Οι “πονοκέφαλοι” μετά το Ταμείο Ανάκαμψης

Διαβάζεται σε 8'
Οι “πονοκέφαλοι” μετά το Ταμείο Ανάκαμψης
ISTOCK

Αγοραστική δύναμη, πληθωρισμός, ανταγωνιστικότητα και επενδύσεις βρίσκονται στην πρώτη γραμμή ενδιαφέροντος, ενώ έρχεται να κατατεθεί τη Δευτέρα 6 Οκτωβρίου και το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού για το 2026.

Πληθωρισμός και έλλειμμα στους δείκτες επενδύσεων παραγωγικότητας αποτελούν δυο “βραδυφλεγείς” βόμβες στην πορεία της οικονομίας, που θα πρέπει, όσο ακόμη ρέουν τα κονδύλια του Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) να βρει “βηματισμό” ανταγωνιστικότητας, που είναι και το κλειδί για τη βελτίωση των εισοδημάτων.

Χαρακτηριστικές ήταν οι αναφορές την εβδομάδα που πέρασε από θεσμικούς φορείς, που ήρθαν, να συμπληρώσουν τα “καμπανάκια” που κρούουν οι παραγωγικοί φορείς της χώρας. Έτσι, στην τριμηνιαία έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ), παρά τα όσα θετικά καταγράφει για την πορεία της οικονομίας, σημειώνει ότι ο πληθωρισμός εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα, ενώ επισημαίνει το βραδύ τρόπο με τον οποίο καλύπτεται το κενό με τα όσα ισχύουν στην Ευρώπη, σε σχέση με την αγοραστική δύναμη των πολιτών.

Ο πληθωρισμός

Έτσι, το Γραφείο επισημαίνει ότι, παρά τα τελευταία καλά νέα για τον Σεπτέμβριο, ο πληθωρισμός είναι υψηλότερος στη χώρα μας σε σχέση με τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο, κάτι που δυσχεραίνει την διεθνή ανταγωνιστικότητα έναντι των εταίρων μας. “Οι ανοδικές πιέσεις στις τιμές προκύπτουν από τις υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένης της στέγασης, ενώ ενισχύθηκε και ο πληθωρισμός τροφίμων. Οι προσπάθειες ενίσχυσης του ανταγωνισμού όπως και η ανίχνευση και αποτροπή τιμολόγησης σε συνθήκες ολιγοπωλιακής αγοράς θα πρέπει να εντατικοποιηθούν” αναφέρει.

Απαισιόδοξα τα νοικοκυριά

Τούτων δοθέντων, δεν είναι τυχαίο, ότι με βάση τη μηνιαία καταγραφή του ΙΟΒΕ, ο δείκτης εμπιστοσύνης καταναλωτή παραμένει έντονα αρνητικός και υπολείπεται σημαντικά έναντι της Ευρωζώνης. Όπως δε, αναφέρει η εβδομαδιαία ανάλυση της Eurobank, eντούτοις, παρά την υπεραπόδοση της Ελλάδας έναντι της Ευρωζώνης, όχι μόνο σε πολλά μαλακά δεδομένα (soft data, οικονομικό κλίμα, επί μέρους δείκτες εμπιστοσύνης) αλλά και σε πολλά σκληρά δεδομένα (hard data, πραγματικός ρυθμός μεγέθυνσης), ο δείκτης εμπιστοσύνης καταναλωτή στην Ελλάδα παραμένει έντονα αρνητικός (-47,3 μονάδες το γ’ τρίμηνο 2025 σε όρους ισοζυγίου απαντήσεων) και υπολείπεται σημαντικά έναντι της Ευρωζώνης (-15,0 μονάδες).”

Μάλιστα η ανάλυση αναφέρει ότι “μετά την ισχυρή άνοδό του το 2018 και το 2019 σε υψηλό 19,5 ετών (ολοκλήρωση του 3ου Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής και διαμόρφωση προσδοκιών -εκείνη την περίοδο- για ισχυρότερη ανάπτυξη στο μέλλον), ο δείκτης οικονομικού κλίματος στην Ελλάδα επιδεινώθηκε απότομα και ισχυρότερα έναντι της Ευρωζώνης, τόσο κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας το 2020 όσο και κατά τη διάρκεια της ενεργειακής κρίσης και του υψηλού πληθωρισμού το 2022. Το 2023 ανέκαμψε προσωρινά (προοπτικές για γρήγορη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού), ωστόσο το 2024 επιδεινώθηκε ξανά (επίμονος πληθωρισμός, γεωπολιτικές εντάσεις, αβεβαιότητα) και έκτοτε παραμένει σε χαμηλά επίπεδα.”

Κυριάκος Πιερράκακης Aris Oikonomou/ SOOC

Χωλαίνει η αποταμίευση

Αξίζει να σημειωθεί ότι με βάση την καταγραφή του οικονομικού κλίματος του ΙΟΒΕ για το Σεπτέμβριο, “ο δείκτης της πρόθεσης για αποταμίευση τους προσεχείς 12 μήνες ενισχύθηκε ελαφρά στις –65,9 μονάδες από -67,1 τον Ιούλιο. Το 83% των νοικοκυριών δεν θεωρεί πιθανή την αποταμίευση στο επόμενο 12μηνο, ενώ το 16% τη θεωρεί πιθανή ή πολύ πιθανή.

Οι σχετικοί δείκτες διαμορφώθηκαν στις +6,6 μονάδες στην ΕΕ και στις +7,3 στην Ευρωζώνη”. Αυτό δείχνει, αφενός τις δυσκολίες των νοικοκυριών, αλλά και το έλλειμμα αποταμιεύσεων, που αν και δε συνάδει με την πορεία των καταθέσεων, είναι ένας δείκτης, για το πόσο δύσκολο είναι και το στοίχημα της συνέχισης των επενδύσεων.

Πώς θα ανέβει η αγοραστική δύναμη;

Δεν είναι τυχαίο, ότι κατά την παρουσίαση της έκθεσης ο επικεφαλής του ΓΠΚΒ καθ. Ιωάννης Τσουκαλάς επισήμανε ότι, η αγοραστική δύναμη των πολιτών υπολείπεται σημαντικά (είναι περίπου στο 70% του μέσου όρου της Ευρωζώνης) και θα περάσουν ακόμα πολλά χρόνια (ακόμα και μια δεκαετία) για τη σύγκλιση και υπό την προϋπόθεση ότι η ελληνική οικονομία θα επιτυγχάνει ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 2%.

“Κλειδί”, όπως τόνισε, για τη σύγκλιση αυτή “αποτελούν άλλωστε η ενίσχυση της παραγωγικότητας και η εξωστρέφεια της οικονομίας” για τα οποία προϋπόθεση είναι η συνέχιση με εντατικό ρυθμό των επενδύσεων. Κάτι που επανειλημμένα έχει επισημάνει ο πρόεδρος του ΣΕΒ Σπύρος Θεοδωρόπουλος, λέγοντας χαρακτηριστικά, ότι η παραγωγικότητα, ανά ώρα, στην Ελλάδα, είναι στα 38 ευρώ, στο χαμηλότερο επίπεδο της Ευρωζώνης.

Παραγωγικότητα κι επενδύσεις

Σε αυτό το κλίμα, όπου το ζήτημα “παραγωγικότητα – αγοραστική δύναμη – επενδύσεις” συμπλέκονται άμεσα, ήλθε να προστεθούν και τα μηνύματα, από πηγές της Κομισιόν, με γνώση των τεκταινομένων στην Ελλάδα, για την ανάγκη επιτάχυνσης για να μη χαθούν πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης.

«Πρέπει να τρέξουμε μέσα σε έναν χρόνο όσο δεν τρέξαμε τα προηγούμενα τέσσερα» σημείωσε, την Πέμπτη, από την Αθήνα, αξιωματούχος των Βρυξελλών, με άμεση γνώση για την Ελλάδα, καθώς τρέχουν συζητήσεις με την ελληνική πλευρά για την προώθηση του προγράμματος.

Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε “το χρονικό πλαίσιο για ελληνική κυβέρνηση είναι ασφυκτικό. Μέχρι το τέλος Οκτωβρίου, θα πρέπει να έχει υποβάλει το σχέδιο αναθεώρησης, προκειμένου να εγκριθεί από το Ecofin του Δεκεμβρίου. Ενώ, στο τέλος Αυγούστου του 2026, που λήγει η ισχύς του Ταμείου Ανάκαμψης, θα πρέπει να έχουν υλοποιηθεί τα πάντα. Έργα που δεν πρόκειται να ολοκληρωθούν εγκαίρως θα πρέπει να απενταχθούν για να υποκατασταθεί ο χώρος από την αύξηση προϋπολογισμού των υφιστάμενων, προκειμένου εντός χρονοδιαγράμματος.”

ISTOCK

Να σημειωθεί ότι η ίδια πηγή τόνισε ότι είναι πολύ σημαντικό, έργα που έχουν προβλήματα να απενταχθούν, και να μεταφερθούν σε κάποιο άλλο χρηματοδοτικό σχήμα όπως το ΕΣΠΑ. Σε αντίθετη περίπτωση θα χρηματοδοτηθούν από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.

“Διανύουμε το τελευταίο μίλι. Είναι η τελευταία ευκαιρία” τόνισε με έμφαση, ενώ επισήμανε ότι σε περίπτωση που αλλάξει η δομή του Ταμείου Ανάκαμψης αργότερα, τα έργα που θα βγουν κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς χρηματοδότηση γιατί δεν μπορούν να ενταχθούν -επί παράδειγμα στο ΕΣΠΑ κατά το ήμισυ- γιατί κάτι τέτοιο θα συνιστούσε double funding (διπλή χρηματοδότηση) και δεν επιτρέπεται, σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες.

Πάντως, η ευρωπαϊκή πλευρά θεωρεί εφικτό να μη χαθούν κονδύλια αν όλες οι διαδικασίες τηρηθούν, όπως πρέπει. Υπενθυμίζεται, ότι στο σκέλος των επιδοτήσεων εκκρεμούν ακόμα 5,5 δισ. ευρώ και 6 δισ. ευρώ στα δάνεια, ενώ -μέχρι στιγμής- έχει πραγματοποιηθεί το 70% των μεταρρυθμίσεων. Να σημειωθεί, επίσης, πρόσφατη αναφορά του υποδιοικητή της ΤτΕ Θ. Πελαγίδη, σε εκδήλωση του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου της Αθήνας, ότι από τα 36 δισ. ευρώ που δικαιούται συνολικά η χώρα από το Ταμείο Ανάκαμψης, μόλις 10 δισ. έχουν φτάσει στους τελικούς δικαιούχους.

Πάντως, ειδικά στο σκέλος των δανείων, το μεγάλο ζήτημα είναι η πρόσβαση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, κάτι που αφορά, συνολικά, τη δομή της επιχειρηματικότητας.

Σύμφωνα με τον ευρωπαίο αξιωματούχο, λόγω κυρίως κυβερνητικών χειρισμών, προβλήματα εντοπίζονται σε έργα τα οποία αφορούν στην κοινωνική κατοικία (social housing), στην υγεία όπου 18 ανακαινίσεις νοσοκομείων καθυστερούν όπως και 156 κέντρα πρωτοβάθμιας υγείας αλλά και στην ενέργεια (πρόκειται για έργα CCS (Carbon Capture and storage) που αφορούν στη δέσμευση διοξειδίου του άνθρακα από βιομηχανίες και την αποθήκευσή του στο υπέδαφος και συγκεκριμένα σε εξαντλημένα κοιτάσματα πετρελαίου ή αερίου).

Πάντως, και ο καθ. Ιωάννης Τσουκαλάς, επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή σημείωσε ότι θα πρέπει έγκαιρα, πέρα από τις απορροφήσεις του ΤΑΑ, να βρεθούν διάδοχα σχήματα, για τη συνέχιση της χρηματοδότησης των επενδύσεων, μια και το κενό με την Ευρωζώνη, παραμένει μεγάλο.

Ερχεται ο προϋπολογισμός

Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι στο προσχέδιο του Προϋπολογισμού για το 2026, το οποίο κατατίθεται στη Βουλή τη Δευτέρα 6 Οκτωβρίου, σε σχέση με τις επενδύσεις του 2025, η αρχική πρόβλεψη για αύξηση 8,4% περιορίζεται πλέον στο 5,7%.

Για το 2026, πάντως, οι προβλέψεις είναι πιο αισιόδοξες με το οικονομικό επιτελείο να προσβλέπει σε άλμα της τάξης του 10,2%.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα