Έφτασε στα 400 εκατ. ευρώ το έλλειμμα από τις ΥΚΩ του ρεύματος
Διαβάζεται σε 3'
Ο σύνδεσμος των εταιρειών προμήθειας ρεύματος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και προτείνει κρατική «ένεση» για να αντιμετωπιστεί η απειλή για τη λειτουργία της αγοράς.
- 20 Οκτωβρίου 2025 07:27
Στο κενό έχει πέσει έως τώρα το ηχηρό «καμπανάκι» του ΕΣΠΕΝ (ο σύνδεσμος των προμηθευτών ενέργειας) σχετικά με την εκ νέου εκτίναξη του ελλείμματος του Ειδικού Λογαριασμού ΥΚΩ (ΕΛΥΚΩ) πάνω από 400 εκατ. ευρώ, καθώς δεν έχει υπάρξει καμία απολύτως αντίδραση εκ μέρους της κυβέρνησης στην επίσημη επιστολή που έστειλε τον Σεπτέμβριο ο Σύνδεσμος. Έτσι, παρά το γεγονός ότι στην επιστολή τονίζεται ότι το έλλειμμα απειλεί την ίδια τη βιωσιμότητα της αγοράς, η πολιτεία συνεχίζει να επιδεικνύει στάση πλήρους αδράνειας – αφού δεν έχει εκπέμψει ούτε καν «σήμα» για το ότι προτίθεται να επιληφθεί του προβλήματος.
Η στάση της πολιτείας κινείται στον αντίποδα της επείγουσας ανάγκης να αντιμετωπιστεί το έλλειμμα, καθώς διαμορφώνεται πλέον σε μέγεθος που προκαλεί σημαντικές αρρυθμίες στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Σε αυτό το πλαίσιο, σύμφωνα με τον ΕΣΠΕΝ, το Υπουργείο Οικονομικών καλείται να αναλάβει την ευθύνη που του αναλογεί, προχωρώντας άμεσα σε πλήρη κάλυψη του ελλείμματος από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Υπενθυμίζεται ότι η κρατική «ένεση» στον Ειδικό Λογαριασμό προβλέπεται στο ισχύον θεσμικό πλαίσιο, όπου γίνεται ρητή αναφορά στην «έγκαιρη λήψη μέτρων αντιμετώπισης τυχόν αρνητικού οικονομικού αποτελέσματος του ΕΛΥΚΩ». Παρά ωστόσο στη σχετική πρόβλεψη, και το γεγονός ότι ο ΕΛΥΚΩ βρίσκεται «στο κόκκινο» από τον Απρίλιο του 2023, μέχρι τώρα χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό έχει υπάρξει μόνο μία φορά (στις αρχές του 2025) και για την κάλυψη μόνο μέρους του ελλείμματος – αφού δόθηκαν 400 εκατ., όταν η «τρύπα» στον Ειδικό Λογαριασμό άγγιζε τα 600 εκατ.
Η συνέπεια είναι πως από τον Απρίλιο του 2023, και για τα 2,5 χρόνια περίπου που έχουν μεσολαβήσει, οι προμηθευτές καλύπτουν με ίδια κεφάλαια τις υποχρεώσεις του κράτους. Σε όλο αυτό το χρονικό διάστημα, τα μηνιαία ανταλλάγματα προς τις εταιρείες είναι «ψαλιδισμένα» πάνω από 30% κατά μέσο όρο. Μάλιστα, δεν έχουν λείψει οι περιπτώσεις όπου αποζημιώθηκαν μόλις για το 40% των ποσών που δαπάνησαν.
Όπως είναι φυσικό, το «ψαλίδι» στις αποζημιώσεις περιορίζει τη ρευστότητα των παρόχων, γεγονός το οποίο με τη σειρά του στρεβλώνει τον ανταγωνισμό. Την ίδια στιγμή, η δέσμευση ίδιων κεφαλαίων «μεταφράζεται» σε ένα επιπλέον κόστος για τους παρόχους, το οποίο προφανώς δεν απορρέει από καμία συμβατική τους υποχρέωση.
Όπως σημείωνε χαρακτηριστικά ο ΕΣΠΕΝ στην επιστολή του, η χρηματοδότηση του υφιστάμενου ελλείμματος των 400 εκατ. από τις εταιρείες, μέσω κεφαλαίου κίνησης με επιτόκιο δανεισμού 6,5%, αντιστοιχεί σε ετήσιο χρηματοοικονομικό κόστος περί τα 26 εκατ., δηλαδή σε 2,2 εκατ. σε μηνιαία βάση. Πρόκειται επομένως για ένα σημαντικό «βαρίδι» στο κόστος προμήθειας, το οποίο προκαλεί ανατιμητικές πιέσεις στα τιμολόγια ρεύματος.
Οι παραπάνω παρενέργειες εξηγούν γιατί το ισχύον θεσμικό πλαίσιο προβλέπει την ενεργοποίηση «αντίμετρων» όπως η κρατική χρηματοδότηση, ώστε να αποτρέπονται τα ελλείμματα στον ΕΛΥΚΩ. Μάλιστα, την ίδια στιγμή που αυξάνεται η οφειλή του Δημοσίου προς τους προμηθευτές, ο κρατικός προϋπολογισμός καταγράφει υπεραπόδοση και πλεόνασμα-ρεκόρ — γεγονός που καθιστά ακόμη πιο αδικαιολόγητη την απροθυμία της πολιτείας να επιλύσει το πρόβλημα.