Άρθρο Γ. Κουτρουμάνη στο NEWS 247: Η δύσκολη εξίσωση του ασφαλιστικού

Άρθρο Γ. Κουτρουμάνη στο NEWS 247: Η δύσκολη εξίσωση του ασφαλιστικού
ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΕΔΡΕΙΟ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΒΙΟΤΕΧΝΩΝ ΕΜΠΟΡΩΝ ΕΛΛΑΔΑΣ (ΓΣΕΒΕΕ)--ΣΤΗ ΦΩΤΟ Ο ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΜΕ Τ ΦΩΤΟ ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΠΟΝΗΣ//EUROKINISSI Eurokinissi

Υπάρχει λύση στο ασφαλιστικό με τα σημερινά δεδομένα; Το πρόβλημα, οι αιτίες και οι στόχοι μίας νέας μεταρρύθμισης

* Του Γιώργου Κουτρουμάνη

Όταν το 2010, μεσούσης της κρίσης, ξεκινούσαμε τις νομοθετικές παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό τα προβλήματα είχαν διαφορετικά χαρακτηριστικά

Υπήρχαν τότε οι μεγάλες στρεβλώσεις που θα έπρεπε να αντιμετωπιστούν. Τα χαμηλά όρια ηλικίας συνταξιοδότησης για μεγάλες ομάδες εργαζομένων, οι ανορθολογικές παροχές , που σε πολλές περιπτώσεις δεν είχαν καμιά αντιστοίχηση με τις εισφορές που είχαν καταβληθεί, συντάξεις μεγαλύτερες από τις αποδοχές κ.λ.π.

Είχαμε να αντιμετωπίσουμε τα μεγάλα προβλήματα της σπατάλης των πόρων των Ταμείων από τη δραματική αύξηση των δαπανών για φαρμακευτική και υγειονομική περίθαλψη συνολικότερα. Την απουσία ελέγχου για την καταβολή των συντάξεων, που έδινε τη δυνατότητα σε ορισμένους να παίρνουν συντάξεις για πολλά χρόνια χωρίς να τις δικαιούνται, τις πελατειακές σχέσεις που είχαν αναπτυχθεί στο θέμα της πιστοποίησης της αναπηρίας.

Τα περισσότερα από αυτά τα προβλήματα αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία με τις νομοθετικές παρεμβάσεις την περίοδο 2010 -2011.

Παράλληλα είχαμε μέχρι και το 2015 μεγάλες μειώσεις στις συντάξεις , στα πλαίσια της δημοσιονομικής προσαρμογής , που επεβλήθη στη χώρα μας από τους ευρωπαίους εταίρους μας.

Σήμερα συζητάμε όμως και πάλι για το ασφαλιστικό και τα νέα προβλήματα και αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό.

Τα νέα μεγάλα προβλήματα του ασφαλιστικού, έχουν διαφορετικά χαρακτηριστικά από εκείνα του παρελθόντος.

Σήμερα έχουμε 3.600.000 εργαζόμενους που χρηματοδοτούν με τις εισφορές και τους φόρους τους τις συντάξεις για 2.650.000 συνταξιούχους.

Στην πραγματικότητα η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη, αφού για 1.000.000 περίπου εργαζόμενους δεν καταβάλλονται οι εισφορές , λόγω κυρίως της οικονομικής δυσπραγίας που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις και οι πολίτες συνολικά.

Επομένως η πραγματική αναλογία συνταξιούχων – εργαζομένων έχει διαμορφωθεί σε ένα προς ένα περίπου, όταν για να ισορροπήσει οικονομικά ένα σύστημα συντάξεων θα πρέπει να είναι ένα προς τρία, δηλαδή σε κάθε συνταξιούχο να αντιστοιχούν 3 εργαζόμενοι.

Επειδή λοιπόν υπάρχει αυτή η δραματική εξέλιξη, το δημόσιο μέσα από τον Κρατικό Προϋπολογισμό καλύπτει το έλλειμμα που δημιουργείται , έτσι ώστε να μπορούν να καταβληθούν οι συντάξεις. Βέβαια η κρατική χρηματοδότηση έχει και αυτή μειωθεί σημαντικά σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια και για το 2016 η πρόβλεψη είναι για 9,5 δις ευρώ. Για κάθε 2 ευρώ σύνταξη που καταβάλλεται σήμερα, το 1 ευρώ είναι από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, δηλαδή από τους φορολογούμενους πολίτες.

Το ερώτημα είναι, υπάρχει λύση στο ασφαλιστικό με αυτά τα δεδομένα;

Προφανώς η απάντηση δεν είναι εύκολη, όμως επιβάλλεται πρώτα και κύρια να συνειδητοποιήσουμε το πρόβλημα και να αναλύσουμε τις αιτίες του.

Κάτι τέτοιο δεν φαίνεται. μέχρι σήμερα τουλάχιστον, να αποτελεί κοινό τόπο έτσι ώστε να ακολουθήσει μια προσπάθεια συνεννόησης για τις επιλογές. Αυτό προκύπτει από το δημόσιο διάλογο που διεξάγεται.

Η Κυβέρνηση δεν έχει παρουσιάσει ένα σχέδιο που θα μπορούσε να ανοίξει ένα διάλογο επί της ουσίας και οι πιέσεις των δανειστών θα ενταθούν όσο εμείς δεν παρουσιάζουμε συγκεκριμένες προτάσεις.

Υπάρχουν ωστόσο στο μεγάλο θέμα του ασφαλιστικού , ορισμένες κρίσιμες παράμετροι που θα πρέπει να θεωρήσουμε ως δεδομένα , εάν πραγματικά θέλουμε να οδηγηθούμε σε σωστές επιλογές.

Πρώτον θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι λύση βιώσιμη  στο ασφαλιστικό, δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αντίστοιχη λύση στα μεγάλα προβλήματα της οικονομίας. Χωρίς επιστροφή σε θετικούς δείκτες ανάπτυξης , επενδύσεις, αποκλιμάκωση της ανεργίας δεν μπορούμε να διασφαλίσουμε οικονομική ισορροπία στο σύστημα και θα συζητάμε κάθε φορά για νέες μειώσεις στις συντάξεις , χωρίς να έχουν καμιά αξία οι όποιες δεσμεύσεις περί του αντιθέτου.

Δεύτερον η κρατική χρηματοδότηση, όσο και αν ορισμένοι θα ήθελαν να την καταργήσουν , αποτελεί βασικό στοιχείο αναδιανομής σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες στα πλαίσια της συμμετοχής του κράτους στην τριμερή χρηματοδότηση των κοινωνικοασφαλιστικών συστημάτων.  Το γεγονός ότι στην Ελλάδα είναι αυξημένη η συμμετοχή του Κράτους οφείλεται στο γεγονός ότι καθυστέρησε σημαντικά η συμμετοχή αυτή και σήμερα οι ανάγκες λόγω της κρίσης είναι πολύ μεγαλύτερες.

Τρίτο μεγάλο θέμα είναι οι στόχοι μιας νέας μεταρρύθμισης.

Εάν  στόχος είναι μόνο η διασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας, χωρίς να μας ενδιαφέρει το επίπεδο των συντάξεων που θα διαμορφωθεί τα επόμενα χρόνια , τότε τα πράγματα φαίνονται εύκολα. Στην πραγματικότητα όμως κανένα σύστημα δεν είναι βιώσιμο όταν δεν εξασφαλίζει αξιοπρεπείς παροχές. Επομένως οι όποιες παρεμβάσεις θα πρέπει να υπηρετούν το διπλό στόχο, βιώσιμο σύστημα με αξιοπρεπείς συντάξεις.

Τέταρτο δεδομένο είναι ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για νέες μειώσεις στις συντάξεις. Εάν ορισμένοι θεωρούν ότι μια σύνταξη έστω 1500 ευρώ, που έχουν απομείνει πολύ λίγες σε αυτό το επίπεδο,  για ένα εργαζόμενο που ασφαλίστηκε για 40 χρόνια  με τις υψηλότερες δυνατές εισφορές , είναι προνόμιο που θα πρέπει περιοριστεί, είναι μεγάλο λάθος.

Ένα ασφαλιστικό σύστημα όπως αυτό που έχουμε στη χώρα μας, στο οποίο καταβάλλονται υψηλές εισφορές, πέρα από την αλληλεγγύη που θα πρέπει να υπηρετεί , επιβάλλεται  να διακρίνεται για την αναλογικότητα εισφορών –παροχών. Χωρίς αυτό το στοιχείο δεν υπάρχει κίνητρο ασφάλισης και επομένως είναι πολύ δύσκολο να προστατευθούν και οι χαμηλές συντάξεις.

Στη βάση των ανωτέρω δεδομένων μπορεί να γίνει με πρωτοβουλία της Κυβέρνησης μια συζήτηση πριν έρθει στη βουλή το νομοσχέδιο προς ψήφιση, έτσι ώστε να αναζητηθούν λύσεις που θα αντέχουν στο χρόνο και θα διακρίνονται για την  υπευθυνότητα και την κοινωνική τους ευαισθησία.

Σε διαφορετική περίπτωση και εφόσον δεν διαμορφωθεί μια σοβαρή πρόταση , υπάρχει ο κίνδυνος να επιβληθούν από τους δανειστές μας για μία ακόμη φορά σκληρά μέτρα που τροφοδοτούν τη λιτότητα και αναπαράγουν την ύφεση.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα