτεύουσας, πρέπει να σημειώσουμε ότι οι στάθμες των ποταμών στην περιοχή μας είναι ήδη πολύ χαμηλές, γιατί δεν έχουμε χιονοπτώσεις. Για να καταλάβετε, παρόλο που είμαστε στα 1.000 μέτρα υψόμετρο και διανύουμε ήδη το δεύτερο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου, έχουμε ηλιοφάνεια και 15 βαθμούς Κελσίου. Γεγονός σπάνιο για την περιοχή”, περιγράφει ο κ. Οικονόμου, καταδεικνύοντας την πρωτοφανή για την περιοχή έλλειψη βροχοπτώσεων και την επίδραση αυτής στο φυσικό περιβάλλον.
Αντίθετος και ο Δήμος Αγράφων
Την αντίθεσή του σε κάθε σχέδιο εκτροπής-μεταφοράς των νερών του Καρπενησιώτη και του Κρικελλοπόταμου προς τον Εύηνο ποταμό εξέφρασε από την πρώτη στιγμή και ο δήμαρχος Αγράφων Αλέξης Καρδαμπίκης.
“Κατανοούμε πλήρως την ανάγκη να μη λείψει νερό από την πρωτεύουσα, όπου ζει σχεδόν η μισή Ελλάδα και πολλοί συντοπίτες μας. Όμως τέτοιες αποφάσεις δεν μπορούν να λαμβάνονται χωρίς καμία ενημέρωση, χωρίς ουσιαστικό διάλογο, επιστημονική τεκμηρίωση και ολοκληρωμένο σχεδιασμό που θα διασφαλίζει το περιβάλλον και τις τοπικές κοινωνίες. Τα νερά των ποταμών μας είναι ζωτικό στοιχείο του φυσικού πλούτου της Ευρυτανίας, στηρίζουν το περιβάλλον, την αγροτική παραγωγή, τον τουρισμό και την ίδια τη ζωή στον τόπο μας”, τόνισε σε δήλωσή του ο κ. Καρδαμπίκης αμέσως μετά την ανακοίνωση για την εκκίνηση του φαραωνικού έργου “Εύρυτος”.
Σημειώνεται ότι οι δύο ποταμοί, Καρπενησιώτης και Κρικελλοπόταμος, διέρχονται από τους Δήμους Καρπενησίου και Αγράφων, γεγονός που τους συνιστά άμεσα ενδιαφερόμενους και κεντρικούς φορείς στην υλοποίηση του έργου.
Αντιδρά η τοπική κοινωνία – “Έργα αποικιοκρατικού χαρακτήρα”
“Τα δικαιώματα μίας μικρής κοινωνίας δεν είναι λιγότερα από εκείνα μίας μεγάλης. Αν δεχτούμε ότι οι ορεινές περιοχές μπορούν να αδειάζουν, για να συντηρούνται τα αστικά κέντρα, τότε μιλάμε για εσωτερική αποικιοκρατία“ τόνισε κατά την τοποθέτησή του στη Συνέντευξη Τύπου της 17ης Νοεμβρίου ο Γιώργος Τσιαντής, μέλος του Συλλόγου Χελιδόνας Ευρυτανίας και του κινήματος πολιτών ενάντια στην εκτροπή Καρπενησιώτη και Κρικελοπόταμου.
“Η Ευρυτανία ήδη πληρώνει με πληθυσμιακή ερήμωση, έλλειψη υποδομών και εγκατάλειψη από το κράτος. Τώρα καλείται να πληρώσει και με το νερό της, χωρίς να έχει προηγηθεί ουσιαστικός διάλογος με τις τοπικές κοινωνίες, χωρίς να παρουσιαστούν εναλλακτικές λύσεις και χωρίς να υπάρχει συνολικός εθνικός σχεδιασμός υδάτων” σημείωσε.
Όπως ανέφερε, η επικείμενη εκτροπή των ποταμών θα έχει σοβαρές περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες για την περιοχή. Δήλωσε χαρακτηριστικά πως,
“Δεν λέμε “όχι” στο δικαίωμα των πολιτών της Αττικής στο νερό. Λέμε “όχι” σε μια λύση, που θυσιάζει μια ολόκληρη περιοχή, για να καλύψει προβλήματα που δημιουργήθηκαν αλλού, από λάθος σχεδιασμό δεκαετιών. Η Ευρυτανία δεν είναι δεξαμενή. Είναι ένας ζωντανός τόπος με ποτάμια, οικοσυστήματα, αγροτική ζωή και προοπτική ανάπτυξης. Το νερό στηρίζει υδροφόρους ορίζοντες, διατηρεί οικοσυστήματα, εξασφαλίζει μικροκλίμα και στηρίζει τη γεωργία, την κτηνοτροφία και τον τουρισμό. Αν το νερό αυτό εκτραπεί δεν χάνεται απλώς ένα ποτάμι. Αποσταθεροποιείται ολόκληρη η περιοχή“.
Ο κ. Τσιαντής επέμεινε, μάλιστα, στον καταστροφικό αντίκτυπο της ενδεχόμενης εκτροπής των ποταμών στην οικονομία και τον τουρισμό της περιοχής, καθώς οι παρεμβάσεις για την υλοποίηση του “Ευρύτου” πρόκειται να γίνουν σε θέσεις-κλειδιά της περιοχής. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με πληροφορίες, ο Καρπενησιώτης σχεδιάζεται να εκτραπεί στο φαράγγι “Πατήματα” της Παναγίας και ο Κρικελλοπόταμος στον ξακουστό τουριστικό προορισμό “Πανταβρέχει”. “Τα φερτά υλικά από τα έργα αυτά θα καταλήξουν στα ποτάμια και θα τα δηλητηριάσουν”, πρόσθεσε.
Υπάρχει εναλλακτική;
Η λειψυδρία είναι αναμφίβολα ένα υπαρκτό πρόβλημα, ειδικά στις πιο τουριστικές περιοχές της χώρας μας, λόγω της αυξημένης ζήτησης και κατανάλωσης νερού. Αυτό είναι τεκμηριωμένο και αδιαμφισβήτητο. Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζεται, αμφισβητείται έντονα από μεγάλη μερίδα της επιστημονικής κοινότητας.
Ο Γιάννης Κρεστενίτης, ομότιμος καθηγητής Παράκτιας Τεχνικής και Ωκεανογραφίας της Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ και πρώην πρόεδρος της ΕΥΑΘ, εξήγησε, κατά την παρέμβασή του στη Συνέντευξη Τύπου της 17ης Δεκεμβρίου, ότι η λειψυδρία δεν είναι ένα αμιγώς φυσικό φαινόμενο, όπως η ξηρασία ή η ανομβρία, αλλά είναι αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών και διαχρονικών ελλείψεων στον σχεδιασμό και τις υποδομές.
“Η ορθολογική διαχείριση των υδατικών πόρων απαιτεί μακροχρόνιο σχεδιασμό και συνεχείς επενδύσεις πολύ πριν την εμφάνιση μιας ξηρασίας. Δεν αντιμετωπίζεται με αποσπασματικά μέτρα μετά την εμφάνιση μιας «κρίσης», και βέβαια απαιτεί μια άλλη δημόσια πολιτική τόσο για τα ύδατα όσο και για την ανάπτυξη προς όφελος των πολλών” κατέληξε.
“Η Αττική κηρύχθηκε σε λειψυδρία τις μέρες που ισχυρές βροχοπτώσεις προκαλέσαν για μια ακόμη φορά έντονα πλημμυρικά φαινόμενα. Παράλογο; Όχι και τόσο αν σκεφτούμε ότι η ύδρευση ολόκληρης της Αττικής ακόμη και της Αίγινας, γίνεται με νερό που μεταφέρεται από αποστάσεις που ξεπερνούν τα 200 χιλιόμετρα μέχρι τα διυλιστήρια της ΕΥΔΑΠ” σημείωσε από την πλευρά της η χημικός μηχανικός και μέλος της Πρωτοβουλίας για τη Διασφάλιση της Δημόσιας Διαχείρισης του Νερού, Δέσποινα Σπανούδη.
“Σήμερα δεν έχει σχεδόν καμία σημασία αν βρέχει στην Αθήνα ή και σε όλη την Αττική. Όλα τα επιφανειακά νερά της Αθήνας ρίχνονται στη θάλασσα ενώ την ίδια στιγμή πλένουμε τα αμάξια μας, τους δρόμους, τις αυλές, ποτίζουμε τους κήπους και τα πάρκα μας, με διυλισμένο νερό που κουβαλάμε από τον Εύηνο και τον Μόρνο. Αν υλοποιηθεί ο Εύρυτος αύριο θα προέρχεται και από τον Καρπενησιώτη και τον Κρικελοπόταμο, ή το εξίσου καταστροφικό από αφαλάτωση της θάλασσας”, είπε, τονίζοντας πως η αντιμετώπιση της λειψυδρίας απαιτεί στροφή σε πολιτικές εξοικονόμησης, επαναχρησιμοποίησης και οικολογικής διαχείρισης των υδατικών πόρων και όχι τη διαιώνιση ενός μοντέλου που αντιμετωπίζει το νερό ως εμπόρευμα.
“Υπάρχει πλήθος προτάσεων από επιστημονικούς φορείς και από τη διεθνή εμπειρία που μπορούν να εφαρμοστούν τόσο στην Αττική, όσο και στις περιοχές της χώρας που έχουν αυξημένες ανάγκες και περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων:
- Την ανακύκλωση του νερού από τις μονάδες επεξεργασίας λυμάτων σε βιομηχανικές χρήσεις, στην άρδευση και την καθαριότητα των κοινόχρηστων χώρων
- Στην εξοικονόμηση με κλειστά και αυτοματοποιημένα δίκτυα άρδευσης, που ειδικά για την Αττική αλλά και τη Βοιωτία από όπου αντλεί η ΕΥΔΑΠ, θα εξοικονομούσαν τεράστιες ποσότητες νερού.
- Συστήματα άρδευσης υψηλής απόδοσης, αισθητήρες εδάφους, μετεωρολογικοί σταθμοί και δορυφορικά δεδομένα, καθώς και στροφή σε καλλιέργειες με χαμηλότερες απαιτήσεις σε νερό, μπορούν να εξοικονομήσουν το μεγαλύτερο μέρος από το νερό που σήμερα πηγαίνει στην άρδευση, που απορροφά το 80–85% της συνολικής κατανάλωσης νερού.
- Την δημιουργία συστημάτων συλλογής βρόχινου νερού στα κτίρια και επεξεργασία του “γκρίζου” νερού (απόνερα πλυντηρίων, νιπτήρων, ντους) για χρήσεις που δεν απαιτούν πόσιμο νερό, όπως το πότισμα, η καθαριότητα κλπ
- Την ενημέρωση του κοινού για καλές πρακτικές εξοικονόμησης νερού.
- Τον εμπλουτισμό και αξιοποίηση των υπόγειων υδάτων, μέσα από την προστασία ή και την επανασύσταση ποταμών και την αύξηση των διαπερατών επιφανειών στις πόλεις. Το τελευταίο θα απαιτούσε ενδεικτικά:
- Αύξηση των χώρων πρασίνου στις πόλεις (με χρήση ανθεκτικών φυτών που χρειάζονται λίγο νερό)
- Δημιουργία λεκανών συγκράτησης, τάφρων διήθησης (swales), βροχοκήπων (rain gardens), “Πράσινων” Στεγών/ Τοίχων, διαπερατά Οδοστρώματα (Permeable Pavements) και άλλες υποδομές που επιτρέπουν στο νερό να διαποτίζει το έδαφος και να εμπλουτίζει τον υδροφόρο ορίζοντα. Τέτοιες υποδομές θα συμβάλλουν επιπλέον στη μείωση του φαινομένου της θερμικής νησίδας αλλά και των πλημμυρών.
Τέλος σημαντικός είναι ο περιορισμός χρήσεων που ρυπαίνουν και καταναλώνουν το νερό. Ένα διαφορετικό μοντέλο απαιτεί την αποκέντρωση και όχι τη συγκέντρωση υδροβόρων και ρυπαντικών δραστηριοτήτων στην Αττική. Είναι φανερό ότι όλα τα παραπάνω προυποθέτουν ένα σχεδιασμό προσανατολισμένο στην προστασία και διαφύλαξη του νερού ως κοινού και πολύτιμου αγαθού σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση από το μοντέλο αγοράς και κατανάλωσης που προωθεί η Πολιτεία“, κατέληξε.
Το κοστοβόρο σχέδιο “Εύρυτος” μέχρι στιγμής δεν έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά (τουλάχιστον δημοσίως) ούτε έχει τεθεί σε ουσιαστικό διάλογο με τους άμεσα ενδιαφερόμενους Δήμους και τοπικούς φορείς. Το χρονοδιάγραμμα υλοποίησής του και ο προϋπολογισμός παραμένουν επίσης ασαφή, ενώ το έργο έχει προκαλέσει την έντονη ανησυχία των Ευρυτανών, οι οποίοι δεν επιθυμούν να δουν τον τόπο τους να μετατρέπεται σε πεδίο επενδυτικών συμφερόντων.
Η λειψυδρία στην Αττική είναι ένα υπαρκτό πρόβλημα, ενισχυμένο από τον υπερτουρισμό, την υπερκατανάλωση ακόμα και από το απαρχαιωμένο δίκτυο ύδρευσης, εξαιτίας του οποίου χάνονται τεράστιες ποσότητες νερού, πριν καν φτάσει στους καταναλωτές. Το μέλλον προβλέπεται δυσοίωνο καθώς η πρωτεύουσα προετοιμάζεται να υποδεχτεί μεγάλο αριθμό data centers, τα οποία καταναλώνουν τεράστιες ποσότητες ενέργειας και νερού, όπως δείχνει η διεθνής εμπειρία.
Η πρόταση να πάρουμε νερό από τα ποτάμια του Καρπενησίου και των Αγράφων, τα οποία σταδιακά αρχίζουν να παρουσιάζουν χαμηλά αποθέματα, κρίνεται ως μια ξεπερασμένη λύση, που δεν ακολουθεί τη σύγχρονη πραγματικότητα και τους κανονισμούς προστασίας του περιβάλλοντος. Επιστήμονες και ειδικοί προτείνουν εναλλακτικούς, βιώσιμους και αποτελεσματικότερους τρόπους υδροδότησης και αποθήκευσης νερού.
Μένει να δούμε ποιομονοπάτι θα επιλέξει, έστω και τώρα, η κυβέρνηση.
Σε κάθε περίπτωση, θα παρακολουθήσουμε στενά την πρόοδο του έργου και θα επανέλθουμε, εφόσον υπάρξουν σημαντικές εξελίξεις.