Μηχανή του Χρόνου: Ρίτσαρντ Κουκλίνσκι. Ο υποδειγματικός οικογενειάρχης – εκτελεστής της μαφίας, που σκότωσε περισσότερους από 200 ανθρώπους

Μηχανή του Χρόνου: Ρίτσαρντ Κουκλίνσκι. Ο υποδειγματικός οικογενειάρχης – εκτελεστής της μαφίας, που σκότωσε περισσότερους από 200 ανθρώπους

Χόμπι και καριέρα οι δολοφονίες χωρίς ενοχές για τον Ρίτσταρντ Κουκλίνσκι

Σκότωνε χωρίς ενοχές ή ενθουσιασμό, με όποιο τρόπο μπορεί κανείς να φανταστεί, αφιλοκερδώς αλλά και επαγγελματικά. Ο Ρίτσαρντ Κουκλίνσκι απλώς σκότωνε. Ήταν το χόμπι και συγχρόνως η καριέρα του. Γεννήθηκε στις 11 Απριλίου του 1935, στο Νιου Τζέρσι των Η.Π.Α. Η οικογένειά του έμελλε να δημιουργήσει δύο δολοφόνους, τον Ρίτσαρντ και τον αδερφό του, Τζόι.

Ο Τζόι βίασε και σκότωσε ένα 12χρονο κορίτσι. Ο πρώτος σκότωσε περισσότερους από 200 ανθρώπους. Και οι δύο πέθαναν στη φυλακή. Ο Ρίτσαρντ μισούσε τον πατέρα του, που έψαχνε συνεχώς δικαιολογία να ξυλοκοπήσει τους γιους του. Χάρηκε όταν άκουσε ότι πέθανε και δεν πήγε στην κηδεία του: «Δεν τον συμπαθούσα στη ζωή, γιατί να τον συμπαθήσω στο θάνατο;» είπε όταν τον ρώτησαν. Τη μητέρα του τη χαρακτήρισε ως «καρκίνο». Συνήθιζε να τον χτυπάει με ένα σκουπόξυλο, μέχρι που το σκουπόξυλο έσπασε. Τότε αγόρασε καινούριο και συνέχισε να τον χτυπάει. Σε ηλικία 18 ετών, ο Κουκλίνσκι σκότωσε για πρώτη φορά. Διαφώνησε με έναν άντρα σε ένα μπαρ και τον χτύπησε με τη στέκα του μπιλιάρδου. Συνέχισε να τον χτυπάει, μέχρι που παρατήρησε ότι ο άντρας ήταν νεκρός. Αρχικά ταράχτηκε, αλλά μετά επικράτησε ο ενθουσιασμός. Ένιωθε σαν Θεός. Σε συνέντευξή του, ο Κουκλίνσκι δήλωσε ότι πριν ακόμα προσληφθεί ως εκτελεστής από τη μαφία, είχε προλάβει να σκοτώσει σχεδόν 100 άτομα. Κανείς δεν ήταν ασφαλής.

Όποιος τον θύμωνε, ήταν νεκρός. Αν δεν έβρισκε την ευκαιρία να τον σκοτώσει την ώρα που μιλούσαν, θα τον παρακολουθούσε για μέρες, μέχρι να βρει την κατάλληλη στιγμή. Ρίτσαρντ Κουκλίνσκι σε νεαρή ηλικία Ρίτσαρντ Κουκλίνσκι σε νεαρή ηλικία Μια φορά, περίμενε μέχρι το θύμα να μπει στο αυτοκίνητό του και του έβαλε φωτιά. Σε μια άλλη περίπτωση, εκνευρίστηκε με μια ομάδα νεαρών που έκαναν κόντρες στο φανάρι, τους ακολούθησε και όταν κατέβηκαν από το αμάξι, πυροβόλησε και τους σκότωσε όλους. Μια τρίτη φορά, σκότωσε έναν με τόξο, γιατί ήθελε να δει πώς λειτουργεί. Έβλεπε τους φόνους στις ειδήσεις την επόμενη μέρα, ενώ ετοίμαζε τα παιδιά του για το σχολείο.

 

Η διπλή ζωή

Ο Ρίτσαρντ Κουκλίνσκι στην οικογενειακή του ζωή, ήταν ένας στοργικός, αφοσιωμένος πατέρας και σύζυγος. Γνώρισε την εκλεκτή της καρδιάς του, Μπάρμπαρα, το 1960 και δεν παραστράτησε ποτέ. Μπορεί να έφευγε απ’ το σπίτι μες στα άγρια χαράματα, αλλά πήγαινε να σκοτώσει κι όχι να απατήσει τη γυναίκα του. Λάτρευε τα τρία παιδιά του και φρόντιζε να περνάει όλο τον ελεύθερο χρόνο του μαζί τους. Τίποτα δεν ήταν πιο σημαντικό απ’ την ασφάλειά τους. Όταν ο κολλητός του φίλος, σε ένα καυγά τους απείλησε την οικογένειά του, ο Κουκλίνσκι τον σκότωσε πριν προλάβει να πει δεύτερη κουβέντα.

Η γυναίκα του δεν ρώτησε ποτέ πού πήγαινε ο Κουκλίνσκι, όταν έλειπε. Γνώριζε, βέβαια, ότι ο άντρας της πάθαινε εκρήξεις θυμού και είχε βρεθεί πολλές φορές αντιμέτωπη με την οργή του. Μια μέρα, ο Κουκλίνσκι της έδωσε ένα μαχαίρι και της είπε να τελειώνει μαζί του μια και καλή. Της γύρισε την πλάτη και περίμενε να του επιτεθεί. Η Μπάρμπαρα άφησε το μαχαίρι να πέσει κάτω και δεν αναφέρθηκε ποτέ ξανά στην κουβέντα τους.

Ο Κουκλίνσκι και η μαφία Στα μέσα της δεκαετίας του ’50, ο Κουκλίνσκι ήταν ένας μικροαπατεώνας που συνεργαζόταν με τη μαφιόζικη οικογένεια Γκαμπίνο. Τον προσέγγισε ο «στρατιώτης» της οικογένειας, Ρέι Ντεμέο, και τον ρώτησε αν θα μπορούσε να σκοτώσει όποιον του έλεγαν, χωρίς ερωτήσεις και χωρίς φασαρία. Ο Κουκλίνσκι απάντησε καταφατικά. Η οντισιόν εξελίχθηκε ως εξής: ο Ντεμέο τον οδήγησε σε μια γειτονιά και του έδειξε τον πρώτο άντρα που βρήκε μπροστά. Ο στόχος δεν είχε καμία απόλυτως επαφή με τη μαφία. Ήταν ένας άντρας που έτυχε να κάνει βόλτα το σκύλο του. Ο Κουκλίνσκι βγήκε από το αυτοκίνητο και ατάραχος, τον πυροβόλησε στο πίσω μέρος του κεφαλιού, καθώς περνούσε δίπλα του. Για τα επόμενα 30 χρόνια, ο Κουκλίνσκι δούλευε ως εκτελεστής της μαφίας. Σκότωνε με πιστόλι, με μαχαίρι, με δηλητήριο, με τα γυμνά του χέρια. Ένα απ’ τα θύματα του παρακαλούσε το Θεό να τον σώσει, καθώς έβλεπε τον Κουκλίνσκι να τον πλησιάζει.

Ο εκτελεστής τον άφησε να προσευχηθεί και του είπε ότι αν ο Θεός εμφανιζόταν, θα τον άφηνε να ζήσει. Ο Θεός δεν εμφανίστηκε.

Ορισμένες φορές, δεν σκότωνε αμέσως τα θύματά του, αλλά τα έδενε, τα κρεμούσε απ’ το ταβάνι και άφηνε τους αρουραίους να τα φάνε. Βιντεοσκοπούσε όλη τη διαδικασία και έστελνε το βίντεο στους πελάτες του, ως απόδειξη ότι τα θύματα βασανίστηκαν πριν πεθάνουν.

 

Τα λάθη και η σύλληψη

Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο Κουκλίνσκι δεν ήταν πια ένας απλός εκτελεστής, αλλά διατηρούσε και τη δική του εγκληματική επιχείρηση. Όμως μια σειρά απροσεξιών, τράβηξε την προσοχή της αστυνομίας και συντέλεσε στην οριστική σύλληψή του, το 1986. Το πρώτο λάθος έγινε το 1982, όταν ανακαλύφθηκε το πτώμα του συνεργάτη του, Γκάρι Σμιθ. Ο Κουκλίνσκι τον δηλητηρίασε, έτσι ώστε να φανεί ότι πέθανε από φυσικά αίτια.

Όμως το δηλητήριο άργησε να δράσει και ο Κουκλίνσκι αποφάσισε να επιταχύνει τη διαδικασία και τον στραγγάλισε. Αν είχε δείξει λίγη υπομονή, η αστυνομία δεν θα είχε λόγο να θεωρήσει το θάνατό του Σμιθ ανθρωποκτονία. Ο Κουκλίνσκι θεωρήθηκε ύποπτος, γιατί ήταν ο τελευταίος που τον είδε ζωντανό. Το Σεπτέμβριο του 1983, άλλος ένας συνεργάτης του, ο Λουίς Μαρτζ, βρέθηκε νεκρός. Στην πραγματικότητα, ο Μαρτζ είχε πεθάνει δύο χρόνια πριν, αλλά ο Κουκλίνσκι διατηρούσε το πτώμα του παγωμένο. Ήταν ένα τρόπος να ξεγελάσει τις αρχές, γιατί ο πάγος συντηρούσε το πτώμα και φαινόταν σαν είχε πεθάνει λίγες ώρες πριν. Όμως το πτώμα εντοπίστηκε πολύ πιο σύντομα απ’ ότι υπολόγιζε ο Κουκλίνσκι και δεν είχε προλάβει να λιώσει τελείως ο πάγος. Όταν το εξέτασε ο ιατροδικαστής, παραξενεύτηκε που τα όργανα ήταν παγωμένα, ενώ έξω ήταν μια ζεστή μέρα του Σεπτεμβρίου.

Ο Κουκλίνσκι ήταν ύποπτος για πέντε φόνους, επειδή ήταν όλοι συνεργάτες του και ήταν ο τελευταίος που τους είδε ζωντανούς. Οργανώθηκε ειδική ομάδα, που ασχολήθηκε μόνο με τη σύλληψη του. Στις 17 Δεκεμβρίου του 1987, o πράκτορας Ντόμινικ Πόλιφροουν προσποιήθηκε το μαφιόζο και συναντήθηκε με τον Κουκλίνσκι, για να τον προσλάβει για μία δουλειά.

Ο Πόλιφροουν κατέγραψε τη συνομιλία τους, στην οποία ο Κουκλίνσκι μιλούσε ανοιχτά για τις εκτελέσεις. Αργότερα, ο Κουκλίνσκι παραδέχτηκε ότι σκόπευε να σκοτώσει τον Πόλιφροουν, γι’ αυτό ένιωσε άνετα και του μίλησε ελεύθερα Όταν τελείωσαν, ο Κουκλίνσκι δοκίμασε να σκοτώσει ένα σκύλο με το δηλητήριο που τον προμήθευσε ο Πόλιφροουν. Ο σκύλος δεν έπαθε τίποτα και ο Κουκλίνσκι κατάλαβε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Επέστρεψε σπίτι του, όπου τον περίμενε η αστυνομία, για να τον συλλάβει. Ο Ρίτσαρντ Κουκλίνσκι καταδικάστηκε σε ισόβια και πέθανε στη φυλακή, στις 5 Μαρτίου του 2006. Σε συνέντευξή του δήλωσε: «Δεν μετανιώνω και δε ζητώ συγχώρεση για τίποτα. Όχι, λάθος. Θέλω να με συγχωρέσει η οικογένειά μου».

Διαβάστε ακόμα στη Μηχανή του Χρόνου:

Η δολοφονία του βασιλιά Φιλίππου της Μακεδονίας. Το έγκλημα, που άνοιξε το δρόμο στο Μέγα Αλέξανδρο προς την εξουσία και τη δόξα

Βόμβα στο σπίτι του δημάρχου, έβαλαν οι απολυμένοι δημοτικοί υπάλληλοι της Αθήνας, που θεώρησαν την απόλυση τους «πολιτική προδοσία»

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα