ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΜΠΑΛΤΑΤΖΗ
Πως 40 ευρώ στάθηκαν αφορμή να ξεσκεπαστεί μία από τις μεγαλύτερες χρηματιστηριακές φούσκες στην Ελλάδα
Από τον Λεωνίδα Λιάμη
Ιούνιος του 2004. Η Ελλάδα είναι καρφωμένη στους τηλεοπτικούς της δέκτες και δεν θέλει να ξυπνήσει από το όνειρο του γαλανόλευκου πειρατικού που κουρσεύει ένα μετά το άλλο, τα γήπεδα της Πορτογαλίας, μέχρι που, στις αρχές Ιουλίου, κόντρα σε όλα τα προγνωστικά, σηκώνει το κύπελλο του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου.
Την απροσδόκητη αυτή χαρά, όμως, δεν τη συμμερίζονται όλοι. Για περίπου 2.000 Έλληνες, εκείνη ακριβώς την περίοδο, είναι που ξεκινά ένας εφιάλτης, καθώς συνειδητοποιούν ότι έχουν πέσει θύματα ενός χρηματιστηριακού… πειρατικού, που τους έχει «κουρσέψει» τις περιουσίες τους. Τα… λάφυρα, όπως αποδείχθηκε με την πρόοδο των ερευνών, ξεπερνούν σε αξία τα 40 εκατ. ευρώ και το καθιστούν ως ένα από τα μεγαλύτερα χρηματιστηριακά σκάνδαλα, που έχουν συντελεστεί τα τελευταία χρόνια στην ελληνική επικράτεια.
Εγκέφαλος σε αυτό το χρηματιστηριακό «ριφιφί», ονοματίζεται ο Παναγιώτης Μπαλτατζής, μεγαλομέτοχος των εταιρειών Γένεσις ΑΧΕΠΕΥ και Roubicon AE, ο οποίος από το βράδυ της Τετάρτης 7 Ιανουαρίου, όντας φυγόδικος από το 2005, βρίσκεται στα χέρια των διωκτικών αρχών, μετά από αστυνομική επιχείρηση που εκτυλίχθηκε στη Θεσσαλονίκη και οδήγησε στη σύλληψή του. Σε βάρος του 62χρονου συλληφθέντα εκκρεμούν ένα ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, 43 εντάλματα σύλληψης, 39 βουλεύματα, και 54 καταδικαστικές αποφάσεις που εκδόθηκαν από διάφορες Εισαγγελικές Αρχές της χώρας. Η συνολική ποινή φυλάκισης, στην οποία έχει καταδικαστεί ο Μπαλτατζής, είναι 90 έτη και 403 μήνες, με παράλληλη χρηματική ποινή και αφορούν στα αδικήματα της πλαστογραφίας και της πλαστογραφίας πιστοποιητικών, καθώς και εκείνα της υπεξαίρεσης και της απάτης. Μετά τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος του, όπως αναφέρεται από την αστυνομία, ο συλληφθείς θα οδηγούνταν στον Εισαγγελέα Εφετών Θεσσαλονίκης για τα περαιτέρω.
Πως πιάστηκε στην “φάκα”
Το οξύμωρο στην υπόθεση, είναι πως αιτία για να αρχίσει να ξετυλίγεται το κουβάρι αυτής της πολύ μεγάλης χρηματιστηριακής απάτης, η φημολογία θέλει να στάθηκε μια αξίωση της τάξης των, μόλις, 40 ευρώ, από μερίσματα μετοχών. Ένα από τα θύματα, πελάτης της «Γένεσις ΑΧΕΠΕΥ», που αποτέλεσε το όχημα για το colpo groso, έλαβε από εισηγμένη εταιρεία, στην οποία ήταν μέτοχος, μια δίγραμμη επιταγή πληρωμής μερίσματος για πέντε μετοχές της, ενώ στο χαρτοφυλάκιό του, σύμφωνα με την ανάλυση που του έστελνε η Γένεσις χρηματιστηριακή, φαινόταν ότι κατείχε 195 μετοχές.
Τσεκάροντας το χαρτοφυλάκιό του μέσω του Κεντρικού Αποθετηρίου, πληροφορήθηκε ότι οι μετοχές του, στην πραγματικότητα, είχαν πωληθεί. Τότε ήταν που άρχισαν να τον ζώνουν τα φίδια. Ζήτησε πρόσθετη πληροφόρηση από τη «Γένεσις» και η εταιρεία τον ενημέρωσε «επισήμως», με πλαστογραφημένη βεβαίωση, ότι οι μετοχές του βρίσκονταν στη θέση τους. Ακολούθησε καταγγελία στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και άνοιξε ο Ασκός του Αιόλου, που παρέσυρε στη δίνη του, με τη μορφή του ντόμινο, επενδυτές από όλη την Ελλάδα. Όπως αποδείχθηκε, την ίδια πρακτική η χρηματιστηριακή εταιρεία την εφάρμοζε σε πολλούς κωδικούς πελατών, εκμεταλλευόμενη το προϊόν πώλησης μετοχών, ώστε να εξασφαλίζει ρευστότητα και έτσι να χρηματοδοτεί τη λειτουργία της. Για λόγους κάλυψης δε, ο υπεύθυνος της Γένεσις λέγεται ότι προσκόμιζε μέχρι και πλαστά αντίγραφα από τραπεζικά καταθετήρια. Στις 17 Φεβρουαρίου του 2005 και αφού προηγήθηκαν οι σχετικοί έλεγχοι, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ανακαλεί την άδεια λειτουργίας της χρηματιστηριακής και το «κανόνι» σκάει σε όλη του τη διάσταση.
«Τα θύματα της Γένεσις είναι πάρα πολλά. Σύμφωνα με τις αναγγελίες, ανά την Ελλάδα, ανήλθαν σε 1.860 άτομα και τα χρήματα που υπεξαιρέθηκαν από τους χρηματιστηριακούς τους κωδικούς ανέρχονται σε ένα ποσό που ξεπερνά τα 40 εκατ. ευρώ», λέει ο δικηγόρος Γιώργος Παλάδης στο WE του news247.gr, τονίζοντας ότι «το κατηγορητήριο είναι βαρύ, πάνω από 1.240 σελίδες».
«Το ό,τι πιάστηκε ο Μπαλτατζής είναι θετικό, γιατί θα αποκαλυφθεί η πλήρης αλήθεια, μια και, λογικά, θα πει στο δικαστήριο τί προμήθειες έδινε στους συνεργάτες του. Γιατί από την στιγμή που τα συστήματα είναι on line, δεν μπορεί παρά να γνώριζαν πολλοί για τον τρόπο δράσης του κυκλώματος. Θα μας πει λοιπόν τί προμήθειες έδινε γενικά στους συνεργάτες του από τα υποκαταστήματα στην περιφέρεια, για να αποδοθούν οι ανάλογες ευθύνες».
Ο μόνος τρόπος, πάντως, για να πάρουν τα χρήματά τους οι εξαπατηθέντες επενδυτές, από τη στιγμή που ο Μπαλτατζής είναι άγνωστο αν διατηρεί και πού οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο που θα μπορούσε να ρευστοποιηθεί για να ικανοποιήσει απαιτήσεις, αυτός είναι το συνεγγυητικό κεφάλαιο. Ή τουλάχιστον αυτό υποστηρίζει ο κ. Παλάδης. «Έχω καταθέσει αγωγές κατά του Συνεγγυητικού Κεφαλαίου Εξασφάλισης Επενδυτικών Υπηρεσιών, ώστε ο κόσμος αυτός να πάρει τα χρήματά του. Η δικάσιμος είναι στις 19/3/15 και ακολουθούν επίσης στις 1/10/15, στις 5/10/15 και στις 5/11/15, επί συνόλου 400 επενδυτών» αναφέρει χαρακτηριστικά ο νομικός και διευκρινίζει ότι κάποιοι από αυτούς αποζημιώθηκαν ήδη το 2011 και το 2013, με ένα ποσό της τάξης των περίπου 1,7 εκατ. ευρώ. Οι άλλοι αναμένουν.
Οι ιερές μπίζνες της Roubicon
Η Γένεσις ΑΧΕΠΕΥ ήταν το όχημα για τη χρηματιστηριακή απάτη. Ο Μπαλτατζής όμως είχε και τη Roubicon, μια άλλη συνδεδεμένη εταιρεία που λειτουργούσε σαν «πυραμίδα». Στην περίπτωση αυτή μάλιστα, εμπλέκεται και το σκάνδαλο με την Ιερά Μονή Εμμαούς Λαγκαδά Θεσσαλονίκης, με τις περίεργες αγοραπωλησίες ακινήτων και τις δανειοδοτήσεις, με κοινό παρανομαστή την Ηγουμένη, της Μονής.
Η υπόθεση απασχόλησε από το 2004 τις διωκτικές αρχές, όταν άρχισαν να αποκαλύπτονται περίεργες διασυνδέσεις του μοναστηριού με τη χρηματιστηριακή εταιρεία “Γέννεσις” και την εταιρεία συμμετοχών “Roubicon”. Οι φήμες εκείνη την εποχή έδιναν κι έπαιρναν ότι το μοναστήρι χορηγούσε “υψηλόποσα δάνεια σε ιδιώτες που ήταν πιστοί ως βοηθήματα”. Ένα από τα δάνεια αυτά είχε ύψος 3.500.000 ευρώ και είχε χορηγηθεί προς τον ιδιοκτήτη των εταιρειών “Γέννεσις” και “Roubicon”, όπως αποδείχθηκε από την έρευνα.
Η ηγουμένη φάνηκε τότε να έχει πείσει τις Αρχές πως δεν έφερε ευθύνες για την κομπίνα με τα ακίνητα με επίκεντρο το μοναστήρι της, δεν συνέβη το ίδιο όμως και με τις υποθέσεις της εταιρείας συμμετοχών στην οποία εμφανιζόταν να συμμετέχει στο Δ.Σ.. Με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης, η ίδια και μαζί με άλλα ακόμη 17 άτομα παραπέμφθηκαν να δικαστούν στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης για απάτη από κοινού, κατ’ εξακολούθηση, κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια. Η παραπομπή της Ηγουμένης αφορούσε σε μία από τις δικογραφίες που σχηματίστηκαν για την απάτη, η οποία έγινε από τα διοικητικά στελέχη της εταιρείας συμμετοχών «Roubicon ΑΕ» και της θυγατρικής της, χρηματιστηριακής εταιρείας, «Γένεσις ΑΧΕΠΕΥ» σε βάρος επενδυτών.
«Η Roubicon αφορούσε στο πυραμιδικό-τοκογλυφικό σκέλος της δράσης του συλληφθέντα με τις αποδόσεις, που υποσχόταν στα θύματά του, να φτάνουν έως και 30%-40%», τονίζει ο κ. Παλάδης, σημειώνοντας πως «σε αυτή την υπόθεση εκπροσωπώ περίπου 50 πελάτες, οι οποίοι διεκδικούν απαιτήσεις της τάξης των 5 εκατ. ευρώ. Υπάρχουν, όμως και άλλοι και συνολικά θα έλεγα πως εδώ οι μοίρα τους είναι πιο δύσκολη από ό,τι των εξαπατηθέντων της Γένεσις, διότι εκείνοι τουλάχιστον μπορούν να προσβλέπουν στο συνεγγυητικό».
My Number One
Για όσο χρόνο οι ελληνικές και οι ευρωπαϊκές διωκτικές αρχές αναζητούσαν τον Παναγιώτη Μπαλτατζή, ο καταζητούμενος φέρεται να είχε βρει καταφύγιο και μια καινούρια ζωή στη Σουηδία. Ήταν το 2008, όταν τον είχε «ξετρυπώσει» σε ένα χωριό της σκανδιναβικής χώρας η δημοσιογραφική ομάδα μιας τηλεοπτικής εκπομπής, αξιοποιώντας πληροφορίες, αλλά και τα επίσημα αρχεία του σουηδικού υπουργείου Οικονομικών. Ο Μπαλτατζής, κατά το ρεπορτάζ εκείνο, ζούσε στο Σόντερφορς, ένα χωριό 55 χιλιόμετρα στα βόρεια της Ουψάλα, έχοντας αλλάξει το όνομά του σε David Panagiotis Yxon, ενώ για την εξασφάλιση των προς το ζην, διατηρούσε κατάστημα με την ονομασία «My Number One».
Στη συνέντευξη που φέρεται να είχε δώσει στους δημοσιογράφους που τον ανακάλυψαν, είχε υποστηρίξει ότι δεν πήρε αυτός τα χρήματα των εντολέων του για να διαφύγει στη Σουηδία, αλλά ότι το έπραξαν κάποιοι άλλοι που παρέμεναν στην Ελλάδα, χωρίς όμως να τους κατονομάσει, γιατί, όπως είπε, δεν μπορούσε αποδείξει τις κατηγορίες του. Ανέφερε, ακόμη ότι η Ηγουμένη της Μονής Εμμαούς εκτελούσε εντολές του Ιερέα Μάξιμου, ο οποίος την τοποθέτησε στο Δ. Σ. της Roubicon γιατί ήθελε να ελέγχει την τεράστια επένδυση που έκανε στη Γένεσις ΑΧΕΠΕΥ με χρήματα από τοκογλυφική δράση, ενώ αρνήθηκε ότι πίσω από το όλο σκάνδαλο υπήρξε πολιτικό πρόσωπο που κινούσε τα νήματα.