NEWS 24/7

“ΜΑΜΑ, ΚΟΥΡΑΣΤΗΚΑ ΝΑ ΕΙΜΑΙ Η ΜΑΜΑ ΣΟΥ”

Η Λία Νικολάου μιλά στο NEWS 24/7 για τη ζωή με τη μάνα της. Ή αλλιώς για το πώς το παιδί παίρνει ξαφνικά τον ρόλο του φροντιστή.

Τι συμβαίνει όταν ο άνθρωπος που μας έμαθε να περπατάμε, να μιλάμε, να ζούμε, ξαφνικά αρχίζει να χάνει τα βασικά, να ξεχνάει, να παραδίδεται στην άβυσσο της Άνοιας; Όταν η μητέρα μας, η γυναίκα που μας προστάτευε πάντα, τώρα χρειάζεται την προστασία μας; Πώς είναι να βλέπεις τον άνθρωπο που λάτρευες να σβήνει, σιγά σιγά, από την πραγματικότητα; Είναι μια αίσθηση που συνδυάζει τον πόνο, την αδυναμία και την αβεβαιότητα, μια εμπειρία που κανείς δεν μπορεί να σε προετοιμάσει, όταν αρχίζεις να μπαίνεις σε αυτό.

Η Λία Νικολάου ζει ακριβώς αυτή την πραγματικότητα, παρακολουθώντας τη μητέρα της να την κοιτάζει, αλλά να μην την αναγνωρίζει πάντα. Η πορεία της άνοιας της μητέρας της γίνεται μια καθημερινότητα γεμάτη αλλαγές, απότομες, βίαιες αλλαγές.

Αλλαγές που αναγκάζουν τη Λία να αναλαμβάνει ρόλους που δεν είχαν ποτέ συμφωνηθεί, ούτε συζητηθεί. Οι ρόλοι του φροντιστή και του παιδιού συγχωνεύονται σε μια αόρατη γραμμή, όπου η ελπίδα συναντά την αμφιβολία, το γέλιο αγκαλιάζει τη θλίψη και η σιωπή μπλέκεται με την απελπισία. Κάθε ημέρα ένας αγώνας για να διατηρήσει την αξιοπρέπεια της μητέρας της, ακόμα και όταν εκείνη χάνει τον εαυτό της.

Σχεδόν κανείς δεν τη ρωτάει πώς είναι, πώς νιώθει. Σχεδόν κανείς δεν είναι εκεί για να της προσφέρει την ανακούφιση που τόσο ανάγκη έχει. Στη συνθήκη αυτή, το κράτος, η πολιτεία παραμένουν απλοί παρατηρητές, χωρίς να παρέχουν την ουσιαστική υποστήριξη που απαιτεί το βάρος αυτής της καθημερινότητας. Και κάθε μέρα που περνά, η Λία γίνεται όλο και περισσότερο η μάνα της μητέρας της, αν και μέσα της θα ήθελε να επιστρέψει έστω για λίγο στον ρόλο του παιδιού.

ΛΙΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ: ΓΟΝΙΟΣ ΤΟΥ ΓΟΝΙΟΥ ΜΟΥ

Ανοίγω ένα βιβλίο, δεν έχει σημασία ποιο, και βρίσκω εκεί, γραμμένο από εμένα στην πρώτη λευκή του σελίδα, με ημερομηνία 15/2/22, τη φράση: «Βρήκα τη μάνα μου και βρήκα εμένα».

Θα πρέπει να ήταν τότε που συνειδητοποίησα για πρώτη φορά στην ενήλικη ζωή μου, πως η σχέση μου με τη μάνα μου -έναν άνθρωπο δύσκολο, δύστροπο και δυσπρόσιτο και μια σχέση που περνούσε, έτσι κι αλλιώς, παιδιόθεν, από σαράντα κύματα – επιβάλλονταν από τις συνθήκες να αλλάξει.

«Μαμά, με θέλεις για μαμά σου;» γράφει η Ρούλα Γεωργακοπούλου στο συγκινητικό βιβλίο της με τίτλο Δέντρα, πολλά δέντρα. Εδώ όμως, στη δική μου πραγματικότητα, υπήρχε ήδη μία σημαντική διαφορά· ήμουν ήδη η μάνα της μάνας μου, δεν θυμάμαι πότε υπήρξα παιδί της. Ήμουν ο άνθρωπος που τη φρόντιζε όταν παρασέρνονταν από τη θλίψη της, ο άνθρωπος που της έστρωνε το κρεβάτι για να κοιμηθεί, της έλεγε να ντυθεί για να μην κρυώσει, την αγκάλιαζε όταν δεν ήξερε τον τρόπο να αγκαλιάσει τα παιδιά της, ο άνθρωπος που της έλεγε «να προσέχεις» και «μην αργήσεις να γυρίσεις το βράδυ» όταν περνούσε το κατώφλι της πόρτας και δεν ήξερα πότε και αν θα επιστρέψει.

Οι ρόλοι δεν θυμάμαι πότε αντιστράφηκαν κι αν αυτή η διαδικασία συνέβη αυτόματα, ξαφνικά και αναπάντεχα, ή πήρε τον χρόνο της βυθίζοντάς μας όλο και πιο πολύ στους νέους μας ρόλους, όπως το βατραχάκι στο νερό που σιγοβράζει, της γνωστής παραβολής.

Η λέξη «φροντίδα» όμως, ζητούσε πάλι, επιτακτικά, να εισχωρήσω στις αβύσσους της, να κολυμπήσω στα σκοτεινά νερά της, να βυθιστώ κάτω από την άνωση που κάνει την ανθρώπινη ύπαρξη ενός πάσχοντα από Άνοια πιο ανάλαφρη -καθώς αποποιείται εκ των πραγμάτων πάσα ευθύνη-, δημιουργώντας ωστόσο έναν κόσμο δυσβάσταχτα περίπλοκο στον περίγυρό του, κι ιδιαίτερα στο άτομο που επέλεξε να τον φροντίζει.

Γιατί, ναι, περί επιλογής πρόκειται. Ο άνθρωπος που καλείται από την ίδια τη ζωή να υπάρξει ως ο φροντιστής του γονιού του, είναι εκείνος που έχει φτάσει στο καίριο εκείνο σημείο της δικής του διαδρομής όπου οφείλει να επιλέξει: Μένω ή φεύγω; Κι ανάλογο της επιλογής του, είναι το τίμημα που θα πληρώσει.

Σαν τις παλιές φωτογραφίες, έτσι και οι άνθρωποι· ξεθωριάζουν.

NEWS 24/7

Κι υπάρχουν μάλιστα φορές που ο χρόνος και η αρρώστια τους αλλάζουν τόσο, τους παραμορφώνουν, που αναζητώντας σταθερά σημεία -σημεία ορόσημα της ύπαρξής τους – για να πιαστούμε και να πούμε πως αυτός ο άνθρωπος που φροντίζουμε είναι, όντως, ο άνθρωπός μας, δεν βρίσκουμε κανένα.

«Είναι η μάνα μου αυτή; Δεν την αναγνωρίζω»

Χτίζω ένα νέο μοτίβο συνύπαρξης. Από τότε που μένουμε μαζί για να τη φροντίζω επί εικοσιτετραώρου βάσεως, αργά-αργά το χτίζω εφευρίσκοντας, αναγκαστικά, νέα μοτίβα. «Τώρα το χάπι Νο1, μετά το μπάνιο, έπειτα κουκούλωμα στην κουβέρτα και εντριβή γιατί, κοίτα! Τρέμει· κι ύστερα το τάισμα που δοκιμάζει την υπομονή μου, γιατί είναι μέρες που δεν θέλει -ή ξεχνάει- να μασάει», ψιθυρίζω στον εαυτό μου, για να μην χάσω τη μπάλα. «Τον βλέπεις αυτόν εκεί τον ψηλό μελαχρινό που μπαινοβγαίνει στο δωμάτιο;» μου λέει συνωμοτικά. Γυρνώ, κοιτάζω εκεί που δείχνει το σκεβρωμένο χέρι της, δεν βλέπω κανέναν, είμαστε όπως πάντα μόνες μας. «Με θέλει!» λέει, και γελάει δυνατά. «Όλοι με θέλουν γιατί είμαι μικρή και τσαχπίνα και πάρα πολύ όμορφη», συμπληρώνει, ανοίγοντας στο μεταξύ σαν καλό κορίτσι το στόμα της όταν πλησιάζω στα χείλη της το κουτάλι με τη σούπα. Μορφάζει, μου πιάνει το χέρι, «θα με πνίξεις», λέει. Μαζεύομαι. Αναδιπλώνομαι εντός μου, ένας μικρός κόκκος άμμου γίνομαι, θέλω να χαθώ στον βυθό ενός απέραντου ωκεανού. Παρακαλώ να τελειώσει γρήγορα αυτό το μαρτύριο. Μα το μαρτύριο επαναλαμβάνεται καθημερινά με μαθηματική ακρίβεια.

«Μαμά, θέλεις να γίνω η μαμά σου;» Συχνά με φωνάζει «μαμά»· όταν δεν με βρίζει και δεν με μουτζώνει και δεν με καταριέται. «Είσαι η μαμά μου», λέει, ή «τί μαγείρεψες σήμερα, μαμά;» Μια μέρα, πάνω στα νεύρα μου, της είπα «δεν μαγείρεψα τίποτα, δεν είχαμε λεφτά, είμαστε φτωχοί». Δεν ξέρω πώς μου ήρθε να το πω αυτό εκείνη την ώρα, ίσως επειδή είχα βαρεθεί να ακούω να μιλάει συνέχεια για τη φτώχεια που έζησε στην κατοχή. Η απάντησή της, με αποστόμωσε «η φτώχεια, παιδί μου, σε ταπεινώνει», είπε. Κι εγώ, αμέσως το μετάνιωσα που θέλησα να ιδιοποιηθώ τις μνήμες της. Κλείστηκα τότε στο μπάνιο και έκλαψα με αναφιλητά. Λίγη ώρα μετά, βγήκα φορώντας πάλι τη μάσκα του «θα τα καταφέρουμε». Της άλλαξα πάνα, είχε λερωθεί. Τρυφερά καθάρισα το άνυδρό της δέρμα, το γεμάτο πτυχώσεις που εύκολα σχίζονται. Τα στήθη της… Εκείνα τα στήθη που κάποτε με θήλασαν σφύζοντας από ζωή, τώρα κρέμονται σαν άδειες τσέπες…

NEWS 24/7

Ο γιατρός συστήνει υπομονή. Καλή φροντίδα, αγάπη και υπομονή. «Είναι γερός οργανισμός», λέει, «αντέχει». Ήθελα τόσο να τον ρωτήσω αν ξέρει να μου πει και τις δικές μου αντοχές.

Αντιπελάργηση, αυτή τη λέξη βρήκα στο λεξικό. Σημαίνει την επιστροφή του δώρου της ζωής.

Τη σβήνω αφηρημένα με μαρκαδόρο ανεξίτηλο και στη θέση της γράφω, Δοκιμασία. Σημαίνει τη ζωή που χάνεται για χάρη μίας άλλης ζωής, που κάποτε πολύ έχουμε αγαπήσει.

Μα όταν το αναπόδραστο τέλος της ύπαρξής μας ως ανθρώπινα, νοήμονα και συναισθανόμενα όντα, καταφθάνει πριν το φυσικό, τότε τι κάνουμε; Πώς αντιδρούμε, εμείς οι φροντιστές, σε αυτή την καταδίκη; Υπομένοντας;

Υπομένοντας, ναι. Κι άλλοτε, ενοχικά ψιθυρίζοντας, «μαμά, δεν θέλω άλλο. Μαμά, κουράστηκα να είμαι η μαμά σου»

1102: Τηλεφωνική γραμμή ψυχοκοινωνικής υποστήριξης για το Αλτσχάιμερ και την Άνοια. Η γραμμή απευθύνεται σε άτομα με προβλήματα μνήμης, ευρύ κοινό, φροντιστές – οικογένεια & φίλους ατόμων με άνοια, επαγγελματίες υγείας.

Η άνοια αποτελεί μια σοβαρή νευροεκφυλιστική διαταραχή που επηρεάζει την καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων παγκοσμίως. Η απώλεια μνήμης, η μεταβολή της κρίσης και οι δυσκολίες επικοινωνίας είναι μερικά από τα βασικά χαρακτηριστικά της άνοιας, τα οποία σταδιακά οδηγούν σε πλήρη εξάρτηση από τους φροντιστές.

Καθώς η νόσος εξελίσσεται, οι ασθενείς συχνά δυσκολεύονται να εκτελέσουν απλές καθημερινές δραστηριότητες, όπως το να ντυθούν, να τραφούν ή ακόμα και να αναγνωρίσουν τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Οι αλλαγές στη συμπεριφορά, η σύγχυση, η ανησυχία και οι εναλλαγές στη διάθεση προσθέτουν ένα επιπλέον βάρος στους οικείους τους, που αναλαμβάνουν τον δύσκολο ρόλο του φροντιστή.

Η άνοια δεν επηρεάζει μόνο τον ασθενή αλλά και την οικογένειά του, καθώς δημιουργεί συναισθηματική φόρτιση, ψυχολογική εξάντληση και οικονομικές δυσκολίες. Το κράτος και η κοινωνία, αν και θα έπρεπε να παρέχουν περισσότερη υποστήριξη, συχνά αδυνατούν να καλύψουν τις ανάγκες των ασθενών και των οικογενειών τους, αφήνοντάς τους να αντιμετωπίσουν αυτή τη δύσκολη κατάσταση μόνοι τους.

Η ενημέρωση, η έγκαιρη διάγνωση και η σωστή φροντίδα μπορούν να βοηθήσουν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των ασθενών, ενώ η στήριξη των φροντιστών είναι εξίσου σημαντική, ώστε να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στον απαιτητικό τους ρόλο χωρίς να καταρρεύσουν ψυχικά και σωματικά.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα