Eurobank: Η ανακεφαλαιοποίηση δεν επιβάρυνε τον προϋπολογισμό

Eurobank: Η ανακεφαλαιοποίηση δεν επιβάρυνε τον προϋπολογισμό
Η έκθεση της Eurobank

Διαβάστε τι αναφέρει η μελέτη της Eurobank για το πως αξιοποιήθηκαν τα 125 δισ. που έλαβαν οι τράπεζες από την ΕΚΤ

Για την αντιμετώπιση των εκροών καταθέσεων, την αγορά τίτλων του ελληνικού δημοσίου, την αποπληρωμή δανειακών υποχρεώσεων προς το εξωτερικό και τον περιορισμό της μείωσης του χαρτοφυλακίου των δανείων προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά, χρησιμοποιήθηκε η ρευστότητα που άντλησαν οι ελληνικές τράπεζες από το Ευρωσύστημα την τελευταία τριετία, μετά το ξέσπασμα της κρίσης.

Καμία επιβάρυνση του προϋπολογισμού και ετήσιο όφελος για το δημόσιο ύψους 1 δισ. αναφέρει η Eurobank. 

Όπως επισημαίνει σε ανάλυσή της η Eurobank, πρόκειται για χρηματοδότηση ύψους 125 δισ. ευρώ, η άντληση των οποίων κατέστη δυνατή με τη χρήση κρατικών εγγυήσεων και άλλων στοιχείων του ενεργητικού των τραπεζών, χωρίς καμία επιβάρυνση στον προϋπολογισμό και με ετήσιο όφελος για το δημόσιο ύψους 1 δισ. ευρώ.

Η ένεση ρευστότητας, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζει η τράπεζα, έχει χρησιμοποιηθεί, μεταξύ άλλων, για την κάλυψη των ακόλουθων αναγκών:

– Εκροή τραπεζικών καταθέσεων μεγαλύτερη των 75 δισ. ευρώ την τελευταία τριετία.

– Περί τα 43 δισ. και 15 δισ. ευρώ αντίστοιχα, για την αγορά νέων ομολόγων και εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου καθώς και τη χρηματοδότηση υφιστάμενων θέσεων σε ελληνικά ομόλογα στα τραπεζικά χαρτοφυλάκια.

– Αποπληρωμή δανειακών υποχρεώσεων εξωτερικού (wholesale funding) λόγω μη δυνατότητας ανανέωσης του δανεισμού.

– Διατήρηση του χαρτοφυλακίου δανείων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.

Η αδυναμία χρηματοδότησης της οικονομίας

Η επιτυχής και άμεση ολοκλήρωση του προγράμματος ανακεφαλαιοποίησης, με τη συμμετοχή και ιδιωτικών κεφαλαίων είναι απολύτως αναγκαία, έτσι ώστε να εξασφαλιστούν οι απαιτούμενοι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας για την αποκατάσταση της ευρωστίας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, αναφέρεται σε σημερινή εκτενή μελέτη τής Eurobank, με τίτλο “Ελληνικό τραπεζικό σύστημα, μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας και χρηματοδότηση της πραγματικής οικονομίας”.

Η επιτυχής ολοκλήρωση του συγκεκριμένου προγράμματος αποτελεί βασική προϋπόθεση για τη σταδιακή βελτίωση των συνθηκών ρευστότητας στην πραγματική οικονομία και την επιστροφή σε θετικούς και βιώσιμους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης. Η συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων αναμένεται επίσης να συμβάλει στη μεγιστοποίηση των εσόδων για το ελληνικό δημόσιο, που θα προκύψει από τη μελλοντική πώληση της κρατικής συμμετοχής στις τράπεζες σε ποσό σημαντικά υψηλότερο αυτού που συντηρητικά εκτιμάται από το Μνημόνιο (16 δισ. ευρώ), ενώ θα έχουν επενδυθεί σε τραπεζικά κεφάλαια περί τα 50 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της μελέτης.

Επιτυχής η αντιμετώπιση της κρίσης του 2007 – 2008

Οι ελληνικές τράπεζες, έχοντας αντιμετωπίσει επιτυχώς την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2007- 2008, αύξησαν σημαντικά τις τοποθετήσεις τους σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του ελληνικού δημοσίου, όταν αυτό άρχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα χρηματοδότησης στις διεθνείς αγορές. Την πρακτική αυτή ακολούθησαν και άλλα τραπεζικά συστήματα στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου. Μετά το 2010, οι ελληνικές τράπεζες συνέβαλαν στην αντιμετώπιση της κρίσης ρευστότητας του δημοσίου, απορροφώντας, σχεδόν πλήρως, όλες τις εκδόσεις των εντόκων γραμματίων, καθώς το ενδιαφέρον από άλλους επενδυτές ήταν μηδενικό, αναφέρεται στη μελέτη της Eurobank.

Οι τοποθετήσεις των ελληνικών τραπεζών σε ομόλογα και έντοκα γραμμάτια του δημοσίου αποδείχθηκαν, εκ των υστέρων, ασύμφορες για τις ίδιες και τους μετόχους τους, λόγω της δημοσιονομικής κρίσης και του PSI. Από το 2007 έως σήμερα οι μέτοχοι –μεταξύ αυτών περί τους 500.000 ιδιώτες επενδυτές και ασφαλιστικά ταμεία– απώλεσαν άνω του 95% των επενδύσεών τους σε τραπεζικές μετοχές. Συγκεκριμένα, ενώ στο τέλος του 2007 η χρηματιστηριακή αξία του τραπεζικού κλάδου ανερχόταν σε περίπουν 80 δισ. ευρώ, σήμερα είναι μικρότερη από 3,5 δισ. ευρώ. Στην περίοδο 2007-2011, οι μέτοχοι των τραπεζών δεν εισέπραξαν μέρισμα, ενώ συμμετείχαν σε αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου συνολικού ύψους 13,7 δισ. ευρώ, στηρίζοντας έμπρακτα το τραπεζικό σύστημα.

Μετά το ξέσπασμα της πρωτόγνωρης δημοσιονομικής κρίσης στη χώρα, δεν υπήρξε η αναγκαία πλεονάζουσα ρευστότητα στο τραπεζικό σύστημα, η οποία θα μπορούσε να διοχετευθεί στην πραγματική οικονομία. Τουναντίον, οι τράπεζες έχουν προστατέψει τους πελάτες τους, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, αφού παρά τη μεγάλη μείωση των καταθέσεων την τελευταία τριετία, οι συνολικές χορηγήσεις προς τον εγχώριο ιδιωτικό τομέα παραμένουν κοντά στα επίπεδα που ήταν στα τέλη του 2009. Η εξέλιξη αυτή απέτρεψε μια μεγάλη απομόχλευση της οικονομίας η οποία θα επιδείνωνε, σε δραματικό βαθμό, την ήδη επώδυνη ύφεση.

Θωρακίζεται το τραπεζικό σύστημα με την ανακεφαλοποίηση

Η νέα δανειακή σύμβαση, που πρόσφατα υπέγραψε η Ελλάδα με τους επίσημους δανειστές της, προβλέπει συνολική χρηματοδότηση ύψους 50 δισ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση των βιώσιμων ελληνικών τραπεζών. Πρωτίστως, το πρόγραμμα ανακεφαλαιοποίησης στοχεύει στην αναπλήρωση των ζημιών στην κεφαλαιακή θέση των τραπεζών που προκλήθηκε από το “κούρεμα” των ελληνικών ομολόγων (PSI), μέσω του οποίου μειώθηκε μεν σημαντικά το δημόσιο χρέος, αλλά ζημιώθηκαν οι τράπεζες και οι μέτοχοί τους.

Η πρώτη δόση του προγράμματος ανακεφαλαιοποίησης, συνολικού ύψους 25 δισ. ευρώ έχει ήδη κατατεθεί στο Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας με τη μορφή βραχυπρόθεσμων ομολόγων του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης. Μέρος της δόσης αυτής (ύψους 18 δισ. ευρώ) διατέθηκε πρόσφατα στις τέσσερις μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες, έναντι μελλοντικής αύξησης κεφαλαίου. Η κίνηση αυτή, πέραν των θετικών επιπτώσεων που έχει στην κεφαλαιακή διάθρωση των τραπεζών, ενισχύει σημαντικά τα ενέχυρα στα χαρτοφυλάκιά τους που είναι αποδεκτά από το ευρωσύστημα για άντληση ρευστότητας, θωρακίζοντας έτσι σημαντικά το τραπεζικό σύστημα από περαιτέρω αναταράξεις, εκτιμά η Eurobank.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα