ΓΙΑΤΙ ΝΑ ΤΑΞΙΔΕΨΕΙΣ ΣΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΥΚΑΣΟΥ;
“Η γεωργιανή παράδοση έχει μια βαθιά ριζωμένη ρομαντική και ηρωική κουλτούρα που διατρέχει τη λογοτεχνία, τη μουσική, την ιστορία και τον λαϊκό της πολιτισμό. Η γεωργιανή ταυτότητα είναι υπερβολικά δεμένη με έννοιες όπως η τιμή, η γενναιότητα, η ελευθερία και ο έρωτας, όλα ντυμένα με επική ποιητικότητα”.
Γιατί ο Καύκασος;
Πριν από 25 χρόνια, έπεσα πάνω στο αγγλικό βιογραφικό ενός σημαντικού Έλληνα καθηγητή, γεννημένου του 1942, το οποίο έγραφε, κάτω από το όνομά του, «Caucasian». Απόρησα. Εκείνος μου είπε ότι όταν, στη δεκαετία του ’60, ψάχνανε εργασία στα αμερικάνικα πανεπιστήμια συνηθίζονταν να γράφει κανείς «Καυκάσιος» (Caucasian) για να δηλώσει ότι είναι λευκός. Ακόμη και σε απογραφές πληθυσμών υπήρχε, ως πολύ πρόσφατα, η επιλογή “White / Caucasian”.
Ο όρος εισήχθη τον 18ο αιώνα από ένα Γερμανό ανθρωπολόγο, ο οποίος χώρισε την ανθρωπότητα σε πέντε φυλές, μία εκ των οποίων ήταν η Καυκάσια. Την ονόμασε έτσι επειδή πίστευε πως η ορεινή αυτή περιοχή παρήγαγε τα πιο όμορφα, αρμονικά και καθαρά δείγματα της ανθρώπινης μορφής, όπως την κατανοούσε τότε. Το μοντέλο του ήταν μια Γεωργιανή γυναίκα. Έτσι, θεώρησε τον Καύκασο ως την πιθανή «πατρίδα» της ανθρωπότητας, δηλαδή το σημείο από όπου υποτίθεται ότι ξεκίνησε η «λευκή φυλή» και ονόμασε την φυλετική κατηγορία «Καυκάσια» λόγω της υποτιθέμενης αγνότητας, αρχαιότητας και ομορφιάς της φυλής αυτής.
Εννοείται ότι όλα αυτά είναι κλασσικός δυτικός φυλετισμός, που σήμερα είναι προφανώς οικουμενικά παρωχημένος, πλην όμως κάτι δηλώνει για την ακτινοβολία του Καυκάσου, ως τέτοιου, για τη Δύση. Ο Καύκασος είναι το ιστορικότερο βουνό του κόσμου. Συζητάμε για την πιο μεγάλη οροσειρά στην Ευρώπη – μεγαλύτερη των Άλπεων – και μια περιοχή που συνιστά το γεωπολιτικό όριο μεταξύ Ευρώπης και Ασίας. Μια από τις πιο σύνθετες εθνογλωσσικά περιοχές της Ευρασίας με περισσότερες από 50 εθνότητες και γλώσσες και έντονη θρησκευτική πολυμορφία.
Ο ορθόδοξος χριστιανισμός είναι κυρίαρχος στη Γεωργία αλλά και στους Ρώσους της περιοχής. Η Αρμένικη Αποστολική Εκκλησία στους Αρμένιους. Οι σουνίτες και σιίτες μουσουλμάνοι συνυπάρχουν, καθώς το Αζερμπαϊτζάν είναι ένα από τα λίγα πλειοψηφικά σιιτικά κράτη (μαζί με το Ιράκ και το Ιράν) ενώ στις ομόσπονδες ρώσικες δημοκρατίες του Νταγκεστάν και της Τσετσενίας ακόμη επιβιώνει έντονη σουφική μυστικιστική παράδοση του Ισλάμ παρά την ηγεμονία του σουνιτισμού, και ενίοτε στις πιο ριζοσπαστικές του εκδοχές.
Τέλος, ο Καύκασος είναι ο τόπος με τις περισσότερες γραφές και ιδιόγραφες γλώσσες γεωγραφικά συγκεντρωμένες σ’ έναν τόπο: γεωργιανή γραφή και αρμένικη γραφή – κάθε μια αποκλειστικά και μόνο για τις γλώσσες τους, όπως ακριβώς η ελληνική – ενώ η αζέρικη γλώσσα πέρασε μέσα σε λιγότερο από αιώνα από τρεις γραφές. Ως τις αρχές του 20ου αιώνα, την αραβική γραφή, το λατινικό αλβάφητο για λίγο μετά την ανεξαρτησία, το κυριλλικό στη σοβιετική εποχή και από το 1991 κι ύστερα, ξανά το λατινικό. Μετά, αράβικα, τούρκικα, κούρδικα και φυσικά ρώσικα…
Καύκασος είναι, επομένως, και διενέξεις.
Από το τέλος του Ψυχρού πολέμου η περιοχή έγινε το θέατρο μιας σειράς αποσχιστικών συγκρούσεων που ακόμη παραμένουν ανοιχτές πληγές είτε ως παγωμένες συγκρούσεις (frozen conflicts) είτε ως ενεργές. Η Τσετσενία πλήρωσε ακριβά που ήθελε απόσχιση από τη Ρωσία στα τέλη του 20ου. Ο αρμένικος θύλακας του Ναγκόρνο-Καραμπάχ μετά την ανακατάληψή του από το Αζερμπαϊτζάν το 2023 ακόμη δεν έχει βρει οριστική ειρήνη. Οι φιλορωσικές περιοχές της Νότιας Οσσετίας και της Αμπχαζίας έχουν de facto αποσχιστεί από τη Γεωργία από τις αρχές της δεκαετίας του 90 και απολαμβάνουν την αυτονομία τους με τη γενναιόδωρη συνδρομή της Ρωσίας.
Κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου το 2008, ο Γεωργιανός Πρόεδρος αποφάσισε την ανακατάληψη της Νότιας Οσσετίας που τυπικά είναι γεωργιανή επικράτεια. Η άφρων αυτή απόφαση οδήγησε σε έναν πόλεμο λίγων ημερών που οδήγησε στην εδραίωση της ρωσικής κυριαρχίας στην περιοχή και την οριστική ανεξαρτητοποίηση των δύο αυτών περιοχών. Η Γεωργία εισήλθε στην μεταψυχροπολεμική Ευρώπη ακρωτηριασμένη και δεν προβλέπεται ανάκτηση των χαμένων μελών της.
Γιατί η Γεωργία;
Το 1918, μετά τη Ρωσική Επανάσταση, ιδρύθηκε για λίγο η Δημοκρατία της Υπερκαυκασίας, αλλά διαλύθηκε πολύ γρήγορα σε τρία ξεχωριστά κράτη: τη Γεωργία, Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν. Από τα κράτη αυτά – νοτίως της οροσειράς – εδώ θα μιλήσουμε για τη Γεωργία, η οποία αποτελεί για 30 χρόνια έναν από τους πιο αγαπημένους προορισμούς (όχι μόνο δικός μου).
Η διεθνής ονομασία «Γεωργία» είναι η ελληνική λέξη «γεωργία» και οφείλεται στο γόνιμο του εδάφους της. Ωστόσο, στα γεωργιανά η χώρα ονομάζεται Σακαρτβέλο που γράφεται საქართველო και οι Γεωργιανοί το φέρουν κάπως βαρέως που η διεθνής ονομασία της χώρας τους δεν είναι η δικιά τους. Δεν χάθηκε όμως κι ο κόσμος… Αυτά χουν οι ανάδελφες γλώσσες. Και η Ελλάδα διεθνώς δεν κατοχυρώθηκε ως Hellas αλλά Greece.
Τα γεωργιανά είναι μια γλώσσα, μια γλωσσική οικογένεια από μόνα τους και μάλιστα ιδιόγραφη, όπως τα ελληνικά. Το γεωργιανό αλφάβητο εντάχθηκε μάλιστα στον κατάλογο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας της Ουνέσκο το 2016. Στη γλωσσική αυτή οικογένεια ανήκουν και τα λάζικα που μιλιούνται στην γειτονική Τουρκία στην περιοχή του Πόντου.
(Θυμάμαι παλιά που υποτιμητικά στη νότια Ελλάδα ονομάζανε «Λαζογερμανούς» τους Πόντιους gastarbaiters που κυκλοφορούσανε με τις Mercedes με γερμανικές πινακίδες. Πολλά χρόνια αργότερα κατάλαβα γιατί τους αποκαλούσανε έτσι. Διότι ήταν πόντιοι μετανάστες της βόρειας Ελλάδας στη Γερμανία και ενώ φυσικά εθνοτικά οι Πόντιοι δεν έχουν καμία σχέση με τους Λαζούς, οι δύο όμως ζούσαν γειτονικά στην Τουρκία και κάπως έτσι βγήκε αυτή η παράξενη σύνθεση της καταφρόνιας!)
Η γεωργιανή παράδοση έχει μια βαθιά ριζωμένη ρομαντική και ηρωική κουλτούρα που διατρέχει τη λογοτεχνία, τη μουσική, την ιστορία και τον λαϊκό της πολιτισμό. Η γεωργιανή ταυτότητα είναι υπερβολικά δεμένη με έννοιες όπως η τιμή, η γενναιότητα, η ελευθερία και ο έρωτας, όλα ντυμένα με επική ποιητικότητα. Αυτή είναι προϊόν της καλλιέργειας μιας κουλτούρας μαχητικής υπερηφάνειας και πατριωτικού μαρτυρίου αλλά και ενός ρομαντικού αισθητισμού που προσωπικά δεν έχω συναντήσει σε άλλον τόπο.
Το βίωμα που θα αντιληφθεί κανείς τα προηγούμενα είναι το γεωργιανό τραπέζι, η «σούπρα». Αυτή δεν είναι απλώς μια ανεπανάληπτη γαστρονομική εμπειρία, αλλά και φιλοσοφική – με το «ταμάντα», τον ρήτορα του τραπεζιού που έχει αναλάβει τις προπόσεις να υμνεί την αγάπη, την ελευθερία, τους προγόνους και τους ζώντες.
Η σούπρα δεν είναι απλώς φαγητό και ποτό, μολονότι είναι γνωστό πως το γεωργιανό κρασί είναι μια μυσταγωγία και η κουζίνα επίσης. Η σούπρα είναι τελετουργικό στοχασμού, συναισθήματος και ιστορικής μνήμης, ένα από τα πιο χαρακτηριστικά και βαθιά φιλοσοφικά στοιχεία της γεωργιανής κουλτούρας. Σούπρα σημαίνει «στρωμένο τραπέζι», αλλά ουσιαστικά πρόκειται για μια μορφή επικοινωνίας και τιμής που δεν έχει ώρα λήξης. Μπορεί να κρατήσει ώρες ή και μέρα ολόκληρη αν ο ταμάντα είναι ικανός να το ενορχηστρώσει σωστά. Καθείς εδώ δεν είναι απλώς καλεσμένος αλλά φορέας μια ιστορίας, αξιών και συναισθημάτων. Αν πιάσουν και το τραγούδι τότε η κατάσταση απογειώνεται. Η γεωργιανή πολυφωνία είναι συγκλονιστική.
Όταν πρωτοταξίδεψα στη Γεωργία και βρέθηκα σε σούπρα εκστασιάστηκα και σκέφτηκα πόσο χάνουμε που δεν εισάγουμε τέτοιου είδους πρακτικές και στα δικά μας τραπεζώματα (που δεν πάνε πίσω από φαγητό και πιώμα), όμως υπολείπονται σε αυτήν την ποιητικότητα του καλού λόγου που τόσο χρειάζεται στις ζωές μας και λείπει από τις συναρθροίσεις μας.
Στο γεωργιανό τραπέζι δεσπόζει ο ταμάντα, ρήτορας, ποιητής και αρχηγός του τραπεζιού, αλλά όχι με την έννοια της επιβολής. Ο ταμάντα είναι στοχαστής και καθοδηγητής του πνεύματος της βραδιάς. Μιλά με στοχασμό, συχνά με λυρισμό. Είναι εγκρατής και στο λόγο και στο κρασί. Αν μεθύσει δεν μπορεί να επιτελέσει το ρόλο του · πρέπει να κρατά ισορροπία. Γνωρίζει ποιον και τι να τιμήσει, πάντα με νόημα. Είναι συναισθηματικά σε ευφυή εγρήγορση: καταλαβαίνει πότε να είναι βαρύς, πότε ελαφρύς, πότε ιερός, πότε αστείος. Το κρασί δεν είναι απλό ποτό. Είναι μέσο μνήμης, συνάντησης, καθαρμού. Ο δε παραδοσιακός τρόπος παρασκευής του με μεγάλα πήλινα αγγεία σε σχήμα αυγού που θάβονται στο έδαφος, ώστε να εξασφαλίζεται φυσική, σταθερή θερμοκρασία κατά τη διάρκεια της ζύμωσης και ωρίμανσης είναι διεθνώς μοναδικός.
‘Όταν διηγήθηκα σε έναν συνάδελφο αρχαιολόγο την εμπειρία αυτή μου είπε ότι είναι ό,τι εγγύτερο αντιλαμβάνεται σε αρχαιοελληνικό συμποσιακό πνεύμα, όπου όλοι καλούνται να αναστοχαστούν τον εαυτό τους μέσα από την κοινότητα: «Όταν το κρασί χύνεται με τιμή, ο χρόνος σιωπά για λίγο» ήταν η κουβέντα που άκουσα σε ένα γεωργιανό τραπέζι από τον πρώτο ταμάντα που γνώρισα πριν 25 χρόνια και δεν ξεχνώ.
Στις μέρες μας, η Γεωργία πλέον αναπτύσσεται και αυτή στο κλασσικό νεοφιλελεύθερο μετασοσιαλιστικό μοντέλο των καιρών μας. Ακόμη όμως αντέχει. Ολοένα και περισσότεροι νέοι κυρίως δυτικοί ταξιδιώτες (και όχι μόνον) την ανακαλύπτουν διότι είναι φθηνή για τη Δύση και πανέμορφη. Ταξιδέψτε λοιπόν, όσο είναι καιρός, σε αυτήν τη φοβερή χώρα με τα συγκλονιστικά βουνά, την κορυφαία κουζίνα και κρασί και τους ωραίους ανθρώπους. Ξέρω ότι τους εξιδανικεύω εδώ αλλά χαλάλι τους.
Αγαπώ τη Γεωργία αλλά όχι ανεξήγητα. Η χώρα αυτή δεν είναι απλώς αξιοθέατη. Είναι αξιοβίωτη.
Υστερόγραφο: Γεωργιανές και Γεωργιανοί στην Ελλάδα
Τα έφερε ο αυτονομιστικός πόλεμος της Αμπχαζίας στις αρχές της δεκαετίας του ΄90 ώστε ένας μεγάλος πληθυσμών ποντίων ελληνόφωνων χριστιανών που ζούσαν εκεί να εξαναγκαστούν σε φυγή. Η Ελλάδα αποφάσισε να εμφανιστεί ως μητέρα-πατρίδα τους. Κάπως έτσι, ήρθαν στη χώρα οι λεγόμενοι «παλιννοστούντες ομογενείς» από την πρώην ΕΣΣΔ, Γεωργία πρωτίστως αλλά όχι μόνο. Με τον τρόπο αυτό, συγκροτήθηκε ένα ισχυρότατο μεταναστευτικό δίκτυο μεταξύ Ελλάδας και Γεωργίας στο οποίο εντάχθηκαν και πολλοί άλλοι Γεωργιανοί και Γεωργιανές.
Τα πρώτα χρόνια ήταν δύσκολα και για τους άντρες και για τις γυναίκες. Οι περισσότερες «αντρικές» δουλειές στην Ελλάδα είχαν καταληφθεί από Αλβανούς επομένως η ενσωμάτωση των ανδρών στην αγορά εργασίας αποδείχθηκε δυσκολότερη από το αναμενόμενο. Οι γυναίκες πάλι, τα κατάφεραν καλύτερα, καθώς καλύψανε ένα τεράστιο κενό στο χώρο της φροντίδας των γερόντων. Η κουλτούρα της φροντίδας αυτής είναι κεφαλαιώδης στη Γεωργία επομένως για τις Γεωργιανές η μη αμειβόμενη δουλειά στην πατρίδα τους έγινε μετρίως αμειβόμενη στην Ελλάδα. Το αποτέλεσμα είναι ότι σήμερα στην Ελλάδα ο γεωργιανός πληθυσμός υπερεκπροσωπείται από γυναίκες των οποίων οι άντρες και συχνά και τα παιδιά είναι πίσω στην πατρίδα τους και κάνουν χρόνια να τους δούνε. Αυτό δεν είναι απλή υπόθεση.
Στις γυναίκες αυτές που φροντίζουν τους γερόντους μας αφιερώνω το μικρό τούτο κείμενο.