ΑΙΣΘΑΝΕΣΑΙ ΠΑΝΤΑ ΑΦΡΑΓΚΟΣ; ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ ΜΟΝΟΣ…
Είσαι πραγματικά άφραγκος ή μήπως βιώνεις “χρηματική δυσμορφία”;
Το κόστος ζωής είναι ασφυκτικό, με τις τιμές σε είδη πρώτης ανάγκης, ενέργεια και στέγαση να πιέζουν ολοένα και περισσότερο τα νοικοκυριά. Παρά τους θετικούς οικονομικούς δείκτες που παρουσιάζονται κατά καιρούς –όπως η μείωση της ανεργίας ή η αύξηση του ΑΕΠ– η καθημερινή εμπειρία πολλών πολιτών παραμένει αποκαρδιωτική. Οι αυξήσεις στους μισθούς, όπου υπάρχουν, σπάνια καλύπτουν την πληθωριστική έκρηξη και τις συνεχείς αυξήσεις στα βασικά αγαθά, ενώ το όνειρο της ιδιοκατοίκησης απομακρύνεται σταθερά για όλο και περισσότερους νέους, που βλέπουν την οικονομική τους αυτονομία να φαντάζει άπιαστη.
Οι νεότερες γενιές, ειδικά οι 25-35 ετών, βρίσκονται παγιδευμένες μεταξύ σοκαριστικών ενοικίων και μισθών που σπάνια ξεπερνούν τα 800-900 ευρώ καθαρά… Πρόσφατη αμερικανική έρευνα έδειξε ότι σχεδόν οι μισοί από τους ερωτηθέντες της Γενιάς Z– συγκεκριμένα το 47%– δεν διαθέτουν κάποιο ταμείο έκτακτης ανάγκης. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει ότι πολλοί νέοι δυσκολεύονται να βάλουν ως προτεραιότητα την αποταμίευση, είτε λόγω χαμηλών εισοδημάτων, είτε εξαιτίας της αντίληψης ότι οι οικονομικές συνθήκες είναι τόσο ασταθείς που δεν έχει νόημα να προγραμματίζουν για το μέλλον.
Η οικονομική αβεβαιότητα των τελευταίων ετών, που προκλήθηκε από παράγοντες όπως η πανδημία, οι πληθωριστικές πιέσεις και οι διακυμάνσεις στην αγορά εργασίας, έχει οδηγήσει πολλούς νέους στην πεποίθηση ότι η διατήρηση χρημάτων για το μέλλον είναι μια μάταιη προσπάθεια. Πολλοί προτιμούν να ξοδεύουν τα χρήματά τους σε εμπειρίες και αγαθά που τους προσφέρουν άμεση ικανοποίηση, αντί να προνοούν για πιθανές δυσκολίες.
Αυτή η προσέγγιση, ωστόσο, μπορεί να αποδειχθεί προβληματική σε περιόδους κρίσης, καθώς η έλλειψη οικονομικής ασφάλειας μπορεί να τους αφήσει εκτεθειμένους σε απρόβλεπτα γεγονότα, όπως απώλεια εργασίας, ιατρικά έξοδα ή άλλες επείγουσες ανάγκες.
Από την άλλη, και οι μεσαίες και μεγαλύτερες ηλικίες κουβαλούν τα τραύματα της δεκαετούς οικονομικής κρίσης και της πανδημίας, προσπαθώντας να ισορροπήσουν μεταξύ χρεών, φόρων, αυξημένων δαπανών και οικογενειακών υποχρεώσεων. Όλα αυτά δημιουργούν ένα αίσθημα μόνιμης οικονομικής ασφυξίας, μια πίεση που δεν φεύγει, μια αίσθηση ότι ό,τι κι αν κάνεις, δεν φτάνει ποτέ, ότι η σταθερότητα είναι πάντα ένα βήμα πιο πέρα.
Σε αυτό το κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον, ένα νέο φαινόμενο αναδύεται, κυρίως στις νεότερες ηλικίες αλλά όχι αποκλειστικά: η χρηματική δυσμορφία. Μια ψυχολογική κατάσταση όπου το άτομο νιώθει ότι δεν τα καταφέρνει οικονομικά, ακόμα και αν οι αριθμοί δείχνουν το αντίθετο.
Σε αυτό το πλαίσιο, η αντίληψη της οικονομικής επάρκειας έχει μετατραπεί σε βαθιά υποκειμενική εμπειρία, επηρεαζόμενη από το άγχος, τη σύγκριση με τους άλλους και την αίσθηση αβεβαιότητας για το μέλλον.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΧΡΗΜΑΤΙΚΗ ΔΥΣΜΟΡΦΙΑ;
Η χρηματική δυσμορφία (money dysmorphia) είναι μια ψυχολογική κατάσταση κατά την οποία το άτομο διαστρεβλώνει την αντίληψή του για τη δική του οικονομική κατάσταση. Παρά το γεγονός ότι μπορεί να διαθέτει σταθερό εισόδημα, αποταμιεύσεις και να καλύπτει τις βασικές του ανάγκες, συνεχίζει να νιώθει οικονομικά ανεπαρκές, ευάλωτο ή ακόμα και σε κίνδυνο.
Αυτό το φαινόμενο, αν και δεν αναγνωρίζεται επίσημα ως διαταραχή στο Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (DSM-5), έχει αρχίσει να απασχολεί έντονα, ιδίως σε περιόδους οικονομικής αβεβαιότητας και κοινωνικών συγκρίσεων, με ιδιαίτερη ένταση στις νεότερες γενιές.
Ο όρος χρηματική δυσμορφία περιγράφει το αίσθημα ανεπάρκειας, που βιώνει σχεδόν το ένα τρίτο ή το 29% των Αμερικανών για τα οικονομικά τους, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Credit Karma, από τη σύγκριση της οικονομικής τους κατάστασης με την οικονομική κατάσταση των άλλων.
Δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η χρηματική δυσμορφία είναι ακόμη πιο διαδεδομένη μεταξύ των νεότερων γενεών, σύμφωνα με την Credit Karma. Συγκεκριμένα, περίπου το 43% της Gen Z και το 41% των millennials, προχωρούν σε συγκρίσεις με άλλους χρήστες των social media, και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αισθάνονται ότι υστερούν οικονομικά.
ΠΩΣ ΕΚΔΗΛΩΝΕΤΑΙ Η ΧΡΗΜΑΤΙΚΗ ΔΥΣΜΟΡΦΙΑ;
Τα άτομα που βιώνουν χρηματική δυσμορφία μπορεί να παρουσιάζουν τα εξής συμπτώματα:
- Συνεχή αίσθηση οικονομικής ανασφάλειας, ανεξαρτήτως της πραγματικής τους κατάστασης.
- Αποφυγή δαπανών, ακόμη και για βασικές ανάγκες ή ψυχαγωγικές δραστηριότητες που θα μπορούσαν να ενισχύσουν την ευεξία τους.
- Υπερβολική σύγκριση με άλλους, κυρίως μέσω των κοινωνικών δικτύων, οδηγώντας σε συναισθήματα ζήλιας ή ανεπάρκειας.
- Εμμονή με την αποταμίευση ή, αντιστρόφως, παρορμητικές αγορές ως μηχανισμός διαχείρισης άγχους ή απογοήτευσης.
- Ενοχές ή υπερανάλυση μετά από κάθε οικονομική απόφαση.
ΠΙΘΑΝΕΣ ΑΙΤΙΕΣ
Η χρηματική δυσμορφία μπορεί να οφείλεται σε μια ποικιλία παραγόντων:
- Επιρροή των κοινωνικών δικτύων: Η συνεχής έκθεση σε εικόνες “τέλειας” ζωής, πολυτέλειας και επιτυχίας στα social media δημιουργεί μη ρεαλιστικές προσδοκίες και ενισχύει την πεποίθηση ότι “όλοι τα καταφέρνουν καλύτερα”.
- Οικονομική αστάθεια στην παιδική ηλικία: Άτομα που μεγάλωσαν με οικονομική ανασφάλεια συχνά διατηρούν χρόνια άγχη και υπερευαισθησία σχετικά με τα χρήματα στην ενήλικη ζωή.
- Πολιτισμικές και κοινωνικές προσδοκίες: Η κοινωνική πίεση για οικονομική επιτυχία, επαγγελματική καταξίωση και σύγκριση με συνομήλικους ή συγγενείς ενισχύει την αίσθηση ότι κάποιος “δεν τα καταφέρνει αρκετά καλά”.
- Μέσα μαζικής ενημέρωσης και καταναλωτική κουλτούρα: Η υπερπροβολή της κατανάλωσης ως ένδειξη επιτυχίας δημιουργεί σύγχυση ως προς το τι σημαίνει πραγματική οικονομική ευημερία.
ΧΡΗΜΑΤΙΚΗ ΔΥΣΜΟΡΦΙΑ: ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΨΥΧΙΚΗ ΥΓΕΙΑ
Η χρηματική δυσμορφία δεν αποτελεί απλώς ένα παροδικό συναίσθημα ή στιγμιαία ανησυχία για τα οικονομικά. Πρόκειται για μια κατάσταση που μπορεί να έχει βαθιές και μακροχρόνιες επιπτώσεις στην ψυχική υγεία. Συγκεκριμένα, μπορεί να οδηγήσει σε:
- Αυξημένο και επίμονο άγχος, έντονο φόβο αποτυχίας και διαρκή αίσθηση ανεπάρκειας, που επιβαρύνουν την αυτοεκτίμηση του ατόμου.
- Καταθλιπτικά συμπτώματα, ιδίως όταν συνοδεύονται από αίσθημα ματαιότητας ή την πεποίθηση ότι οι προσπάθειες δεν αποδίδουν καρπούς.
- Διαταραχές ύπνου, προβλήματα συγκέντρωσης, μειωμένη αποδοτικότητα και χρόνια κόπωση, με αρνητικό αντίκτυπο στην επαγγελματική και προσωπική ζωή.
- Συγκρούσεις και εντάσεις στις διαπροσωπικές σχέσεις, είτε λόγω διαφωνιών για τα οικονομικά είτε λόγω αποστασιοποίησης, ενοχών και ντροπής για την “ανεπαρκή” οικονομική επίδοση. (PMC)
Έρευνες δείχνουν ότι η υποκειμενική αντίληψη οικονομικής ανασφάλειας –ακόμα και όταν δεν υπάρχει αντικειμενική οικονομική ανάγκη– μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την ψυχολογία εξίσου με τις πραγματικές οικονομικές δυσκολίες. Αυτό καθιστά τη χρηματική δυσμορφία έναν σημαντικό παράγοντα ψυχοκοινωνικού στρες. Η αντιμετώπισή της απαιτεί αναγνώριση, ενσυναίσθηση και ψυχολογική υποστήριξη, αλλά και ένα νέο, πιο υγιές πλαίσιο αντίληψης για τα χρήματα και την αυτάρκεια.
ΧΡΗΜΑΤΙΚΗ ΔΥΣΜΟΡΦΙΑ: ΤΡΟΠΟΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ
Η χρηματική δυσμορφία είναι ένα πολυδιάστατο φαινόμενο, που επηρεάζει την αίσθηση ευημερίας και προσωπικής αξίας. Η αντιμετώπιση της χρηματικής δυσμορφίας δεν είναι απλή, αλλά υπάρχουν τρόποι που μπορούν να βοηθήσουν στη διαχείρισή της:
- Οικονομικός προγραμματισμός: Η δημιουργία ενός ρεαλιστικού προϋπολογισμού, με σαφείς στόχους αποταμίευσης και εξόδων, προσφέρει έλεγχο και ηρεμία. Οικονομική διαφάνεια και συνέπεια ενισχύουν το αίσθημα ασφάλειας.
- Περιορισμός της έκθεσης στα κοινωνικά δίκτυα: Η αποφυγή υπερβολικής έκθεσης σε πλατφόρμες που ενθαρρύνουν τη σύγκριση με άλλους μπορεί να μειώσει την πίεση και την ψευδή αίσθηση ότι «όλοι οι άλλοι τα καταφέρνουν καλύτερα».
- Αναζήτηση επαγγελματικής βοήθειας: Η συμβουλευτική με ειδικούς ψυχικής υγείας μπορεί να βοηθήσει στην αναδόμηση της αντίληψης για τα χρήματα.
- Παράλληλα, η συνεργασία με οικονομικούς συμβούλους μπορεί να προσφέρει λύσεις.
ΟΤΑΝ ΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΕΥΗΜΕΡΙΑ ΑΛΛΑ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΑΙΣΘΑΝΟΝΤΑΙ ΦΤΩΧΟΙ
Σε πολλές ανεπτυγμένες κοινωνίες, οι επίσημοι οικονομικοί δείκτες δείχνουν πρόοδο: αύξηση του ΑΕΠ, μείωση της ανεργίας, ανάπτυξη του χρηματιστηρίου. Ωστόσο, για ένα ποσοστό του πληθυσμού, αυτά τα «θετικά» στοιχεία δεν αντικατοπτρίζουν την καθημερινή τους εμπειρία. Η αίσθηση σταθερότητας, η επάρκεια και η ευημερία δεν είναι πλέον δεδομένες. Αντιθέτως, για πολλούς, η οικονομική ανασφάλεια έχει γίνει μόνιμη συνθήκη -ακόμα κι όταν οι αριθμοί λένε το αντίθετο.
Η πραγματικότητα που βιώνουν καθημερινά πολλοί εργαζόμενοι, νέοι επαγγελματίες, γονείς και συνταξιούχοι δεν επιβεβαιώνει την «ανάπτυξη». Η μερική απασχόληση, τα ασταθή ωράρια, οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου και η αυξανόμενη εξάρτηση από τη gig economy ενισχύουν την εργασιακή αβεβαιότητα. Το υψηλό κόστος ζωής –σε στέγαση, τρόφιμα, ενέργεια– δυσχεραίνει τη δυνατότητα κάλυψης βασικών αναγκών, ενώ η αδυναμία αποταμίευσης και ο προγραμματισμός για το μέλλον μοιάζουν πολυτέλειες.
Το φαινόμενο της χρηματικής δυσφορίας, όπου κάποιος αισθάνεται οικονομικά ανεπαρκής παρά τα αντικειμενικά επαρκή εισοδήματα, αποκαλύπτει κάτι βαθύτερο: την αποσύνδεση της ευημερίας από την πραγματική ποιότητα ζωής. Όταν οι κυβερνητικές πολιτικές περιορίζονται σε μακροοικονομικές επιδόσεις χωρίς να συνοδεύονται από αποτελεσματικά δίκτυα κοινωνικής προστασίας, η ανασφάλεια ριζοβολεί και εξαπλώνεται.
Η ευημερία δεν είναι μόνο αριθμοί. Είναι το αίσθημα ασφάλειας, η δυνατότητα αξιοπρεπούς ζωής, η προσδοκία ενός καλύτερου αύριο. Όταν αυτά απουσιάζουν, ακόμα και η «ανάπτυξη» μοιάζει κενή. Η σύγχρονη πολιτική οφείλει να ξαναδεί τι σημαίνει πρόοδος — όχι με όρους δεικτών, αλλά με όρους ανθρώπινης εμπειρίας.