Τουρίστες περπατούν στην οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου στους πρόποδες της Ακρόπολης στην Αθήνα, Ελλάδα, με οδηγό μια ξεναγό που σηκώνει το χέρι της για ορατότητα, στην Αθήνα στις 17 Μαΐου 2025 SOOC

ΟΣΑ ΔΕΝ ΛΕΝΕ ΟΙ ΞΕΝΑΓΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Τρεις έμπειροι ξεναγοί αφηγούνται ποιες είναι οι πιο συχνές απορίες και παρανοήσεις των επισκεπτών, αλλά και τα προβλήματα που αποφεύγουν να πουν για την Ελλάδα του 2025.

Μετακόμισα στην Αθήνα το 2021, όταν δειλά-δειλά είχαμε αρχίσει να “ξεμουδιάζουμε” από την μεγάλη καραντίνα και τα αυστηρά μέτρα λόγω της πανδημίας. Την Αθήνα ποτέ δεν την είχα στο μυαλό μου ως τουριστικό προορισμό, όμως στα χρόνια που ακολούθησαν, η καθημερινότητα στην πόλη με διέψευσε.

Ορδές τουριστών άρχισαν να κατακλύζουν το μετρό από τις αρχές Απριλίου, να τριγυρίζουν στο κέντρο της πόλης με τα ψάθινα καπέλα και τις χρυσές στέκες με τα φύλλα ελιάς στα μαλλιά και να κατευθύνονται στα βραχάκια της Ακρόπολης για να δουν το ηλιοβασίλεμα. Πολλές φορές ένιωθα κάποιου είδους ζήλειας να με κατακλύζει -βλέπετε, εκείνοι κάνουν διακοπές και χαίρονται την πόλη που εμείς χαιρόμαστε σπάνια γιατί μας “τρώει” η καθημερινότητα, ενώ άλλες φορές ένιωθα να με παρασέρνουν σε μια εξερεύνηση της Αθήνας.

Και κάπως έτσι, παρατήρησα πόσο παράταιρη μοιάζει η χαρά που των επισκεπτών της Αθήνας σε σχέση με τις δυσκολίες που βιώνουν οι μόνιμοι κάτοικοί της. Άραγε, οι ίδιοι οι επισκέπτες προλαβαίνουν να το αντιληφθούν ή το όμορφο περιτύλιγμα του τουριστικού μας προϊόντος “καλύπτει” το πόσο αφιλόξενη μπορεί να είναι η Αθήνα του 2025; Μένουν μόνο στην επιβλητική Ακρόπολη και στον χρυσό αιώνα του Περικλή ή έρχονται και εκείνοι αντιμέτωποι με δυσκολίες; Ποιες είναι οι πιο συχνές τους απορίες και ποιες οι πιο συχνές παρανοήσεις που έχουν για την αρχαία και την σύγχρονη Ελλάδα;

Τις απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα μου τις έδωσαν τρεις ξεναγοί, με χρόνια εμπειρίας στον κλάδο του τουρισμού, που γνωρίζουν καλά τους επισκέπτες που έρχονται. Πώς απαντούν στις πιο συχνές τους απορίες; Υπάρχουν πράγματα τα οποία ντρέπονται να πουν για την χώρα μας; Και πώς αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες που μπορεί να συναντήσουν κατά τη διάρκεια μιας ξενάγησης;

SOOC

ΤΖΕΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΟΠΟΥΛΟΥ, 37 ΧΡΟΝΙΑ ΞΕΝΑΓΟΣ, ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΕΙΟΥ ΔΙΠΛΩΜΑΤΟΥΧΩΝ ΞΕΝΑΓΩΝ

«Οι παλαιότερες γενιές ξεναγών ξεκινήσαμε μέσα από τη σχολή ξεναγών. Ήταν ο μόνος δρόμος για να γίνεις ξεναγός. Και η εκπαίδευση ήταν το θεμέλιο. Όχι μόνο αυτά που μαθαίναμε στην τάξη, αλλά και με πολλές εκπαιδευτικές εκδρομές σε όλη την Ελλάδα, για να βγαίνει ο ξεναγός έτοιμος να αντιμετωπίζει κάθε κοινό — είτε το πιο εξειδικευμένο, είτε τον απλό επισκέπτη» μας λέει.

«Παλιότερα οι επισκέπτες ερχόντουσαν και έμεναν μέρες σε κάθε τόπο, είχαν επαφή με τον ντόπιο πληθυσμό, ήταν ο περιηγητικός τουρισμός που βοηθούσε και οικονομικά τις κοινωνίες, μικρές ή μεγάλες» εξηγεί.

«Η Αθήνα ήταν πάντα μεταβατικός προορισμός. Οι επισκέπτες έμεναν λίγες ώρες ή μία μέρα και συνέχιζαν στα νησιά ή στις κρουαζιέρες. Με τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 η πόλη γνώρισε μεγάλη ώθηση, όχι μόνο το 2004 αλλά και τα επόμενα χρόνια 2005, 2006, 2007» αναφέρει.

«Μετά την πανδημία, όταν άνοιξαν τα σύνορα, η Αθήνα δέχτηκε έναν μεγάλο όγκο επισκεπτών. Τότε ο κόσμος, επειδή ήταν επιφυλακτικός να ταξιδέψει σε οργανωμένα γκρουπ ή κρουαζιέρες, προτίμησε να ταξιδέψει οικογενειακά ή με φίλους. Το 2022 και 2023 ήταν χρονιές με πολύ μεγάλη αύξηση, ενώ φέτος έχουμε επιστρέψει σε πιο φυσιολογικά μεγέθη» λέει.

«Ο επισκέπτης που μένει μέρες στην Ελλάδα έρχεται σε επαφή με πολλά στοιχεία, όχι μόνο την ιστορία και την αρχαιολογία. Μιλάμε για τη σύγχρονη Ελλάδα, για τη ζωή στις πόλεις, στα χωριά, σε αγροτικές ή τουριστικές κοινωνίες» τονίζει. «Ο κάθε επισκέπτης έχει διαφορετικό ενδιαφέρον, π.χ. με τους Μεσογειακούς πληθυσμούς έχουμε κοινά σημεία, ο Αμερικανός ενδιαφέρεται πιο πολύ για το σήμερα, για την οικονομική κρίση και τον χειρισμό της πανδημίας» προσθέτει.

ΙΝΤΙΜΕ

«Αυτή τη στιγμή, η κατάσταση στην Ακρόπολη είναι ντροπιαστική. Η έλλειψη υποδομών είναι εξοργιστική και θλιβερή. Ο ανελκυστήρας για ΑΜΕΑ είναι συνέχεια εκτός λειτουργίας και δεν υπάρχει προσβασιμότητα. Δεν υπάρχουν χώροι υγιεινής, οι τουαλέτες είναι λίγες και πολλές φορές δεν λειτουργούν».

«Όταν ο επισκέπτης που έχει πληρώσει εισιτήριο, μένει εκτός γιατί δεν λειτουργεί το ασανσέρ, δεν λαμβάνει καμία αποζημίωση για το εισιτήριο, και δεν υπάρχει καμία επίσημη συγνώμη ή ενημέρωση από το Υπουργείο Πολιτισμού ή άλλους φορείς. Εμείς, οι ξεναγοί, είμαστε οι μόνοι που ασχολούμαστε με αυτό» προσθέτει.

Παραθέτει περιστατικά όπως επισκέπτες με κινητικά προβλήματα που χρειάστηκε να προσπαθούν για μέρες να χρησιμοποιήσουν τον ανελκυστήρα. «Πώς να παρουσιάσουμε εμείς την Ελλάδα έτσι; Είναι ντροπή. Υποτίθεται πως είμαστε οι πρεσβευτές της χώρας μας, αλλά γινόμαστε ο τελευταίος τροχός της αμάξης. Δεν έχουμε καμία υποστήριξη από το κράτος. Αυτό είναι άδικο» λέει με οργή.

Εξηγεί μάλιστα πως με τέτοια περιστατικά «οι επισκέπτες απογοητεύονται, φεύγουν με παράπονο, δεν θυμώνουν. Ιδιαίτερα οι άνθρωποι με ειδικές ανάγκες νιώθουν πολίτες τρίτης κατηγορίας».

«Έχω δει περιστατικά με αστυνομία να διώχνει οδηγούς που φορτώνουν επισκέπτες, με κλήσεις και κατάσχεση πινακίδων, μπροστά στα μάτια του επισκέπτη. Τέτοια δεν συμβαίνουν σε άλλες χώρες» αναφέρει.

«Είναι πολύ δύσκολο να διαχειριστείς ψυχολογικά και συναισθηματικά τους επισκέπτες, ειδικά αυτούς με ιδιαιτερότητες, όταν ξέρεις ότι οι υποδομές δεν υπάρχουν» λέει. «Παρ’ όλα αυτά, εμείς δίνουμε τον καλύτερό μας εαυτό, με σεβασμό και αγάπη στον επισκέπτη. Ο ξεναγός είναι η γέφυρα που συνδέει τον επισκέπτη με τον τόπο» τονίζει.

«Ο τουρισμός είναι η μεγαλύτερη βιομηχανία της χώρας, αλλά δεν έχουμε υποδομές ούτε σεβασμό στον επισκέπτη ή στον πολίτη. Δεν επιτρέπεται αυτή η κατάπτωση» καταλήγει με έντονο παράπονο.

ΑΝΝΑ ΓΡΑΨΑ, ΞΕΝΑΓΟΣ 10 ΧΡΟΝΙΑ

«Εκτός από τα ιστορικά στοιχεία και τα μνημεία, η πιο συχνή ερώτηση που μου κάνουν είναι για το οικονομικό: “Πώς είναι η ζωή στην Αθήνα μετά την κρίση;”. Αυτό είναι το πρώτο πράγμα που ρωτάνε οι περισσότεροι. Οι τουρίστες συχνά εντυπωσιάζονται από το χαμηλό επίπεδο μισθών και το υψηλό κόστος ζωής, ρωτώντας “Πώς ζείτε;”.

Δεν προσπάθησα ποτέ να αποφύγω τέτοιες ερωτήσεις, ειδικά όταν έχουν να κάνουν με την καθημερινότητα και το βιοτικό επίπεδο. Αντίθετα, προσπαθώ να τους δείξω την πραγματικότητα — όχι μόνο το μουσακά, το τζατζίκι και τα κλισέ, που στην τελική δεν αντιπροσωπεύουν τίποτα ουσιαστικό για τη χώρα.

Όπως εγώ όταν πηγαίνω στο εξωτερικό, θέλω να μάθω τι συμβαίνει πραγματικά εκεί, όχι μόνο το τουριστικό περίβλημα, έτσι κι εγώ θέλω να τους πω όσα περισσότερα μπορώ για τη σύγχρονη κουλτούρα μας.

Όταν ανεβαίνεις στην Ακρόπολη και κοιτάς την πόλη, οι περισσότεροι μένουν έκπληκτοι από το μέγεθος και την άναρχη δόμηση. Περιμένουν κάτι πιο μικρό και γραφικό, αλλά βλέπουν άπειρο τσιμέντο και παντού θερμοσίφωνες. Ρωτάνε συχνά: «Καλά, όλο αυτό είναι Αθήνα; Δεν μπορεί!» και φυσικά βλέπουν την έλλειψη πρασίνου εκτός του κέντρου.

AP

Πολλοί κλείνουν φθηνά καταλύματα σε πιο υποβαθμισμένες γειτονιές και όταν βγαίνουν, εκπλήσσονται από τη βρομιά στους δρόμους, την κίνηση, τις κόρνες και τον θόρυβο. Δεν περιμένουν να δουν τέτοια εικόνα στην πρωτεύουσα της χώρας».

Σε ό,τι αφορά τις διαφορές ανάμεσα σε γκρουπ και μεμονωμένους επισκέπτες αναφέρει πως Τα γκρουπ συνήθως έχουν στο μυαλό τους μια Ελλάδα που μένει στο τουριστικό στερεότυπο: Ακρόπολη, ταβέρνα στην Πλάκα, συρτάκι, σπάσιμο πιάτων, όπως στις παλιές ταινίες. Οι μεμονωμένοι επισκέπτες, που οργανώνουν μόνοι το ταξίδι τους, έχουν πολύ μεγαλύτερη αντίληψη και ενδιαφέρον για την πραγματική εικόνα και τον πολιτισμό.

Με τους Γάλλους κυρίως επισκέπτες έχω παρατηρήσει πως έχουν καλό επίπεδο γνώσεων και ενδιαφέρονται να μάθουν για τη μυθολογία, αλλά και για πιο βαθιά ζητήματα. Μου κάνουν ερωτήσεις όπως “Πώς γίνεται να είχαν τόση φαντασία και να φτιάχνουν αυτούς τους μύθους;”, και συζητάμε για την κοινωνία της αρχαιότητας, τους δούλους, τη θέση της γυναίκας.

Συνήθως η ξενάγηση σταματά στην ακμή της Αθήνας του 5ου αιώνα π.Χ. και αφήνει απέξω μεγάλες ιστορικές περιόδους, όπως τα Βυζαντινά και τα Οθωμανικά χρόνια. Εγώ προσπαθώ να τις αναφέρω, γιατί βλέπω πως όταν μαθαίνουν για αυτές, ο κόσμος δείχνει πραγματικό ενδιαφέρον.

Ξέρουν ποιος ήταν ο Σωκράτης, γνωρίζουν αρχαίους καλλιτέχνες, γνωρίζουν τον Περικλή, την περίοδο της ακμής του 5ου αιώνα της Αθήνας.

Δεν ξέρουν όμως πράγματα για το σήμερα. Ούτως ή άλλως, η τακτική του τουριστικού πακέτου που πουλάει η χώρα είναι κυρίως αυτό: τα περασμένα μεγαλεία. Οπότε κάπως λογικό μου ακούγεται οι περισσότεροι τουρίστες να γνωρίζουν μόνο αυτά για την χώρα μας».

AP

ΣΩΤΗΡΗΣ ΚΑΡΚΑΝΙΑΣ, ΞΕΝΑΓΟΣ 13 ΧΡΟΝΙΑ

«Οι τουρίστες συνήθως εντυπωσιάζονται πολύ από την παλαιότητα της ιστορίας. Για αυτούς είναι σαν να μιλάς για αστρονομικά μεγέθη όταν τους λες “2.000 χρόνια πριν” ή “2.500 χρόνια πριν”. Στην καθημερινότητά τους δεν υπάρχει κάτι τέτοιο, συνήθως μιλάνε για 300 χρόνια πριν το πολύ.

Ένα πολύ χαριτωμένο είναι ότι συχνά μπερδεύονται ανάμεσα στον μύθο και την πραγματικότητα. Με ρωτάνε «Είναι αλήθεια ότι η Αθηνά έκανε αυτό;» ή «Ο Πασχιδάνας έκανε το άλλο;». Δεν το πιστεύουν, αλλά είναι κουρασμένοι και μπερδεμένοι και έτσι λένε ανοιχτά τέτοια πράγματα. Εγώ τους κλείνω το μάτι και τους λέω «Ναι, φυσικά», και γελάνε.

Οι Γάλλοι έρχονται πιο διαβασμένοι, σχεδόν σαν να πηγαίνουν στο τρίτο έτος πανεπιστημίου. Οι Αμερικανοί, αντίθετα, μοιάζει σαν να τους κάνεις ένα μάθημα εισαγωγής, one-on-one. Πρέπει να πω ότι στην Αθήνα βασιζόμαστε πολύ στους Αμερικανούς, που συνήθως μένουν και δύο-τρεις βδομάδες και ξοδεύουν παραπάνω χρήματα. Φέτος όμως λόγω της πολιτικής αστάθειας, επηρεάστηκαν οι αφίξεις.

Εντυπωσιακό είναι ότι τα παιδιά σήμερα ξέρουν μυθολογία – έχουν διαβάσει τον Πέρσι Τζάκσον, που έχει κάνει τρομερή δουλειά.

Οι τουρίστες συνήθως βλέπουν ένα πολύ προστατευμένο κομμάτι της Αθήνας – όπως ένα χωριό Ποτέμκιν. Το κέντρο είναι καθαρό, μπορεί να υπάρχει κανένας άστεγος, αλλά γενικά όλα είναι τακτοποιημένα.

Με ρωτάνε για τα νοίκια, τον πληθωρισμό, την οικονομική κατάσταση. Όταν ακούνε τα νούμερα για τα νοίκια, δεν το πιστεύουν. Αλλά αποφεύγω να τους πω πόσο είναι ο βασικός μισθός, γιατί ντρέπομαι και νιώθω ότι θα απογοητευτούν. Φυσικά, η οικονομική κρίση που πέρασε η χώρα μας για σχεδόν μια δεκαετία είναι ένα θέμα που πολλοί το ξέρουν, και ρωτούν αν έχει βελτιωθεί η κατάσταση.

SOOC

Τα νησιά που επισκέπτονται οι περισσότεροι είναι η Μύκονος, η Σαντορίνη, η Πάρος – τα οποία λειτουργούν σαν «Disneyland» το καλοκαίρι και είναι έρημα τον χειμώνα. Οι επισκέπτες βλέπουν μόνο το καλοκαίρι, το οποίο είναι το mainstream ταξίδι: Αθήνα – Πάρος – Μύκονος – Σαντορίνη. Λίγοι πάνε σε άλλα νησιά όπως η Ζάκυνθος ή η Ιθάκη.

Πολλοί τουρίστες έρχονται με ιδανικές προσδοκίες για την Ελλάδα, βλέποντας τις φωτογραφίες από τα ηλιοβασιλέματα και τα γραφικά σοκάκια, αλλά όταν έρχονται βλέπουν τον κόσμο που είναι ασφυκτικά πολύς.

Υπάρχουν δυσκολίες στην προσβασιμότητα των χώρων, όπως με το ασανσέρ στην Ακρόπολη που πολλές φορές προσπαθώ να το αποφεύγω, γιατί νιώθω άβολα να το χρησιμοποιώ στους ξένους. Οι τουαλέτες στους χώρους είναι συχνά κλειστές ή χαλασμένες, αλλά οι επισκέπτες συνήθως είναι καλοδιάθετοι και δεν γκρινιάζουν”.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα