ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ: Η “ΜΟΛΥΒΕΝΙΑ ΘΑΛΑΣΣΑ” ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑ, ΗΤΑΝ ΑΛΗΘΕΙΑ
Ο Δημήτρης Μητσοτάκης σε μια μεγάλη συνέντευξη πριν την εμφάνισή του στην Τεχνόπολη με τα Υπόγεια Ρεύματα και τους Magic De Spell. Το τέλος των Ενδελέχεια, οι ταμπέλες του “ροκ” και του “έντεχνου” και το κόμμα του… “Μητσοτάκη του Καλού”.
Τα Υπόγεια Ρεύματα, οι Magic De Spell και ο Δημήτρης Μητσοτάκης (Ενδελέχεια), έπειτα από τα χειμερινά sold out live τους στο Κύτταρο, στήνουν μια μεγάλη γιορτή την Πέμπτη 12 Ιουνίου στην Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων.
Με αφορμή τη μεγάλη τους συναυλία, το Magazine συνομίλησε με τον Δ. Μητσοτάκη, ή αλλιώς, όπως μας… αυτοπροσδιορίζεται, τον “Μητσοτάκη τον καλό”. Εκτός από το μουσικό του παρόν και παρελθόν, μιλήσαμε για τη νουβέλα του, “Μπουμπού”, που μεταφέρθηκε στο θέατρο και ανέβηκε για 1η φορά στη σκηνή, σημειώνοντας μεγάλη επιτυχία (και αναμένουμε να συνεχιστεί από Σεπτέμβρη). Η Μπουμπού συμπυκνώνει μέρος της θεματολογίας του Δ. Μητσοτάκη, στηλιτεύοντας τα στερεότυπα και τα κακώς κείμενα της ελληνικής κοινωνίας.
Ακόμη, πριν λίγους μήνες ο πρώην ντράμερ, στιχουργός και φωνή (μαζί με τον Δημήτρη Λεοντόπουλο) των θρυλικών “Ενδελέχεια” παρουσίασε το κομμάτι του “Δεν έχω οξυγόνο” στη μνήμη των θυμάτων των Τεμπών, αλλά και για όσους ζητούν να αποδοθεί δικαιοσύνη και να λάμψει η αλήθεια για το τι ακριβώς οδήγησε στο θάνατο τους επιβαίνοντες της μοιραίας αμαξοστοιχίας. Το τραγούδι παίχτηκε για πρώτη φορά ζωντανά στη σκηνή του Κύτταρου στις 25/1/2025, στα live μαζί με τα Υπόγεια Ρεύματα και τους Magic De Spell και αναμένεται να γίνει “σύνθημα” και στην Τεχνόπολη.
Μα όσο κι αν με θάψουνε εκεί θα είμαι εγώ
και θα σε περιμένω ως να δικαιωθώ.
Γεμίστε τις πλατείες σε πόλεις και χωριά
συγκάλυψη εκείνοι κι εμείς μία γροθιά
“Η τέχνη δεν είναι ποτέ ουδέτερη, ακόμα και η επιλογή θεμάτων, μορφών ή εκφραστικών μέσων εμπεριέχει πολιτικές διαστάσεις. Οπότε τέχνη χωρίς θέση είναι αδύνατη” είναι το μήνυμα που στέλνει, ενώ μας εξηγεί και γιατί δεν συνέχισαν τελικά οι Ενδελέχεια.
Αρχικά πώς προέκυψε η ιδέα για τη Μπουμπού;
Το κείμενο είναι γραμμένο αρκετό καιρό. Κάποια στιγμή αποφάσισα να το εκδώσω με τη μορφή νουβέλας. Οι εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ και ο Ιορδάνης Κουμασίδης ανταποκρίθηκαν θερμά και το βιβλίο κυκλοφορεί από τις 28 Απριλίου 2025. Μα η Μπουμπού είναι γραμμένη σαν θεατρικός μονόλογος, αυτή άλλωστε ήταν και η αρχική μου ιδέα.
Έστειλα το κείμενο στον φίλο Κωνσταντίνο Πασά, τον οποίο γνωρίζω πολλά χρόνια ως ηθοποιό αλλά φέτος τον γνώρισα και σκηνοθετικά με το “Ημερολόγιο ενός τρελού” και από εκεί και μετά όλα έγιναν σε ελάχιστο χρόνο. Η υπέροχη Δήμητρα Κολλά, το θέατρο Εν Αθήναις με τους καταπληκτικούς ανθρώπους του, το έργο ξεκίνησε, έγιναν δέκα υπερπλήρεις παραστάσεις και όλα δείχνουν πως θα το πάμε ξανά από Σεπτέμβρη.
Πολλοί θεωρούν πως ζούμε σε μια εποχή κοινωνικής ανασφάλειας, μουδιάσματος και αποσάθρωσης των συλλογικοτήτων. Συμφωνείτε με αυτή την προσέγγιση και αν ναι, σας τρομάζει;
Έχω εκφράσει επανειλημμένα την ανησυχία μου για την κοινωνική αποσάθρωση και την απώλεια συλλογικότητας στην Ελλάδα. Η αίσθηση της απομόνωσης και της παρακμής είναι διάχυτη, παρ’ όλες τις μικρές δράσεις αλληλεγγύης που βλέπουμε κατά καιρούς.
Η ανασφάλεια και η “βία της αβεβαιότητας”, για την οποία έχω μιλήσει σε σχετικό άρθρο μου, είναι αποτέλεσμα της πολιτικής και οικονομικής κατάστασης, αλλά και συνέπεια της ατομικιστικής νοοτροπίας που επικρατεί. Ωστόσο, δεν με τρομάζει, αλλά με κινητοποιεί ακόμα περαιτέρω για να δημιουργήσω αποζητώντας συλλογική δράση και κοινωνική ευαισθησία.
Δεν σταματάτε να παίρνετε θέση για όσα συμβαίνουν τριγύρω. Στο τέλος της ημέρας υπάρχει πραγματική τέχνη χωρίς θέση;
Έχω ρητά δηλώσει και στο παρελθόν πως κάθε καλλιτέχνης με το έργο του εκφράζει την πολιτική, τη φιλοσοφική ή την θρησκευτική του άποψη όπως και θέση. Με την έννοια αυτή όλοι παίρνουμε θέση.
Η τέχνη δεν είναι ποτέ ουδέτερη, ακόμα και η επιλογή θεμάτων, μορφών ή εκφραστικών μέσων εμπεριέχει πολιτικές διαστάσεις. Οπότε τέχνη χωρίς θέση είναι αδύνατη, καθώς κάθε καλλιτεχνικό έργο φέρει τις απόψεις και τις αξίες του δημιουργού του ακόμα και η αποκαλούμενη “διασκεδαστική”.
Προφανώς βαρεθήκατε τα λογοπαίγνια γύρω από το όνομα σας. Οκ, αλλά μετά τον Μητσοτάκη τον κυβερνώντα, τι;
Θα δημιουργήσω ένα νέο κόμμα με την επωνυμία “Ο Μητσοτάκης ο Καλός” και με σήμα ένα κίτρινο Smiley face. Στόχος μου το 3% και η είσοδος στη βουλή.
Ασπάζεστε ότι έχουμε τους πολιτικούς που μας αξίζουν ή μήπως είναι μια ευκολία και αυτό;
Μέχρι ενός βαθμού, ναι. Δεν μπορούμε να βγάζουμε όμως την ουρά μας συνεχώς απ’ έξω. Οι πολιτικοί δεν είναι ουρανοκατέβατοι, τους εκλέγουμε, τους ανεχόμαστε, τους αναπαράγουμε. Άρα, κουβαλούν κι ένα μέρος της συλλογικής μας συνείδησης ή της αδράνειάς μας.
Αλλά από την άλλη, το να λέμε απλώς “έχουμε τους πολιτικούς που μας αξίζουν” είναι και μια βολική γενίκευση, που ξεπλένει την ευθύνη των ίδιων των πολιτικών και του συστήματος που τους προστατεύει και τους θρέφει. Δεν αξίζει σε κανέναν άνθρωπο να κυβερνιέται από κυνικούς, διεφθαρμένους ή ανίκανους. Δεν είναι θέμα “αξίας”. Είναι θέμα γνώσης, συνείδησης, και –πάνω απ’ όλα– συμμετοχής. Αν δεν αλλάξουμε ως κοινωνία τον τρόπο που βλέπουμε την πολιτική, αν δεν απαιτήσουμε άλλους όρους και άλλους ανθρώπους, θα συνεχίσουμε να βλέπουμε τα ίδια πρόσωπα σε επανάληψη, σαν κακή τηλεοπτική σειρά.
Σε τι ελπίζετε για το από εδώ και πέρα; Τι σας κρατάει δημιουργικό;
Ελπίζω σε ένα ξύπνημα. Όχι σε κάποιο επαναστατικό παραμύθι, αλλά σε εκείνο το αθόρυβο, αληθινό ξύπνημα των ανθρώπων που αρχίζουν να νοιάζονται ξανά ο ένας για τον άλλον. Ελπίζω στις μικρές συλλογικότητες που χτίζονται σε γειτονιές, σε στέκια, σε μουσικές σκηνές, σε πλατείες. Εκεί που η ζωή ξαναβρίσκει ουσία, χωρίς φίλτρα και φανφάρες. Η αλλαγή του πολιτικού σκηνικού με βρίσκει υπέρμαχο αλλά βλέπω να καθυστερεί. Ο καπιταλισμός δείχνει τα δόντια του ξεδιάντροπα.
Δημιουργικό με κρατάει η ανάγκη. Αν σταματούσα να γράφω, θα σταματούσα να αναπνέω με τον τρόπο που ξέρω. Η ανησυχία, αλλά και η αγάπη· η ελπίδα ότι κάποιο τραγούδι ή κάποιο κείμενο μπορεί να αγγίξει έναν άνθρωπο, να του αλλάξει λίγο τη ματιά, να του θυμίσει πως δεν είναι μόνος.
Αναπολείτε την εποχή των Ενδελέχεια; Πώς τη θυμάστε; Θα υπήρχε περίπτωση να σας ξαναδούμε ποτέ μαζί;
Δεν μου αρέσει η νοσταλγία. Περάσαμε καλά, έντονα, με μικρές και μεγάλες χαρές, όνειρα, δημιουργικότητα αλλά και τσακωμούς, ομηρικούς καυγάδες και συγκρούσεις. Ό,τι ζήσαμε το ζήσαμε έντονα. Δεν με γοητεύει η ξεθωριασμένη επανένωση μερικών ηλικιωμένων ροκάδων που αναπολούν την περασμένη τους νιότη.
Γιατί αποφασίσατε να σταματήσετε τη δισκογραφία ως μπάντα;
Ο κύκλος του συγκροτήματος έκλεισε με τον τελευταίο μας δίσκο “Σ’ Ένα Μεγάλο Αύριο”, μετά από 17 χρόνια δημιουργικής πορείας. Είναι πιο τίμιο να κλείνεις έναν κύκλο αξιοπρεπώς παρά να συνεχίζεις μηχανικά. Από την άλλη υπήρχε και η επιθυμία μου για καλλιτεχνική ανανέωση και εξερεύνηση άλλων μουσικών δρόμων και ηχητικών τοπίων.
Ποιο είναι τελικά το μεγαλύτερο μειονέκτημα του Έλληνα;
Είμαστε λαός με ταλέντο στη μεταμφίεση. Βάζουμε τη μάσκα της αντίστασης, αλλά μέσα από την τσέπη διακινείται το πάσο της παραίτησης. Η βολική αμνησία και η τάση να ξεχνάμε πολύ γρήγορα ποιοι είμαστε, τι περάσαμε και κυρίως ποιοι φταίνε. Αντί να δούμε κατάματα τα λάθη μας, ρίχνουμε την ευθύνη πάντα στους άλλους: στους πολιτικούς, στους ξένους, στο “σύστημα”. Αλλά το σύστημα το συντηρούμε εμείς με την ανοχή και την απάθειά μας. Θέλουμε να αλλάξει ο κόσμος, αλλά όχι εμείς. Δεν ξέρουμε να λειτουργούμε συλλογικά, με κανόνες και κοινό όραμα. Κι όταν κάποιος προσπαθεί, τον τρώει η καχυποψία ή η απαξίωση.
Όμως πιστεύω πως ο Έλληνας έχει και τεράστιες δυνατότητες, φαντασία, ψυχή, αντοχή. Το ζήτημα είναι να σταματήσει να υπηρετεί και να δοξάζει τον ατομικό καπιταλισμό, να κοιτάει μόνο το στενό του συμφέρον και να συνειδητοποιήσει πως μόνο με αγώνα θα πάμε μπροστά.
Στις συναυλίες σας έρχονται πολλά νέα παιδιά όπως γίνεται και με άλλους καλλιτέχνες της γενιάς σας. Πώς νιώθετε για αυτό;
Τα νέα παιδιά δεν έρχονται απλώς να ακούσουν μουσική. Έρχονται να νιώσουν ότι δεν είναι μόνοι σε έναν κόσμο που πολλές φορές μοιάζει αδιάφορος ή και εχθρικός. Και αυτό είναι που κρατάει ζωντανή τη μουσική και τη δημιουργία. Αυτή η σύνδεση ανάμεσα σε διαφορετικές γενιές μου δίνει ελπίδα. Δείχνει πως, παρ’ όλες τις δυσκολίες, η ανάγκη για αλήθεια, για αντίσταση, για συντροφικότητα παραμένει ζωντανή.
Τι στοιχεία βλέπετε να έχει η νέα γενιά; Αισιοδοξείτε για αυτή δεδομένου ότι οι προηγούμενες πρακτικά απέτυχαν;
Η νέα γενιά εμπεριέχει, από τη φύση της, έναν αέρα ανανέωσης και μια διάθεση να σπάσει τα στεγανά, μια σπινθηροβόλα ανυπακοή που δεν σβήνει εύκολα. Δεν είναι όλοι ίδιοι· υπάρχουν πολλοί που δεν συμβιβάζονται με την αδράνεια και την απάθεια.
Ωστόσο, η απογοήτευση από τις προηγούμενες γενιές έχει αιτία: Υπάρχει μια κληρονομιά αποτυχιών που σχετίζεται με την υποχώρηση στις εύκολες λύσεις. Η ελπίδα δεν είναι δεδομένη, είναι αποτέλεσμα αγώνα και συνειδητής προσπάθειας. Αν η νέα γενιά καταφέρει να κρατήσει ζωντανή την ανάγκη για δικαιοσύνη, για αλληλεγγύη και ισότητα, τότε μπορούμε να ελπίζουμε σε ένα καλύτερο αύριο.
Χρόνια πριν, στο μακράν αγαπημένο μου “δεν είμαι αυτός που θες”, στηλιτεύατε παθογένειες και στερεότυπα της ελληνικής κοινωνίας. Ποια είναι τα δικά σας που σπάσατε μέσα στον χρόνο; Και τι μας δυσκολεύει συλλογικά περισσότερο;
Όσο περνά ο χρόνος, καταλαβαίνω ότι τα πιο δύσκολα στερεότυπα δεν είναι αυτά που πολεμάς στους άλλους, αλλά αυτά που κουβαλάς μέσα σου. Συνειδητοποίησα ότι η γνώση είναι διαρκής αναζήτηση. Κατέρριψα την ιδέα πως η τέχνη πρέπει να είναι σοβαρή για να είναι ουσιαστική. Άφησα χώρο για το χιούμορ, για την αμφιβολία, για την ανατροπή.
Αυτό που μας δυσκολεύει συλλογικά περισσότερο; Η εμπιστοσύνη. Δεν εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον.
Φοβόμαστε μην μας “κοροϊδέψουν”, μην μας “χρησιμοποιήσουν”, μην χάσουμε κι έτσι ανακυκλώνουμε τα ίδια τραύματα.
Περιμένοντας να αλλάξει κάτι ενώ παραμένουμε ίδιοι.
Δεκαετίες επίσης πριν μιλούσατε για τις διαψεύσεις μας ζώντας σε μια υπερκαταναλωτική κοινωνία που οδηγούν σε μια “μολυβένια θάλασσα”. Μήπως το είχατε δει να έρχεται όλο αυτό που ζήσαμε από την κρίση και μετά;
Δεν είμαι προφήτης, ούτε θα ήθελα να είμαι. Απλώς ζούσα κι έγραφα μέσα σε μια πραγματικότητα που έτριζε. Κι όταν οι τοίχοι τρίζουν, αργά ή γρήγορα θα πέσουν. Εμείς τότε, τη δεκαετία του ’90 και μετά, βλέπαμε γύρω μας μια χώρα που έχτιζε προσόψεις: δάνεια, SUV, σημαίες στα μπαλκόνια και μεγάλες κουβέντες για το έθνος και την πρόοδο. Κι από κάτω; Μοναξιά, ανασφάλεια, ψευδαισθήσεις.
Η “μολυβένια θάλασσα” δεν ήταν προφητεία. Ήταν η αίσθηση ότι κάτι βυθίζεται και μάλιστα βουτώντας με φόρα. Ότι πίσω από τη λάμψη υπάρχει η θαμπή όψη της πραγματικότητας. Ότι δεν θα αργήσει η μέρα που ο λογαριασμός θα έρθει. Και ήρθε – όχι μόνο οικονομικός, αλλά και υπαρξιακός.
Κάποιοι το είδαμε να ‘ρχεται, το διαισθανθήκαμε, όχι γιατί ήμασταν πιο έξυπνοι, αλλά γιατί ήμασταν ανήσυχοι. Και η τέχνη, όταν είναι ειλικρινής, πιάνει αυτές τις δονήσεις πριν ακόμα γίνουν κύμα.
Η δύναμη που ξέπεσε και έγινε κατάρα
Η φήμη που απλώθηκε και έγινε λοιμός
Η πίκρα πως κατάγεται απ’ τη δική μας φάρα
Μας έπεισε και έγινε αφέντης τιμωρός
Μουσικά με ποιον θα θέλατε να συνεργαστείτε σε μια ιδανική συνθήκη;
Έχω συνεργαστεί με πολλούς καλλιτέχνες, κυρίως τραγουδιστές και τραγουδίστριες, αλλά και μουσικούς που εκτιμώ αισθητικά αλλά και σε κοινωνικό επίπεδο. Συνεργάζομαι με ανθρώπους που κουβαλούν αλήθεια. Δεν έχει σημασία αν είναι γνωστοί ή άγνωστοι, νέοι ή παλιοί, σημασία έχει να έχουν κάτι να πουν.
Αν μου πεις να ονειρευτώ μια συνεργασία χωρίς περιορισμούς, θα σου έλεγα: με τον Θάνο Μικρούτσικο, αν ήταν ακόμα μαζί μας, για τη δύναμη των μελωδιών του και τον τρόπο που μελοποιούσε την αγωνία, τον έρωτα, την προσμονή για ένα καλύτερο κόσμο. Από την νέα ελληνική σκηνή, θα ’θελα να συνεργαστώ με κάποιους από τη νέα γενιά που δεν φοβούνται να είναι πολιτικοί χωρίς να είναι διδακτικοί. Να ενώσουμε τις ανησυχίες μας, να φτιάξουμε κάτι που θα μιλάει για το τώρα, χωρίς να επαίρεται ότι τα ξέρει όλα.
Τι σημαίνει τελικά ροκ, τι έντεχνο και τι ποπ; Χρειαζόμαστε σήμερα αυτές τις ταμπέλες;
Το ροκ δεν είναι πόζα, ούτε μαλλί ως τον ώμο και βλέμμα σκοτεινό. Είναι στάση ζωής. Να αδιαφορείς όταν όλοι σε χειροκροτούν, να μην φοβάσαι να πεις “δεν ξέρω”, να παίζεις αληθινά είτε με ηλεκτρική κιθάρα είτε με τρίχορδο. Το “έντεχνο” είναι μια λέξη που κακοποιήθηκε όσο λίγες, ξεκίνησε σαν ένωση της ποίησης με τη λαϊκή μουσική, και κατέληξε κάποτε να είναι ονομασία ραφιού στα δισκοπωλεία.
Υπάρχει έντεχνο που είναι πιο ροκ κι απ’ το πιο σκληρό ροκ. Η ποπ δεν ξέρω τι είναι πάντως βγαίνει από την λέξη δημοφιλής. Είναι η γλώσσα της εποχής, άλλο αν πολλές φορές χρησιμοποιείται χωρίς ψυχή. Η ουσία είναι αλλού: υπάρχει αυθεντικότητα ή όχι; Λες κάτι που έχει λόγο ύπαρξης ή φτιάχνεις απλώς προϊόν;
Δεν χρειαζόμαστε τις ταμπέλες. Τουλάχιστον όχι με τον τρόπο που τις μάθαμε. Μόνο για να συνεννοούμαστε πρόχειρα. Η μουσική δεν είναι στρατόπεδο. Είναι γλώσσα. Και η γλώσσα αλλάζει αρκεί να έχει ακόμα κάτι να πει.
Καλλιτεχνικά τι περιμένουμε από τον Δημήτρη Μητσοτάκη από εδώ και μπρος;
Συνέπεια, αντοχή και αρκετή… τρέλα. Τουλάχιστον εγώ αυτό επιθυμώ.
Βρείτε τη μουσική του Δημήτρη Μητσοτάκη εδώ
ΤΟ LIVE ΤΗΣ ΤΕΧΝΟΠΟΛΗΣ
Τα Υπόγεια Ρεύματα, οι Magic De Spell και ο Δημήτρης Μητσοτάκης (Ενδελέχεια), έπειτα από τα χειμερινά sold out live τους στο Κύτταρο, ανανεώνουν το συναυλιακό τους ραντεβού επί σκηνής, ΓΙΑ ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΗ ΣΥΝΑΥΛΙΑ, την Πέμπτη 12 Ιουνίου, στην Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων.
Τρία ονόματα από τους θεμελιωτές της θρυλικής και τόσο επιδραστικής ροκ σκηνής των ‘90s μαζί ζωντανά! Τρεις ασταμάτητες δημιουργικές πηγές που ξεπέρασαν τον ίδιο τους τον μύθο και πλέον αποτελούν σημείο αναφοράς και επιρροής. Μία συγκλονιστική συναυλία με τραγούδια ύμνους που φέρνει ρίγη συγκίνησης και έξαψη σε ένα μεθυστικό κοκτέιλ που μόνο το ροκ μπορεί να δημιουργήσει.
Info:
Πέμπτη 12 Ιουνίου
Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων
Ώρα Έναρξης: 20.30
Τιμές Εισιτηρίων:
Early bird: 13€
Προπώληση: 15€
Ταμείο: 18€
Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων: Πειραιώς 100, Γκάζι,
Πρόσβαση: Μετρό: Σταθμός “Κεραμεικός”, Τρόλεï: No. 21 (από Ομόνοια), Στάση «Φωταέριο», Λεωφορεία: 035, 049, 227, 815, 838, 914, Β18, Γ18, Στάση “Φωταέριο”.
Παραγωγή & Επικοινωνία: Goodheart Productions
Τα Υπόγεια Ρεύματα, οι Magic De Spell και ο Δημήτρης Μητσοτάκης (Ενδελέχεια), εμφανίζονται από κοινού σε μια μεγάλη καλοκαιρινή συναυλία την Πέμπτη 12 Ιουνίου, στην Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων.