Πώς το πλήγμα σε ρωσικό δεξαμενόπλοιο στη Μεσόγειο φέρνει νέους κινδύνους στη διεθνή ναυσιπλοΐα
Διαβάζεται σε 8'
Ο σκιώδης στόλος στο στόχαστρο – Το πλήγμα σε ρωσικό δεξαμενόπλοιο στη Μεσόγειο και οι νέοι κίνδυνοι για τη διεθνή ναυσιπλοΐα
- 28 Δεκεμβρίου 2025 08:50
Ένα πλήγμα σε ρωσικό δεξαμενόπλοιο του λεγόμενου «σκιώδους στόλου», σε διεθνή ύδατα της Μεσογείου και σε απόσταση αναπνοής από έναν από τους πιο πολυσύχναστους θαλάσσιους διαδρόμους του πλανήτη, λειτουργεί ως καμπανάκι κινδύνου για τη διεθνή ναυσιπλοΐα.
Όπως γράφει το ΑΠΕ, η στοχευμένη επίθεση με μη επανδρωμένα μέσα δεν αλλάζει απλώς τους γεωγραφικούς όρους του πολέμου· αμφισβητεί ευθέως την έννοια των «ασφαλών θαλασσών» και εισάγει μια νέα πραγματικότητα αυξημένης αβεβαιότητας για την εμπορική ναυτιλία.
Ο κίνδυνος λάθους ταυτοποίησης, περιβαλλοντικού ατυχήματος και εκτόξευσης του ασφαλιστικού κόστους, καθιστά το περιστατικό κάτι πολύ περισσότερο από ένα μεμονωμένο επεισόδιο: προαναγγέλλει μια περίοδο κατά την οποία η ελευθερία της ναυσιπλοΐας δοκιμάζεται εκ νέου.
Ο Γιώργος Τσιάκαλος, επικεφαλής πληροφοριών της εταιρείας ναυτικής ασφάλειας και διαχείρισης κινδύνου Diaplous, απόστρατος ανώτατος αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού Ξηράς και πρώην επίκουρος Καθηγητής στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων αναλύει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, γιατί το χτύπημα αυτό συνιστά ποιοτική κλιμάκωση και ποιοι είναι οι πραγματικοί κίνδυνοι που διαμορφώνονται στη διεθνή ναυτιλία.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης
-Πώς αξιολογείτε το πλήγμα σε ρωσικό δεξαμενόπλοιο του «Shadow Fleet» σε διεθνή ύδατα της Μεσογείου;
Το πλήγμα στο ρωσικό δεξαμενόπλοιο QENDIL συνιστά ποιοτική κλιμάκωση όχι επειδή μεταβάλλει άμεσα το συνολικό επίπεδο ασφάλειας στη Μεσόγειο, αλλά επειδή καταδεικνύει ότι η στοχοποίηση «εμπορικού τύπου» πλοίων μπορεί να επεκταθεί πέρα από τα άμεσα θέατρα επιχειρήσεων. Το περιστατικό, που σημειώθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 2025, 85 ναυτικά μίλια νότια της Κρήτης, ανέδειξε τη χρήση χαμηλού κόστους και χαμηλού ίχνους μέσων μεγάλης ακτίνας δράσης, αμφισβητώντας στην πράξη την έννοια των «ασφαλών υδάτων». Για τη ναυτιλία, οι επιπτώσεις είναι κυρίως έμμεσες: αυξημένη ανάγκη για δυναμική αξιολόγηση κινδύνου ανά δρομολόγιο, μεγαλύτερη προσοχή σε περιοχές εγγύς παράκτιων ζωνών με ένταση και αυστηρότερο έλεγχο έκθεσης σε κυρώσεις.
-Δημιουργεί αυτό το περιστατικό ένα νέο επιχειρησιακό προηγούμενο για στοχοποίηση εμπορικών πλοίων μακριά από ενεργά πολεμικά μέτωπα;
Η επίθεση αυτή δημιουργεί ένα σημαντικό επιχειρησιακό προηγούμενο, το οποίο μετακινεί το «σημείο αναφοράς» από επιθέσεις κοντά σε ενεργά μέτωπα σε επιλεγμένους στόχους υψηλής πολιτικοοικονομικής αξίας σε πιο απομακρυσμένες θαλάσσιες περιοχές.
Η στοχοποίηση ενός πλοίου που συνδέεται με το λεγόμενο «Shadow Fleet» εντάσσεται σε λογική πίεσης στη ροή εσόδων και στη δυνατότητα παράκαμψης κυρώσεων, άρα μπορεί να θεωρηθεί επίθεση περισσότερο στοχευμένη από τις κλασικές επιθέσεις ευκαιρίας.
Ωστόσο, ακόμη και αν το προφίλ στόχου παραμένει «ειδικού ενδιαφέροντος», η τεχνολογική διάχυση των μέσων (drones, μη επανδρωμένα συστήματα) αυξάνει τον κίνδυνο λάθους ταυτοποίησης, παράπλευρης έκθεσης ή αντιποίνων σε ευρύτερη ναυτιλιακή δραστηριότητα. Αυτό πρακτικά ενισχύει την ανάγκη για έγκαιρη ανταλλαγή πληροφοριών, παρακολούθηση θαλάσσιας κατάστασης, και προσαρμογή των διαδικασιών ασφάλειας ανά ταξίδι.
Οι επιθέσεις που καταγράφηκαν εντός του 2025 στη Μεσόγειο Θάλασσα, συμπεριλαμβανομένων και αυτών με limpet mines, έχουν τα εξής χαρακτηριστικά:
· Είναι στοχευμένες και αιτιολογημένες
· Εκτελούνται σε ανύποπτο χρόνο
· Εκτελούνται σε μη αναμενόμενες περιοχές
· Είναι πολύ καλά σχεδιασμένες και ιδανικά εκτελεσμένες· Περιορίζουν ή και μηδενίζουν ανθρώπινες απώλειες
· Αποφεύγουν περιβαλλοντικές επιπτώσεις
· Εξυπηρετούν το ‘’αφήγημα” ενεργειών μιας αμυνόμενης χώρας εναντίον στόχων ενός επιτιθέμενου αντιπάλου.
-Αν τέτοιου είδους επιθέσεις κλιμακωθούν, ποιοι είναι οι βασικοί κίνδυνοι για τη διεθνή ναυσιπλοΐα;
Σε περίπτωση κλιμάκωσης τέτοιων επιθέσεων, οι κίνδυνοι για τη διεθνή ναυσιπλοΐα εντείνονται και αποκτούν συστημικό χαρακτήρα. Ο πολεμικός κίνδυνος παύει να περιορίζεται γεωγραφικά και μπορεί να επεκταθεί απρόβλεπτα σε θαλάσσιες περιοχές αυξημένης εμπορικής κίνησης, ενισχύοντας την αβεβαιότητα για πλοιοκτήτες και ναυλωτές, ενώ αυξάνεται και ο κίνδυνος σοβαρού περιβαλλοντικού ατυχήματος, ιδιαίτερα σε δεξαμενόπλοια με φορτίο. Επίσης θα ήθελα να προσθέσω ότι “ο κίνδυνος που ελλοχεύει αυτή τη στιγμή είναι αν τέτοιου τύπου επιθέσεις ξεφύγουν από τη δράση των state actors και αρχίσουν να υλοποιούνται από ομάδες ή οργανώσεις έναντι αμοιβής, για λόγους που θα εξυπηρετούν κάθε είδους συμφέροντα, ιδεολογικά, θρησκευτικά ή οικονομικά, γεγονός που θα οδηγήσει τη ναυτιλία σε μια διαρκή κρίση αβεβαιότητας και σε αυξημένο ρίσκο.
Παράλληλα, αναμένεται αύξηση του ασφαλιστικού και κανονιστικού κόστους, με υψηλότερα ασφάλιστρα πολεμικού κινδύνου και αυστηρότερους όρους κάλυψης, καθώς και επιχειρησιακές επιβαρύνσεις μέσω περισσότερων περιορισμών, NAVTEX και καθυστερήσεων στη ναυσιπλοΐα, σε ένα περιβάλλον όπου η παραπληροφόρηση και οι κυβερνοαπειλές δυσχεραίνουν περαιτέρω τη λήψη αποφάσεων.
-Υπάρχει πλέον σοβαρός κίνδυνος η Μεσόγειος να ενταχθεί στον χάρτη των περιοχών αυξημένου θαλάσσιου κινδύνου;
Με τα σημερινά δεδομένα, δεν υπάρχουν ενδείξεις για ένταξη περιοχών της Μεσογείου σε καθεστώς υψηλού θαλάσσιου κινδύνου, αντίστοιχο με άλλες περιοχές, αλλά υπάρχει σαφής τάση να αυξάνεται το ρίσκο σε επιμέρους υποπεριοχές. Για παράδειγμα, στις λίστες περιοχών αυξημένου κινδύνου, συμπεριλαμβάνεται πλέον και η Λιβύη ως χώρα υψηλότερου κινδύνου, περισσότερο όμως εντός των χωρικών της υδάτων.
-Ποιες άμεσες συνέπειες μπορεί να έχει αυτό το νέο περιβάλλον για πλοιοκτήτες και διαχειριστές πλοίων;
Για πλοιοκτήτες και διαχειριστές, το νέο περιβάλλον ασφάλειας επιβάλλει πιο απαιτητική προετοιμασία ταξιδιών, με ενισχυμένη ανάλυση διαδρομών, προσεκτική διαχείριση προσεγγίσεων σε λιμένες αυξημένου ρίσκου και αποφυγή ευαίσθητων παράκτιων ζωνών.
Παράλληλα, αυξάνεται η ανάγκη για αυστηρή συμμόρφωση και due diligence στις ναυλώσεις, ιδιαίτερα όταν υπάρχουν συνδέσεις με ρωσικά φορτία ή δομές υψηλού κινδύνου. Την ίδια στιγμή, απαιτείται πιο ενεργή διαχείριση της ασφαλιστικής κάλυψης, με έγκαιρη δήλωση ταξιδιών σε πιθανές περιοχές κινδύνου και στενή συνεργασία με ασφαλιστές, ενώ η συνεχής ενημέρωση της κατάστασης και τα σαφή σχέδια αντιμετώπισης κρίσεων καθίστανται πλέον κρίσιμοι παράγοντες επιχειρησιακής ασφάλειας.
-Σε γενικές γραμμές, πώς πραγματοποιούνται τέτοιου είδους επιθέσεις με μη επανδρωμένα μέσα και τι αλλάζει σε σχέση με τις παραδοσιακές απειλές;
Τέτοιου τύπου επιθέσεις βασίζονται κυρίως στη χρήση μη επανδρωμένων μέσων, όπως εναέρια drones (UAV), μη επανδρωμένα σκάφη επιφανείας (USV – sea drones) τα οποία μπορούν να αναπτυχθούν από μεγάλες αποστάσεις, μέσω ενδιάμεσων πλατφορμών η με limpet mines (κολλητές νάρκες), που μπορούν να τοποθετηθούν διακριτικά σε λιμάνια και αγκυροβόλια. Σε αντίθεση με τις παραδοσιακές απειλές, το βασικό τους πλεονέκτημα είναι το χαμηλό ίχνος και κόστος, καθώς και η δυνατότητα ταυτόχρονης προσέγγισης πολλαπλών μέσων, που δυσχεραίνει την έγκαιρη αντίδραση.
-Πόσο ρόλο παίζει σήμερα η συλλογή πληροφοριών, τα δεδομένα ναυσιπλοΐας και οι δορυφορικές εικόνες στη στοχοποίηση πλοίων;
Ο ρόλος της συλλογής πληροφοριών και των δεδομένων ναυσιπλοΐας είναι πλέον καθοριστικός. Το AIS, τα εμπορικά δεδομένα κίνησης πλοίων, οι βάσεις δεδομένων ιδιοκτησίας, και οι δορυφορικές εικόνες επιτρέπουν την ταυτοποίηση προτύπων, την παρακολούθηση «σκιωδών» δικτύων μεταφοράς, και την επιλογή στόχων με μεγαλύτερη ακρίβεια. Όσο περισσότερη διαφάνεια υπάρχει στα δεδομένα, τόσο ευκολότερα μπορούν να χαρτογραφηθούν δρομολόγια και να προβλεφθούν σημεία ευπάθειας. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλα τα εμπορικά πλοία γίνονται αυτομάτως στόχοι, αλλά σημαίνει ότι η επιχειρησιακή ασφάλεια απαιτεί καλύτερη διαχείριση πληροφοριών. Για τη ναυτιλία, το αποτέλεσμα είναι ότι η έγκαιρη αξιοποίηση OSINT (Open Source Intelligence) και δορυφορικής εικόνας, σε συνδυασμό με συνεργασία με εταιρείες διαχείρισης κινδύνου (risk management), δεν είναι μόνο εργαλεία πρόληψης, αλλά και παράγοντες που μειώνουν την πιθανότητα αιφνιδιασμού, και σε περίπτωση που αυτό δεν επιτευχθεί, θα μειωθούν οι όποιες επιπτώσεις.
-Πώς μπορεί να προστατευτεί πρακτικά ένα εμπορικό πλοίο απέναντι σε απειλές χαμηλής ορατότητας και μεγάλης ακτίνας;
Η πρακτική προστασία απαιτεί πολυεπίπεδη προσέγγιση. Σε επίπεδο σχεδιασμού ταξιδιού, προτεραιότητα έχει η αποφυγή παρατεταμένης έκθεσης κοντά σε παράκτιες ζώνες αυξημένου κινδύνου, η διατήρηση απόστασης ασφαλείας από σημεία ενδιαφέροντος, και η επιλογή χρονικών ‘’παραθύρων΄΄ με βάση την επικαιροποιημένη εικόνα απειλής. Σε επίπεδο πλοίου, ενισχυμένη επάνδρωση και επιτήρηση, αποτελεσματική χρήση ραντάρ και οπτικών μέσων, πειθαρχία πρόσβασης, και σαφές σχέδιο ελιγμών και διαχείρισης ταχύτητας αυξάνουν την πιθανότητα έγκαιρου εντοπισμού και αντίδρασης.
-Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το μεγαλύτερο ρίσκο αν η διεθνής κοινότητα και η ναυτιλιακή βιομηχανία υποτιμήσουν τέτοια περιστατικά;
Το μεγαλύτερο ρίσκο αν η διεθνής κοινότητα και η ναυτιλιακή βιομηχανία υποτιμήσουν τέτοια περιστατικά είναι η «κανονικοποίηση» της ιδέας ότι εμπορικού τύπου πλοία μπορούν να γίνονται στόχοι σε ευρύτερα γεωγραφικά πλαίσια, με αποτέλεσμα να αυξηθούν τα κίνητρα μίμησης και να διευρυνθεί η κλίμακα επιχειρήσεων. Σε μια τέτοια δυναμική, ο κίνδυνος ατυχήματος, λάθους ταυτοποίησης ή μεγάλης ρύπανσης θα αυξηθεί, και μαζί του θα αυξηθούν οι επιπτώσεις στις αλυσίδες εφοδιασμού.