Τι σημαίνει να ζεις στα 30 με τους γονείς σου στην Ελλάδα του 2025 istockphoto

ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΝΑ ΕΙΣΑΙ 30 ΚΑΙ ΝΑ ΖΕΙΣ ΑΚΟΜΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΣΟΥ

Στην Ελλάδα του 2025, πολλοί τριαντάρηδες ζουν ακόμη στο παιδικό τους δωμάτιο. Πώς η ακρίβεια, οι χαμηλοί μισθοί και η έλλειψη στέγης μετατρέπουν την οικονομική ανεξαρτησία σε άπιαστο όνειρο.

Το ενοίκιο στην Αθήνα ξεπερνά πολλές φορές τον μισό μισθό των νέων. Η ανεξαρτητοποίηση κοστίζει. Και η επιστροφή -ή η παραμονή- στο παιδικό δωμάτιο δεν είναι πλέον η εξαίρεση. Στην Ελλάδα του σήμερα, πολλοί νέοι ενήλικες εξακολουθούν να ζουν με τους γονείς τους, όχι από επιλογή, αλλά από ανάγκη.

Σε μια περίοδο που η οικονομική ανεξαρτησία μοιάζει για πολλούς άπιαστο όνειρο και το κόστος ζωής στις πόλεις –ιδίως στην Αθήνα– εκτοξεύεται, ολοένα και περισσότεροι νέοι ενήλικες επιλέγουν ή αναγκάζονται να επιστρέψουν ή να παραμείνουν στο σπίτι των γονέων τους. Η συγκατοίκηση με τους γονείς στα 30 δεν είναι πια ταμπού –είναι καθημερινότητα. Πώς είναι όμως πραγματικά να ζεις στο ίδιο σπίτι με τους γονείς σου όταν έχεις δικό σου εισόδημα, επαγγελματική ζωή και ανάγκη για πραγματική, ουσιαστική ανεξαρτησία;

Στην Ελλάδα, οι νέοι συνεχίζουν να φεύγουν από το σπίτι των γονιών τους μετά τα 30, σε αντίθεση με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου η ηλικία ανεξαρτητοποίησης είναι αισθητά χαμηλότερη. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, το 2023 οι νέοι σε ολόκληρη την ΕΕ εγκατέλειψαν το γονικό σπίτι σε μέση ηλικία 26,3 ετών –ελαφρώς μειωμένη σε σχέση με το 2022 (26,4 έτη). Η απόσταση αυτή υπογραμμίζει τη διαφορά στις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που επικρατούν μεταξύ των κρατών-μελών. Περισσότερο από όλους τους Ευρωπαίους αργούν να φύγουν από το σπίτι των γονιών τους οι Κροάτες, οι Σλοβάκοι και οι Έλληνες. Ειδικότερα, ο υψηλότερος μέσος όρος ηλικιών, 30 ετών και άνω, καταγράφηκε στην Κροατία (31,8 ετών), τη Σλοβακία (31), την Ελλάδα (30,6), την Ισπανία (30,4), τη Βουλγαρία και την Ιταλία (30 ετών και οι δύο). Αντίθετα, οι χαμηλότερες μέσες ηλικίες, όλες κάτω των 23 ετών, καταγράφηκαν στη Φινλανδία (21,4 έτη), τη Σουηδία και τη Δανία (και οι δύο 21,8) και την Εσθονία (22,8). Ακολουθούν η Ολλανδία (23,3 έτη), η Γαλλία (23,7) και η Γερμανία (23,9).

Μιλήσαμε με τρεις νέους ανθρώπους, από 29 έως 32 ετών, που ζουν αυτή τη στιγμή με τους γονείς τους. Οι ίδιοι περιγράφουν πώς βιώνουν την καθημερινότητά τους, ποια είναι τα θετικά (οικονομία, υποστήριξη, ασφάλεια), αλλά και τα δύσκολα (έλλειψη ιδιωτικότητας, περιορισμός ελευθερίας, συγκρούσεις). Ανήκουν σε μια γενιά που μεγάλωσε με την προσδοκία της ανεξαρτησίας, αλλά ενηλικιώνεται μέσα σε μια πραγματικότητα που συχνά την καθιστά ανέφικτη.

ΣΤΟ ΠΑΙΔΙΚΟ ΔΩΜΑΤΙΟ: ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΝΑ ΖΕΙΣ ΣΤΑ 30 ΜΕ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΣΟΥ

Αλέξανδρος, 30 ετών: «Όταν τελείωσα το μεταπτυχιακό, είχα δύο επιλογές: να νοικιάσω ένα μικρό διαμέρισμα και να τρώω μακαρόνια μέρα παρά μέρα ή να μείνω με τους γονείς μου και να βάλω στην άκρη κάποια λεφτά. Διάλεξα το δεύτερο. Ήταν μια πρακτική απόφαση, αλλά κάθε χρόνο λέω πως θα είναι ο τελευταίος χρόνος», μού λέει ο ίδιος.

Ο Αλέξανδρος εργάζεται ως φαρμακοποιός και έχει ένα σταθερό εισόδημα. Όμως, όπως σημειώνει, το κόστος ζωής στην Αθήνα το 2025 «είναι δυσανάλογο σε σχέση με τους μισθούς των νέων ανθρώπων».

«Με 1.100 ευρώ καθαρά, πώς ακριβώς να ζήσεις; Ένα αξιοπρεπές διαμέρισμα κοστίζει 600 ευρώ και οι λογαριασμοί μπορεί να φτάσουν και τα 200. Μένουν 300 για όλα τα υπόλοιπα. Και είμαι και τυχερός, γιατί κάποιοι φίλοι μου παίρνουν κάτω από χίλια ευρώ».

Όπως λέει, το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι η συμβίωση, αλλά η αίσθηση στασιμότητας. «Η καθημερινότητα κυλά ήρεμα, δεν έχουμε εντάσεις. Οι γονείς μου είναι ήσυχοι άνθρωποι. Αλλά νιώθεις ότι ζεις μια ζωή σε παύση. Σαν να μην έχεις ξεκινήσει ακόμη την “πραγματική” σου ζωή».

Η έλλειψη ιδιωτικότητας είναι επίσης σημαντική. «Αν θέλω να φέρω κάποιον σπίτι, νιώθω αρκετά άβολα. Αν έχω άσχημη μέρα, δεν μπορώ απλώς να απομονωθώ. Κι όταν βλέπεις συνομηλίκους σου να έχουν το δικό τους χώρο, νιώθεις ότι κάτι χάνεις».

Τον ρωτάω αν σκοπεύει να φύγει σύντομα. «Το θέλω, αλλά περιμένω να σταθεροποιηθεί λίγο η κατάσταση. Θέλω να κάνω αυτό το βήμα όταν θα μπορώ να το στηρίξω πραγματικά. Να μη γυρίσω πίσω σε έξι μήνες. Δεν είναι μόνο θέμα ανεξαρτησίας, είναι και θέμα αξιοπρέπειας».

Όπως λέει, η οικονομική κρίση μπορεί να μην είναι πια πρωτοσέλιδο, αλλά «η γενιά μας ζει ακόμα μέσα της». Και αυτό εξηγεί, ίσως, γιατί τόσοι 30άρηδες κοιμούνται ακόμα στο παιδικό τους δωμάτιο.

Χρήματα iStockphoto

Ελένη, 29 ετών: «Το να ζω με τους γονείς μου στα 29 δεν είναι το χειρότερο που θα μπορούσε να μου συμβεί, αλλά σίγουρα δεν είναι αυτό που ονειρευόμουν. Στο μυαλό μου, στα 25 θα είχα ένα μικρό σπίτι, μια σταθερή δουλειά και ένα πρόγραμμα που θα ελέγχω εγώ. Αντ’ αυτού, δουλεύω part-time και μαγειρεύει η μάνα μου».

Η Ελένη εργάζεται στον χώρο της τέχνης, με συμβάσεις που συχνά διαρκούν λίγους μόνο μήνες. Όπως σημειώνει, η επισφάλεια είναι ο βασικός λόγος που δεν έχει φύγει ακόμα από το σπίτι. «Το ενοίκιο είναι ένα έξοδο που απλώς δεν μπορώ να είμαι σίγουρη ότι θα μπορώ να καλύπτω κάθε μήνα. Τον ένα μήνα έχω 1.000 ευρώ, τον άλλο 400. Πώς να δεσμευτείς έτσι; Και δεν μιλάμε για κάποια πολυτέλεια. Μιλάμε για ένα βασικό αγαθό: να ζεις μόνος σου, στο σπίτι που θες».

Παρά τις δυσκολίες, αναγνωρίζει και κάποια θετικά. «Οι γονείς μου με στηρίζουν πολύ. Δεν με πιέζουν, δεν ανακατεύονται, σέβονται τον χώρο μου. Υπάρχει ασφάλεια -οικονομική, ψυχολογική. Και αυτό δεν είναι λίγο. Δεν είναι όλοι τόσο τυχεροί».

Όμως τα όρια είναι πάντα ασαφή. «Δεν είμαι 19, αλλά πολλές φορές νιώθω ότι με βλέπουν ακόμα σαν παιδί. Αν βγω στις 11 το βράδυ, θα πεταχτεί ένα “πάλι έξω;”. Ή αν περάσω όλη μέρα στον καναπέ, θα ακούσω κάποιο σχόλιο. Δεν είναι από κακία, αλλά αυτός ο έλεγχος, πολλές στιγμές, σε φθείρει ψυχολογικά. Αρχίζεις να προσαρμόζεις τη συμπεριφορά σου για να αποφύγεις τα βλέμματα, τα υπονοούμενα. Και αυτό δημιουργεί ένα άγχος».

Τη ρωτάω πώς επηρεάζει αυτό την αυτοεικόνα της. «Νιώθεις ότι δεν εξελίσσεσαι. Ότι ζεις στο μεταξύ. Έχεις ευθύνες ενήλικα, αλλά την ελευθερία του ενήλικα δεν την έχεις. Και γύρω σου όλα φαίνονται σαν “προσωρινά”. Και αυτό κουράζει. Νιώθεις σαν να έχει πατηθεί παύση στη ζωή σου».

Η Ελένη προσθέτει ότι πολλές φίλες της βρίσκονται σε αντίστοιχη θέση. «Το πιο δύσκολο είναι η εσωτερική αμφιβολία. Μήπως φταίω εγώ; Μήπως κάνω κάτι λάθος; Αλλά μετά σκέφτομαι τα ενοίκια, τους μισθούς, και λες: “Όχι, κάτι δεν πάει καλά συλλογικά”. Δεν γίνεται όλοι να είμαστε τεμπέληδες ή άτυχοι. Άλλωστε, πολλές φίλες μου βρίσκονται στην ίδια θέση με εμένα. Κι αυτό, με έναν περίεργο τρόπο, καθησυχάζει. Δεν είμαι μόνη».

istockphoto

Στέλιος, 32 ετών: «Έχω δουλειά, έχω εισόδημα, και παρ’ όλα αυτά μένω με τους γονείς μου. Κάτι λέει αυτό για την εποχή μας, έτσι δεν είναι; Αν μου το έλεγες πριν 10 χρόνια, θα γελούσα. Τώρα, βλέποντας λίγο τι παίζει γύρω μου, είναι μάλλον ο κανόνας».

Ο Στέλιος εργάζεται ως προγραμματιστής και θεωρείται «καλά αμειβόμενος», με μισθό 1.300 ευρώ τον μήνα. Κι όμως, δεν έχει φύγει ακόμα από το σπίτι των γονιών του.

«Για να ζήσεις μόνος, θες τουλάχιστον 1.000 ευρώ τον μήνα μόνο για τα πάγια. Αν θέλεις και ποιότητα ζωής -να βγαίνεις, να ταξιδέψεις, να πας σινεμά- δεν βγαίνει καθόλου εύκολα ή φάση. Εκτός κι αν έχεις διπλό εισόδημα ή βοήθεια από το σπίτι».

Η συγκατοίκηση με τους γονείς του είναι, όπως λέει, πιο λειτουργική από ό,τι πίστευε. «Έχουμε καλές σχέσεις, σεβόμαστε ο ένας τον άλλο. Δεν υπάρχει η ένταση που είχαν παλιότερα τα σπίτια. Αλλά δεν είναι δικό σου το σπίτι. Όσο καλά και να περνάς, νιώθεις σε μεγάλο βαθμό φιλοξενούμενος».

Ο ίδιος περιγράφει αυτή την κατάσταση ως μια «παράταση παραμονής». «Έχεις περάσει τα 30 και ακόμη περιμένεις να ξεκινήσεις τη ζωή σου. Έχεις τα προσόντα, έχεις δουλειά, αλλά δεν φτάνει. Η ελληνική πραγματικότητα δεν σου επιτρέπει να σταθείς μόνος, στα δικά σου πόδια».

Το πιο δύσκολο, λέει, είναι η επίδραση στην ψυχολογία του. «Νιώθεις κάπως ένοχος που βολεύεσαι. Αλλά τι επιλογή έχεις; Προσωπικά, δεν μπορώ να πιάσω ένα σπίτι με ενοίκιο 500-600 ευρώ και να ζω με το άγχος για το πώς θα βγει ο μήνας. Είναι όλα πολύ εύθραυστα. Και βλέπω πως το πράγμα γίνεται συνεχώς όλο και χειρότερο».

«Το αστείο είναι πως οι γονείς μας μας λένε “μη βιαστείς, κάτσε όσο θες”, αλλά ξέρω ότι και εκείνοι θα ήθελαν να νιώθουν ότι είμαι ανεξάρτητος. Κι εγώ το ίδιο. Το θέλω. Αλλά δεν είναι τόσο απλό».

Ο ίδιος κλείνει με μια παρατήρηση που εντοπίζεται σε όλες τις μαρτυρίες: «Δεν είναι ντροπή να μένεις με τους γονείς σου -είναι αντανάκλαση της οικονομικής μας πραγματικότητας. Αν αυτό δεν αλλάξει, θα δούμε πολλούς 40άρηδες ακόμη στα παιδικά τους δωμάτια».

Σχετικό Άρθρο

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα