Δασμοί Τραμπ: Aγωνία για τους εξαγωγείς – Οι εναλλακτικές και ο ρόλος της Κίνας
Διαβάζεται σε 8'
Με την εμπορική σχέση με τις ΗΠΑ ανοικτή, η ΕΕ αναζητά “αντίβαρα” και την οικοδόμηση νέων σχέσεων με άλλους μεγάλους “διεθνείς παίκτες”.
- 22 Ιουλίου 2025 08:56
Με το χρόνο να μετρά αντίστροφα, με βάση το χρονοδιάγραμμα που έχει θέσει ο Ντόναλντ Τραμπ για τη διαμόρφωση του νέου πλαισίου δασμών στα ευρωπαϊκά προϊόντα, κορυφώνεται η αγωνία των Ελλήνων εξαγωγέων.
Υπενθυμίζεται ότι ο Αμερικανός πρόεδρος εδώ και ένα μήνα έχει προειδοποιήσει τα κράτη μέλη της ΕΕ, ότι η Ένωση θα αντιμετωπίσει δασμούς 30% στις περισσότερες εξαγωγές της από την 1η Αυγούστου. Παράλληλα με έναν καθολικό δασμό, ο Τραμπ έχει επιβάλλει δασμό 25% στα αυτοκίνητα και τα ανταλλακτικά αυτοκινήτων και 50% στον χάλυβα και το αλουμίνιο. Απείλησε επίσης να επιβάλει νέους δασμούς στα φαρμακευτικά προϊόντα και τους ημιαγωγούς από τον επόμενο μήνα, και πρόσφατα ανακοίνωσε δασμό 50% στον χαλκό. Συνολικά, η ΕΕ εκτιμά ότι οι αμερικανικοί δασμοί καλύπτουν περίπου το 70% των εξαγωγών της προς τις ΗΠΑ, αξίας περίπου 380 δισ. ευρώ.
‘Ήδη, πάντως, εκτιμήσεις κάνουν λόγο για μια προσπάθεια που τελικά θα οδηγήσει σε ένα μέσο συντελεστή, που θα διαμορφωθεί γύρω στο 10%-15%, κάτι βέβαια, που αν τελικά, ισχύσει κρίνεται ως ανεκτό. Προς ώρας, πάντως, οι αγορές δε φαίνεται να ανησυχούν γνωρίζοντας ότι στόχος της πλευρας Τραμπ είναι να γίνει ένα τελικό παζάρι, ανά χώρα, ώστε να διαμορφωθεί ένα τελικό “αλισβερίσι” με οφέλη συγκεκριμένα για τις ΗΠΑ.
Πάντως, ένα σενάριο αύξησης των δασμών στην ΕΕ στο 30%, αξιολογείται ως καταστροφικό για τα Ευρωπαϊκά και Ελληνικά προϊόντα. Στο φόντο αυτό Η ΕΕ έχει ήδη εγκρίνει πιθανούς δασμούς σε αμερικανικά προϊόντα αξίας 21 δισ. ευρώ, οι οποίοι θα μπορούσαν να εφαρμοστούν γρήγορα ως απάντηση στους δασμούς μετάλλων του Τραμπ. Στοχεύουν, όπως αναφέρεται, σε πολιτικά ευαίσθητες αμερικανικές πολιτείες και περιλαμβάνουν προϊόντα όπως η σόγια από τη Λουιζιάνα, πατρίδα του προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων Μάικ Τζόνσον, άλλα γεωργικά προϊόντα, πουλερικά και μοτοσικλέτες.
Η ΕΕ έχει επίσης ετοιμάσει και έναν κατάλογο δασμών με επιπλέον αμερικανικά προϊόντα αξίας 72 δισ. ευρώ ως απάντηση στους λεγόμενους αμοιβαίους δασμούς και τους δασμούς αυτοκινήτων του Τραμπ. Θα στοχεύουν βιομηχανικά προϊόντα, συμπεριλαμβανομένων των αεροσκαφών της Boeing, των αυτοκινήτων που κατασκευάζονται στις ΗΠΑ και του ουίσκι μπέρμπον. Εργάζεται επίσης σε πιθανά μέτρα που υπερβαίνουν τους δασμούς, όπως οι έλεγχοι των εξαγωγών και οι περιορισμοί στις δημόσιες συμβάσεις.
Εν τω μεταξύ, η Wall Street Journal και το Bloomberg ανέφεραν ότι ένας αυξανόμενος αριθμός χωρών μελών της ΕΕ έχει δηλώσει την υποστήριξή του στην χρησιμοποίηση του μέσου κατά του οικονομικού καταναγκασμού από την ένωση. Αυτό είναι το πιο ισχυρό εμπορικό εργαλείο της ΕΕ, το οποίο θα έδινε στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ευρείες εξουσίες κατά των ΗΠΑ.
Ετοιμασία ΕΕ
Στο φόντο αυτό, οι απεσταλμένοι της ΕΕ ετοιμάζουν ένα σχέδιο μέτρων για την αντιμετώπιση μιας πιθανής μη συμφωνίας με τον Τραμπ, η διαπραγματευτική θέση του οποίου για τους δασμούς φαίνεται να έχει σκληρύνει πριν από την προθεσμία.
«Αυτές οι διαπραγματεύσεις είναι δύσκολες», δήλωσε στο Bloomberg ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Έρικ Λομπάρντ πριν από μια συνάντηση με επιχειρηματικές ομοσπονδίες στο Παρίσι. «Εάν δεν καταλήξουμε σε μια ισορροπημένη συμφωνία με τις ΗΠΑ, τότε διατηρούμε το δικαίωμα να λάβουμε αντίμετρα που είναι ισορροπημένα και στοχεύουν στην υπεράσπιση των συμφερόντων της ΕΕ».
Η Ελλάδα
Είναι προφανές, πάντως, ότι σε αυτό το κλίμα, εντείνεται η αγωνία και και η αβεβαιότητα για τις ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις. Προφανώς ένας γενικευμένος εμπορικός πόλεμος, μόνο καλός δε θα είναι για τα 2 και πλέον δισ. των ελληνικών εξαγωγών προς της ΗΠΑ.
Πάντως, εκπρόσωποι του ελληνικού εξαγωγικού εμπορίου ευελπιστούν ότι θα βρεθεί η «χρυσή» τομή, έστω και την τελευταία στιγμή.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ελληνικές εξαγωγές στις ΗΠΑ ανήλθαν πέρυσι στα 2,4 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 13,9% σε σχέση με το 2023, αντιπροσωπεύοντας το 4,9% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών με την Αμερική να αποτελεί το πέμπτο καλύτερο πελάτη για τα ελληνικά προϊόντα.
Οι κλάδοι
Από το σύνολο των προϊόντων που εξάγονται η αξία των εξαγωγών στα αγροδιατροφικά προϊόντα και κυρίως το ελαιόλαδο, η φέτα και το κρασί ανέρχεται στα 720 εκατ. ευρώ κατέχοντας την δεύτερη θέση μετά από τα φαρμακευτικά προϊόντα οι εξαγωγές των οποίων έφτασαν πέρυσι τα 950 εκατ. ευρώ.
Στην τρίτη θέση βρίσκονται τα βιομηχανικά υλικά με 310 εκατ. ευρώ και στην τέταρτη τα καλλυντικά με 220 εκατ. ευρώ.
Μη ανταγωνιστικά
Σε ένα σενάριο, λοιπόν, δασμών 30% στα προϊόντα που εξάγονται από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την Αμερικής, από την 1η Αυγούστου, είναι προφανές ότι τα ελληνικά προϊόντα θα είναι ακριβότερα για τους Αμερικανούς καταναλωτές και άρα μη ανταγωνιστικά σε σχέση με άλλα ανάλογα από τρίτες χώρες, που μάλιστα, είναι και ανταγωνίστριές μας, όπως η Τουρκία, η Αίγυπτος, ή η Τυνησία και φαίνεται ότι θα αντιμετωπίσουν πού πιο χαμηλούς δασμούς.
Με βάση, δε, εκτιμήσεις των εξαγωγικών φορέων και των επιμελητηρίων, δασμοί της τάξης του 30%, θα επιφέρουν μια κάθετη πτώση των εξαγωγών και σε απώλειες εσόδων που θα κυμανθούν από 200 εκατ.έως 300 εκατ. ευρώ.
Ωστόσο όλο συστήνουν αναμονή μέχρι να διαμορφωθεί το τελικό πλάνο. Εν τω μεταξύ πάντως πολλές επιχειρήσεις, για να προλάβουν τις εξελίξεις, στέλνουν μαζικά κοντέινερ με προϊόντα ώστε, προ της νέας δασμολογικής πολιτικής, να χτίσουν στοκ.
Πάντως, όπως αναφέρεται, πλεονέκτημα των ελληνικών προϊόντων όπως είναι για παράδειγμα το ελαιόλαδο και η φέτα είναι η μοναδική τους ποιότητα και η υψηλή τους διατροφική αξία, αλλά και η ανελαστική ζήτηση που καταγράφεται γι’ αυτά από την Ελληνική Διασπορά.
ΕΕ – Κίνα
Σε αυτό το κλίμα η ΕΕ αναζητά “αντίβαρα” και την οικοδόμηση νέων σχέσεων με άλλους μεγάλους “διεθνείς παίκτες”. Έτσι την Πέμπτη συνάντηση κορυφής ΕΕ – Κίνας θα πραγματοποιηθεί με φόντο την προσπάθεια των δυο εμπορικών εταίρων να διευθετήσουν σειρά διαφωνιών τους.
«Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα και η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν θα ταξιδέψουν στην Κίνα την 24η Ιουλίου. Ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ θα έχει συνάντηση μαζί τους. Ο πρωθυπουργός Λι Τσιανγκ και οι δύο ηγέτες της ΕΕ θα συμπροεδρεύσουν στην 25η σύνοδο Κίνας- ΕΕ», αναφέρει το κινεζικό υπουργείο Εξωτερικών.
Η σχέση, βέβαια, Κίνας – ΕΕ δεν είναι ανέφελη με τα θέματα των κρίσιμων γαιών, του ανταγωνισμού στο πεδίο της αυτοκινητοβιομηχανίας κτλ να είναι έντονος. Επίσης, μόλις την περασμένη Παρασκευή (18.7.25), η ΕΕ προχώρησε στην επιβολή κυρώσεων σε δύο κινεζικές τράπεζες και πέντε εταιρείες, κατηγορώντας τες για τεχνολογική και οικονομική στήριξη της Ρωσίας στο πλαίσιο του πολέμου κατά της Ουκρανίας. Η απόφαση αυτή εντάσσεται στο 18ο πακέτο κυρώσεων της ΕΕ και προκάλεσε άμεση και έντονη αντίδραση από τη Κίνα.
Σημειώνεται επίσης, ότι η Κίνα είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ, με διμερές εμπόριο ύψους 739 δισ. ευρώ το 2023. Ωστόσο, η σχέση χαρακτηρίζεται από ανισορροπία καθώς η Κίνα καλύπτει πάνω από το 20% των εισαγωγών της ΕΕ, αλλά απορροφά μόλις το 8,6% των εξαγωγών της.
Τι αναφέρει η Έκθεση Ιουνίου της Bain & Company
Την ίδια στιγμή σύμφωνα με την Έκθεση Ιουνίου της Bain & Company για την παγκόσμια αγορά private equity (ιδιωτικά κεφάλαια) για το πρώτο εξάμηνο του 2025, αναφέρει ότι οι δασμοί δημιουργούν αναταράξεις στο private equity, ωθώντας τις κορυφαίες εταιρείες να στραφούν σε νέες ευκαιρίες
Η Bain επισημαίνει ότι τον Απρίλιο παρατηρήθηκε σαφής κάμψη στις εξαγορές, με τη συνολική αξία των συμφωνιών να μειώνεται κατά 24% σε σύγκριση με τον μηνιαίο μέσο όρο του πρώτου τριμήνου και τον αριθμό των συμφωνιών να καταγράφει πτώση 22%.
Παράλληλα, η επιβράδυνση αντικατοπτρίστηκε και στο σκέλος των ρευστοποιήσεων, με την αγορά των IPO να έχει ουσιαστικά «παγώσει», καθώς πολλές δημόσιες εγγραφές είτε αναβλήθηκαν είτε ακυρώθηκαν.
Αυτά τα δεδομένα έρχονται σε αντίθεση με το αισιόδοξο κλίμα του πρώτου τριμήνου, το οποίο δημιουργούσε προσδοκίες για μια ισχυρή επενδυτική χρονιά. Την περίοδο εκείνη, οι πιστωτικές αγορές ήταν ανοιχτές, το κόστος δανεισμού μειωνόταν, ο πληθωρισμός βρισκόταν υπό έλεγχο και τα επιτόκια ακολουθούσαν πτωτική πορεία.
Η συνολική αξία των συμφωνιών κατά το πρώτο τρίμηνο ανήλθε στα 189 δισ. δολάρια – το υψηλότερο επίπεδο από το δεύτερο τρίμηνο του 2022 και σχεδόν διπλάσιο από τα 95 δισ. δολάρια του πρώτου τριμήνου του 2024. Ο αριθμός των εξαγορών διατηρήθηκε σταθερός σε σχέση με τις τάσεις του προηγούμενου έτους.