Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής: Πρόβλεψη για αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,1%

Διαβάζεται σε 5'
Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής: Πρόβλεψη για αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,1%
Το κτήριο της Βουλής ΚΩΣΤΑΣ ΤΖΟΥΜΑΣ/EUROKINISSI

Ανάπτυξη 2,1% προβλέπει για το 2026 το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, έναντι 2,4% που καταγράφει το οικονομικό επιτελείο στον κρατικό προϋπολογισμό. Κλειδί είναι οι επενδύσεις, ενώ σημαντικές είναι και οι πληρωμές για μείωση του δημοσίου χρέους.

 

Βασικό σημείο προβληματισμού για την οικονομία παραμένουν οι αβεβαιότητες, γεωπολιτικές αλλά και εσωτερικές, καθώς δημιουργούν δυσχέρειες στις επενδύσεις, που είναι και το “κλειδί” για τη διατηρήσιμη ανάπτυξη. Αυτό τόνισε ο επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, Ιωάννης Τσουκαλάς, κατά την παρουσίαση της έκθεσης του Γραφείου για το τρίτο τρίμηνο.

Εκεί καταγράφεται πρόβλεψη για ανάπτυξη 2,2% φέτος αλλά και ένα “μικρό” φρένο το 2026. Από εκεί και πέρα είναι παρακινδυνευμένο, όπως τονίστηκε να καταγραφούν προβλέψεις για το 2027. Ωστόσο, θα πρέπει να γίνει το βέλτιστο δυνατό του χρόνου, ώστε να κερδηθεί έδαφος, κρίσιμο για το ενδεχόμενο μιας δύσκολης συνέχειας.

Αναλυτικά σε σχέση με την πορεία μεγέθυνσης της οικονομίας, ο πήχης παραμένει για το 2025 παραμένει στο 2,2%, ενώ, για το 2026 η βασική εκτίμηση τοποθετείται στο 2,1%, με εύρος από 1,9% έως 2,6%, ανάλογα με την πορεία των επενδύσεων. Υπενθυμίζεται ότι η εκτίμηση στον προϋπολογισμό είναι για ανάπτυξη 2,4% τον επόμενο χρόνο. Χαρακτηριστικό είναι ότι οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 12% το τρίτο τρίμηνο, αντισταθμίζοντας τη μείωση των αποθεμάτων και ενισχύοντας τη μεσοπρόθεσμη δυναμική.

Το πλεόνασμα

Με βάση την έκθεση, εκτιμάται ότι φέτος θα είναι υψηλότερο πλεόνασμα σε σχέση με τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης. Συγκεκριμένα, το πρωτογενές πλεόνασμα για την περίοδο Ιανουαρίου – Οκτωβρίου 2025 ανέρχεται στα 18,5 δισ. ευρώ, με τις εκτιμήσεις να συγκλίνουν στο ότι σε ετήσια βάση θα υπερβεί ακόμη και το 4% του ΑΕΠ από 3,7% του ΑΕΠ που προβλέπει ο προϋπολογισμός. Η επίδοση αυτή δημιουργεί νέο δημοσιονομικό χώρο και εξυπηρετεί τα σχέδια για ταχύτερη αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους.

Ανεργία

Θετική είναι η εκτίμηση και για την αγορά εργασίας. Το ποσοστό ανεργίας υποχωρεί στο 8,8%, πλησιάζοντας τα προ κρίσης επίπεδα, ενώ η απασχόληση αυξάνεται κατά 81.000 θέσεις εργασίας. Παράλληλα, οι κενές θέσεις μειώνονται κατά 6,9%, περίπου στις 41.000, ένδειξη εξομάλυνσης των εντάσεων στην αγορά εργασίας.

Χρέος και παραγωγικότητα

Αξίζει να σημειωθεί ότι το Γραφείο προχωρά και σε μια ανάλυση της σχέσης δημόσιου χρέους και παραγωγικότητας. Όπως επισημαίνεται, η διεθνής βιβλιογραφία δείχνει ότι όταν το χρέος υπερβαίνει το 90% του ΑΕΠ, αρχίζει να επηρεάζει αρνητικά την παραγωγικότητα. Στην ελληνική περίπτωση, την περίοδο 1980–2008 το χρέος αυξανόταν με σχετικά ομαλούς ρυθμούς, παράλληλα με την παραγωγικότητα. Μετά το 2009, όμως, η επιταχυνόμενη αύξηση του λόγου χρέους/ΑΕΠ συνοδεύτηκε από έντονη πτώση της παραγωγικότητας.

Η έκθεση εκτιμά ότι όταν το χρέος υπερβαίνει το 105% του ΑΕΠ, κάθε αύξηση κατά μία μονάδα μειώνει την παραγωγικότητα κατά περίπου 0,6%, οδηγώντας σε συνολική υστέρηση της τάξης του 13,1% σε σχέση με τη μακροχρόνια τάση κατά την περίοδο της κρίσης. Κομβικό ρόλο σε αυτή την εξέλιξη έπαιξε η υποχώρηση των ιδιωτικών επενδύσεων, οι οποίες από 13,8% του ΑΕΠ την περίοδο 1980–2009 μειώθηκαν στο 8,9% τα επόμενα χρόνια.

Η διόγκωση του χρέους αυξάνει το κόστος δανεισμού, περιορίζει τη χρηματοδότηση των ιδιωτικών επενδύσεων και οδηγεί σε «crowding out», μέσω αυξημένων φόρων και περιορισμένων δαπανών. Για τον λόγο αυτό, η ταχεία μείωση του χρέους χαρακτηρίζεται πρώτη προτεραιότητα οικονομικής πολιτικής. Σε αυτό το πλαίσιο, η νέα πρόωρη αποπληρωμή των δανείων από το πρώτο μνημόνιο ύψους 5,9 δισ. ευρώ αξιολογείται ως θετικό βήμα, καθώς ενισχύει την αξιοπιστία της χώρας και τη θέτει σε τροχιά περαιτέρω αναβαθμίσεων.

Οι προοπτικές

Όπως αναφέρθηκε, από τον κ. Τσουκαλά, για το 2026, οι προοπτικές παραμένουν συγκρατημένα αισιόδοξες. Το κενό ΦΠΑ έχει μειωθεί αισθητά από 11,5% το 2023 σε επίπεδα κάτω από το 10% σήμερα, πλησιάζοντας τον μέσο όρο της ΕΕ (9,5%). Παράλληλα, αναμένεται επιτάχυνση της επενδυτικής δραστηριότητας, στοιχείο που μπορεί να οδηγήσει το ΑΕΠ προς το άνω εύρος των προβλέψεων.

Θετικά αξιολογούνται και τα μέτρα για το στεγαστικό, όπως το πρόγραμμα ανακαινίσεων ύψους 400 εκατ. ευρώ, αν και επισημαίνεται ότι δεν επαρκούν, καθώς αφορούν περίπου 11.500 ακίνητα, μόλις το 10% των αδρανών κατοικιών που εκτιμώνται σε 150.000.

Στον αντίποδα, παραμένουν οι ανησυχίες για το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, παρότι έχει βελτιωθεί, αλλά και για το ύψος των φορολογικών απαλλαγών, οι οποίες φθάνουν τα 28,4 δισ. ευρώ, περίπου το 33% των φορολογικών εσόδων, χωρίς μηχανισμό αξιολόγησης της αποτελεσματικότητάς τους.

Ο πληθωρισμός για το 2026 εκτιμάται ότι θα κινηθεί μεταξύ 2,5% και 2,6%, με τις αυξήσεις στις υπηρεσίες – ιδίως σε στέγαση, ξενοδοχεία και εστίαση – να διατηρούν τις πιέσεις, ένα φαινόμενο που είναι κοινό σε όλη την ΕΕ λόγω της αναπροσαρμογής των μισθών. Οι κίνδυνοι από τα ενεργειακά ρίσκα προς το παρόν έχουν περιοριστεί και δεν είναι ανεξέλεγκτοι αλλά εξακολουθούν να επηρεάζονται από τις διεθνείς γεωπολιτικές εξελίξεις.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα