Πώς θα πέσουν οι τιμές ρεύματος
Διαβάζεται σε 7'
Ο Αντιπρόεδρος της ΡΑΑΕΥ εξήγησε τους λόγους για τους οποίους αν και η διείσδυση των ΑΠΕ μειώνει το κόστος παραγωγής ενέργειας, παράλληλα δεν μειώνεται εξ’ ορισμού το κόστος του συστήματος.
- 24 Οκτωβρίου 2025 08:15
Απαραίτητες προϋποθέσεις για τη μείωση των τιμών της ενέργειας για τους καταναλωτές είναι η αποθήκευση, η ευελιξία, η ενίσχυση του δικτύου των ευρωπαϊκών διασυνδέσεων, αλλά και η αναθεώρηση του σχεδιασμού της ευρωπαϊκής αγοράς. Αυτό δήλωσε ο κ. Δημήτρης Φούρλαρης, Αντιπρόεδρος του Κλάδου Ενέργειας της ΡΑΑΕΥ, στο πλαίσιο του 7ου Renewable & Storage Forum.
Όπως εξήγησε ο κ. Φούρλαρης, όσο αυξάνεται η αποθήκευση ενέργειας τόσο θα μειώνεται η μεταβλητότητα των τιμών. Ταυτόχρονα, η διαχείριση της ζήτησης πρέπει να γίνει έξυπνη και ευέλικτη μέσω έξυπνων μετρητών και δυναμικών τιμολογίων, που θα περιορίσουν τις ακραίες τιμές και διακυμάνσεις. Ενώ, όπως τόνισε, ο ρυθμός με τον οποίο θα προχωρήσουν οι ευρωπαΪκές διασυνδέσεις και ο ευρωπαϊκός σχεδιασμός αγοράς θα παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση χαμηλότερων τιμών.
Ο κ. Φούρλαρης στην εισαγωγή του, εξήγησε τους λόγους για τους οποίους αν και η διείσδυση των ΑΠΕ μειώνει το κόστος παραγωγής ενέργειας, παράλληλα δε μειώνεται εξ’ ορισμού το κόστος του συστήματος:
Όπως είπε: “Είναι ένα γεγονός που δεν αφορά μόνο την Ελλάδα αλλά απασχολεί ολόκληρη την Ευρώπη καθώς πράγματι με μια πρώτη ανάγνωση η προσδοκία είναι απλή: Όσο αυξάνεται το μερίδιο των ΑΠΕ, τόσο θα έπρεπε να μειώνεται το κόστος ενέργειας, αφού μιλάμε για πηγές με σχεδόν μηδενικό μεταβλητό κόστος και καμία εξάρτηση από καύσιμα. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μιλάμε για έργα που έχουν και αυτά ένα κόστος επένδυσης το οποίο σε κάθε περίπτωση πρέπει να αποσβεστεί σε βάθος χρόνου μικρότερο των συμβατικών”.
Κι όμως, τόνισε, “στην πράξη βλέπουμε κάτι διαφορετικό. Βλέπουμε φαινόμενα όπου, την ίδια μέρα, μπορεί να έχουμε αρνητικές τιμές χονδρικής το μεσημέρι λόγω υπερπαραγωγής από φωτοβολταϊκά και λίγες ώρες μετά, το βράδυ, οι τιμές να εκτοξεύονται ξανά επειδή το σύστημα χρειάζεται να καλύψει τη ζήτηση με ακριβές μονάδες κατά βάση φυσικού αερίου. Μέχρι το 2025, η ΕΕ παράγει πάνω από το 50% της ηλεκτρικής της ενέργειας από ΑΠΕ. Στην Ελλάδα, τα ποσοστά ξεπερνούν το 45%, με ορισμένες ημέρες η παραγωγή από ήλιο και άνεμο να καλύπτει το σύνολο της ζήτησης”.
Συνεπώς, επεσήμανε: “Η διείσδυση των ΑΠΕ μειώνει το κόστος παραγωγής ενέργειας, (αν δεν είχαμε τις ΑΠΕ, θα ήμασταν πλήρως εξαρτώμενοι από ορυκτά καύσιμα και επομένως υψηλότερες τιμές χονδρεμπορικής) αλλά δεν μειώνει εξ ορισμού το συνολικό κόστος του συστήματος, καθώς για να συνδεθούν τα έργα ΑΠΕ σε ένα robust και resilient σύστημα, χρειάζονται επιπλέον επενδύσεις στα δίκτυα”.
Ειδικότερα, ανέλυσε τους κύριους παράγοντες που οι τιμές παραμένουν υψηλές:
(α) Το φυσικό αέριο ως καύσιμο οριακής τιμής
- Παρά την αύξηση των ΑΠΕ, το φυσικό αέριο συνεχίζει να παίζει καθοριστικό ρόλο στην κάλυψη της ζήτησης.
- Λόγω του μοντέλου οριακής τιμολόγησης της χονδρεμπορικής αγοράς, η τιμή καθορίζεται από την ακριβότερη μονάδα που απαιτείται για να ισορροπήσει το σύστημα. Στις περισσότερες περιπτώσεις αυτή είναι μονάδα φυσικού αερίου ή και κάποιες φορές οι υδροηλεκτρικές.
- Η εξάρτηση από εισαγόμενο LNG, με τιμές ασταθείς και γεωπολιτικά ευαίσθητες, παραμένει κρίσιμος παράγοντας κόστους.
(β) Υποδομές και κόστος κεφαλαίου
- Η ενεργειακή μετάβαση προϋποθέτει μεγάλες επενδύσεις: δίκτυα μεταφοράς και διανομής, αποθήκευση, ευφυείς μετρητές, ψηφιακή εποπτεία.
- Οι επενδύσεις αυτές δεν είναι «δωρεάν». Χρηματοδοτούνται με κεφάλαια που έχουν υψηλό κόστος λόγω των αυξημένων επιτοκίων στην ευρωζώνη.
- Το κόστος αυτό μετακυλίεται μέσω των ρυθμιζόμενων χρεώσεων στους λογαριασμούς.
(γ) Ανεπάρκεια δικτύων – το “bottleneck”
- Παράγουμε φθηνή πράσινη ενέργεια αλλά δεν μπορούμε να τη μεταφέρουμε ή να την αποθηκεύσουμε επαρκώς.
- Οι περικοπές (curtailments) είναι πλέον συχνό φαινόμενο στην Ελλάδα και αλλού. Η ενέργεια χάνεται, το κόστος το επωμίζεται ο καταναλωτής.
- Έτσι, οι ΑΠΕ δεν αποδίδουν στο μέγιστο τη δυναμική τους.
(δ) Χονδρεμπορική αγορά και διαμόρφωση τιμής
- Το μοντέλο οριακής τιμολόγησης λειτουργεί αποτελεσματικά σε συνθήκες ομαλότητας. Όμως σε περιόδους έντασης – έλλειψης ΑΠΕ, καύσωνα ή ενεργειακής κρίσης – οδηγεί σε τιμές δυσανάλογα υψηλές.
·Επίσης η διείσδυση ΑΠΕ χωρίς επαρκή αποθήκευση οδηγεί σε αυξανόμενες περιόδους curtailment και σε φαινόμενα στρέβλωσης του“merit order ”και συνεπώς η μεγάλη μεταβλητότητα, μεταφράζεται σε υψηλότερο risk premium και άρα ακριβότερα forward συμβόλαια.
(ε) Ρυθμιζόμενες χρεώσεις και δημόσιες πολιτικές
- Στον λογαριασμό του ρεύματος, η ενέργεια αντιπροσωπεύει το κόστος προμήθειας και τα υπόλοιπα είναι δίκτυα, ΥΚΩ, φόροι και τέλη.
Άρα, σύμφωνα πάντα με τον κ. Φούρλαρη, οι ΑΠΕ συμπιέζουν το short-run marginal cost αλλά δεν μειώνουν απαραίτητα το system cost. Αυτό σημαίνει ότι η μετάβαση σε ένα σύστημα υψηλής διείσδυσης ΑΠΕ απαιτεί:
- Αποθήκευση, για να διαχειριστούμε τη χρονική αναντιστοιχία παραγωγής–ζήτησης,
- Ευελιξία, από μονάδες φυσικού αερίου, υδροηλεκτρικά, ή demand-side participation, και
- Ενισχυμένα δίκτυα, για να απορροφήσουν και να διασυνδέσουν τη νέα παραγωγή.
Όλα αυτά, όπως είπε, κοστίζουν, και μάλιστα αφορούν κόστος που δεν εκφράζεται στην οριακή τιμή αλλά σε capacity payments, uplift charges και κεφαλαιακά κόστη ανάπτυξης δικτύου.
Όσον αφορά το τι χρειάζεται να αλλάξει για να βελτιωθεί η κατάσταση, ο κ. Φούρλαρης επεσήμανε ότι υπάρχουν κάποιες κατευθύνσεις που είναι κρίσιμες:
Πρώτον, αποθήκευση.
Η αποθήκευση, όπως νομίζω όλοι αντιλαμβανόμαστε, είναι το κλειδί για να μεταφέρουμε την ενέργεια από τις φθηνές ώρες στις ακριβές. Όσο αυξάνεται η αποθήκευση, τόσο θα μειώνεται η μεταβλητότητα των τιμών. Ο ρυθμός λοιπόν όπου έργα αποθήκευσης θα μπαίνουν στην αγορά, θα κρίνει και το βαθμό μείωσης των ακραίων διακυμάνσεων.
Δεύτερον, διαχείριση ζήτησης (demand response).
Δεν είναι μόνο η προσφορά που πρέπει να γίνει έξυπνη, αλλά είναι και η ζήτηση.
Η δυνατότητα να μετακινήσουμε καταναλώσεις εκτός αιχμής, μέσω έξυπνων μετρητών και δυναμικών τιμολογίων, μπορεί να εξομαλύνει τις διακυμάνσεις και να μειώσει το κόστος για όλους δεδομένου ότι θα βοηθήσει και στην μείωση των ρευματοκλοπών .Ο ρυθμός λοιπόν ευρείας εγκατάστασης των έξυπνων μετρητών, θα κρίνει επίσης και το βαθμό μείωσης των ακραίων τιμών και διακυμάνσεων.
Τρίτον, ενίσχυση δικτύου και διασυνδέσεων.
Για να μην πετάμε πράσινη ενέργεια λόγω κορεσμού, πρέπει να έχουμε ισχυρό δίκτυο και ευρωπαϊκές διασυνδέσεις. Η ενίσχυση των δικτύων μεταφοράς και διανομής είναι επένδυση στη μείωση του κόστους μεσοπρόθεσμα. Ο ρυθμός λοιπόν με τον οποίο θα προχωρήσουν οι διεθνείς διασυνδέσεις, θα κρίνει επίσης και το βαθμό μείωσης των ακραίων τιμών και διακυμάνσεων.
Τέταρτον, αναθεώρηση του σχεδιασμού αγοράς.
Χρειάζεται προοδευτικά να δούμε μοντέλα όπου οι ΑΠΕ και η αποθήκευση συμμετέχουν ενεργά στις αγορές εξισορρόπησης, και όπου το οριακό μοντέλο δεν οδηγεί σε συστηματική υπερ-κοστολόγηση σε περιόδους μεταβαλλόμενης παραγωγής. Ο ρυθμός λοιπόν με τον οποίο θα προχωρήσει η όποια αναθεώρηση του σχεδιασμού της Ευρωπαϊκής αγοράς θα αποτελεί ένδειξη για το βαθμό αποτελεσματικότητας όλων των άλλων προσπαθειών μας για τη μείωση των ακραίων τιμών και διακυμάνσεων.
Συμπερασματικά, ο κ. Φούρλαρης κατέληξε λέγοντας:
«Οι σημερινές τιμές της χονδρικής δεν αποτελούν αναγκαστικά μια αλλοίωση της πραγματικότητας αλλά σε ένα μεγάλο βαθμό είναι το τίμημα μιας μετάβασης κατά την οποία το ενεργειακό σύστημα υφίσταται ταυτόχρονα μια τεχνολογική, θεσμική και κεφαλαιακή αναδόμηση. Το κλειδί για τη μείωση των τιμών βρίσκεται στη μεταρρύθμιση των μηχανισμών αξίας μέσα στο σύστημα. Πρέπει να απαντήσουμε αποτελεσματικά σε μερικά δύσκολα ζητήματα: Πώς κοστολογείται η ευελιξία, πώς αποζημιώνεται η εφεδρεία, πώς ανταμείβεται η αποθήκευση. Ο ρόλος μας ως Ρυθμιστική Αρχή είναι να εξασφαλίσουμε ότι η δύσκολη και απαιτητική αυτή ενεργειακή μετάβαση γίνεται με δικαιοσύνη, με διαφάνεια και με ανθεκτικότητα. Η ΡΑΑΕΥ επιδιώκει και προσπαθεί για αυτή την μετάβαση. Να μετατραπεί δηλαδή η πράσινη παραγωγή σε πραγματική αξία για τους καταναλωτές ενώ λειτουργεί σε συνθήκες μιας υγιούς πλήρως ανταγωνιστικής αγοράς. Δηλαδή να περάσουμε από μια αγορά που να μην οδηγείται από την μεταβλητότητα των τιμών σε μια αγορά που οδηγείται από την αξία της παραγωγης: σταθερή, προβλέψιμη και ανταγωνιστική» ανέφερε χαρακτηριστικά.